O ΣΥΡΙΖΑ σπάει τις ρίζες του ‘Εθνους

Στη δημοσιότητα δίνει ο ΣΥΡΙΖΑ το κείμενο με τις τελικές προτάσεις του για τη Συνταγματική Αναθεώρηση, το οποίο συνοδεύεται από τις 50 απαιτούμενες υπογραφές βουλευτών. Μεταξύ των άλλων αλλαγών ο ΣΥΡΙΖΑ, αμετανόητα ριζοσπαστικός, σπάει τις ρίζες του Έθνους μας και θέλει να μεταβάλει το Κράτος από Ορθόδοξο Χριστιανικό σε ουδετερόθρησκο, δηλαδή άθεο. Μεγάλες οι ευθύνες της σημερινής Ιεραρχίας που πρέπει να ξεσηκώσει τον κόσμο και να τον κατεβάσει στους δρόμους. Εάν η πρόταση του ΣΥΡΙΖΑ πραγματοποιηθεί, η σημερινή Ιεραρχία θα έχει το θλιβερό προνόμιο να είναι αυτή που επέτρεψε την επίσημη  μετάβαση του κράτους από Ορθόδοξο σε άθεο.
Ακολουθεί απόσπασμα με τις αλλαγές που προωθεί ο ΣΥΡΙΖΑ.

Άρθρο 3
Προτείνουμε την αναδιατύπωση και τον εκσυγχρονισμό του άρθρου 3, προκειμένου να κατοχυρωθεί ρητά η θρησκευτική ουδετερότητα του κράτους, με διατήρηση πάντως, για ιστορικούς και πραγματολογικούς λόγους, της αναγνώρισης της Ορθόδοξης Εκκλησίας ως επικρατούσας θρησκείας.
Με την πρότασή μας, το άρθρο 3 συμπτύσσεται σε μία παράγραφο. Προτάσσεται η διακήρυξη ότι η Ελληνική Πολιτεία είναι θρησκευτικά ουδέτερη και ακολουθεί η αναγνώριση της Ορθόδοξης Εκκλησίας ως επικρατούσας θρησκείας. Για την οποία διευκρινίζεται περιγραφικά, για ιστορικούς λόγους, ότι είναι δογματικά ενωμένη με το Οικουμενικό Πατριαρχείο Κωνσταντινουπόλεως και τις άλλες ορθόδοξες εκκλησία, τηρεί τους αποστολικούς και συνοδικούς κανόνες και την εκκλησιαστική παράδοση, είναι αυτοκέφαλη και διοικείται σύμφωνα με τον Καταστατικό Χάρτη της, τον Πατριαρχικό Τόμο του 1850 και τη Συνοδική Πράξη του 1928. Διευκρινίζεται επίσης ότι δεν θίγεται το εκκλησιαστικό καθεστώς της Κρήτης και των Δωδεκανήσων.
Κατά τα λοιπά, από τη διάταξη απαλείφονται οι θεολογικού χαρακτήρα αναφορές, όπως και η αναφορά στα όργανα διοίκησης της Εκκλησίας, ως ασύμβατες με την καθιέρωση της θρησκευτικής ουδετερότητας, και καταργείται η σημερινή παράγραφος 3 σχετικά με το κείμενο της Αγίας Γραφής.
Το άρθρο συμπληρώνεται από ερμηνευτική δήλωση, με την οποία διευκρινίζεται ότι ο όρος «επικρατούσα θρησκεία» δεν αποτελεί αναγνώριση επίσημης κρατικής θρησκείας και, κυρίως, δεν συνεπάγεται δυσμενείς συνέπειες σε βάρος άλλων θρησκευμάτων και γενικότερα στην απόλαυση του δικαιώματος της θρησκευτικής ελευθερίας.

Άρθρα 13 παρ. 5, 33 παρ. 2 και 59 παρ. 1 και 2
Προτείνουμε την προσθήκη εδαφίων στην παρ. 5 του άρθρου 13, προκειμένου να κατοχυρωθεί συνταγματικά ο πολιτικός όρκος, ως έκφραση της θρησκευτικής ουδετερότητας του κράτους, σε εναρμόνιση προς την προτεινόμενη τροποποίηση του άρθρου 3. Ο θρησκευτικός όρκος, εάν είναι υποχρεωτικός, αντίκειται στην αρνητική θρησκευτική ελευθερία, δηλαδή στο δικαίωμα του καθενός να μη γίνονται γνωστές οι θρησκευτικές του πεποιθήσεις, εάν δεν το επιθυμεί ο ίδιος.
Με την πρότασή μας, η ορκωμοσία όλων ανεξαιρέτως των κρατικών αξιωματούχων και των δημόσιων λειτουργών και υπαλλήλων θα γίνεται υποχρεωτικά με πολιτικό όρκο, δηλαδή με διαβεβαίωση στην τιμή και τη συνείδησή τους. Ενώ στις υπόλοιπες περιπτώσεις που επιβάλλεται όρκος, ο υπόχρεος θα έχει τη δυνατότητα να επιλέγει ελεύθερα αν θα δώσει όρκο πολιτικού ή θρησκευτικού τύπου.
Σε εναρμόνιση με την πρόταση αυτή, είναι αναγκαίο να απαλειφθεί η θρησκευτική καθομολόγηση από τον όρκο του Προέδρου της Δημοκρατίας (άρθρο 33 παρ. 2) και των βουλευτών (άρθρο 59 παρ. 1) και να αντικατασταθεί με διαβεβαίωση στην τιμή και τη συνείδησή τους. Επίσης καταργείται, ως περιττή πλέον, και η παρ. 2 του άρθρου 59 για τον όρκο αλλόθρησκων ή ετερόδοξων βουλευτών.
"Ο.Τ"

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου