«Έλαμψεν η χάρις
σου Κύριε· έλαμψεν ο φωτισμός των ψυχών ημών· ιδού καιρός ευπρόσδεκτος, ιδού
καιρός μετανοίας· αποθώμεθα τα έργα του σκότους και ενδυσώμεθα τα όπλα του
φωτός…». Από την Υμνολ. Του Τριωδίου.
Ουδεμία άλλη
περίοδος ευρίσκεται εγγύτερον προς τον χαρακτήρα και την φύσιν της αγιωτάτης
ημών Εκκλησίας, όσον η περίοδος της αγίας και Μ. Τεσσαρακοστής. Διότι ο κύκλος
της περιόδου αυτής, αποτελεί την επί το αυστηρότερον ανακεφαλαίωσιν των σκοπών
της Εκκλησίας, οίτινες συμπυκνούμενοι εν τη αγία Τεσσαρακοστή, εκφράζονται
δυναμικώς εις την πρακτικήν των πιστών ζωήν. Η φύσις της Εκκλησίας είναι
πολεμική, και χωρίς την διαρκή στρατείαν, χωρίς τους πνευματικούς αγώνας, χωρίς
τον προς πάσαν μορφήν Κακού πόλεμον, Εκκλησία δεν νοείται. Ο αγωνιστικός
χαρακτήρ της, είναι εκείνο εις το οποίον ευρίσκει δικαίωσιν η ύπαρξίς της,
εκείνο, δια του οποίου εκφράζει το περιεχόμενόν της, εκείνο, όπερ εξηγεί και
δικαιολογεί την ίδρυσίν της. Ο πόλεμος ο αδιάλειπτος της Εκκλησίας προς το
ποικίλον Κακόν, ουδέν άλλο σημαίνει ή, ότι γνωρίζει το έκδηλον ή το λανθάνον
Κακόν, ότι οφείλει να το πολεμή και ότι, δια τούτο ανεδύθη εκ του παγετού της
ανυπαρξίας της πορφυρούσα και ακατανίκητος την αγίαν Πεντηκοστήν. Άρα ο πόλεμός
της, η εν Κυρίω άθλησίς της, εκφράζουν την βαθυτέραν ουσίαν της, το
περιεχόμενόν της, τους θείους σκοπούς της. Η Εκκλησία εγένετο όχι δια να
εξαφανίση το Κακόν, αλλά δια του αγώνος της να το νικά, διότι γνωρίζει, ότι του
Κακού η ύπαρξις είναι συνυφασμένη με την ύπαρξιν του κόσμου, είναι εντός του
κόσμου.