Καλώς έγραψε ο Πλάτων "η επανάληψη είναι μήτηρ μαθήσεως"


π. Θεόδωρος Ζήσης: 

«Δέν είμαι βέβαιος ότι, αν απόψε με καλέσει ο Θεός καί εκδημήσω ἀπ’ αυτή τή ζωή, δέν ξέρω αν θά βρώ δικαιολογία μπροστά στούς Αγίους, στούς Ομολογητάς, τους μάρτυρας, γι’ αυτήν τήν στάση τήν οποία κρατούμε όλοι τώρα. Η αίρεση ξεχειλίζει, οι λατινόφρονες και οι φιλο-Οικουμενιστές είναι όλοι ανάμεσά μας προβατόσχημοι λύκοι, κι εμείς κάνουμε διακρίσεις καί οικονομούμε. Προσπαθώ νά βρώ μιά δικαιολογία γιά τόν εαυτό μου...

Αφού οι Επίσκοποι μνημονεύουν τόν Πατριάρχη καί επομένως υπόκεινται καί αυτοί στόν κανόνα: “ο κοινωνών ακοινωνήτω, ακοινώνητος έσται”· καί εγώ μνημονεύω τόν Επίσκοπό μου, ο οποίος μνημονεύει τόν Πατριάρχη, ο οποίος κοινωνεί μέ τόν Πάπα· καί εσείς οι λαϊκοί έρχεστε από μένα, ο οποίος μνημονεύω τόν Επίσκοπο καί κοινωνάτε καί μέ αποδέχεστε. Επομένως, μία σειρά –αυτή η σειρά τού παραπτώματος πού αρχίζει από τόν Πατριάρχη, αρχίζει σιγά-σιγά σάν συγκοινωνούν δοχείον, νά φθάνει σάν ευθύνη μέχρις εμάς!

Αλλά ποιός από τόν κόσμο τά ξέρει αυτά; Οι περισσότεροι από τούς λαϊκούς, θά πούν:  “Μά, αφού τό κάνει ο Πατριάρχης, αφού τό κάνει ο Πάπας, τί φταίω εγώ;”.  Φταίς κι εσύ!  Δέν δικαιολογείται η άγνοια...

Είμαστε όλοι υπεύθυνοι. Δέν είναι μόνον υπεύθυνος ο Πατριάρχης. Δέν είναι μόνον υπεύθυνος ο Επίσκοπος ο οποίος σιωπά καί η οποία σιωπή είναι τρίτο είδος αθεϊας. Είμαστε υπεύθυνοι καί εμείς οι Πρεσβύτεροι καί μαζί μέ εμάς, είστε καί σείς οι λαϊκοί, πού έρχεστε μαζί μέ μάς καί δέν μάς λέτε “Φεύγουμε εμείς”.

Ο χαρτοπόλεμος των Οικουμενιστών συνεχίζεται, ενώ ανθρώπινες ψυχές μολύνονται, διαλύονται και χάνονται στην Παναίρεση ή στα σχίσματα!

   





«Η λύπη μας αυτή απορρέει από το καθήκον της αγάπης μας προς κάθε άνθρωπο και τη λαχτάρα μας να μη χαθεί ούτε μία ανθρώπινη ψυχή».

Μόνο ποὺ ἡ ἀγάπης σας γέρνει ὑποκριτικὰ μονόπαντα,  π. Παῦλε!

http://paterikiparadosi.blogspot.ca/

Μιὰ σύγχρονη ἄποψη γιὰ τὴν ψυχολογία τοῦ ἄθεου; -- Του αείμνηστου Ιωάννου Κορναράκη (Ὅμ. Καθηγητού Ποιμαντικῆς Ψυχολογίας καὶ Ἐξομολογητικῆς Πανεπιστημίου Ἀθηνῶν)

 Ἡ ἄρνηση τῆς ὑπάρξεως τοῦ Θεοῦ εἶναι μιὰ κοσμοθεωρητική τοποθέτηση πολύ γνωστή. Πολλοί ἄνθρωποι ἔχουν, ὅπως νομίζουν, μιὰ κατασταλαγμένη ἀντίληψη περί τοῦ κόσμου καί τῆς ἀνθρωπίνης ὑπάρξεως πού κεντρικό χαρακτηριστικό της ἔχει τήν ἀπόρριψη τῆς ἰδέας, ὅτι ὑπάρχει ἕνα ὄν ἤ μία λογική δύναμη ἀσυγκρίτως ἀνώτερη ἀπό τόν ἄνθρωπο. Ὁ ἀθεϊσμός, ὅπως εἶναι γνωστό, ἔχει μιὰ πολύ παλιά ἱστορία, τόσο παλιά ὅσο σχεδόν καί ἡ ἱστορία τοῦ κόσμου. Καί εἶναι γεγονός ὅτι ἡ πνευματική γενικά ἀτμόσφαιρα κάθε ἐποχῆς παίζει τό ρόλο της στή κάμψη ἤ τήν ὕψωση τοῦ δείκτου τοῦ βαθμοῦ τῆς ἀθεΐας. Τά θρησκευτικά, κοινωνικά, φιλοσοφικά καί ἄλλα ἰδεολογικά συστήματα καί κινήματα κάθε ἐποχῆς ἐπηρεάζουν ἀναλόγως τούς ἀνθρώπους καί αὐξάνουν ἤ μειώνουν τόν ἀριθμό τῶν ἀθέων. Λ.χ. ἡ ἐποχή μας μέ δύο ἀπό τά πολλά χαρακτηριστικά της, δηλ. τήν ἁλματώδη τεχνολογική ἀνάπτυξη καί τήν ἐξωστρέφεια, εὐνοεῖ ἀθεϊστικὰς ἀντιλήψεις, ὅπου ὑπάρχουν βέβαια προδιαθέσεις ὀφειλόμεναι καί εἰς ἄλλους λόγους.

O Συναξαριστής της ημέρας.

Τρίτη, 26 Ιουλίου 2016

Παρασκευής οσιομάρτυρος, Ερμολάου.

Ἡ Ἁγία Ὁσιομάρτυς Παρασκευή, καταγόταν ἀπὸ τὴν Ρώμη, οἱ δὲ γονεῖς της Ἀγάθων καὶ Πολιτεία ἦταν χριστιανοί.
Ἐπειδὴ ὅμως ἦταν ἄτεκνοι παρακαλοῦσαν τὸν Θεὸ νὰ τοὺς χαρίσειἕνα παιδί. Πράγματι ὁ Θεὸς τοὺς ἄκουσε καὶ τοὺς χάρισε ἕνα παιδί. Καὶ ἐπειδὴ ὅταν γεννήθηκε ἦταν ἡ ἕκτη ἡμέρα τῆς ἑβδομάδος, τὴν ὀνόμασαν Παρασκευὴ καὶ ἀπὸ μικρὴ τὴν ἀφιέρωσαν στὸν Θεό. Ἡ Παρασκευή, ἔλαβε τὴν χριστιανικὴ μόρφωση ἀπὸ τὴν μητέρα της καὶ μάλιστα μελετοῦσε συνέχεια τὰ ἱερὰ γράμματα καὶ προσευχόταν πολλὲς ὧρες στὴν ἐκκλησία.
Μετὰ τὸν θάνατο τῶν δικῶν της μοίρασε ὅλα της τὰ ὑπάρχοντα

Η προσκύνησις των αγίων εικόνων. -- Του αγίου Ιωάννου του Δαμασκηνού.

«Επειδή ο Θεός από ευσπλαγχνία και χάριν της σωτηρίας μας έγινε αληθινά άνθρωπος, δεν φανερώθηκε, όπως στον Αβραάμ, υπό μορφήν ανθρώπου, ούτε όπως στους προφήτες, αλλά έγινε αληθινά και ουσιαστικά άνθρωπος και έζησε πάνω στην γη και τους ανθρώπους συνανεστράφη, έκανε θαύματα, έπαθε, εσταυρώθη, ανέστη, ανελήφθη και όλα αυτά έχουν γίνει πραγματικά και έγιναν ορατά από τους ανθρώπους, περιεγράφησαν γραπτώς, για να διδαχθούμε και να τα θυμόμαστε εμείς, που δεν είμαστε παρόντες, όταν συνέβησαν αυτά και για να δεχθούμε τον μακαρισμό του Κυρίου, αφού θα πιστεύσουμε χωρίς να δούμε, αλλά μόνο αφού ακούσουμε. Κι΄ επειδή δεν γνωρίζουν όλοι γράμματα, ούτε και βρίσκουν καιρό για διάβασμα, οι πατέρες εθεώρησαν καλόν, να ζωγραφίζωνται όλα αυτά τα γεγονότα σε εικόνες, όπως γίνεται για μερικά ηρωϊκά κατορθώματα, για να τα θυμόμαστε με συντομία. Πολλές φορές, πραγματικά, ενώ δεν έχομε στην σκέψη μας το πάθος του Κυρίου, μόλις δούμε την εικόνα της Σταυρώσεως του Χριστού κι΄ αφού θυμηθούμε το σωτήριο πάθος, σκύβουμε και προσκυνούμε, όχι την ύλη, αλλά αυτό, που εικονίζεται. Όπως ακριβώς δεν προσκυνούμε την ύλη του Ευαγγελίου, ούτε την ύλην του Σταυρού, αλλά εκείνο, που έχει τυπωθή πάνω στην ύλη. Και για την Θεομήτορα ισχύει το ίδιο. Διότι η τιμή προς το πρόσωπόν Της, ανάγεται εις τον σαρκωθέντα εξ Αυτής Κύριον. Παρόμοια γίνεται και με τα κατορθώματα των αγίων ανδρών, που μας παρακινούν προς την ανδρειοσύνη και τον ζήλον και την μίμησι της αρετής τους και την δόξαν του Θεού. Η έκφρασις τιμής προς τους αγίους (που κι΄ εκείνοι προέρχονται από το ανθρώπινο γένος) αποδεικνύει, κατά κάποιον τρόπο, την συμπάθεια, που οφείλουμε προς τον κοινόν Δεσπότην και η τιμή, που εκφράζουμε προς την εικόνα διαβαίνει στο πρωτότυπο. Είναι δε άγραφος η παράδοσις αυτή, όπως ακριβώς και το να προσκυνούμε στραμμένοι προς την ανατολή και το να προσκυνούμε τον Σταυρόν και άλλα με αυτά παρόμοια».

(Από το βιβλίον «ΕΚΔΟΣΙΣ ΑΚΡΙΒΗΣ ΤΗΣ ΟΡΘΟΔΟΞΟΥ ΠΙΣΤΕΩΣ» του αγίου Ιωάννου του Δαμασκηνού).

Τήρει τον νουν σου εις τον Άδη, και από εκεί και πέρα μην απελπίζεσαι

Ο δρόμος  που καλείται να ακολουθήσει ο άνθρωπος, είναι ίσως αυτός που έδειξε ο Χριστός στον Γέροντα Σιλουανό, σ’ ένα όραμά του – όπως το περιγράφει ο ίδιος ο γέροντας: «Τήρει τον νουν σου εις τον Άδη, του είπε ο Κύριος, και μη απελπίζου». Να προσεύχεσαι, δηλαδή, και να έχεις τον νου σου στον Άδη, στα όσα υποφέρουν οι άνθρωποι που βρίσκονται εκεί. Και από εκεί και πέρα μην απελπίζεσαι.

Eπιστολή Μητρ. Πειραιώς κ. Σεραφείμ περί της αποποινικοποιήσεως της βλασφημίας

Ἐν Πειραιεῖ τῇ 25 Ἰουλίου 2016

 Α Ν Α Κ Ο Ι Ν Ω Θ Ε Ν

 Δημοσιοποιεῖται ἡ  τήν ὁποίαν ἀπέστειλε ὁ Σεβ. Μητροπολίτης Πειραιῶς κ. Σεραφείμ πρός τόν Ἐξοχώτατον κ. Νικόλαον Παρασκευόπουλον Ὑπουργόν Δικαιοσύνης, Διαφάνειας καί Ἀνθρωπίνων Δικαιωμάτων περί τῆς ἀποποινικοποιήσεως τοῦ ἐγκλήματος τῆς βλασφημίας πού διασαλεύει ἐγκληματικῶς τήν κοινωνική συνοχή καί τήν θρησκευτική εἰρήνη.

 ΕΚ ΤΗΣ ΙΕΡΑΣ ΜΗΤΡΟΠΟΛΕΩΣ

Η Αγία Άννα

Η Αγία Άννα ήταν σύμφωνα με την παράδοση η μητέρα της Παναγίας. Για τη μητέρα της Θεοτόκου Άννα, δεν αναφέρουν τίποτα σχετικό τα Ευαγγέλια, ούτε τα υπόλοιπα βιβλία της Καινής Διαθήκης. Το εξελληνισμένο όνομα Άννα προέρχεται από το εβραϊκό Χάννα που σημαίνει «εύνοια, χάρη», εκείνη, στην οποία επεδείχθη η ευμένεια και η χάρις του Θεού. Η Αγία Άννα ανήκει στα ιερά πρόσωπα τα οποία κλήθηκαν να υπηρετήσουν ω τη θεία βουλή της σωτηρίας των ανθρώπων με τη σάρκωση του Θεού Λόγου. Ήταν θυγατέρα του Ματθάν από τη φυλή Λευὶ και της Μαρίας. Είχε δύο αδελφές, τη Μαρία, μητέρα της Σαλώμης και την Σοβή, μητέρα της Ελισάβετ, η οποία γέννησε τον Πρόδρομο. Η Άννα ήρθε σε γάμο με τον Ιωακείμ, ο οποίος καταγόταν από τη φυλή του Ιούδα. Ήταν ευσεβείς και δίκαιοι άνθρωποι, με φόβο Θεού. Πρόσεχαν στη ζωή τους και ρύθμιζαν τις πράξεις τους σύμφωνα με το θειο νόμο. Έζησαν με ταπείνωση στην αφάνεια.
Η παράδοση μας πληροφορεί για την κατοικία τους, ότι ήταν εκεί κοντά στην κολυμβήθρα της Βηθεσδά στα Ιεροσόλυμα. Αλλά το ζεύγος Ιωακείμ και Άννα δεν είχαν παιδιά και τα δώρα των άτεκνων δεν γίνονταν δεκτά στο Ναό.

ΕΝΩΣΙΣ Ή ΥΠΟΤΑΓΗ; --- του αείμνηστου Σεργίου Σάκκου, Ομ. Καθηγητού Α.Π.Θ.

Δια μίαν νέαν Εκκλησίαν

Μέσα στη χαρακτηριστική των καιρών μας γενική σύγχυση και ανατροπή των εννοιών, γίνεται ένα σοβαρό μπέρδεμα, που προσβάλλει ό,τι ιερότερο σ΄ αυτό τον κόσμο, την αγία μας Εκκλησία, και θέτει σε κίνδυνο ό,τι πολυτιμότερο, τη σωτηρία μας. Ποιο είναι το μπέρδεμα; Θα το εκθέσω απλά· Γνώρισμα της μίας, αγίας, καθολικής και αποστολικής Εκκλησίας, της Ορθοδόξου Εκκλησίας μας, είναι η οικουμενικότητα, το να απλώνει, δηλαδή, την αγάπη και να προτείνει τη σωστική δύναμή της σε όλη την οικουμένη. Η Εκκλησία, κατά το παράδειγμα του Κυρίου και Αρχηγού της Ιησού Χριστού, «θέλει πάντας ανθρώπους σωθήναι και εις επίγνωσιν αληθείας ελθείν» (Α΄ Τιμ. 2, 4). Σε καμμία περίπτωση, όμως και για κανένα λόγο η Εκκλησία δεν αδικεί την αλήθεια, για να εξυπηρετήσει δήθεν την αγάπη, διότι αποκομμένη από την αλήθεια η αγάπη εκφυλίζεται σε απάτη. Αυτή την απάτη προβάλλει εντυπωσιακά και φαντασμαγορικά η αίρεση του Οικουμενισμού.