ΟΡΘΟΔΟΞΙΑ ΚΑΙ ΕΘΝΙΚΗ ΑΜΥΝΑ -- Γράφει ὁ Πρωτοπρ. Γεώργιος Δ. Μεταλληνός, Ὁμότιμος Καθηγητής τοῦ Πανεπιστημίου Ἀθηνῶν

ΘΑ ΕΠΙΧΕΙΡΗΘΕΙ μιά διαγραμματική ὁριοθέτηση τῶν ἐννοιῶν τοῦ τίτλου
τοῦ θέματος. Ἡ προοπτική εἶναι σαφῶς ἱστορικοθεολογική. Ἀρχίζουμε μέ
τά μεγέθη τοῦ θέματός μας.

A) ΟΡΘΟΔΟΞΙΑ ΚΑΙ ΕΘΝΟΣ
1. ΟΡΘΟΔΟΞΙΑ
Ὁ ὃρος δηλώνει τόν Χριστιανισμό στην αὐθεντικότητά του, πέρα ἀπό κάθε ὁμολογιακό μονισμό. Τόν Χριστιανισμό, ὃπως βιώνεται στούς αὐθεντικούς φορεῖς του (Προφῆτες – Ἀποστόλους – Πατέρες). Σʼ αὐτό τό πλαίσιο, Ὀρθοδοξία εἶναι ἡ συνείδηση τῆς παρουσίας τοῦ Θεοῦ στήν ἱστορία καί ἡ δυνατότητα τοῦ ἀνθρώπου νά γίνει Θεός «κατά χάριν». Στήν πράξη Ὀρθοδοξία εἶναι ἡ πλήρης («ὁλοτελής», Α/ Θεσσ. 5, 23) ἒνταξη τοῦ ἀνθρώπου στο Σῶμα τοῦ Χριστοῦ, ὡς ἐν Χριστῷ κοινωνία, πού πραγματώνεται ὡς διασφάλιση τῆς ἰσόρροπης ἀνάπτυξης τῶν σχέσεων τοῦ ἀνθρώπου, σέ ἓνα τριαξονικό σύστημα ἀναφορᾶς: Πρός τόν Θεό (κατακόρυφη σχέση), πρός τόν συνάνθρωπο καί τήν κτίση (ὁριζόντια σχέση) καί πρός τόν ἲδιο τον ἑαυτό του (σχέση βάθους). Σʼ αὐτή τήν περίπτωση ὁ Χριστιανισμός – Ὀρθοδοξία αἲρεται στήν ὑπέρβαση τῆς ἰδεολογίας (διότι εἶναι πράξη καί ζωή), τῆς ἠθικῆς (διότι δέν εἶναι σύνολο κανόνων συμπεριφορᾶς, ἀλλά ἐν Χριστῷ ἦθος) καί τῆς θρησκείας (διότι εἶναι τρόπος ὑπάρξεως και ὂχι τυποκρατική «θεραπεία τοῦ θείου»).


2. ΕΘΝΟΣ
Ὑπάρχουν δύο βασικές ἐκδοχές γιά το Ἒθνος, ἡ ἑλληνική —καί παραδοσιακή για μᾶς ἒννοια— καί ἡ νεότερη-εὐρωπαϊκή. Ὁ ὃρος εἶναι γνωστός ἢδη στόνὋμηρο. «Ἒθνος ἑτάρων» (Ἰλ. Γ. 32) εἶναι ἡ ὁμάδα τῶν
συντρόφων. Χρησιμοποιεῖται ὃμως καί για τήν δήλωση φυλετικῶν ὁμάδων («Λυκίων μέγα ἒθνος», Ἰλ. Μ, 330 ἢ «ʼΑχαιῶν Ἒθνος», Ρ, 552).Ἒκτοτε, δέν χάνει αὐτή την σημασία του. Στήν ἑλληνική παράδοση προηγεῖται τό ἒθνος, ὡς κοινή φυλετική καταγωγή καί πολιτιστική κοινότητα, τοῦ κράτους, ὡς κοινῆς πολιτικῆς ὀργανώσεως. Ἂλλος μέγας σταθμός στήν χρήση καί νοηματοδότηση τοῦ ὃρου Ἒθνος εἶναι ὁ Ἡρόδοτος, ὁ ὁποῖος προσδιορίζει μέ τον ἀκόλουθο τρόπο τά συστατικά του: «ὃμαιμόν τε (δηλ. ὁμόφυλον) καί ὁμόγλωσσον καί θεῶν ἱδρύματα κοινά καί θυσίαι (=ὁμόδοξον, ὁμόπιστον), ἢθεά τε ὁμότροπα (=κοινά ἢθη). (Ἡρόδ., Ἱστορίαι 8,144). Τά στοιχεῖα αὐτά εἶναι οἱ συνιστῶσες τῆς πολιτιστικῆς ἑνότητας μιᾶς ὁμάδας ἀνθρώπων. Στόν Ἡρόδοτο ὑπάρχει καί ὁ ὃρος «γένος», πού δηλώνει ὑποδιαίρεση τοῦ ἒθνους (1, 101). Χριστιανικά ὃμως Γένος εἶναι τό εὐρύ ἒθνος ὃλων τῶν Ὀρθοδόξων κατά τό Α/ Πέτρ. 2,29: «ἒθνος ἃγιον», πού εἶναι ἡ εὐρεῖα χριστιανική οἰκογένεια. Δεδομένου δέ, ὃτι ἡ πολιτιστική ὀντότητα προηγεῖται, τό ἒθνος ὑπέρκειται τοῦ κράτους ὡς εὐρύτερό του. Γιʼ αὐτό τό ἒθνος δέν πεθαίνει ἒστω καί ἂν τό κράτος διαλυθεῖ (πρβλ. τήν μακρόσυρτη περίοδο τῆς δουλείας τοῦ Ἑλληνισμοῦ). Βέβαια, πάντα ἐλλοχεύουν κίνδυνοι ἐκτροπῶν: α) φυλετισμοῦ (ὑπερ τονισμός τοῦ ὁμαίμου, τῆς κοινῆς καταγωγῆς)΄ β) τοῦ διεθνισμοῦ (εὐρύτερη ἑνότητα εἰς βάρος τοῦ ἐθνισμοῦ) καί τοῦ νοσηροῦ ἐθνικισμοῦ (πρβλ. τό γερμανικό Nationalismus), πού ὁδηγεῖ στόν φυλετιστικό ἐθνισμό, δηλαδή τόν ρατσισμό, (=Ναζισμός). Ἀκόμη ὃμως καί ὁ Στάλιν, εἰς πεῖσμα τοῦ μαρξιστικοῦ διεθνισμοῦ (Τρότσκυ), στήριζε τον ἐθνι(κι)σμό στά Σοβιέτ γιά ὀργανωτικούς λόγους. Ὁ P. Mazzini (1817-1888), ἰταλός δημοσιολόγος, ἀνέπτυξε νομικά τήν ἀρχή τῶν ἐθνικοτήτων. Κάθε ἒθνος ἒχει τό δικαίωμα ἀνεξάρτητης κρατικῆς ὀργάνωσης. Εἶναι τό δικαίωμα τῶν λαῶν για αὐτοδιάθεση, πού διαμορφώθηκε τελικά μετά το τέλος τοῦ Α΄ Παγκοσμίου Πολέμου (1919). Ἡ νεώτερη ἀντίληψη γιά τό ἒθνος ἐπικρατεῖ σήμερα στήν πολιτική καί τίς διεθνεῖς σχέσεις, χωρίς βέβαια αὐτό νά σημαίνει, ὃτι ὁ Ἑλληνισμός συνειδησιακά ὑποχρεοῦται νά ἀρνηθεῖ την δική του ἀντίληψη γιά τήν ἐθνότητα. Ἡ εὐρωπαϊκή περί ἒθνους ἐκδοχή (ἰταλική, γαλλική) συνδέεται μέ τήν ἒννοια τοῦ ὃρου Nation. Τό ἒθνος- nation νοεῖται ὡς ἀναγκαστική συνένωση ἀνθρώπων λόγω ἱστορικῶν συγκυριῶν και γεωγραφικῶν παραγόντων. Π.χ. οἱ Βορειοαμερικανοί ἢ οἱ Αὐστραλοί. Σʼ αὐτή τήν περί ἒθνους ἀντίληψη ὁδηγοῦν οἱ σύγχρονες (κατασκευασμένες) πολυπολιτισμικές κοινωνίες. Ἡ ἑνότητα στό σύγχρονο ἒθνος νοεῖται ὡς νομική – ἐξωτερική και ὂχι ἐσωτερική – συνειδησιακή. Ἐδῶ θεμελιώνεται καί ἡ ἀντεθνική προπαγάνδα στήν χώρα μας, πού ταυτίζεται μέ τήν ἐπιβολή τῆς ἂποψης, ὃτι τό Ἑλληνικό Ἒθνος διαμορφώθηκε μέ τήν ἳδρυση τοῦ Ἑλληνικοῦ Κράτους (1830). Ἡ ἀλήθεια ὃμως εἶναι ἂλλη. Ὁ Ἑλληνισμός δέν ἒπαυσε ποτέ νά ζεῖ τήν ἐθνικότητά του, ὡς μαρτυροῦν (χρησιμοποιώντας τόν ὃρο «γένος») οἱ ἱστορικές πηγές μας. Ἂν πρίν ἀπό τά τέλη τοῦ 18ου αἰ. δέν
ἐχρησιμοποιεῖτο εὐρύτατα ὁ ὃρος ἒθνος, αὐτό ὀφείλεται στήν ταύτιση τοῦ ὃρου ἐθνικός μέ τον εἰδωλολάτρη (ἀρχίζει τόν 3ο π. Χ. αἰώνα).

Β) ΟΡΘΟΔΟΞΙΑ ΚΑΙ ΕΘΝΟΣ/ΠΑΤΡΙΔΑ
Τό Ἒθνος γενικότερα καί ἡ Πατρίδα εἰδικότερα εἶναι μόνιμα καί κυρίαρχα συστατικά τοῦ ὀρθόδοξου φρονήματος, πού ἐκφράζεται ὡς ἑλληνορθοδοξία. Ὁ (ἀληθινά) Ὀρθόδοξος Ἓλ ληνας συνδυάζει ἁρμονικά τήν ἐθνικότητα καί τήν ὑπερεθνικότητα, ἐπιτυγχάνοντας τήν ὑπέρβαση τοῦ φυλετισμοῦ (ρατσισμοῦ). Ἢδη ὁ Ἰησοῦς Χριστός, ὡς Θεάνθρωπος, ἀποκαλύπτει σέ μιά ὁριακή στιγμή, βαθειά συγκινησιακή, τήν ἀγάπη Του γιά τήν πατρίδα: «Ἱερουσαλήμ, Ἱερουσαλήμ... ποσάκις ἠθέλησα ἐπισυναγαγεῖν τά τέκνα σου, ὃν τρόπον ὂρνις ἐπισυνάγει νά νοσσία αὐτῆς ὑπό τάς πτέρυγας και οὐκ ἠθελήσατε» (Ματθ. 23,37). Τό κήρυγμά Του, ἐξ ἂλλου, ἀπευθύνεται σέ ὃλα τά ἒθνη: «Πορευθέντες, μα θητεύσατε πάντα τά ἒθνη» (Ματθ. 28,19). «Ἒθνος ἃγιον» (ἱερό ὡς Χριστοκεντρικό) εἶναι ὃλοι οἱ πιστοί (Α΄ Πέτρ. 2, 9), ὁ λαός δηλαδή τοῦ Θεοῦ. Στήν Καινή Διαθήκη ζεῖ ὁ Χριστιανισμός τήν ὑπέρβαση τῆς φυλετικῆς διάκρισης τῶν ἀνθρώπων, ἀφοῦ «οὐκ ἒνι Ἰουδαῖος, οὐδέ Ἓλλην» (Γαλ. 3, 27), ὁ δὲ Θεός «εἶναι Πατήρ πάντων ἀνθρώπων» (Α΄ Τιμ. 4, 16) καί «πάντας ἀνθρώπους θέλει σωθῆναι» (Α΄ Τιμ. 2,4). Ἐξ ἂλλου «ἐν παντί ἒθνει ὁ φοβούμενος τόν Θεόν καί ποιῶν δικαιοσύνην, δεκτός αὐτῷ ἒστιν» (Πράξ. 10, 34). Αὐτή εἶναι ἡ βάση τῆς ὑπέρβασης τῆς φυλετικῆς διάκρισης τῶν ἀνθρώπων καί τῆς ἓνωσής τους σε μιά ὑπερφυλετική-ὑπερεθνική κοινωνία. Ἡ Πεντηκοστή εἶναι ἡ (ἐπαν)ένωση τῶν ἐθνῶν στό σῶμα τοῦ Χριστοῦ, τήν Ἐκκλησία (Κολ. 1,24), σέ μία νέα κτίση (Β΄ Κορ. 5, 17), ἓνα νέο κό σμο. Ἡ ἱστορική πραγμάτωση αὐτῆς τῆς ἓνωσης συντελεῖται στην Ρωμανία, τήν αὐτοκρατορία τῆς Νέας Ρώμης, πού ἀπό τό 1562 μάθαμε νά τήν ἀποκαλοῦμε Βυζάντιο. Ἡ ἁγία Τράπεζα τῆς Ἁγια-Σοφιᾶς εἶναι τό κέντρο τοῦ νέου αὐτοῦ κόσμου καί ἡ Ὀρθοδοξία, ὡς πίστη καί τρόπος ζωῆς, τό θεμέλιο τῆς ἑνότητας. Ἡ αὐτοκρατορία γίνεται ἡ νέα πατρίδα ὡς Μεγάλη Ἐκκλησία καί ἒμενε πάντα ἀνοικτή, γιά νά περιλάβει ὃλα τά Ἒθνη στούς κόλπους της. Ἡ φιλοπατρία ἒτσι δέν χάνεται, ἀλλά ὀ ἐθνισμός (πατριωτισμός) ἱεραρχεῖται στόν ὑπερεθνισμό τῆς Ὀρθοδοξίας. Αὐτό εἶναι εὐδιάκριτο. Ἡ φιλοπατρία τοῦ ἀρχαίου Ἓλληνα συνεχίσθηκε καί στόν χριστιανικό Ἑλληνισμό, ὃπως μαρτυρεῖται σέ ὁριακές στιγμές τῆς ἱστορίας μας. Ὁ λόγος τοῦ Σωκράτη: «Μητρός τε καί πατρός καί τῶν ἂλλων προγόνων ἁπάντων τιμιώτερον καί σεμνότερον καί ἁγιώτερόν ἐστιν ἡ Πατρίς καί ἐν μείζονι μοίρᾳ καί παρά θεοῖς καί παρʼ ἀνθρώποις τοῖς νοῦν ἒχουσι» (Κρίτων, κεφ.12), εἶναι μιά παράδοση ψυχῆς, πού καταγράφηκε ἢδη ἀπό τόν Ὃμηρο, ὃταν καί αὐτός ἒλεγε: «Οὐδέν γλύκιον πατρίδος». Τό Ἒθνος μας ὀφείλει τήν ἱστορική συνέχειά του στόν πατριωτισμό του, πού διαθέτει καί ὃλη τήν χριστιανική περίοδό του, μέ ἒγκυρο μάρτυρα τόν ἃγιο Γρηγόριο τόν Θεολόγο († 390), πού ἐπαναδιατύπωσε τον σωκρατικό λόγο στήν 37η ἐπιστολή του: «Μητέρα τιμᾶν τῶν ὁσίων· μήτηρ δε ἂλλη μέν ἂλλου. Κοινή δέ πάντων μήτηρ πατρίς». Ὃταν ἀπειλεῖται ἡ ἐλευθερία τῆς Πατρίδος καί ἡ ἀκεραιότητά της ὁ Ἓλληνας, ἐλεύθερα καί ἀπό πεποίθηση, ἀπαντᾶ ΟΧΙ! Ἡ ἀπάντηση τοῦ Ἰωάννη Μεταξᾶ στόν ἰταλό Πρέσβη ἐξέφραζε τήν ἑνιαία βούληση τοῦ ἑλληνικοῦ λαοῦ τήν στιγμή ἐκείνη καί σʼ αὐτό ὀφείλεται τό θαῦμα τοῦ Στρατοῦ μας στό Ἒπος τοῦ 1940/41. Ἒτσι νοεῖται ἑλληνορθόδοξα ἡ ἑνότητα στό ἓνα σῶμα, τό Γένος ἢ τό Ἒθνος, ἀλλά καί ὁ ἀγώνας γιά τήν ἀπρόσκοπτη συνέχειά του ἢ τήν ἀποκατάσταση τῆς ἐλευθερίας του. Ἑλληνορθόδοξα μόνο μία μορφή ἒνοπλου ἀγώνα βρίσκει δικαίωση, ὁ ἀμυντικός ἢ ἀπελευθερωτικός. Ὃπως τό Ἒθνος μας δέν εἶπε ποτέ στήν ἱστορία του «pourquoi» (γιατί;), ἀλλά «Μολών λαβέ», ἂλλο τόσο δέν εἶχε κατακτητικούς-ἰμπεριαλιστικούς πολέμους, οὒτε ἐπιβουλεύθηκε τήν ἀνεξαρτησία ἂλλων λαῶν γιά χάρη τῆς κυριαρχίας καί τῶν ὑλικῶν συμφερόντων. Αὐτή τήν συνείδηση ἐνσάρκωνε ὁ Ἀλέξανδρος Ὑψηλάντης τό 1821, ὃταν τιτλοφοροῦσε τήν ἐπαναστατική προκήρυξή του «Μάχου ὑπέρ Πίστεως καί Πατρίδος», ἀλλά καί ὁ Θεόδωρος
Κολοκοτρώνης, ὃταν ἒλεγε στούς μαθητές τοῦ Γυμνασίου Ἀθηνῶν στήν Πνύκα: «Πρέπει νά φυλάξετε τήν πίστη σας καί νά τήν στερεώσετε, διότι, ὃταν ἐπιάσαμε τά ἃρματα, εἲπαμε πρῶτα ὑπέρ πίστεως καί ἒπειτα ὑπέρ πατρίδος». Μʼ αὐτό τό φρόνημα κινήθηκαν μέχρι σήμερα οἱ Ἒνοπλες Δυνάμεις μας στούς ἐθνικούς μας ἀγῶνες, ζώντας μέσα σέ ἓνα συνεχές θαῦμα καί πραγματοποιώντας θαυμαστά κατορθώματα, μεγαλειώδη ὑποδείγματα πρός ὃλους τούς λαούς τῆς Γῆς, πού ἀναγκάσθηκαν νά ὁμολογήσουν, ὃτι «οἱ ἣρωες πολεμοῦν ὡς Ἓλληνες»! Ἀπό τόν 19ο αἰώνα, μέ τά ἐθνικά αὐτοκέφαλα τῶν τοπικῶν Ἐκκλησιῶν τῆς Βαλκανικῆς, ἐπικρατεῖ ὁ ἐθνικισμός (nationalismus), μέ τήν τραγική ἀπόληξη νά ἐθνικοποιηθεῖ ἡ Ἐκκλησία/Ὀρθοδοξία. Ἒκτοτε δέν γίνεται λόγος γιά «ἐν Ἑλλάδι», «ἐν Βουλγαρίᾳ», «ἐν Σερβίᾳ» κ.λπ. Ὀρθοδοξία, ἀλλά γιά ἑλληνική – βουλγαρική – σερβική κ.λπ. Ἐκκλησία/Ὀρθοδοξία. Βέβαια, ἡ ἐθνικιστική – φυλετική αὐτή συνείδηση (ὁ ἐθνοφυλετισμός) καταδικάσθηκε ὡς αἳρεση τό 1872 σέ πανορθόδοξη Σύνοδο στήν Κωνσταντινούπολη, μετά τό ἑλλαδικό (1833) καί τό βουλγαρικό (1872) σχισματικό αὐτοκέφαλο, πού ἐνσάρκωσαν τίς ἐπελθοῦσες συνειδησιακά ἀποκλίσεις.

Γ) ΑΜΥΝΑ
Στήν ἱστορική μας πορεία ἡ ἂμυνα νοεῖται ὡς θυσία γιά τό Ἒθνος, γιά τήν ὑπεράσπιση τῆς τιμῆς του, τήν διατήρηση τῆς ἀνεξαρτησίας του καί τήν ἱστορική ἐπιβίωση καί συνέχειά του. Νοεῖται δέ, κατά τά παραπάνω, ὡς αὐτοπροστασία καί διαφύλαξη τῶν συνόρων ὑπό τήν διπλή ἒννοιά τους, τήν γεωγραφική καί τήν συνειδησιακή-καρδιακή. Αὐτό σημαίνει διάσωση τῶν ὁρίων τῆς ἐθνικῆς μας ὓπαρξης καί μαζί καί τῆς δυνατότητας συνέχειας ὃλων τῶν συστατικῶν τῆς ταυτότητάς μας, χωρίς τά ὁποῖα οὒτε ἡ διάσωση τῶν γεωγραφικῶν συνόρων εἶναι δυνατή. Ἓνας ψυχικά ἀλλοτριωμένος Ἑλληνισμός εἶναι εὐάλωτος καί αὐτό τό ἒχουν κατανοήσει καί οἱ διάφοροι ἐχθροί μας, πού μπορεῖ νά ἐμφανίζονται συχνά ὡς σύμμαχοι. Ἡ ἃλωση καί διαστροφή τοῦ ἐθνικοῦ μας φρονήματος εἶναι ὁ στόχος τους καί ὁ εὐκολότερος τρόπος διαλύσεώς μας. Πάντοτε ἡ κάθε ἃλωση πραγματοποιεῖται μέ κύριο μέσο την ἀλλοτρίωση, ὃπως συμβαίνει μέ τήν κλασική ἒννοια τοῦ προδότη. Προδότης γίνεται ἐκεῖνος, πού ἒχει ἁλωθεῖ ψυχικά πρίν ἀπό τήν πτώση τῆς πατρίδας,τήν ὁποία προκαλεῖ καί αὐτός μέ την προδοσία του. Μαζί μέ τό ὂνομα τοῦ ἀρχαίου Ἐφιάλτη ἒχει στιγματισθεῖ στήν ἐθνική μας συνείδηση καί ἡ προδοσία κατά τῆς πατρίδος. Στήν ἐποχή μας, λόγῳ τῶν διεθνῶν ἀνακατατάξεων καί τῆς πορείας τοῦ κόσμου μας, προέκυψαν πρωτόγνωρες καταστάσεις. Πρῶτα ἀπʼ ὃλα ἒχουμε ἐνταχθεῖ σέ μιά νέα παγκόσμια συγκυρία, τήν Νέα Ἐποχή, στρατιωτικοπολιτικό σκέλος τῆς ὁποίας εἶναι ἡ Νέα Τάξη. Σʼ αὐτή την νέα πραγματικότητα ἀνανοηματοδοτοῦνται ὃλοι οἱ ἂξονες τῆς ἐθνικῆς μας πραγματικότητας. Νέα Ἐποχή (New Age) σημαίνει ἓνα νέο κόσμο, πού ὑποκαθιστᾶ σταδιακά τόν δικό μας, πολιτικά, πολιτιστικά καί πνευματικά. Μετά την πτώση τοῦ Ὑπαρκτοῦ Σοσιαλισμοῦ ἀναδύθηκε μιά νέα παγκόσμια πολιτική δύναμη (οἱ ΗΠΑ), πού ἐπιβάλλει τήν ἰδεολογία της ὡς νέα παγκόσμια καί κυρίαρχη ἰδεολογία. Ὁ πολιτισμός, πού γέννησε αὐτή τήν δύναμη, ὁ φραγκοτευτονικός ἢ δυτικός, ἐξαπλώνεται σʼ ὃλο τόν κόσμο (αὐτή εἶναι ἡ πραγματική παγκοσμιοποίηση) καί ἐπιβάλλεται στόν χῶρο τῆς Πίστεως ἡ πανθρησκεία μέ ἐναλλακτική λύση τήν ἀθεΐα ἢ ἀθρησκεία. Παράλληλα ἀνατρέπεται καί διαδοχικά καταργεῖται ἡ ἱστορική γιά μᾶς ἒννοια τοῦ ἒθνους με τήν ἐπιβαλλόμενη σκόπιμα πολυπολιτισμικότητα μέσω τῆς, ἀπό τά νέα παγκόσμια κέντρα προωθούμενης, ἂτακτης καί ἀνεξέλεγκτης μετανάστευσης. Μέ τήν ἔνταξή μας (ὂχι μέ ἑκούσια ἐπιλογή, ὃπως συνέβαινε παλαιότερα μέ τὶς συμμαχίες μας) μετασχηματισθήκαμε καθολικά σέ ἀνεπίσημο προτεκτορᾶτο, ἐπαρχία ἢ καλύτερα νομαρχία τῶν νέων οἰκουμενικῶν σχηματισμῶν (Νέα Ἐποχή – Ἑνωμένη Εὐρώπη), ἐξαρτώμενοι ὡς ἒθνος ἀπό τήν βούληση κάποιων «Διευθυντηρίων», ὃπως ἀναγκάστηκε νά ὁμολογήσει παλαιότερα ὁ Ἀνδρέας Παπανδρέου καί ἰδιωτικά το ὁμολογοῦν ἒγκριτοι πολιτικοί μας, ὃταν μάλιστα γιά ὃλες τίς προκλητικές μεταβολές στόν κοινωνικό μας βίο προβάλλεται τό ἐπιχείρημα, ὃτι «ἒτσι ὁρίζει ἡ Εὐρώπη»! Ἡ ἑλληνορθόδοξη οἰκουμενικότητα, ὡς φυσική ροή τῆς ἱστορίας, ἒχει ὑποκατασταθεῖ ἀπό τήν πολιτική Παγκοσμιοποίηση, την ἀναγκαστική δηλαδή ἒνταξη στήν κατασκευασμένη ἀπό τήν Νέα Τάξη νέα διεθνή πραγματικότητα. Σʼ αὐτή τήν νέα συγκυρία ἀνανοηματοδοτεῖται καί ἡ ἂμυνα, πού μόνο ἐθνική δέν μπορεῖ νά χαρακτηρισθεῖ. Δέν εἶναι ἂμυνα πιά ὑπέρ πατρίδος, ὑπέρ δηλαδή τῶν συνόρων της, ἀλλά ἀποδοχή ὡς ἑλληνικῶν ἐθνικῶν στόχων, ἐκείνων, τῶν οἰκουμενικῶν Ἡγεσιῶν, ἀπό τίς ὁποῖες ἐξαρτώμεθα καί τῶν ὁποίων τίς ἐντολές ὑποχρεούμεθα νά ἐκτελοῦμε. Στό σημεῖο αὐτό ἀκριβῶς ἀναδύονται σημαντικά κριτικά ἐρωτήματα. Μιλοῦμε συνήθως γιά σύμπτωση τῶν ἐθνικῶν μας συμφερόντων μέ ἐκεῖνα τῆς Νεοεποχίτικης Ἡγεσίας, ὁπότε ἒχουμε την ψευδαίσθηση ὃτι ἒμμεσα ἡ ἐθνική ἂμυνα δέν χάνεται ἀπό τό προσκήνιο. Ὑπάρχει ὃμως πάντα ἡ σύμπτωση αὐτή; Τά συμφέροντα εἶναι μόνο οἰκονομικά; Μέ τήν σύμπραξη σώζεται τό Ἒθνος μας μέ ὃλα τά συστατικά του ἀπό ὁποιαδήποτε ἐπιβουλή; Σώζεται δηλαδή ὁ πολιτισμός καί ἡ ταυτότητά του; Οἱ διεθνεῖς ἐξελίξεις μετά τό 1999 (Κόσσοβο, Ἀφγανιστάν, Ἰράκ, κ.λπ.) βρίσκουν σύμφωνη την συλλογική ἑλληνική ψυχή; Μήπως διχάζεται το Ἒθνος μας; Πόσο μᾶλλον, πού ἡ δυτική κοινωνία δέν καταφάσκει ὃλη τήν Ἑλληνικότητα, ἀνατρέποντας ἂμεσα ἢ ἒμμεσα δυνάμεις πού δονοῦν την ἑλληνική ψυχή, ὃπως ἡ ἑλληνικότητα καί ἡ Ὀρθοδοξία. Ἡ Δύση μετά τόν Καρλομάγνο μόνο ὡς οὐνίτες ἢ οὐνιτίζοντες μᾶς κάνει δεκτούς. Εἶναι συνεχής, ἐξ ἂλλου, ἡ προώθηση στήν «καθʼ ἡμᾶς ʼΑνατολήν» τῆς ἀθρησκείας, ἀθεΐας ἢ τῆς ἀκόμη χειρότερης πανθρησκείας, γιά τήν διάλυση τοῦ κοινωνικοῦ μας ἱστοῦ. Περίπου πεντακόσιες εἶναι οἱ παραθρησκευτικές ὁμάδες, πού προερχόμενες ἀπό τήν «Δύση» ἀρδεύουν κατακλυσμικά την ἑλληνική καί τήν ὀρθόδοξη εὐρύτερη κοινωνία. (Ὁ Ταξίαρχος ἐ.ἀ. κ. Σωτήριος Λιόσης ἒχει ἀσχοληθεῖ συστηματικά μέ τό θέμα αὐτό). Ὃσα λέγονται ἐδῶ, δέν ἒχουν σκοπό τόν κλονισμό τῶν συνειδήσεων, ἀλλά τόν σοβαρό προβληματισμό μας. Ὃταν σήμερα γίνεται λόγος γιά ἐθνική ἂμυνα, μήπως εἶναι ἀνάγκη νά ἐπαναπροσδιορισθοῦν οἱ ἒννοιες Ἒθνος καί ἂμυνα; Ποια σχέση ἒχουν πιά οἱ ἒννοιες αὐτές μέ τήν παράδοσή μας καί τό λαϊκό φρόνημα; Γιά ποιό ἒθνος ἀμυνόμεθα, γιά ποιά «ἱερά καί ὃσια»; Ὑπάρχει δυνατότητα ἐθνικοῦ αὐτοπροσδιορισμοῦ καί ἐλευθέρων ἀποφάσεων; Καί ἂν ναί, ὣς ποιό σημεῖο; Ἡ ἀπάντηση στά προβλήματα αὐτά εἶναι, βέβαια, πρῶτα πρόβλημα τῆς πολιτικῆς μας ἡγεσίας, δευτερευόντως δέ καί δικό σας. Ὁ λαός ὃμως — καί σʼ αὐτόν ἀνήκει καί ὁ ὁμιλῶν— μπορεῖ και αὐτός νά σκέπτεται καί νά κρίνει. Καί ἂν ὁ λαός δέν συμφωνεῖ μέ τίς ἀποφάσεις τῆς ἡγεσίας του, ποιός μπορεῖ νά μιλεῖ γιά ἑνότητα ἐθνική καί ὁμοψυχία; Ἂς ἀφήσω, ὃτι οἱ Ἓλληνες Ὀρθόδοξοι (καί δέν εἲμαστε λίγοι) εὐχόμεθα «ὑπέρ τοῦ εὐσεβοῦς ἡμῶν ἒθνους καί τοῦ φιλοχρίστου ἡμῶν στρατοῦ». Αὐτό σημαίνει, ὃτι ὁ λαός θέλει τις Ἒνοπλες Δυνάμεις του πιστές στό Ἒθνος μέ την παραδοσιακή ἑλληνορθόδοξη κατανόησή του.

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου