O Συναξαριστής της ημέρας.

Παρασκευή, 5 Ιανουαρίου 2018

Θεοπέμπτου, Θεωνά, Συγκλητικής οσίας.

Ὁ Ἅγιος Μάρτυς Θεόπεμπτος ἦταν Ἐπίσκοπος κατὰ τὴν ἐποχὴ τοῦ αὐτοκράτορα Διοκλητιανοῦ (284 – 305 μ.Χ.). Ὅταν ὁ αὐτοκράτορας κίνησε διωγμὸ ἐναντίων τῶν Χριστιανῶν, ὁ Θεόπεμπτος, ἀφοῦ ὁμολόγησε μὲ παρρησία ὅτι ὁ Χριστὸς εἶναι ὁ Θεός, ἔλαβε τὸ στεφάνι τοῦ Μαρτυρίου. Τὸν συνέλαβαν καὶ τὸν ὁδήγησαν ἐνώπιον τοῦ αὐτοκράτορα. Ὁ Ἅγιος δεν δείλιασε καθόλου καὶ στηλίτευσε τὴν πλάνη τοῦ αὐτοκράτορα. Ἔτσι ἄρχισαν τὰ βασανιστήρια.

Διακοπή μνημοσύνου

«Καιρός τω παντί πράγματι» (Εκκλη.3: 1).
Και νυν, καιρός θρήνου, καιρός ομολογίας, καιρός αποφάσεως σωτηρίας.
«Συντετέλεσται» (1 Βασ. 20: 33) ήδη η πτώσις εν τη πίστει του Πατριάρχου Βαρθολομαίου και τω συν αυτώ Πατριαρχών, Αρχιεπισκόπων, Επισκόπων, Αγιορειτών και των κοινωνούντων αυτοίς κληρικών και λαϊκών. Κλαύσατε και αναγγείλατε: Πέπτωκε Βαρθολομαίος και οι συν αυτώ, και διαθέσει και φρονήματι και λόγω και πράξει. Ηθέτησαν, οι δυστυχείς και θεοπαράδοτα δόγματα και θείους νόμους και αγίους Πατέρας και ιεράν Παράδοσιν και Ορθόδοξον Εκκλησίαν, και γενικώς την πίστιν της Ορθοδοξίας. Ωμολόγησαν την μετά της παπικής αιρέσεως ένωσιν και την εν τη Οικουμενιστική παναιρέσει του Π.Σ.Ε. τοιαύτην, «δημοσία… γυμνή τη κεφαλή επ΄ Εκκλησίας» (ΙΕ΄ Κανών ΑΒ Συνόδου), και παραμένουν γηθοσύνως αμετανόητοι.  Καιρός του ποιήσαι το θέλημα Κυρίου, ως τούτο ορίζεται δια του ΛΑ΄ Κανόνος των Αγίων Αποστόλων και του ΙΕ΄ Κανόνος της Πρωτοδευτέρας Συνόδου, περί χωρισμού και διακοπής του μνημοσύνου του πεπτωκότος Επισκόπου.


«Σώζων σώζε την σεαυτού ψυχήν», είναι και νυν η φωνή του ουρανού προς πάντα Ορθόδοξον (Γεν. 19:17).

Ἅγ. Ἰουστίνος (Πόποβιτς):

Έως πότε θὰ ἐξευτελίζωμεν δουλικῶς τὴν Ἁγίαν μας  Ὀρθόδοξον Ἁγιοπατερικὴν καὶ Ἁγιοσαββιτικὴν Ἐκκλησίαν διὰ τῆς οἰκτρῶς καὶ φρικωδῶς ἀντιαγιοπαραδοσιακῆς στάσεως μας ἔναντι τοῦ Οἰκουμενισμοῦ ;

Έντροπὴ καταλαμβάνει πάντα εἰλικρινῆ ὀρθόδοξον, ἀνατραφέντα ὑπὸ τὴν καθοδήγησιν τῶν ἁγίων Πατέρων. Ἦτο ἄραγε ἀπαραίτητον ἡ Ὀρθόδοξος Ἐκκλησία, αὐτὸ τὸ πανάχραντον Θεανθρώπινον σῶμα καὶ ὀργανισμὸς τοῦ Θεανθρώπου Χριστοῦ, νά ταπεινωθεῖ τόσον τερατωδῶς ;

Εάν δεν είναι οι Λατίνοι αιρετικοί, τότε τι χρειάζονται το «Πηδάλιον», το «Ωρολόγιον», το «Τριώδιον»;

Να τα ρίψωμεν εις το πυρ και να ομολογήσωμεν ότι επλανήθημεν! 
Εις τα ζητήματα της πίστεως δεν χωρούν ανθρώπινοι συναισθηματισμοί. Αείποτε η Εκκλησία του Χριστού «δια τους λόγους των χειλέων Του εφύλαξεν οδούς σκληράς». Μέσος όρος δεν υπάρχει. Ή πιστεύομεν ή δεν πιστεύομεν. Ή ο από δέκα αιώνων Καθολικισμός περιέπεσεν εις αιρέσεις, οπότε πρέπει να τας αποβάλη και κατόπιν να έλθη προς ένωσιν Δογματικήν και Εκκλησιαστικήν ή δεν έχει αιρέσεις οπότε η Εκκλησία μας πλανάται επί δέκα αιώνας. Και όχι μόνον δέκα αιώνας, αλλά πλανάται μεθ' όλων των Οικουμενικών Συνόδων και των αγίων Πατέρων, και τα πάντα γίνονται άνω κάτω. Και κατά συνέπειαν πρέπει να διορθώσωμεν Ιερούς Κανόνας, να συμπληρώσωμεν το Σύμβολον της Πίστεως, να διασκευάσωμεν τα λειτουργικά μας βιβλία, να χρίσωμεν με ασβέστη τους τοιχογραφημένους αγίους Πατέρας μας και να καύσωμεν τας φορητάς εικόνας των, αφού επλανήθησαν και πλανούν και ημάς τόσους αιώνας.   

ΕΙΣ ΤΗΝ ΕΝΘΡΟΝΙΣΙΝ ΤΟΥ ΠΑΠΑ ΔΕΝ ΗΤΟ ΠΑΡΟΥΣΑ Η ΟΡΘΟΔΟΞΟΣ ΕΚΚΛΗΣΙΑ - Τοῦ πρωτοπρεσβυτέρου π. Θεοδώρου Ζήση, Ὁμοτ. Καθηγητοῦ Α.Π.Θ

ΠΡΩΤΟΦΑΝΗ καί πρωτάκουστα, «αἰσχύνης γέμοντα», ἀπό ὀρθοδόξου πλευρᾶς εἶναι ὅσα ἐτελέσθησαν κατά τήν ἐνθρόνιση τοῦ νέου πάπα Φραγκίσκου Α’, προεξάρχοντος δυστυχῶς τοῦ οἰκουμενικοῦ πατριάρχου Βαρθολομαίου Α’, μετά τῆς συνοδείας ἐκπροσώπων τῶν αὐτοκεφάλων Ὀρθοδόξων Ἐκκλησιῶν.
Ὄχι, δέν ἦταν ἐκεῖ παροῦσα ἡ Μία, Ἁγία, Καθολική καί Ἀποστολική Ἐκκλησία, ἡ Ἐκκλησία τῶν μεγάλων ὁμολογητῶν τῆς πίστεως ἐναντίον τῆς αἱρέσεως τοῦ Παπισμοῦ: Τοῦ Μ.Φωτίου, τοῦ Ἁγίου Γρηγορίου Παλαμᾶ, τοῦ Ἁγίου Μάρκου τοῦ Εὐγενικοῦ, τοῦ Ἁγίου Νικοδήμου τοῦ Ἁγιορείτου, τοῦ Ἁγίου Κοσμᾶ τοῦ Αἰτωλοῦ, τοῦ Ἁγίου Ἰουστίνου Πόποβιτς, τῶν ἐπί τοῦ λατινόφρονος πατριάρχου Ἰωάννου Βέκκου μαρτυρησάντων Ἁγιορειτῶν Πατέρων, τῶν ὁσιομαρτύρων τῆς Ἱερᾶς Μονῆς Καντάρας τῆς Κύπρου, τῶν ἐν τοῖς χρόνοις ἡμῶν σφαγιασθέντων Σέρβων Ὀρθοδόξων ἀπό τούς «Καθολικούς» Οὐστάσι τῇ ὑποκινήσει τοῦ καρδιναλίου, καί τώρα «ἁγίου» τῶν Παπικῶν, Στέπινατς.

Εἶναι δυνατόν οἱ σφαγιασθέντες «ὥσπερ ἄρνες» ἀπό τούς παπικούς νά ἔστειλαν ἐκπροσώπους, χαίροντες ἐπί τῇ ἐνθρονίσει τοῦ σφαγέως των; Εἶναι δυνατόν ἡ Ὑπεραγία Θεοτόκος πού προειδοποίησε τους Ἁγιορεῖτες Πατέρες ἐπί τῇ ἀφίξει τῶν παπικῶν και φιλοπαπικῶν ἐπί Βέκκου λέγοντας ὅτι «ἔρχονται οἱ ἐχθροί τοῦ Υἱοῦ μου», νά συμμετεῖχε ἐγκρίνοντας τήν ἐνθρόνιση τῶν ἐχθρῶν τοῦ Υἱοῦ Της, χωρίς μέχρι τώρα ἐπί χίλια ἔτη ἀπό τοῦ σχίσματος νά ὑπάρξη ἴχνος μετανοίας;

ΑΝΤΩΝΙΟΣ Ο ΜΕΓΑΣ -- Αθωνικά άνθη

Γεννήθηκε το 251 στην πόλη Κόμα κατά τη νότια Μέμφιδα κοντά στην Ηρακλεόπολη της Μέσης Αιγύπτου. Οι γονείς του ήσαν Αιγυπτιώτες χριστιανοί. Η ανατροφή του ήτο βέβαια χριστιανική, αλλά κατά περίεργο τρόπο δεν μορφώθηκε σχολικά, αν και ήταν εύπορος. Ο Μ. Αθανάσιος, ο και βιογράφος του, μας πληροφορεί, ότι «γράμματα μαθείν ουκ ηνέσχετο… θεοδίδακτος γενόμενος ο μακάριος και φρόνιμος ην λίαν· και το θαυμαστόν ότι, γράμματα μη μαθών, αγχίνους ην και συνετός άνθρωπος». Αργότερα σε κάποιους ειδωλολάτρες ο Αντώνιος θα ειπή: «μη μαθόντες ημείς γράμματα πιστεύομεν εις τον Θεόν». Ύστερα από τον θάνατο των γονέων του, όταν ήταν περίπου 20 ετών, άκουσε στον ιερό ναό την περικοπή του Ευαγγελίου, που είπεν ο Χριστός στον πλούσιο νεανίσκον· «ει θέλεις τέλειος είναι, ύπαγε πώλησον πάντα τα υπάρχοντά σοι και δος πτωχοίς και δεύρο ακολούθει μοι». Πράγματι· μόλις ετελείωσε η θεία λειτουργία, ο Αντώνιος άρχισε να σκορπάη στους φτωχούς και καταφρονεμένους τη σημαντική περιουσία του. δεν βάσταξε για τον εαυτό του και την αδελφή του που προστάτευε, παρά μόνο ελάχιστα χρήματα.