Νέα ορθοδοξία, νέα πίστη, νέα αποτείχιση -- του Ιατρού κ. Κυπριανού Χριστοδουλίδη

Τό " μεγάλο πρόβλημα " ή έστω δίλημμα, δέν είναι " είμαι μέ τό παλαιό καί σώνομαι, είμαι μέ τό νέο καί χάνομαι", όπως, φεύ, ισχυρίζονται κάποιοι τής νέας - καί νεορθόδοξης - Αποτείχισης.
Τό όντως μεγάλο πρόβλημα είναι : μέ τούς Σιωνιστές ( : μασόνους, οικουμενιστές καί πάσης φύσεως αιρετικούς ή αλλόθρησκους ) χάνομαι, μέ όσους τούς αποκηρύσσουν καί διακόπτουν κοινωνία καί μνημόσυνο σώνομαι. Χρειάζεται όμως προσοχή εδώ, δοθέντος ότι η καινοτομία τής διόρθωσης τού χρόνου ( : προσθήκη 13 ημερών ) είναι σιωνιστικής έμπνευσης. Δηλαδή, ο σκοπός είναι όλοι οι τής νέας παγκόσμιας θρησκείας νά συνεορτάζουν ταυτόχρονα, θέλω νά πώ, νά είναι όλοι ενωμένοι - εξωτερικά βέβαια - μέ τίς κοινές εορτές που θά φτιάξουν. Τό κοινό Πάσχα έρχεται.
Κατά συνέπεια, δέν μπορεί κανείς νά επιχειρηματολογεί λέγοντας ότι " είμαι μέ τό νέο ημερολόγιο, ακολουθώ τούς πατέρες, καταδικάζω τόν Οικουμενισμο καί τή νεοθρησκεία, αλλά μέ τό παλαιό δέν πηγαίνω . Αποτειχίζομαι μέ τό νέο ! ".
Καταλαβαίνετε τί σημαίνει αυτό ; Κοινές οι εορτές, αλλά ... εξ ορθοδόξου επόψεως ! Πάσχα οικουμενιστικό καί Πάσχα εν αποτειχίσει νεορθόδοξο ταυτοχρόνως !

Νομίζω, πρέπει νά πάψουμε νά κοροϊδεύουμε εαυτούς καί αλλήλους. Θά μάς πάρουν μέ τίς πέτρες, άν σέ άλλους ναούς κάνουν Πάσχα, Χριστούγεννα ή άλλη Δεσποτική και Θεομητορική εορτή οι τής νέας παγκόσμιας θρησκείας, ταυτοχρόνως δέ, σέ άλλους ναούς εορτάζονται οι ίδιες εορτές μέ άρωμα ορθόδοξης, καί πάντως προοδευτικής, παραδοσιακότητας.

http://kyprianoscy.blogspot.ca/

O Συναξαριστής της ημέρας.

Τετάρτη, 10 Ιανουαρίου 2018

Γρηγορίου Νύσσης, Δομετιανού, Μαρκιανού.

Ὁ Ἅγιος Γρηγόριος ἦταν ἀδελφὸς τοῦ Μεγάλου Βασιλείου. Γεννήθηκε περὶ τὸ 329 ἢ 330 μ.Χ. Ἦταν υἱὸς τοῦ Βασιλείου καὶ τῆς Ἐμμελείας. Ὁ πατέρας του καταγόταν ἀπὸ τὸν Πόντο καὶ ἡ μητέρα του ἀπὸ τὴν Καππαδοκία.
Ὁ Γρηγόριος, μολονότι εἶχε χειροτονηθεῖ ἀναγνώστης, δὲν σκεπτόταν νὰ γίνει κληρικός, οὔτε θεολόγος. Ὁ ἀδελφός του Βασίλειος, τὸν ὁποῖο θεωροῦσε πνευματικὸ πατέρα καὶ δάσκαλό του, τὸν εἵλκυσε στὴν ἱεροσύνη. Μετὰ τὴν ἐκπαίδευσή του στὴ Νεοκαισάρεια φοίτησε στὴν Καισάρεια μὲ σκοπὸ νὰ γίνει συνήγορος καὶ διδάσκαλος τῆς ρητορικῆς, ὅπως ὁ πατέρας του καὶ οἱ πρόγονοί του.
Σὲ ἡλικία 40 ἐτῶν, τὸ 371 ἢ 372 μ.Χ., παρακαλεῖται ἀπὸ τὸν ἀδελφό του Μέγα Βασίλειο, Ἀρχιεπίσκοπο τότε Καισαρείας,νὰ δεχθεῖ τὴν Ἐπισκοπὴ Νύσσης.

Ο Ασκητής και ο Ληστής (από το Γεροντικό)

Ήταν ένας γέροντας ασκητής και αναχωρητής, όστις ασκήτευσεν εις τόπον έρημον χρόνους εβδομήκοντα με νηστείαν και παρθενίαν και αγρυπνίαν. Εις τόσους δε χρόνους όπου εδούλευε τον Θεόν δεν αξιώθη να ιδή καμμίαν οπτασίαν και αποκάλυψιν εκ Θεου. Και ελογίασε και έβαλε τούτο εις τον νουν του λέγων: «Μήπως δια καμμίαν αφορμήν όπου δεν ηξεύρω εγώ δεν αρέσει του Θεου η ασκησίς μου, και η εργασία μου θέλει είναι απαράδεκτος• δια τούτο δεν δύναμαι να αποκαλυφθώ και να ιδώ κανένα μυστήριον».
Ταύτα διαλογιζόμενος ο γέρων άρχισε να δέεται και να παρακαλή τον Θεόν περισσότερον, προσευχόμενος και λέγων:

π. Θεόδωρος Ζήσης : Μνημονεύοντας τους πατριάρχες, αρχιεπισκόπους και επισκόπους στις ιερές ακολουθίες, συμμετέχουμε στην οικουμενιστική αποστασία.

Το θέμα της κοινωνίας με τους αιρετικούς, ως και της εν συνεχεία κοινωνίας με τους κοινωνούντες, οι οποίοι με την πράξη τους αυτή αποβαίνουν ακοινώνητοι, είναι το μείζον και επείγον θέμα στην σημερινή εκκλησιαστική ζωή. Το εκκλησιαστικό σώμα νοσεί επικίνδυνα· υπεύθυνοι για την νόσο είμαστε όλοι, όχι μόνον οι κοινωνούντες με τους ετεροδόξους, αλλά και όσοι κοινωνούμε με τους κοινωνούντες· η εκτροπή και η παράβαση μοιάζει με τα συγκοινωνούντα δοχεία, με την μόλυνση του περιβάλλοντος, η οποία δεν περιορίζεται στον προκαλούντα την μόλυνση. Μνημονεύοντας τους πατριάρχες, αρχιεπισκόπους και επισκόπους στις ιερές ακολουθίες, συμμετέχουμε στην οικουμενιστική αποστασία.

Διακοπή μνημοσύνου

«Καιρός τω παντί πράγματι» (Εκκλη.3: 1).
Και νυν, καιρός θρήνου, καιρός ομολογίας, καιρός αποφάσεως σωτηρίας.
«Συντετέλεσται» (1 Βασ. 20: 33) ήδη η πτώσις εν τη πίστει του Πατριάρχου Βαρθολομαίου και τω συν αυτώ Πατριαρχών, Αρχιεπισκόπων, Επισκόπων, Αγιορειτών και των κοινωνούντων αυτοίς κληρικών και λαϊκών. Κλαύσατε και αναγγείλατε: Πέπτωκε Βαρθολομαίος και οι συν αυτώ, και διαθέσει και φρονήματι και λόγω και πράξει. Ηθέτησαν, οι δυστυχείς και θεοπαράδοτα δόγματα και θείους νόμους και αγίους Πατέρας και ιεράν Παράδοσιν και Ορθόδοξον Εκκλησίαν, και γενικώς την πίστιν της Ορθοδοξίας. Ωμολόγησαν την μετά της παπικής αιρέσεως ένωσιν και την εν τη Οικουμενιστική παναιρέσει του Π.Σ.Ε. τοιαύτην, «δημοσία… γυμνή τη κεφαλή επ΄ Εκκλησίας» (ΙΕ΄ Κανών ΑΒ Συνόδου), και παραμένουν γηθοσύνως αμετανόητοι.  Καιρός του ποιήσαι το θέλημα Κυρίου, ως τούτο ορίζεται δια του ΛΑ΄ Κανόνος των Αγίων Αποστόλων και του ΙΕ΄ Κανόνος της Πρωτοδευτέρας Συνόδου, περί χωρισμού και διακοπής του μνημοσύνου του πεπτωκότος Επισκόπου.

«Σώζων σώζε την σεαυτού ψυχήν», είναι και νυν η φωνή του ουρανού προς πάντα Ορθόδοξον (Γεν. 19:17).

Άγιος Ησύχιος «Προς Θεόδουλο»

Ο Κύριος, θέλοντας να δείξει ότι κάθε εντολή την εκτελούμε από χρέος, ενώ η υιοθεσία που προσφέρει, συντελείται στους ανθρώπους με το αίμα Του, λέει: « Όταν κάνετε όσα έχετε διαταχθεί, να πείτε ότι είμαστε αχρείοι δούλοι και κάναμε αυτό που οφείλαμε». Γι αυτό δεν είναι μισθός έργων η Βασιλεία των Ουρανών, αλλά χάρη και δωρεά του Κυρίου που έχει ετοιμάσει για τους πιστούς δούλους Του. Δεν απαιτεί ο δούλος την ελευθερία ως μισθό, αλλά ευχαριστεί ως οφειλέτης και την περιμένει ως δωρεά.

ΓΙΑΤΙ ΔΕΝ ΑΠΑΝΤΑΕΙ Ο ΘΕΟΣ ΣΤΙΣ ΠΡΟΣΕΥΧΕΣ ΜΑΣ;

Η προσευχή μένει αναπάντητη, όταν το περιεχόμενό της έλθη σε αντίθεσι με εκείνο που παρέδωσε ο Κύριος. «Όταν ο άνθρωπος αφήση τα θελήματά του, τότε συμφιλιώνεται μαζί του ο Θεός και δέχεται την προσευχή του». Και αν απαντήση κανείς ότι μερικοί, μολονότι ζήτησαν από τον Θεό αγαθά πράγματα, δηλαδή κτήσι αρετών και θείο φωτισμό, δεν έλαβαν τίποτε από εκείνα, που ζήτησαν, τότε απαντούμε «ότι ου αυτά καθ’ εαυτά τα αγαθά ηξίωσαν λαβείν, αλλ’ ένεκα του επαινείσθαι δι’ αυτά”, δηλαδή δεν ζήτησαν αυτά καθ’ εαυτά τα αγαθά, αλλά η αίτησί τους ήταν γεμάτη από υπερηφάνεια. Ήθελαν να υπερηφανεύωνται με τα αγαθά, τα οποία θα εδέχοντο από τον Θεό”. Με άλλα λόγια, και αν ακόμη το περιεχόμενο της προσευχής είναι αγαθό, η πρόθεσις όμως του προσευχομένου είναι πονηρή, τότε η απάντησις του Θεού στον προσευχόμενο είναι αρνητική, ο Θεός απαντά με το όχι.
Όταν ζητήσουμε κάτι και δεν λάβουμε, λέει ο Μ. Βασίλειος, να σκεφθούμε τα εξής: