“ο π. Αρσένιος είπε ήρεμα:
-Πολύ έντονη αντίθεση έχει δημιουργηθεί ανάμεσα σας. Έντονη και μισάδελφη.
Είναι δύσκολη, βαριά, αφόρητη η ζωή μέσα στο στρατόπεδο. Γνωρίζουμε που θα
καταλήξουμε. Γιʼ αυτό έχουμε γίνει τόσο σκληροί. Όλα μπορούμε, αν θέλουμε, να
τα εξηγήσουμε και να τα δικαιολογήσουμε. Σε καμιά περίπτωση δεν έχουμε το
δικαίωμα να κακοποιούμε και να σφάζουμε.
Σάς άκουσα να κατηγορείτε την εξουσία, το σύστημα, τους ανθρώπους. Κι εμένα
με κουβαλήσατε εδώ μόνο και μόνο για να βρείτε ένα σύμμαχο, πού θα σας
βοηθήσει να
ενοχοποιήσετε την άλλη πλευρά. Λέτε, λοιπόν, πως ο κομμουνισμός γκρέμισε
εκκλησίες, φυλάκισε πιστούς, πολέμησε την Εκκλησία. Ναι, έτσι είναι. Ας
εξετάσουμε όμως τα πράγματα συνολικότερα και βαθύτερα.
Ας ανατρέξουμε σε όσα προηγήθηκαν. Πολύ πρωτύτερα ο λαός μας είχε χάσει την
πίστη του, είχε περιφρονήσει την παράδοσή του, είχε λησμονήσει την ιστορία
του, είχε αρνηθεί τα ιερά και τα όσιά του. Ποιος φταίει γιʼ αυτό; Η τωρινή
εξουσία; Εμείς φταίμε! Και τώρα θερίζουμε ότι σπείραμε…
Ας θυμηθούμε, τι παράδειγμα έδιναν στο λαό οι διανοούμενοι, οι ευγενείς, οι
έμποροι, οι δημόσιοι υπάλληλοι, και προπαντός, τι παράδειγμα δίναμε εμείς, οι
κληρικοί.
Ήμασταν οι χειρότεροι απʼ όλους! Γιʼ αυτό και των παπάδων τα παιδιά,
βλέποντας μέσα στις οικογένειες τους την ανηθικότητα και τη φιλοχρηματία,
γίνονταν οι πιο φανατικοί άθεοι, οι πιο μαχητικοί επαναστάτες. Πολύ πριν από
την επανάσταση του 1917 ο κλήρος είχε χάσει κάθε δυνατότητα καθοδηγήσεως του
λαού. Είχε γίνει – αλλοίμονο! – μια κάστα επαγγελματιών, οπού βασίλευαν η
απιστία και η διαφθορά. Από το πλήθος των μοναστηριών της πατρίδας μας, μόνο
πέντʼ έξι ήταν φωτεινοί φάροι του Χριστιανισμού και
του πνεύματος: το Βάλαμο, η Όπτινα με τους μεγάλους στάρτσι, το Ντιβέγιεβο,
το Σάρωφ και ίσως ένα – δύο ακόμα. Στα υπόλοιπα όχι μόνο την πίστη και την
αρετή δεν συναντούσε κανείς, αλλά και σκανδαλιζόταν από το κοσμικό φρόνημα
και την ανόητη επιδεικτικότητα.
Τι μπορούσε να πάρει ο λαός από τέτοιους ρασοφόρους, από τέτοιους δήθεν
εκπροσώπους του Θεού; Εμείς τον σπρώξαμε στην επανάσταση, γιατί δεν του
δώσαμε το καλό παράδειγμα. Δεν του εμπνεύσαμε την πίστη, την αγάπη, την
υπομονή, την ταπείνωση.
Μην τα ξεχνάτε όλʼ αυτά, μην τα ξεχνάτε! Γιʼ αυτό μας εγκατέλειψε τόσο εύκολα
ο λαός. Γιʼ αυτό αρνήθηκε μαζί μʼ εμάς και το Θεό. Γιʼ αυτό γκρέμισε τις
εκκλησιές.
Δεν μπορώ, λοιπόν, να κατηγορήσω την εξουσία, το σημερινό καθεστώς. Γιατί οι
σπόροι της αθεΐας έπεσαν τότε στο έδαφος πού εμείς οι ίδιοι είχαμε
προετοιμάσει με τα λάθη μας και τον ξεπεσμό μας. Αυτή ήταν η αιτία και η αρχή
του κακού. Όλα όσα ακολούθησαν, ακόμα και τούτο το στρατόπεδο και το μαρτύριο
μας και οι άσκοπες θυσίες τόσων αθώων ανθρώπων, δεν είναι παρά οι
αναπόφευκτες συνέπειες. Φοβερά, βέβαια, όσα συμβαίνουν,
αλλά, σαν πατριώτης και ιερέας, πρέπει να πω και σʼ εσάς ότι έλεγα πάντα στα
πνευματικά μου παιδιά: Την πατρίδα μας, σʼ όποια κατάσταση κι αν βρίσκεται,
πρέπει να την αγαπάμε, να την υποστηρίζουμε, να την υπερασπιζόμαστε. Τα
σημερινά δεινά θα περάσουν. Όλα κάποτε θα διορθωθούν..”
Από το βιβλίο ¨ο κατάδικος ΖΕΚ-18376¨ που αφορά την ζωή του γερ. Αρσενίου που
έζησε στη Ρωσία από το 1894-1975 και εξορίστηκε τρεις φορές στα σταλινικά
γκουλάγκ. Η τρίτη φορά από το 1939 έως το 1958.
Tο παραπάνω απόσπασμα είναι από διάλογο του π. Αρσενίου
με συγκρατούμενούς του. |
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου