Τη Γ΄ (3η) του αυτού μηνός Σεπτεμβρίου, η Αγία ΒΑΣΙΛΙΣΣΑ, θηρίοις δοθείσα και μηδέν βλαβείσα, εν ειρήνη τελειούται.

Βασίλισσα η Αγία διεβλήθη ως Χριστιανή όταν ο Αλέξανδρος ήτο ηγεμών εις την Νικομήδειαν και εκινείτο διωγμός κατά των Χριστιανών. Παρεστάθη όθεν έμπροσθεν του Αλεξάνδρου· ερωτηθείσα δε και παρρησία ειπούσα, ότι είναι ευσεβής, δέρεται εις το πρόσωπον· και επειδή δερομένη ηυχαρίστει τον Θεόν, δια τούτο γυμνώνεται και δέρεται με ραβδία· επειδή δε περισσότερον η Αγία ηυχαρίστει τον Κύριον, εθυμώθη ο ηγεμών περισσότερον, και προστάσσει να απλώσουν την Μάρτυρα και τόσον πολύν την έδειραν, ώστε έγινεν ως να ήτο μία πληγή όλον το σώμα της· έπειτα απέσπασαν το κάτωθι των ποδών της δέρμα. Επειδή δε εις την βάσανον ταύτην ευρισκομένη εφώναζεν η Αγία·
«Ο Θεός μου, ευχαριστώ σοι», δια τούτο κατά προσταγήν του ηγεμόνος τρυπώνται οι αστράγαλοι τής Μάρτυρος και βάλλονται εις αυτούς περόναι σιδηραί· από δε τας περόνας δένονται αλυσίδες, και από τας αλυσίδας κρεμάται η Αγία με την κεφαλήν προς τα κάτω· κάτωθεν δε καπνίζεται η μακαρία με βρωμερόν καπνόν θείου, πίσσης, ασφάλτου (η οποία είναι ομοία με το θείον) και μολύβδου, με σκοπόν, ίνα, τον καπνόν μη υποφέρουσα, αποθάνη ταχέως η του Κυρίου αθλήτρια· αλλ’ όμως η Αγία υπομένουσα την βάσανον ταύτην με χαράν, ως να ευρίσκετο εις τρυφήν και ανάπαυσιν του Παραδείσου, τόσον προθύμως ηυχαρίστει και εδοξολόγει τον Θεόν περισσότερον. Βλέπων λοιπόν ο ηγεμών, ότι θεωρεί ως παίγνιον τας τιμωρίας, προστάσσει να αναφθή μία κάμινος και να ριφθή μέσα εις αυτήν· η δε Μάρτυς του Χριστού σφραγίσασα τον εαυτόν της με το σημείον του Σταυρού, εισήλθε μέσα εις την κάμινον, και εστάθη ώρας πολλάς, χωρίς να δοκιμάση καμμίαν βλάβην, ώστε εκ του μεγάλου θαύματος τούτου εξεπλάγησαν άπαντες· μετ΄ταύτα προσέταξεν ο ηγεμών να εκβάλουν την Αγίαν από την κάμινον και να απολύσουν εναντίον της δύο τεραστίους λέοντας· η δε Αγία προσευχομένη έμεινεν εκ τούτων αβλαβής· όθεν ο ηγεμών Αλέξανδρος βλέπων ταύτα πάντα και κατανυγείς την ψυχήν, έπεσεν εις τους πόδας της Αγίας λέγων· «Ελέησόν με, δούλη του επουρανίου Βασιλέως, και συγχώρησόν μοι δια τας βασάνους τας οποίας σοι προυξένησα και κάμε και εμέ συστρατιώτην του ιδικού σου βασιλέως, επειδή, καθώς λέγεις, αυτός δέχεται τους αμαρτωλούς». Τότε η Αγία ευχαριστήσασα τον Παντοδύναμον Θεόν, κατήχησε τον ηγεμόνα· και παρουσιάσασα αυτόν εις την Εκκλησίαν προς τον Επίσκοπον της Νικομηδείας Αντώνιον, εβάπτισεν αυτόν. Μετά δε το βάπτισμα πάλιν προσέπεσεν ο ηγεμών εις την Αγίαν, παρακαλών και λέγων εις αυτήν· «Δούλη του αληθινού Θεού, εύξαι υπέρ εμού, ίνα λάβω συγχώρησιν δια τα κακά, τα οποία έπραξα εναντίον σου, και ίνα τελειώσω την ζωήν μου με καλήν ομολογίαν της πίστεως». Τότε λοιπόν η Αγία προσηυχήθη δι’ αυτόν, και τοιουτοτρόπως ο ηγεμών ευθύς παρέδωκε την ψυχήν του, δοξάζων και ευλογών τον Θεόν· η δε αγία Βασίλισσα κηδεύσασα το λείψανον του ηγεμόνος μαζί με τον Επίσκοπον και ενταφιάσασα, εξήλθεν έξω της πόλεως της Νικομηδείας έως τρία σημεία τόπον, και ευρούσα μίαν πέτραν, εστάθη επάνω εις αυτήν και προσηυχήθη και ω του θαύματος! ευθύς η πέτρα ανέβλυσεν ύδωρ. Πιούσα δε η Αγία από το ύδωρ και ευχαριστήσασα τον Θεόν, επήγεν ολίγον εμπρός και είπε· «Κύριε, δέξαι το πνεύμα μου εν ειρήνη» και ούτω απήλθε προς Κύριον χαίρουσα και ευχαριστούσα· τούτο δε ως έμαθεν ο Επίσκοπος Αντώνιος εκήδευσε και ενεταφίασε το πάνσεπτον αυτής λείψανον πλησίον εις την πέτραν εκείνην, από την οποίαν ανέβλυσε το ύδωρ με την προσευχήν της Αγίας, το οποίον τρέχει μέχρι σήμερον. 

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου