Οι περισσότεροι
Μητροπολίτες τῆς Ἐκκλησίας τῆς Ἑλλάδος δέν ἔχουν ἐκτιµήσει τόν πνευµατικό
κίνδυνο τοῦ οἰκουµενισµοῦ. Ἐνῶ ὑποτίθεται ὅτι ἀγρυπνοῦν γιά τό ποίµνιό τους,
θεωροῦν ὅτι ὁ οἰκουµενισµός δέν εἶναι ἐπικίνδυνος, ἀφοῦ ξεκινάει καί
κατευθύνεται ἀπό τό Οἰκουµενικό Πατριαρχεῖο! ∆έν ἐξετάζουν οἱ ἴδιοι τό θέµα, ἀλλά
παθητικά δέχονται ὅσα τό Πατριαρχεῖο προγραµµατίζει καί µεθοδεύει. Καί αὐτό τό
θεωροῦν σπουδαῖο κατόρθωµα, γιατί κάνουν τυφλή ὑπακοή στόν Πατριάρχη τοῦ
Γένους, τήν ὥρα πού θά ἔπρεπε νά εἶχαν χάσει τόν ὕπνο τους καί νά µιλοῦσαν
συνεχῶς γιά τήν παναίρεση τοῦ οἰκουµενισµοῦ, ὁ ὁποῖος κατεδαφίζει τήν Ὀρθοδοξία.
∆υστυχῶς αὐτοί ἀδιαφοροῦν καί συχνά συνευφραίνονται µέ τόν Πατριάρχη κατά τίς ἐπισκέψεις
του στήν Ἑλλάδα. Οἱ ἀδιάφοροι αὐτοί µητροπολίτες συνήθως εἶναι πολυµέριµνοι καί
ἀσχολοῦνται µέ κοινωνικά καί πολιτικά θέµατα, ἀκόµη καί ἀθλητικά γεγονότα,
προκαλώντας τήν πλειοψηφία τοῦ λαοῦ µας. Θέλουν νά ἐµφανίζονται ὡς πνευµατικοί ἡγέτες,
ὄντας ἀδιάφοροι στούς πνευµατικούς κινδύνους, ὅπως εἶναι ὁ οἰκουµενισµός. Σέ
λίγο θά χάσουµε τήν ἀκεραιότητα τῆς πίστεώς µας καί τήν πολύτιµη παράδοσή µας. Ἀναφέρω
µιά περίπτωση πνευµατικῆς ἀφασίας, ἡ ὁποία ἐπιβεβαιώνει τά παραπάνω.
O Συναξαριστής της ημέρας.
Παρασκευή, 1 Ιανουαρίου 2016
Περιτομή Ι. Χριστού, Βασιλείου του μεγάλου.
Ἡ κατὰ σάρκα περιτομὴ καὶ
ὀνοματοδοσία τοῦ Ἰησοὺ Χριστοῦ, κατὰ τὴν ὄγδοη ἡμέρα ἀπὸ τὴν γέννησή Του,
ἀποτελεῖ τὴν βεβαίωση τῆς σαρκώσεως καὶ τῆς προσλήψεως ἀπὸ τὸν Θεὸ Λόγο τῆς
τέλειας ἀνθρώπινης φύσεως ἀναλλοιώτως καὶ τῆς εἰσόδου Του στὸ λαὸ τοῦ Θεοῦ.
Ὅταν μιλᾶμε γιὰ τὴν
ἐνανθρώπηση τοῦ Θεοῦ Λόγου, ὡς μυστήριο πρέπει νὰ τὴν ἀντιλαμβανόμαστε καὶ ὡς
μυστήριο πρέπει νὰ τὴν προσεγγίζουμε, γιατί ὅλα τὰ γεγονότα τῆς ἐνανθρωπίσεως,
τῆς σαρκώσεως τοῦ Λόγου τοῦ Θεοῦ, ἔγιναν μὲ θαυμαστὸ τρόπο ποὺ ξεπερνᾶ τὸ νοῦ ἀνθρώπου.
Οἱ Πατέρες τῆς Ἐκκλησίας
λένε ὅτι, ἐὰν ἡ θεία ἐνανθρώπιση ἦταν καταληπτή, δὲν θὰ ἦταν θεία καὶ
παρομοιάζουν ὅσους ἀμφιβάλλουν ἢ δὲν πιστεύουν μὲ ἐκεῖνον ποὺ καθόταν στὸ
σκοτάδι καὶ πληρώθηκε ἀπὸ φῶς, ἐπειδὴ ὅμως δὲν γνώριζε τὸ πῶς ᾖλθε τὸ φῶς, δὲν
δέχθηκε τὸν φωτισμό.
Φώτης Κόντογλου - Παράδοση
Ὅσοι ἀπομείναμε πιστοὶ στὴν παράδοση, ὅσοι δὲν ἀρνηθήκαμε τὸ γάλα ποὺ βυζάξαμε, ἀγωνιζόμαστε, ἄλλος ἐδῶ, ἄλλος ἐκεῖ, καταπάνω στὴν ψευτιά. Καταπάνω σ᾿ αὐτοὺς ποὺ θέλουνε την Ἑλλάδα ἕνα κουφάρι χωρὶς ψυχή, ἕνα λουλούδι χωρὶς μυρουδιά. Κουράγιο, ὁ καιρὸς θὰ δείξει ποιὸς ἔχει δίκιο, ἂν καὶ δὲ χρειάζεται ὁλότελα αὐτὴ ἡ ἀπόδειξη.
ΧΡΙΣΤΟΥΓΕΝΝΑ: ΑΛΗΘΕΙΑ ΚΑΙ ΜΥΘΟΙ -- Τοῦ πρωτοπρεσβυτέρου π. Γεωργίου ∆. Μεταλληνοῦ
Οἱ Ἡρῶδες τοῦ κόσμου τούτου, οἱ κρατοῦντες,
βλέπουν εἰς τὸν νεογέννητον Χριστὸν κάποιον ἀνταγωνιστήν
Ἡ φραγκογερμανικὴ φαντασία ἑνὸς ὑπεραυτοκράτορος θεοῦ,
ποὺ ἐπιθυμεῖ νὰ λάβη ἐκδίκησιν καὶ ζητεῖ ἱκανοποίησιν διεμόρφωσεν ἕνα ἄλλον
«χριστιανισμὸν» εἰς τὴν Δύσιν. Οἱ «θεοὶ» τοῦ κόσμου τούτου θυσιάζουν τοὺς
ἀνθρώπους δι’ αὐτοὺς, δὲν θυσιάζονται αὐτοὶ διὰ τοὺς ἀνθρώπους.
Μὲ τὴν ἐνανθρώπηση καὶ γέννησή Του ὁ Θεάνθρωπος Ἰησοῦς
Χριστὸς πραγµατοποιεῖ τὸ σκοπὸ τῆς πλάσεως τοῦ ἀνθρώπου, τὴν ἐµφάνιση τοῦ
Θεανθρώπου στὴν ἱστορία. Τὴν ἕνωση τοῦ κτιστοῦ πλάσµατος µὲ τὸν Ἄκτιστο
Πλάστη. Ὁ σκοπὸς τῆς ἐνανθρωπήσεως εἶναι ἡ θέωση τοῦ ἀνθρώπου. «Ἄνθρωπος γίνεται Θεός, ἵνα
Θεὸν τὸν Ἀδὰµ ἀπεργάσηται» (τροπάριο Χριστουγέννων). «Αὐτὸς ἐνηνθρώπησεν, ἵνα
ἡµεῖς θεοποιηθῶµεν» (Μ. Ἀθανάσιος). «Ἄνθρωπος γὰρ ἐγένετο ὁ Θεὸς καὶ Θεὸς ὁ
ἄνθρωπος» (Ἰω. Χρυσόστοµος). Στὴ λογικὴ ἑνὸς ἠθικιστοῦ ὁ ὅρος «θεοποιηθῶµεν»,
ποὺ χρησιµοποιοῦν Πατέρες, ὅπως ὁ Μ. Ἀθανάσιος, εἶναι σκάνδαλο. Γι’ αὐτὸ µιλοῦν
γιὰ «ἠθικὴ θέωση». ∆ιότι φοβοῦνται νὰ δεχθοῦν ὅτι µὲ τὴ θέωση ὁ ἄνθρωπος
µεταµορφοῦται «κατὰ χάριν» σ’ αὐτὸ ποὺ ὁ Τριαδικὸς Θεὸς εἶναι «κατὰ φύσιν»
(ἄκτιστος, ἄναρχος, ἀθάνατος). Τὰ Χριστούγεννα εἶναι, γι’αὐτό, ἄµεσα
συνδεδεµένα καὶ µὲ τὴ Σταύρωση καὶ τὴν Ἀνάσταση, ἀλλὰ καὶ τὴν Ἀνάληψη καὶ τὴν
Πεντηκοστή.
Φώτης Κόντογλου - Γιάννης ὁ Εὐλογημένος!
O Ἅγιος Βασίλης, σὰν περάσανε τὰ
Χριστούγεννα, πῆρε τὸ ραβδί του καὶ γύρισε σ᾿ ὅλα τὰ χωριά, νὰ δεῖ ποιὸς θὰ
τόνε γιορτάσει μὲ καθαρὴ καρδιά. Πέρασε ἀπὸ λογιῶν-λογιῶν πολιτεῖες κι ἀπὸ
κεφαλοχώρια, μὰ σ᾿ ὅποια πόρτα κι ἂν χτύπησε δὲν τ᾿ ἀνοίξανε, ἐπειδὴ τὸν πήρανε
γιὰ διακονιάρη. Κ᾿ ἔφευγε πικραμένος, γιατὶ ὁ ἴδιος δὲν εἶχε ἀνάγκη ἀπὸ τοὺς ἀνθρώπους,
μὰ ἔνοιωθε τὸ πόσο θὰ πονοῦσε ἡ καρδιὰ κανενὸς φτωχοῦ ἀπὸ τὴν ἀπονιὰ ποὺ τοῦ δείξανε
κεῖνοι οἱ ἄνθρωποι.
Μιὰ μέρα ἔφευγε ἀπὸ ἕνα τέτοιο ἄσπλαχνο
χωριό, καὶ πέρασε ἀπὸ τὸ νεκροταφεῖο, κ᾿ εἶδε τὰ κιβούρια πὼς ἤτανε ρημαγμένα,
οἱ ταφόπετρες σπασμένες κι ἀναποδογυρισμένες, καὶ τὰ νιόσκαφτα μνήματα εἴτανε
σκαλισμένα ἀπὸ τὰ τσακάλια. Σὰν ἅγιος ποὺ εἴτανε ἄκουσε πὼς μιλούσανε οἱ
πεθαμένοι καὶ λέγανε: «Τὸν καιρὸ ποὺ εἴμαστε στὸν ἀπάνω κόσμο, δουλέψαμε,
βασανιστήκαμε, κι ἀφήσαμε πίσω μας παιδιὰ κ᾿ ἐγγόνια νὰ μᾶς ἀνάβουνε κανένα
κερί, νὰ μᾶς καίγουνε λίγο λιβάνι μὰ δὲν βλέπουμε τίποτα, μήτε παπᾶ στὸ κεφάλι
μας νὰ μᾶς διαβάσει παραστάσιμο, μήτε κόλλυβα, παρὰ σὰν νὰ μὴν ἀφήσαμε πίσω μας
κανέναν». Κι ὁ ἅγιος Βασίλης πάλι στενοχωρήθηκε κ᾿ εἶπε: «Τοῦτοι οἱ χωριάτες οὔτε
σὲ ζωντανὸ δὲ δίνουνε βοήθεια, οὔτε σὲ πεθαμένον», καὶ βγῆκε ἀπὸ τὸ νεκροταφεῖο,
καὶ περπατοῦσε ὁλομόναχος μέσα στὰ παγωμένα χιόνια.
Αν υπάρχει κάτι στη ζωή μας που δεν τιθασσεύεται, αυτό είναι η αέναη κίνηση του χρόνου.
Το σήμερα γίνεται χθες εν ριπή οφθαλμού, και το αύριο σήμερα
και χθες. Κι εμείς παρασυρόμεθα προς το τέρμα της πορείας μας, εκόντες άκοντες,
παρακολουθούντες τα γεγονότα που περνούν από μπροστά μας, χωρίς αναστρέψιμη
ελπίδα. Αυτή είναι η μοίρα των θνητών. Κι αλλοίμονο σ' εκείνους που δεν έχουν
ακόμη βρη την απάντηση στο πρόβλημα του θανάτου. Την απάντηση τη δίδει μόνο η Χριστιανική
πίστη.
ΚΑΘΕ ΠΡΩΤΟΧΡΟΝΙΑ ΕΙΝΑΙ συμβατική αφετηρία μιας νέας προσπάθειας.
Κανείς ασφαλώς δεν θέλει να ζη σ' ένα κόσμο
παρακμής, αντιφάσεων, αλληλοσυγκρουομένων συμφερόντων, αδικίας και αμοραλισμού.
Η κατάσταση δεν αλλάζει μαγικά και μηχανικά. Χρειάζονται να πολλαπλασιασθούν οι
άνθρωποι που κάνουν Αντίσταση. Που παραμένουν πιστοί στις Ορθόδοξες παραδόσεις
μας, στις αξίες μας, στην ιστορία μας και στους αγώνες μας.
«Εμίσησα Εκκλησίαν Πονηρευομένων»
Το στυγερώτερον έγκλημα εις βάρος της αγίας μας
Ορθοδοξίας είναι η ανοχή των Αιρέσεων και των Αιρετικών. Ασεβέστατα κηρύσσονται
από Ορθοδόξους (;) ποιμένας αιρέσεις φοβεραί, και ανεμπόδιστα κινούνται
Αιρεσιόφρονες Ποιμένες (;) μεταξύ της Ποίμνης του Χριστού! Έπαυσε, φαίνεται,
εις ωρισμένους να λειτουργή το αισθητήριον της Ορθοδοξίας και η Εκκλησιαστική
συνείδησις έχει επικινδύνως αμβλυνθή, ώστε να μη διακρίνωνται τα
Αγιοπνευματοχάρακτα σύνορα της Ορθοδοξίας από την πλάνην και την Αίρεσιν. Ποίοι
άραγε ευθύνονται δια την τραγικήν αυτήν ψυχικήν τύφλωσιν; Κατ΄ αρχήν όλοι· προ
παντός όμως οι Ποιμένες! «Ποιμένες πολλοί διέφθειραν τον αμπελώνα μου,
εμόλυναν την μερίδα μου…» (Ιερ. 12, 10), θρηνωδεί ο προφήτης Ιερεμίας· και
προσθέτει: «Ω οι ποιμένες (…) Υμείς διεσκορπίσατε τα πρόβατά μου και εξώσατε
αυτά…» (Ιερ. 23, 1-3). Δυστυχώς Πατριάρχαι, Αρχιερείς, Επίσκοποι,
Ηγούμενοι, με έναν λόγον Ποιμένες εμολύνθησαν από τον Οικουμενισμόν, ώστε να
έχουν συνηθίσει εις τας Οικουμενιστικάς βλασφημίας και να μη ενοχλούνται από τα
κηρύγματα των Αιρέσεων, δια των οποίων βάλλεται, εξοντωτικώς η Αγία μας
Ορθόδοξος Εκκλησία. Φαίνεται, ότι εις την εποχήν του Υλιστικού Ευδαιμονισμού
δεν θεωρείται πλέον υπέρτατος σκοπός της Εκκλησίας η αγιότης, αλλά η κοσμική
σκοπιμότης.