Ἡ αἰτία γιὰ τὴν εἰσαγωγὴ τῆς ἑορτῆς τῶν Τριῶν Ἱεραρχῶν στὴν Ἐκκλησία εἶναι τὸ ἑξῆς γεγονός:
Κατὰ τοὺς χρόνους τῆς βασιλείας τοῦ Ἀλεξίου τοῦ Κομνηνοῦ (1081 – 1118), ὁ
ὁποῖος διαδέχθηκε στὴ βασιλικὴ ἐξουσία τὸν Νικηφόρο Γ’ τὸν Βοτενειάτη (1078 –
1081), ἔγινε στὴν Κωνσταντινούπολη φιλονικία ἀνάμεσα σὲ λόγιους καὶ ἐνάρετους
ἄνδρες. Ἄλλοι θεωροῦσαν ἀνώτερο τὸν Μέγα Βασίλειο, χαρακτηρίζοντάς τον
μεγαλοφυΐα καὶ ὑπέροχη φυσιογνωμία. Ἄλλοι τοποθετοῦσαν ψηλὰ τὸν ἱερὸ Χρυσόστομο
καὶ τὸν θεωροῦσαν ἀνώτερο ἀπὸ τὸν Μέγα Βασίλειο καὶ τὸν Γρηγόριο καί, τέλος,
ἄλλοι, προσκείμενοι στὸν Γρηγόριο τὸν Θεολόγο, θεωροῦσαν αὐτὸν ἀνώτερο ἀπὸ τοὺς
δύο ἄλλους, δηλαδὴ ἀπὸ τὸν Βασίλειο καὶ τὸν Χρυσόστομο. Ἡ φιλονικία αὐτὴ εἶχε
σὰν ἀποτέλεσμα νὰ διαιρεθοῦν τὰ πλήθη τῶν Χριστιανῶν καὶ ἄλλοι ὀνομάζονταν
«Ἰωαννίτες», ἄλλοι «Βασιλεῖτες» καὶ ἄλλοι «Γρηγορίτες».
Στὴν ἔριδα αὐτὴ ἔθεσε τέλος ὁ Μητροπολίτης Εὐχαΐτων, Ἰωάννης ὁ Μαυρόπους. Αὐτός, κατὰ τὴν διήγηση τοῦ Συναξαριστοῦ, εἶδε σὲ ὀπτασία τοὺς μέγιστους αὐτοὺς Ἱεράρχες, πρῶτα καθένα χωριστὰ καὶ στὴ συνέχεια καὶ τοὺς τρεῖς μαζί. Αὐτοὶ τοῦ εἶπαν: «Ἐμεῖς, ὅπως βλέπεις, εἴμαστε ἕνα κοντὰ στὸν Θεὸ καὶ τίποτε δὲν ὑπάρχει ποὺ νὰ μᾶς χωρίζει ἢ νὰ μᾶς κάνει νὰ ἀντιδικοῦμε. Ὅμως, κάτω ἀπὸ τὶς ἰδιαίτερες χρονικὲς συγκυρίες καὶ περιστάσεις ποὺ βρέθηκε ὁ καθένας μας, κινούμενοι καὶ καθοδηγούμενοι ἀπὸ τὸ Ἅγιο Πνεῦμα, γράψαμε σὲ συγγράμματα καὶ μὲ τὸν τρόπο του ὁ καθένας, διδασκαλίες ποὺ βοηθοῦν τοὺς ἀνθρώπους νὰ βροῦν τὸν δρόμο τῆς σωτηρίας.
Στὴν ἔριδα αὐτὴ ἔθεσε τέλος ὁ Μητροπολίτης Εὐχαΐτων, Ἰωάννης ὁ Μαυρόπους. Αὐτός, κατὰ τὴν διήγηση τοῦ Συναξαριστοῦ, εἶδε σὲ ὀπτασία τοὺς μέγιστους αὐτοὺς Ἱεράρχες, πρῶτα καθένα χωριστὰ καὶ στὴ συνέχεια καὶ τοὺς τρεῖς μαζί. Αὐτοὶ τοῦ εἶπαν: «Ἐμεῖς, ὅπως βλέπεις, εἴμαστε ἕνα κοντὰ στὸν Θεὸ καὶ τίποτε δὲν ὑπάρχει ποὺ νὰ μᾶς χωρίζει ἢ νὰ μᾶς κάνει νὰ ἀντιδικοῦμε. Ὅμως, κάτω ἀπὸ τὶς ἰδιαίτερες χρονικὲς συγκυρίες καὶ περιστάσεις ποὺ βρέθηκε ὁ καθένας μας, κινούμενοι καὶ καθοδηγούμενοι ἀπὸ τὸ Ἅγιο Πνεῦμα, γράψαμε σὲ συγγράμματα καὶ μὲ τὸν τρόπο του ὁ καθένας, διδασκαλίες ποὺ βοηθοῦν τοὺς ἀνθρώπους νὰ βροῦν τὸν δρόμο τῆς σωτηρίας.
O Συναξαριστής της ημέρας.
Σάββατο, 30 Ιανουαρίου 2016
Τριών Ιεραρχών, Εύρεσις εικόνος Θεοτόκου.
Ἡ αἰτία γιὰ τὴν
εἰσαγωγὴ τῆς ἑορτῆς τῶν Τριῶν Ἱεραρχῶν στὴν Ἐκκλησία εἶναι τὸ ἑξῆς γεγονός:
Κατὰ τοὺς χρόνους
τῆς βασιλείας τοῦ Ἀλεξίου τοῦ Κομνηνοῦ (1081 – 1118), ὁ ὁποῖος διαδέχθηκε στὴ
βασιλικὴ ἐξουσία τὸν Νικηφόρο Γ’ τὸν Βοτενειάτη (1078 – 1081), ἔγινε στὴν
Κωνσταντινούπολη φιλονικία ἀνάμεσα σὲ λόγιους καὶ ἐνάρετους ἄνδρες. Ἄλλοι
θεωροῦσαν ἀνώτερο τὸν Μέγα Βασίλειο, χαρακτηρίζοντάς τον μεγαλοφυΐα καὶ ὑπέροχη
φυσιογνωμία. Ἄλλοι τοποθετοῦσαν ψηλὰ τὸν ἱερὸ Χρυσόστομο καὶ τὸν θεωροῦσαν
ἀνώτερο ἀπὸ τὸν Μέγα Βασίλειο καὶ τὸν Γρηγόριο καί, τέλος, ἄλλοι, προσκείμενοι
στὸν Γρηγόριο τὸν Θεολόγο, θεωροῦσαν αὐτὸν ἀνώτερο ἀπὸ τοὺς δύο ἄλλους, δηλαδὴ
ἀπὸ τὸν Βασίλειο καὶ τὸν Χρυσόστομο. Ἡ φιλονικία αὐτὴ εἶχε σὰν ἀποτέλεσμα νὰ
διαιρεθοῦν τὰ πλήθη τῶν Χριστιανῶν καὶ ἄλλοι ὀνομάζονταν «Ἰωαννίτες», ἄλλοι
«Βασιλεῖτες» καὶ ἄλλοι «Γρηγορίτες».
Καλούμεθα οι πάντες εις εγρήγορση
Βιώνουμε συνεχώς την παναίρεση του Οικουμενισμού, δηλαδή
της αλλοτρίωσης με ένα λόγο του Ορθόδοξου ήθους, της απεμπόλησης των
Χριστιανικών Παραδόσεων και διδασκαλιών, της νοθείας των Ιερών Δογμάτων, θεσμών
και Κανόνων της Ορθοδοξίας, υπό των οικουμενιστικών ετεροδιδασκαλιών και των
Φράγκικων ηθών και εθίμων. Όθεν καλούμεθα οι πάντες εις εγρήγορση, δεδομένης της
κοσμικής υπεροπλίας και των δολίων διπλωματικών τρόπων με τους οποίους
κινούνται και δρουν οι σκοτεινές οικουμενιστικές δυνάμεις, που επιδιώκουν την
δια παντός τρόπου υποταγή και άλωση της Ορθοδόξου Εκκλησίας.
Ὅταν τὸ φῶς τοῦ Χριστοῦ γίνεται σκότος τοῦ ∆ιαβόλου --- Τοῦ πρωτοπρεσβυτέρου π. ∆ιονυσίου Τάτση
«ΥΜΕΙΣ ἐστε τὸ φῶς
τοῦ κόσµου» (Ματθ. ε´ 14). Ὁ λόγος αὐτὸς τοῦ Χριστοῦ πρωτίστως ἀναφέρεται στοὺς
κληρικούς, οἱ ὁποῖοι πρέπει νὰ ἔχουν πνευµατικὴ εὐαισθησία καὶ σταθερὴ ἐπιθυµία
νὰ βοηθοῦν τοὺς ἀνθρώπους, γιὰ νὰ στραφοῦν στὸν Θεὸ καὶ νὰ τηροῦν τὶς ἐντολές. Πολλοὶ
κληρικοὶ ὅµως δὲν συµφωνοῦν µὲ αὐτό. Ἰσχυρίζονται ὅτι πρέπει νὰ στηρίζεται ὁ
κληρικὸς καὶ στὰ δεδοµένα τῆς ἐπιστήµης καὶ νὰ δίνει νέες ἑρµηνεῖες τῶν ἐντολῶν
τοῦ Θεοῦ ἢ καὶ νὰ τὶς καταργεῖ, ἀφοῦ πιὰ ζοῦµε σὲ νέα ἐποχὴ καὶ οἱ ἄνθρωποι ἀρνοῦνται
τὴν ἠθικὴ ζωὴ καὶ ἐπιλέγουν τὶς σαρκικὲς ἡδονές. Οἱ συγκεκριµένοι νεωτεριστὲς
κληρικοὶ εἶναι ἐπιστήµονες διαφόρων εἰδικοτήτων καὶ τὴν Ἐκκλησία τὴν βλέπουν ὡς
ἕνα παραδοσιακὸ χῶρο, ποὺ πρέπει νὰ ἐκσυγχρονιστεῖ, µὲ ὁδηγὸ πάντα τὴν κοσµικὴ
σοφία τῆς ἐπιστήµης καὶ ἰδιαίτερα τῆς ψυχολογίας, τῆς ψυχιατρικῆς κ.λπ. Αὐτὸ τὸ
βλέπουµε σὲ πολλὲς περιπτώσεις. Ἰδιαίτερα µᾶς ἐντυπωσιάζει ἀρνητικὰ ἡ
προσπάθειά τους νὰ δικαιολογήσουν τὶς προγαµιαῖες σχέσεις, ἀλλὰ καὶ τὴν ὁµοφυλοφιλία,
τὴν ὁποία θεωροῦν ἀθώα ἀδυναµία µερικῶν ἀξιοσυµπάθητων ἀνθρώπων! Μὲ τοὺς
συγκεκριµένους αὐτοὺς κληρικοὺς δὲν µπορεῖ νὰ συµφωνήσει ὁ συνειδητὸς
χριστιανός. Ἡ κατὰ κόσµον σοφία τους καὶ εἰδικότερα οἱ ἐπιδόσεις τους στὴν
παιδοψυχιατρικὴ τοὺς ἔχουν ὁδηγήσει στὴ «θερµὴ» ὑπερηφάνεια καὶ ὑποστηρίζουν ὅτι
ἡ ἀνηθικότητα καὶ ἡ ὁµοφυλοφιλία δὲν εἶναι ἁµαρτία!
Ὑβριστικὸν καὶ βλάσφηµον τὸ Ἑλληνικὸν Κοινοβούλιον. Συνένοχος ἡ Ἐκκλησιαστικὴ Ἡγεσία -- Τοῦ πρωτοπρεσβυτέρου π. Θεοδώρου Ζήση, Ὁµοτ. Καθηγητοῦ Α.Π.Θ
Συνέβη καὶ αὐτὸ τὸ
πρωτοφανὲς καὶ πρωτάκουστο στὴν ἑλληνικὴ ἱστορία, τὴν προχριστιανικὴ καὶ τὴν χριστιανική.
Οἱ ἐκπρόσωποι τῶν Ἑλλήνων, οἱ Ἕλληνες Βουλευτές, µέσα στὴν ἐκκλησία τοῦ δήµου,
στὸν ναὸ τῆς δηµοκρατίας, στὸ κτήριο τῆς Βουλῆς, ὕψωσαν τὸ µικρό, τὸ σπιθαµιαῖο
ἀνάστηµά τους µπροστὰ στὸ εὐσεβές, τὸ θεοσεβὲς καὶ µεγαλειῶδες παρελθὸν τῆς
µακραίωνης ἑλληνικῆς ἱστορίας καὶ τὴν ἐµαγάρισαν. Ἐψήφισαν µὲ µεγάλη πλειοψηφία
ἀσεβῆ καὶ θεοµίσητο νόµο, τὸ «σύµφωνο συµβίωσης τῶν ὁµοφύλων», δηλαδὴ τῶν ἀρσενοκοιτῶν,
τῶν ἀσελγῶν, τῶν Σοδοµιτῶν, τῶν «κιναίδων», ὅπως τοὺς ὀνόµαζαν οἱ ἀρχαῖοι Ἕλληνες,
διότι ὁ σεξουαλικός τους προσανατολισµός, ἡ ὁµοφυλοµανία ἐθεωρεῖτο ντροπή,
«κινοῦσε τὴν αἰδώ», προκαλοῦσε ντροπή. Νόµο ντροπῆς λοιπόν, καὶ ἀσεβείας ἐψήφισαν
στὶς 22 ∆εκεµβρίου τοῦ 2015, παραµονὲς Χριστουγέννων, οἱ ἀσεβεῖς καὶ θεοµάχοι Ἕλληνες
βουλευτές καὶ πρόσφεραν τὸ χειρότερο δῶρο στὸν γεννηθέντα Χριστό, ὁ Ὁποῖος
γεννήθηκε ἀπὸ Παρθένο γυναίκα, τὴν Ὑπεραγία, Ἁγνή, Ἄσπιλη καὶ Ἀµόλυντη Θεοτόκο
Μαρία, καὶ παρέµεινε ὁ ἴδιος διὰ βίου Παρθένος, Ἀρχιπάρθενος, γιὰ νὰ δείξει ὅτι
πρέπει καὶ µποροῦµε νὰ ἀπαλλαγοῦµε ἀπὸ τὶς ἡδονὲς τῆς σάρκας, ἀπὸ τὴν δουλεία
στὰ σαρκικὰ πάθη καὶ νὰ ὑψωθοῦµε στὴν ἐλευθερία τοῦ πνεύµατος· ὅτι δὲν εἴµαστε ἄλογα
ζῶα, ποὺ ἀγόµαστε, χωρὶς ἀντίσταση, ἀπὸ ἔνστικτα καὶ ὁρµέµφυτα, ἀλλὰ ἐλεύθερα
λογικὰ ὄντα, αὐτεξούσια· µποροῦµε ὡς εἰκόνες Θεοῦ νά «νεύσουµε», νὰ κλίνουµε πρὸς
τὸ ἀρχέτυπο, πρὸς τὸν Θεό, καὶ νὰ θεωθοῦµε, ὅπως θεώθηκαν ἑκατοµµύρια ἁγίων, ὁσίων
καὶ παρθένων, ἀνδρῶν καὶ γυναικῶν, ὄχι µόνο στὸ παρελθόν, ἀλλὰ καὶ σήµερα στὸν
χῶρο τοῦ Μοναχισµοῦ, ἀπ᾽ ὅπου προῆλθαν οἱ σύγχρονοι παρθένοι Ἅγιοι, Νεκτάριος,
Η προσκύνησις των αγίων εικόνων.--- Του αγίου Ιωάννου του Δαμασκηνού.
«Επειδή ο Θεός
από ευσπλαγχνία και χάριν της σωτηρίας μας έγινε αληθινά άνθρωπος, δεν
φανερώθηκε, όπως στον Αβραάμ, υπό μορφήν ανθρώπου, ούτε όπως στους προφήτες,
αλλά έγινε αληθινά και ουσιαστικά άνθρωπος και έζησε πάνω στην γη και τους
ανθρώπους συνανεστράφη, έκανε θαύματα, έπαθε, εσταυρώθη, ανέστη, ανελήφθη και
όλα αυτά έχουν γίνει πραγματικά και έγιναν ορατά από τους ανθρώπους,
περιεγράφησαν γραπτώς, για να διδαχθούμε και να τα θυμόμαστε εμείς, που δεν είμαστε
παρόντες, όταν συνέβησαν αυτά και για να δεχθούμε τον μακαρισμό του Κυρίου,
αφού θα πιστεύσουμε χωρίς να δούμε, αλλά μόνο αφού ακούσουμε. Κι΄ επειδή δεν
γνωρίζουν όλοι γράμματα, ούτε και βρίσκουν καιρό για διάβασμα, οι πατέρες
εθεώρησαν καλόν, να ζωγραφίζωνται όλα αυτά τα γεγονότα σε εικόνες, όπως γίνεται
για μερικά ηρωϊκά κατορθώματα, για να τα θυμόμαστε με συντομία. Πολλές φορές,
πραγματικά, ενώ δεν έχομε στην σκέψη μας το πάθος του Κυρίου, μόλις δούμε την
εικόνα της Σταυρώσεως του Χριστού κι΄ αφού θυμηθούμε το σωτήριο πάθος, σκύβουμε
και προσκυνούμε, όχι την ύλη, αλλά αυτό, που εικονίζεται. Όπως ακριβώς δεν
προσκυνούμε την ύλη του Ευαγγελίου, ούτε την ύλην του Σταυρού, αλλά εκείνο, που
έχει τυπωθή πάνω στην ύλη. Και για την Θεομήτορα ισχύει το ίδιο. Διότι η τιμή
προς το πρόσωπόν Της, ανάγεται εις τον σαρκωθέντα εξ Αυτής Κύριον. Παρόμοια
γίνεται και με τα κατορθώματα των αγίων ανδρών, που μας παρακινούν προς την
ανδρειοσύνη και τον ζήλον και την μίμησι της αρετής τους και την δόξαν του
Θεού. Η έκφρασις τιμής προς τους αγίους (που κι΄ εκείνοι προέρχονται από το
ανθρώπινο γένος) αποδεικνύει, κατά κάποιον τρόπο, την συμπάθεια, που οφείλουμε
προς τον κοινόν Δεσπότην και η τιμή, που εκφράζουμε προς την εικόνα διαβαίνει
στο πρωτότυπο. Είναι δε άγραφος η παράδοσις αυτή, όπως ακριβώς και το να
προσκυνούμε στραμμένοι προς την ανατολή και το να προσκυνούμε τον Σταυρόν και
άλλα με αυτά παρόμοια».
ας το δουν αυτό οι σύγχρονοι εικονομάχοι που επιμένουν << ενώ ξέρουν>> πως στην εικόνα
της ΑΓΙΑΣ ΤΡΙΑΔΟΣ -ΣΥΝΘΡΟΝΟΥ- εικονίζεται η ουσία του ΘΕΟΥ ΠΑΤΡΟΣ
***
Ο telemaxos doumanis άφησε ένα σχόλιο για την ανάρτησή σας "Η προσκύνησις των αγίων εικόνων.--- Του
αγίου Ι...":
ας το δουν αυτό οι σύγχρονοι εικονομάχοι που επιμένουν << ενώ ξέρουν>> πως στην εικόνα
της ΑΓΙΑΣ ΤΡΙΑΔΟΣ -ΣΥΝΘΡΟΝΟΥ- εικονίζεται η ουσία του ΘΕΟΥ ΠΑΤΡΟΣ
Το διαβολικό σχέδιο κατάληψης του Πατριαρχείου της Κωνσταντινουπόλεως από τους Παπικούς.
ΜΙΑ ΣΥΝΩΜΟΣΙΑ ΤΟΥ ΒΑΤΙΚΑΝΟΥ ΚΑΤΑ ΤΟΥ ΠΑΤΡΙΑΡΧΕΙΟΥ
Ο νεοεκλεγείς τον Αύγουστον του 1671 δια την θέσιν του
Βαϋλου εν Κων/πόλει, Τζιάκομος Κουϊρίνι, προτιθέμενος να αναχωρήση εκ Βενετίας δια
την έδραν του, εδέχθη την επίσκεψιν του Νουντσίου της Αγίας Έδρας, όστις
τω εξέθηκε το κάτωθι διαβολικόν σχέδιον, το οποίον ο ρηθείς Κουϊρίνι
υπέβαλε δι΄ εκθέσεώς του εις την Γερουσίαν.(Μiscellanea Codici—Archivio di Stato, Τόμος 4.) :
«… εις το Πατριαρχείον της Κων/πόλεως υφίσταται τώρα μέγα
σχίσμα, διότι οι υποψήφιοι Πατριάρχαι είνε τέσσαρες: Μεθόδιος, Παρθένιος,
Παϊσιος και Διονύσιος. Εξ άλλου, οκτώ Έλληνες μητροπολίται είνε κρυφά
καθολικοί και θερμοί θιασώται της ενώσεως των δύο Εκκλησιών. Ούτοι τρέφουν από
καιρού τα αισθήματα ταύτα, αλλ΄ εδίσταζον, εκ φόβου μήπως αποκαλυφθούν, να τα
εκδηλώσουν. Τώρα όμως νομίζουν ότι επήλθεν η κατάλληλος ώρα, ίνα προβούν εις
πραξικόπημα, επιτυγχάνοντες ώστε να καταλάβη τον Πατριαρχικόν θρόνον εις
Καθολικός, όστις θα παρεχώρει εις όλους τους «μισσιοναρίους» της Ρωμαϊκής
Εκκλησίας να διαδώσουν την Καθολικήν Πίστιν. –Εκ πείρας ούτοι γνωρίζουν ότι
τούτο δεν είναι καθόλου δύσκολον, αρκεί να υπάρχη η υποστήριξις πρεσβευτού
τινος μεγάλης Δυνάμεως εν Κων/πόλει, εφόσον είναι γνωστόν ότι ο Κύριλλος
Λούκαρις, καίτοι ήτο μεστός σφαλμάτων και αιρεσιών, όχι μόνον εξελέγη, αλλά και
παρέμεινε Πατριάρχης επί 27 σχεδόν έτη, μόνον καο μόνον χάρις εις την
προστασίαν του Ολλανδού Πρέσβεως και δεν απεχώρησε του Πατριαρχείου, παρά μετά
τον θάνατον του εν λόγω πρέσβεως. Και προ αυτού ακόμη, ο Πατριάρχης Νεόφυτος,
παρέμεινεν επί 21 περίπου έτη, χάρις εις την προστασίαν του Άγγλου πρέσβεως
ΔΡ ΧΑΡΑΛΑΜΠΗΣ ΜΠΟΥΣΙΑΣ -- ΧΑΙΡΕΤΙΣΜΟΣ ΣΤΗΝ ΕΟΡΤΗ ΤΩΝ ΤΡΙΩΝ ΙΕΡΑΡΧΩΝ ΚΑΙ ΤΟΥ ΤΑΜΑΤΟΣ ΤΟΥ ΕΘΝΟΥΣ
Ὁ πεφωτισμένος καὶ ἀνιδιοτελὴς
χαρισματικὸς Μέγας Ὑμνογράφος τῆς τῶν Ἀλεξανδρέων Ἐκκλησίας Δρ Χαραλάμπης
Μπούσιας συνέγραψε ἕνα θερμὸ χαιρετισμὸ γιὰ τὴν μεγάλη συγκέντρωσι - Θεία
Λειτουργία μετ᾿ ἀρτοκλασίας χοροστατοῦντος τοῦ Σεβασμιωτάτου Μητροπολίτου
Καλαβρύτων καὶ Αἰγιαλείας κ. Ἀμβροσίου, ποὺ θὰ ἔχουμε τὴν 30.1.2016 στὸν Ἱερὸ
Ναὸ Χρυσοσπηλαιωτίσσης - ὁδὸς Αἰόλου 60 ὑπὲρ τοῦ Τάματος τοῦ Ἔθνους.
Ὅμως ὁ ταπεινός, εὐλαβὴς καὶ ἀνιδιοτελὴς συνεργάτης μας –
Πρέσβυς τοῦ Τάματος τοῦ Ἔθνους, Δρ Χαραλάμπης Μπούσιας δὲν ἦταν δυνατὸ νὰ
παραλείψῃ νὰ ἀναφερθῇ καὶ στοὺς Τρεὶς
Φωστῆρες τῆς Τρισηλίου Θεότητος.
ΟΙ ΤΡΕΙΣ ΙΕΡΑΡΧΑΙ ΕΙΣ ΤΟΝ Κ’ ΑΙΩΝΑ -- +Μοναχός Θεόκλητος Διονυσιάτης
Συνήθως, όταν πρόκηται να ομιλήσωμεν δια τους Αγίους της
Εκκλησίας, συμβαίνει να μεταφερώμεθα εις την εποχήν των. Και, παρασυρόμενοι από
το κλίμα του παρελθόντος, να νομίζωμεν ότι ανήκουν μόνον εις τον αιώνα των.
Παρ’ ότι και τώρα τους τιμώμεν, έχομεν την εντύπωσιν, ότι ο βίος των, τα έργα
των, η διδαχή των ισχύουν μόνον δια την εποχήν των. Εν τούτοις, οι άγιοι «εις
τον αιώνα ζώσι». Διότι η ζωή των και η διδαχή των περιέχει την αιωνίαν αλήθειαν
του Θεού. Και ως τοιαύτη παραμένει άφθαρτος από τον χρόνον και τας μεταβολάς
του κόσμου. Αυτό έχει εφαρμογήν εις την πληρότητά του δια τους «Τρεις
Ιεράρχας». Ό,τι τους έκαμε μεγάλους εις την εποχήν των, το ίδιον τους καθιστά
μεγάλους ύστερα από δέκα πέντε αιώνες και μέχρι συντελείας του κόσμου. Καμμία
εγκοσμία μεταλλαγή δεν ημπορεί να ανατρέψη την θέσιν, που κατέχουν οι «Τρεις
Ιεράρχαι» εν τη Εκκλησία.
Η λογοκρατουμένη εποχή
μας, η δώσασα «βιβλίον αποστασίου» εις την μυστικήν ζωήν, θέλει να βλέπη εις
τους «Τρεις Ιεράρχας» τους ανθρώπους των γραμμάτων, τους εραστάς της κλασσικής
σοφίας, τους συνδυάσαντας ή συμφιλιώσαντας τον Χριστιανισμόν με τα Ελληνικά
γράμματα. Και ναι μεν η κλασσική των παιδεία είναι σημαντικωτάτη. Και ο
Ελληνικός λόγος, ολολαμπής από τας αστραπάς της μεγαλοφυϊας των, ακτινοβολεί
εις τα συγγράμματά των. Εκείνο, όμως, που τους καθιστά «τρεις μεγίστους
φωστήρας της Τρισηλίου Θεότητος», δεν είναι τα γράμματα, αλλά η αγιότης των.