Ρωμύλος ο Όσιος και θεοφόρος πατήρ ημών, ο εις τους υστέρους χρόνους
ασκήσας και αγιάσας, εγεννήθη κατά το ατ΄ (1300) περίπου έτος εις την
παραδουνάβιον πόλιν Βιδίνιον, εκ γονέων ευσεβών και φοβουμένων τον Θεόν και εν
αυταρκεία ζώντων, του μεν πατρός Έλληνος και εξ Ελλήνων έλκοντος το γένος, της
δε μητρός εκ Βουλγάρων· ωνομάσθη δε κατά το άγιον Βάπτισμα Ράϊκος. Παρελθών την
βρεφικήν και φθάσας εις επιδεκτικήν μαθήσεως ηλικίαν, εδόθη παρά των γονέων του
εις διδάσκαλον ευσεβή προς εκμάθησιν των ιερών γραμμάτων, τα οποία ως νουνεχής
και φρόνιμος εξέμαθεν εις διάστημα ολίγου καιρού, υπερβαλών πάντας τους
συμμαθητάς και συνηλικιώτας του, τους οποίους και εδίδασκε μάλιστα να
πολιτεύωνται εν παιδεία και νουθεσία Κυρίου. Δια τούτο εθαυμάζετο και επηνείτο
παρά πάντων «Παιδαριογέρων» ονομαζόμενος και παρ’ αυτού ακόμη του διδασκάλου
του, δια την πρόωρον σύνεσιν και ανάπτυξιν.
ΑΙ ΠΡΟΫΠΟΘΕΣΕΙΣ ΤΟΥ ΧΡΙΣΤΟΚΕΝΤΡΙΚΟΥ ΜΥΣΤΙΚΙΣΜΟΥ
«Ω Κύριε,
ανήσυχος είναι η ψυχή μας, έως ου εύρη ανάπαυσιν εν Σοι».
Έμαθον δια της
«Εκκλησίας», ότι εις τας Αθήνας αφίχθη τελευταίως ένας Γιόγκι και πολλοί
έσπευσαν εις συνάντησίν του, «δια να μάθουν παρ’ αυτού την μέθοδον της
κατακτήσεως της αληθούς χαράς και ευτυχίας», την οποίαν υπέσχετο «ο απόστολος
ούτος του ανατολικού εξωχριστιανικού μυστικισμού». Οι Γιόγκι, ως γνωστόν, είναι
μοναχοί βουδδισταί, οι οποίοι ακολουθούντες τας υποδείξεις του πρίγκηπος
Σιντάρτα – τον οποίον ανεγνώρισαν ως Θεόν – αγωνίζονται δια την απαλλαγήν των
από την εσωτερικήν δυστυχίαν των, δια μεθόδων τινών. Ο βουδδισμός στηρίζει όλην
την περί λυτρώσεως θεωρίαν του και μακαριότητα – «νιρβάνα» -- εις την νέκρωσιν
του αισθήματος της ζωής, της βουλήσεως. Και ως γνωρίζομεν εκ πληροφοριών, οι
Γιόγκι, κάμνουν και ένα είδος «νοεράς προσευχής», περιερχόμενοι ούτω εις
κατάστασίν τινα εκστάσεως. Δεν χωρεί καμμία αμφιβολία, ότι ο βουδδισμός, ως
θρησκεία, είναι χάλκευμα του θρησκευτικού συναισθήματος και παραπλάνησις του
σατανά.
O Συναξαριστής της ημέρας.
Δευτέρα, 18
Σεπτεμβρίου 2017
Ευμενίου
επισκόπου Γορτύνης Κρήτης, Αριάδνης.
Ευμένιος ο αοίδιμος πατήρ ημών εκ νεαράς ηλικίας υπέβαλεν εαυτόν εις
πολλάς σκληραγωγίας και ασκήσεις και πολλήν επιμέλειαν μεταχειρισθείς,
απέκτησεν ακραν ταπείνωσιν· δια τούτο
και ηξιώθη να γίνη Επίσκοπος της κατά την νήσον Κρήτην Γορτύνης και εν
ταυτώ ηξιώθη να λάβη θεόθεν και την των θαυμάτων χάριν και δύναμιν. Όθεν μίαν
φοράν με ανημμένας λαμπάδας κατέκαυσεν ένα δράκοντα, όστις ώρμησε κατ’ αυτού·
πορευθείς δε εις την Ρώμην, κατεφώτισεν αυτήν με τας θείας διδασκαλίας του ως
λαμπρός φανός και με σημεία και θαύματα τους εκεί πιστούς εστερέωσεν.
Κάποτε μιλούσαμε —Ὀρθόδοξα— γιὰ ἐπιστροφὴ τῶν αἱρετικῶν στὴν ΜΙΑ Ἐκκλησία. -- Τοῦ κ. Παν. Σημάτη, θεολόγου
Κατόπιν μᾶς ἐπεβλήθη ὁ ὅρος ἕνωση τῶν «ἐκκλησιῶν».
Σήμερα δὲν μιλᾶμε οὔτε γιὰ ἐπιστροφή, οὔτε γιὰ ἕνωση, ἀλλὰ ἐπιδιώκουμε τὴν ἀποκατάσταση
τῆς κοινωνίας τῶν «ἐκκλησιῶν», κι ἂς διατηρήσει ἡ κάθε μιὰ «ἐκκλησία» τὰ
διαφορετικὰ δόγματά της (ὅπως εἶπε σὲ συνέντευξη ὁ καρδινάλιος Κάσπερ), ἔστω κι ἂν τὰ δόγματα τῆς ΜΙΑΣ Ἐκκλησίας
εἶναι ὀρθά, καὶ τῆς ἄλλης ἐφεύρεση τοῦ διαβόλου! Καὶ ἐπειδὴ ἡ ἐφαρμογὴ αὐτῆς τῆς
φόρμουλας εἶναι σίγουρο πὼς θὰ βρεῖ ἀντιμέτωπο τὸν λαὸ τοῦ Θεοῦ, μαγειρεύεται ὁ
τρόπος ἐπιβολῆς της, μὲ πρῶτο στόχο τὴν ἀποδοχὴ τοῦ Πρωτείου τοῦ Πάπα, καὶ ὅπως
ἔγραψε ὁ π. Γ. Καψάνης: «ἴσως ὑπὸ τὴν δελεαστικὴ μορφὴ… τῆς διακονίας τῆς
καθόλου Ἐκκλησίας».
Ο Θεόφιλος-- η σοφωτάτη Κασσιανή -- και η σεμνή Θεοδώρα
Ο Θεόφιλος εβασίλευσε κατά τα έτη 829 – 842. Ότε δε
ούτος επρόκειτο να έλθη εις γάμον κατά προτροπήν της μητρός του εστάλησαν εις
τα ανάκτορα τα ωραιότερα κοράσια εξ όλης της αυτοκρατορίας, ίνα εξ αυτών εκλέξη
ο Θεόφιλος την αρέσκουσαν εις αυτόν δια σύζυγον. Τούτου γενομένου μεταξύ των
άλλων παρθένων ήτο και η περικαλλεστάτη και σοφή νεάνις Κασσιανή, εις την
οποίαν πρώτον απέβλεψεν ο Θεόφιλος. Θέλων δε να δοκιμάση την ευφυϊαν εκάστης,
λέγει προς την Κασσιανήν· «Εκ γυναικός ερρύη τα φαύλα», υπονοών την Εύαν. Τότε
η σοφωτάτη Κασσιανή, σεμνώς ερυθριάσασα, απήντησε θαραλλέως· «Αλλά και εκ
γυναικός πηγάζει τα κρείττω», υπονοήσασα την Θεοτόκον. Η τόλμη και η σοφία της
Κασσιανής συνέστειλε τον Θεόφιλον, όστις απομακρυνθείς απ’ αυτής εξέλεξε την
σεμνήν Θεοδώραν, εις ην και προσέφερε το μήλον, ως σύμβολον της εκλογής του.
ΕΚΚΛΗΣΙΑ ΚΑΙ ΑΙΡΕΣΕΙΣ -- του αειμνήστου Ιωάννου Κορναράκη, Καθηγητού Παν. Αθηνών
Η τελευταία
ιερατική συνδιάσκεψη εκπροσώπων ιερών Μητροπόλεων, στο Προκόπι της Ευβοίας, με
θέμα· Η Νέα Εποχή, που ωργάνωσε η Εκκλησία και όσα ελέχθησαν δια των σχετικών
εισηγήσεων και μάλιστα τα δημοσιευθέντα στον τύπο πορίσματα, δίνουν την
εντύπωση, ότι η Εκκλησία είναι μια μάχιμη, κατά των αιρέσεων Ορθόδοξη Εκκλησία!
Εξάλλου την εντύπωση αυτή ενισχύει το γεγονός ότι η Εκκλησία έχει συγκροτημένη
Συνοδική Επιτροπή επί των δογματικών θεμάτων και των αιρέσεων, προεδρευομένη
δηλαδή από τον οριζόμενο εκάστοτε, για την επιτροπή αυτή συνοδικό αρχιερέα.
Έτσι στο πλήρωμα της Εκκλησίας φαίνεται, ότι η Εκκλησία ελέγχει, με ωργανωμένες
ενέργειες, την κατάσταση στο χώρο τής εμφανίσεως και δραστηριότητος των
αιρέσεων, των αποκλίσεων από την παράδοσή της και τη διδασκαλία της. Όμως, ποια
είναι η αλήθεια ή η πραγματικότητα στη σχέση της διοικούσης Εκκλησίας με τα
ποικίλα φαινόμενα αιρέσεων και ετεροδιδασκαλιών;