Ευσέβιος, Νέσταβος και Ζήνων οι Άγιοι Μάρτυρες ήκμαζον κατά τους χρόνους
Ιουλιανού του Παραβάτου, εν έτει τξα΄ (361) μ. Χ. όντες αδελφοί κατά σάρκα,
καταγόμενοι εκ της πόλεως Γάζης· επειδή δε εξ όλων των πολιτών της πόλεως
εκείνης αυτοί μόνον ελάτρευον τον Χριστόν, δια τούτο εμισούντο υπό των ειδωλολατρών,
οίτινες και ορμήσαντες συνέλαβον αυτούς εις τινα οίκον κεκρυμμένους υπάρχοντας,
και μαστιγώσαντες ενέκλεισαν εις την φυλακήν· συνελθόντες δε είτα εις το μέσον
της πόλεως, πλείστα εναντίον των Μαρτύρων κατεμαρτύρουν ψευδώς, ότι δήθεν ούτοι
εξύβρισαν τους θεούς των και ειργάσθησαν κτά το παρελθόν μετά ζήλου δια την
πτώσιν και τον αφανισμόν της Ελληνικής θρησκείας· και ούτω κράζοντες,
παρεκίνουν αλλήλους εις θυμόν και εις τον φόνον των Αγίων Μαρτύρων.
Ούτω κράζοντες και ερεθίζοντες ο εις τον άλλον, ως συμβαίνει εις λαόν και όχλον αγόμενον υπό μωρού ζήλου, ώρμησαν πάντες εις την φυλακήν· και εξαγαγόντες εκείθεν τους Αγίους Μάρτυρας, ήρχισαν σύροντες αυτούς ωμότατα εις την γην άλλοτε υπτίους και άλλοτε πρηνείς, και ούτω κατεξέσχιζον τας σάρκας αυτών· έτεροι δε εκτύπων αυτούς δια λίθων και ξύλων, και έτεροι δι’ άλλων παρατυχόντων αντικειμένων. Και τοσαύτη ήτο η κατά των Μαρτύρων μανία του όχλου τούτου, κινουμένου υπό του δαίμονος, ώστε και αι γυναίκες, εξελθούσαι των οικιών, εκτύπων και κατεκέντων αυτούς δια των εργαλείων, δι’ ων ύφαινον τα πανία και έκλωθον τα νήματα· οι δε εν τη αγορά μάγειροι έρριπτον επ’ αυτών ύδωρ βραστόν εκ των χυτρών και των μαγειρικών λαβήτων και δι’ αιχμηρών σουβλίων ετρύπων τα σώματα των μακαρίων Μαρτύρων. Κατ’ αυτόν λοιπόν τον τρόπον μεταχειριζόμενοι τους Μάρτυρας του Χριστού οι παγκάκιστοι εκείνοι, έθραυσαν τας κεφαλάς αυτών, και ο εγκέφαλος χυθείς εμίγη μετά των αιμάτων· και είτα σύροντες τα σώματα έφερον αυτά έξω της πόλεως εις μέρος, εις το οποίον είχον συνήθειαν να ρίπτωσι τα θνησιμαία των αλόγων ζώων, και εκεί ανάψαντες πυράν κατέκαυσαν αυτά· τα δε εκ του πυρός διασωθέντα οστά ανέμιξαν μετά των εκεί ερριμμένων οστέων καμήλων, όνων και λοιπών ζώων, ώστε να καθίσταται αδύνατος η εύρεσις, αναγνώρισις και ο διαχωρισμός αυτών. Πλην όμως δεν εκρύβησαν επί πολύ· διότι γυνή τις Χριστιανή, μη καταγομένη μεν από της Γάζης, εν αυτή δε κατοικούσα τότε, κατά θείαν προσταγήν και αποκάλυψιν, συνέλεξε κτά την νύκτα τα ιερά των Μαρτύρων λείψανα, και κρύψασα εντός στάμνου, παρέδωκεν αυτά εις τον ανεψιόν των Αγίων, Ζήνωνα και αυτόν ονομαζόμενον, και τον οποίον δι’ ονείρου εφανέρωσεν ο Θεός εις την γυναίκα ως και το μέρος εις το οποίον ούτος ευρίσκετο κεκρυμμένος δια τον φόβον των ειδωλολατρών· διότι προ ολίγου είχε συλληφθή και ούτος υπό των Γαζαίων και επρόκειτο να θανατωθή ως Χριστιανός, πλην ασχολουμένων των ασεβών εκείνων περί τον φόνον των Μαρτύρων, ευρών αυτός ευκαιρίαν έφυγε και εκρύβη. Παραλαβών όθεν ο καλός εκείνος Ζήνων τα μαρτυρικά των Αγίων λείψανα, τότε μεν κατέκρυψεν εις τον οίκον εις τον οποίον διέμενεν· ότε δε επί της βασιλείας Θεοδοσίου του Μεγάλου, βασιλεύσαντος εν Κωνσταντινουπόλει από του έτους τοθ΄ (379) μέχρι του έτους 395, επαρρησιάσθη η ευσέβεια, εγένετο ο Ζήνων Επίσκοπος Γάζης, έκτισε δε Εκκλησίαν προ της πόλεως και κατέθεσεν εν αυτή τα λείψανα των Αγίων Μαρτύρων πλησίον των λειψάνων Νέστορος του Ομολογητού, θανατωθέντος και τούτου υπό των ειδωλολατρών κατοίκων της Γάζης κατά τον αυτόν καιρόν του μαρτυρίου των Αγίων ενδόξων Μαρτύρων Ευσεβίου, Νεστάβου και Ζήνωνος, των οποίων ήτο φίλος και γνώριμος· και ούτως εδοξάσθη ο Δεσπότης και Κύριος ημών Ιησούς Χριστός ο ενδοξαζόμενος εν τοις Αγίοις αυτού· ω πρέπει η δόξα και το κράτος, η τιμή και προσκύνησις εις τους αιώνας των αιώνων. Αμήν.
Ούτω κράζοντες και ερεθίζοντες ο εις τον άλλον, ως συμβαίνει εις λαόν και όχλον αγόμενον υπό μωρού ζήλου, ώρμησαν πάντες εις την φυλακήν· και εξαγαγόντες εκείθεν τους Αγίους Μάρτυρας, ήρχισαν σύροντες αυτούς ωμότατα εις την γην άλλοτε υπτίους και άλλοτε πρηνείς, και ούτω κατεξέσχιζον τας σάρκας αυτών· έτεροι δε εκτύπων αυτούς δια λίθων και ξύλων, και έτεροι δι’ άλλων παρατυχόντων αντικειμένων. Και τοσαύτη ήτο η κατά των Μαρτύρων μανία του όχλου τούτου, κινουμένου υπό του δαίμονος, ώστε και αι γυναίκες, εξελθούσαι των οικιών, εκτύπων και κατεκέντων αυτούς δια των εργαλείων, δι’ ων ύφαινον τα πανία και έκλωθον τα νήματα· οι δε εν τη αγορά μάγειροι έρριπτον επ’ αυτών ύδωρ βραστόν εκ των χυτρών και των μαγειρικών λαβήτων και δι’ αιχμηρών σουβλίων ετρύπων τα σώματα των μακαρίων Μαρτύρων. Κατ’ αυτόν λοιπόν τον τρόπον μεταχειριζόμενοι τους Μάρτυρας του Χριστού οι παγκάκιστοι εκείνοι, έθραυσαν τας κεφαλάς αυτών, και ο εγκέφαλος χυθείς εμίγη μετά των αιμάτων· και είτα σύροντες τα σώματα έφερον αυτά έξω της πόλεως εις μέρος, εις το οποίον είχον συνήθειαν να ρίπτωσι τα θνησιμαία των αλόγων ζώων, και εκεί ανάψαντες πυράν κατέκαυσαν αυτά· τα δε εκ του πυρός διασωθέντα οστά ανέμιξαν μετά των εκεί ερριμμένων οστέων καμήλων, όνων και λοιπών ζώων, ώστε να καθίσταται αδύνατος η εύρεσις, αναγνώρισις και ο διαχωρισμός αυτών. Πλην όμως δεν εκρύβησαν επί πολύ· διότι γυνή τις Χριστιανή, μη καταγομένη μεν από της Γάζης, εν αυτή δε κατοικούσα τότε, κατά θείαν προσταγήν και αποκάλυψιν, συνέλεξε κτά την νύκτα τα ιερά των Μαρτύρων λείψανα, και κρύψασα εντός στάμνου, παρέδωκεν αυτά εις τον ανεψιόν των Αγίων, Ζήνωνα και αυτόν ονομαζόμενον, και τον οποίον δι’ ονείρου εφανέρωσεν ο Θεός εις την γυναίκα ως και το μέρος εις το οποίον ούτος ευρίσκετο κεκρυμμένος δια τον φόβον των ειδωλολατρών· διότι προ ολίγου είχε συλληφθή και ούτος υπό των Γαζαίων και επρόκειτο να θανατωθή ως Χριστιανός, πλην ασχολουμένων των ασεβών εκείνων περί τον φόνον των Μαρτύρων, ευρών αυτός ευκαιρίαν έφυγε και εκρύβη. Παραλαβών όθεν ο καλός εκείνος Ζήνων τα μαρτυρικά των Αγίων λείψανα, τότε μεν κατέκρυψεν εις τον οίκον εις τον οποίον διέμενεν· ότε δε επί της βασιλείας Θεοδοσίου του Μεγάλου, βασιλεύσαντος εν Κωνσταντινουπόλει από του έτους τοθ΄ (379) μέχρι του έτους 395, επαρρησιάσθη η ευσέβεια, εγένετο ο Ζήνων Επίσκοπος Γάζης, έκτισε δε Εκκλησίαν προ της πόλεως και κατέθεσεν εν αυτή τα λείψανα των Αγίων Μαρτύρων πλησίον των λειψάνων Νέστορος του Ομολογητού, θανατωθέντος και τούτου υπό των ειδωλολατρών κατοίκων της Γάζης κατά τον αυτόν καιρόν του μαρτυρίου των Αγίων ενδόξων Μαρτύρων Ευσεβίου, Νεστάβου και Ζήνωνος, των οποίων ήτο φίλος και γνώριμος· και ούτως εδοξάσθη ο Δεσπότης και Κύριος ημών Ιησούς Χριστός ο ενδοξαζόμενος εν τοις Αγίοις αυτού· ω πρέπει η δόξα και το κράτος, η τιμή και προσκύνησις εις τους αιώνας των αιώνων. Αμήν.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου