Όποιος θεωρεί τα αρχαία ελληνικά νεκρή γλώσσα είναι ή αγράμματος ή ύποπτος

Η μία, συνεχής και ενιαία ελληνική γλώσσα

Από τον Αντώνη Αντωνάκο*

Πράγματι ἡ ἑλληνικὴ γλῶσσα εἶναι ἡ μόνη στὸν κόσμο, ποὺ ὁμιλεῖται κατὰ τὶς συμβατικὲς τοποθετήσεις, τουλάχιστον ἐπὶ 4.000 χρόνια. Τὸ γεγονὸς αὐτό ἀποδεικνύεται ἀπὸ τὸ ὅτι ἀκόμη καὶ σήμερα ὁμιλοῦμε τὴν ἴδια γλῶσσα ποὺ ὁμιλοῦσε καὶ ὁ παπποῦς μας Ὅμηρος. Κι αὐτό, διότι σχεδὸν ὅλες οἱ ὁμηρικὲς λέξεις ἔχουν διασωθεῖ στὴν παραγωγὴ τῶν λέξεων καὶ κυρίως στὰ σύνθετα. Αὐτὸ εἶναι τὸ μεγάλο μυστικὸ γιὰ νὰ μπορέσουμε νὰ τὴν κατανοήσουμε.
Μπορεῖ π.χ. σήμερα νὰ λέμε «νερὸ», ἀλλὰ τὰ σύνθετα καὶ οἱ παράγωγες λέξεις θὰ εἶναι μὲ τὸ «ὕδωρ» (ὑδραυλικός, ὑδραγωγεῖο, ὕδρευση, ὑδροφόρος, ἐνυδρεῖο, ἀφυδάτωση, ὑδρωπικία, ὑδρόψυκτος, ὑδρογόνο, ὑδροστατική, ἑταιρία ὑδάτων κ.λπ.). Μπορεῖ νὰ λέμε «φωτιὰ», ἀλλὰ τὰ σύνθετα εἶναι ὅλα μὲ τὸ «πῦρ» (πυροσβέστης, πυρασφάλεια πυρκαγιὰ πυρπολητὴς κ.λπ.). Ἀκόμη καὶ λέξεις ποὺ σήμερα ἔχουν χαθεῖ ἔχουν διασωθεῖ στὰ σύνθετα. Γιὰ παράδειγμα, ὁ Ὅμηρος χρησιμοποιεῖ τὸ ρῆμα «δέρκομαι» (= βλέπω), ποὺ σήμερα ἔχει χαθεῖ. Διασώζεται ὅμως στὴν λέξη «ὀξυδερκής». Ἂς δοῦμε ὅμως ἀκόμη μερικὰ παραδείγματα: Τὸ βάρος στὸν Ὅμηρο λέγεται «ἄχθος» καὶ ἡ γῆ «ἄρουρα».


Ὅσο κι ἂν νομίζουμε ὅτι ἁγνοοῦμε τὴν σημασία τῶν λέξεων σήμερα ἔχουμε τὶς λέξεις «ἀχθοφόρος» (γιὰ τὸ ἄχθος), και τὶς λέξεις «ἀρουραῖος, ἄροτρον» κ.λπ. (γιὰ τὴν ἄρουρα). Ἀλλὰ καὶ ἡ ἄλλη ὁμηρικὴ λέξη ποὺ δηλώνει τὴν γῆ, ἡ «χθὼν», ἐξακολουθεῖ νὰ ὑπάρχει στὴν λέξη «ὑποχθόνιος». Ὁ «νόστος» στὴν ὁμηρικὴ γλῶσσα εἶναι ἡ ἐπιστροφὴ καὶ τὸ «ἄλγος» εἶναι ὁ πόνος. Σήμερα χρησιμοποιοῦμε εὐρέως τὶς λέξεις «νοσταλγία», «ἀναλγητικὰ φάρμακα», «νευραλγία», «κεφαλαλγία» κ.λπ.

Τὸ «οὖς» (γεν. τοῦ ὠτός) ἔγινε «αὐτί», ἡ «ρὶς» (γεν. τῆς ρινός) ἔγινε «μύτη» καὶ ἡ «γαστὴρ» (γεν. τῆς γαστρός) ἔγινε «κοιλιά». Ἐν τούτοις εἶναι κοινὲς λέξεις σὲ ὅλους ἡ ρινίτιδα, ἡ ὠτίτιδα καὶ ἡ γαστρίτιδα ἢ ἡ γαστρεντερίτιδα. Ὅλοι γνωρίζουμε τὸ αὐγό, ποὺ στὴν κλασικὴ μορφή του ἦταν «ᾠόν». Σήμερα οἱ γυναῖκες ὁμιλοῦν ὄχι γιὰ τὶς αὐγοθῆκες ἀλλὰ γιὰ τὶς «ὠοθῆκες» τους.

Ἂν συνεχίσουμε ἀκόμη, ἡ ἔρευνα ἀποκτᾶ μεγαλύτερο ἐνδιαφέρον. «Βρύχιος» στὴν ἀρχαία ἑλληνικὴ σημαίνει «βυθισμένος στὸ νερὸ» καὶ «βρύχια» εἶναι τὰ βαθέα ὕδατα. Σήμερα λέμε ἁπλῶς «ὑποβρύχιο». Ἀκόμη, ἡ λέξη «αὐλός» σημαίνει «σωλῆνας» καὶ ἡ λέξη «πῦρ», ὡς γνωστὸν, «φωτιά». Ἡ λέξη «πύρ-αυλος», ὅμως, σήμερα συνδυάζει καὶ τὰ δύο. Τὴν λέξη αὐτὴ, βεβαίως, δὲν θὰ μποροῦσε νὰ ἀποδώσει ἡ καθομιλουμένη νέα ἑλληνική. Πῶς θὰ μας φαινόταν δηλαδὴ ἂν λέγαμε «ἔγινε ἐκτόξευση ἑνὸς... φωτιοσωλήνα»; Θὰ μποροῦσα νὰ ἀναφέρω σχεδὸν ὅλο τὸ ὁμηρικὸ λεξιλόγιο μὲ τὰ ἴδια ἀποτελέσματα. Καὶ λέω σχεδόν, διότι κάποιες ἀπὸ τὶς ὁμηρικὲς λέξεις δὲν χρησιμοποιοῦνται γιὰ δύο λόγους:

1) Σήμερα δὲν ἔχουμε πλοῦτο λεξιλογίου καὶ 2) λόγῳ ἐλλείψεως τοῦ ἀντικειμένου ποὺ ἐκφράζουν, τὶς ἁγνοοῦμε. Αὐτοὶ κυρίως εἶναι στρατιωτικοὶ ὅροι τῆς ἐποχῆς ἢ κάτι χρονικὰ ἴδιο. Γιὰ παράδειγμα, ἐπειδὴ σήμερα δὲν ὑπάρχουν ἀσπίδες, δὲν ὑπάρχει καὶ ἡ λέξη «πόρπαξ», ποὺ εἶναι ἡ λαβὴ τῆς ἀσπίδος. Παρ’ ὅλα αὐτὰ, ἂν ψάξουμε μὲ προσοχὴ, θὰ δοῦμε ὅτι κι αὐτὲς κάπου διασώζονται. Ὁ «πόρπαξ», ἂς ποῦμε, σήμερα ὑπάρχει ὡς «πόρπη».

Γιὰ ὅλους αὐτοὺς τοὺς λόγους τὸ Μέγα Λεξικὸν τῆς Ἑλληνικῆς Γλώσσης τῶν Η. Liddell καὶ R. Scott, καταλήγει: «Εἶναι εὐτυχεῖς ὅσοι γνωρίζουν τὴν Ἑλληνική». Θὰ μποροῦσα νὰ ἀναφέρω ἐκατοντάδες γνῶμες πνευματικῶν ἀνθρώπων γιὰ τὴν μία, συνεχῆ καὶ ἀδιαίρετη ἑλληνικὴ γλῶσσα, θὰ ἀρκεστῶ ὅμως στὶς γνῶμες τῶν δύο βραβευμένων μὲ βραβεῖο Νόμπελ ποιητῶν μας, Ἐλύτη καὶ Σεφέρη. Ὁ Ὀδυσσέας Ἐλύτης εἶπε: «Ἐγὼ δὲν ξέρω νὰ ὑπάρχει παρὰ μία γλῶσσα. Ἡ Ἑνιαία Ἑλληνικὴ Γλῶσσα... Τὸ νὰ λέει ὁ Ἕλληνας ποιητής, ἀκόμα καὶ σήμερα, ὁ οὐρανός, ἡ θάλασσα, ὁ ἥλιος, ἡ σελήνη, ὁ ἄνεμος, ὅπως τὸ ἔλεγαν ἡ Σαπφὼ καὶ ὁ Ἀρχίλοχος, δὲν εἶναι μικρὸ πρᾶγμα. Εἶναι πολὺ σπουδαῖο. Ἐπικοινωνοῦμε κάθε στιγμὴ μιλώντας μὲ τὶς ρίζες ποὺ βρίσκονται ἐκεῖ. Στὰ Ἀρχαῖα».

Καὶ τελειώνω μὲ μία ἀπὸ τὶς πολλὲς δηλώσεις τοῦ Γιώργου Σεφέρη πάνω σὲ αὐτὸ τὸ θέμα, ποὺ τὴν ἄντλησα ἀπὸ τὸ πνευματικὸ φρέαρ τῶν «Δοκιμῶν» του: «Ἀπὸ τὴν ἐποχὴ ποὺ μίλησε ὁ Ὅμηρος ὡς τὰ σήμερα, μιλοῦμε, ἀνασαίνουμε καὶ τραγουδοῦμε μὲ τὴν ἴδια γλῶσσα».

Ἀπὸ ὅλα τὰ ἀνωτέρω ἀναφερθέντα μποροῦμε νὰ συμπεράνουμε ὅτι ἡ ἑλληνικὴ γλῶσσα εἶναι οὐσιαστικῶς μία καὶ ἀδιαίρετη κατὰ τὴν χρονικὴ διάρκεια ὑπάρξεως τοῦ Ἑλληνισμοῦ. Πανάρχαιες λέξεις, σχεδὸν ὅλες, ζοῦν εἴτε πρωταρχικῶς εἴτε μέσα ἀπὸ τὰ σύνθετα καὶ τὰ παράγωγα. Ἐλάχιστες εἶναι οἱ λέξεις ποὺ προσετέθησαν ἀπὸ τὴν ἐποχὴ τοῦ Ὁμήρου μέχρι σήμερα. Ἑπομένως ὅποιος θεωρεῖ τὰ ἀρχαῖα ἑλληνικὰ νεκρὴ γλῶσσα εἶναι ἢ ἀγράμματος ἢ ὕποπτος.



Κλασικός φιλόλογος - Iστορικός συγγραφέας

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου