Ποιός καί γιατί ἄλλαξε τόν οἰκουµενικό χαρακτήρα τῆς Ἁγίας καί Μεγάλης Συνόδου;

Γράφει ὁ πρωτ. π. Θεόδωρος Ζήσης, Ὁµότιµος Καθηγητής Α.Π.Θ.
1ον
 1. Τὸν µητροπολίτη Μεσσηνίας καλύπτει ὁ Οἰκουµενικὸς Πατριάρχης, ἀλλὰ µένει ὁ ἴδιος ἀκάλυπτος

Σὲ προηγούµενο ἄρθρο µας µὲ τίτλο «Μεταλλαγµένη καὶ ἀλλοιωµένη ἡ Ἁγία καὶ Μεγάλη Σύνοδος», εἴχαµε ἐπισηµάνει ὅτι, ἐνῶ ἐξ ἀρχῆς ἀλλὰ καὶ κατὰ τὴν ἐξέλιξη τῆς προσυνοδικῆς διαδικασίας ὅλοι ἐπίστευαν καὶ ἔλεγαν ὅτι ἡ Σύνοδος ἐκαλεῖτο νὰ καλύψει ἐπὶ οἰκουµενικοῦ ἐπιπέδου τὸ κενὸ τῆς συνοδικότητος ποὺ ὑπῆρχε ἐπὶ αἰῶνες, εἴτε θεωρήσει κανεὶς ὡς τελευταία οἰκουµενικὴ σύνοδο τὴν Ζ´ (787) ἐναντίον τῶν εἰκονοµάχων, εἴτε τὶς δύο ἄλλες ποὺ θεωροῦνται ὡς οἰκουµενικές, τὴν ἐπὶ Φωτίου (879-880) καὶ τὴν ἡσυχαστικὴ τοῦ 1351, αἰφνιδίως καὶ ἐνῶ βρισκόµαστε στὰ πρόθυρα τῆς συγκλήσεως τῆς Συνόδου προσπαθοῦν κάποιοι νὰ µᾶς µάθουν καὶ νὰ µᾶς διδάξουν ὅτι ἡ Σύνοδος δὲν συγκαλεῖται ὡς οἰκουµενική, ἀλλὰ εἶναι µία ἁπλὴ πανορθόδοξη Σύνοδος, στὴν ὁποία θὰ ἀκολουθήσουν σύντοµα καὶ ἄλλες. Εἴχαµε ἐκπλαγῆ, ὅταν πληροφορηθήκαµε ὅτι σὲ ἐπίσηµη ἐνηµέρωση ποὺ ἔκανε στὸ σῶµα τῆς ἱεραρχίας τῆς Ἐκκλησίας τῆς Ἑλλάδος πρὶν ἀπὸ ἕνα ἔτος, στὶς 8 Ὀκτωβρίου τοῦ 2014 ὁ µητροπολίτης Μεσσηνίας Χρυσόστοµος, ἐκπρόσωπος τῆς Ἐκκλησίας τῆς Ἑλλάδος στὶς προσυνοδικὲς Ἐπιτροπὲς καὶ ∆ιασκέψεις εἶπε ἐπὶ λέξει:
«Ἡ ἰδία ἡ θεµατολογία, ὡς αὕτη καθωρίσθη πανορθοδόξως καὶ ὁµοφώνως καὶ ὁ σκοπὸς τῆς συγκλήσεως τῆςἉγίας καὶ Μεγάλης Συνόδου, προσδιορίζει καὶ τὸν χαρακτήρα Αὐτῆς τῆς Συνόδου οὐχὶ ὡς Οἰκουµενικῆς, ἀλλ᾽ ὡς ῾Αγίας καὶ Μεγάλης Συνόδου τῆς Ὀρθοδόξου Καθολικῆς Ἐκκλησίας»[1]. Ἡ ἔκπληξή µου ὀφειλόταν εἰς τὸ ὅτι µετέχων γιὰ κάποιο χρονικὸ διάστηµα τῶν προσυνοδικῶν Ἐπιτροπῶν καὶ ∆ιασκέψεων, ὡς θεολογικὸς σύµβουλος τῆς ἀντιπροσωπίας τοῦ Οἰκουµενικοῦ Πατριαρχείου, ἐγνώριζα ἐκ τῶν ἔσω ὅτι ἐπισήµως ἡ Σύνοδος ἐθεωρεῖτο ὡς Οἰκουµενικὴ καὶ συνεκαλεῖτο ὡς Οἰκουµενική, ὀνοµάσθηκε ὅµως Ἁγία καὶ Μεγάλη, διότι ἡ ἀναγνώριση τῆς οἰκουµενικότητος ἔπρεπε νὰ ἀφεθεῖ στὴν συνείδηση τοῦ πληρώµατος τῆς Ἐκκλησίας. Ἐγνώριζα ἐπίσης ἀπὸ τὴν µελέτη τῆς σχετικῆς βιβλιογραφίας καὶ τῶν σχετικῶν κειµένων, ὅτι ὅλοι αὐτὸ ἐπίστευαν· καὶ ἐκεῖνοι ποὺ εἶχαν τὴν πρωτοβουλία τῆς συγκλήσεως καὶ τῆς προετοιµασίας, ἀλλὰ καὶ ὅσοι ἀντιδροῦσαν στὴν σύγκληση. Στὸ µνηµονευθὲν ἄρθρο µου ἐνδεικτικὰ παρέθεσα σχετικὲς µαρτυρίες τοῦ µητροπολίτου Γέροντος Χαλκηδόνος Μελίτωνος, ὁ ὁποῖος προήδρευσε σὲ πολλὲς προσυνοδικὲς Ἐπιτροπὲς καὶ ∆ιασκέψεις, τοῦ µητροπολίτου Μυτιλήνης Ἰακώβου, ὡς προέδρου τῆς Συνοδικῆς Ἐπιτροπῆς ἐπὶ τῶν ὑποθέσεων τοῦ Ἐξωτερικοῦ τῆς Ἐκκλησίας τῆς Ἑλλάδος καὶ τῶν δύο Ἁγίων Γερόντων, τοῦ  Ἁγίου Ἰουστίνου Πόποβιτς καὶ τοῦ Ἁγίου Φιλοθέου Ζερβάκου, τοῦ ὁποίου ἀναµένεται ἡ ἐπίσηµη ἁγιοκατάταξη. ∆ιερωτόµουν λοιπὸν καὶ διερωτῶνται ὅλοι οἱ εἰδότες: Τί συνέβη ἐν τῷ µεταξύ, καὶ ἄλλαξε ὁ χαρακτήρας καὶ ἡ φύση τῆς Συνόδου; Γιατί τώρα πρὸς τὸ τέλος τῆς ἀφαιρεῖται τὸ γνώρισµα τῆς οἰκουµενικότητας; Ὅλοι προηγουµένως δὲν ἤξεραν τί ἔκαναν καὶ τί ἔλεγαν; Καὶ ἐὰν κατὰ τὸ µακρὸ αὐτὸ διάστηµα τῆς προετοιµασίας, µοναδικὸ στὴν µακραίωνα συνοδικὴ Παράδοση τῆς Ἐκκλησίας, συνέβη κάτι ποὺ ὁδήγησε σ᾽ αὐτὴν τὴν ἀλλαγή, τί εἶναι αὐτὸ καὶ πῶς καὶ πότε συνέβη; Ποιά Προπαρασκευαστικὴ Ἐπιτροπὴ ἢ Προσυνοδικὴ ∆ιάσκεψη τὸ συζήτησε, τὸ ἐπρότεινε καὶ τὸ ἀποφάσισε; Τὸ γνωρίζουν καὶ τὸ ἀποδέχθηκαν οἱ σύνοδοι τῶν τοπικῶν αὐτοκεφάλων Ἐκκλησιῶν; Ἀρκεῖ µία ἁπλὴ ἐνηµέρωση γι᾽ αὐτὴν τὴν οὐσιώδη µεταλλαγὴ καὶ ἀλλοίωση; ∆ὲν ἐχρειάζετο συζήτηση καὶ λήψη ἀποφάσεων; Ὅ,τι ἀντισυνοδικὸ καὶ ἀντιδεοντολογικὸ ἔπραξε ὁ µητροπολίτης Μεσσηνίας ἐνηµερώνοντας ἁπλῶς τὴν Ἱεραρχία τῆς Ἐκκλησίας τῆς Ἑλλάδος γιὰ ἀποφάσεις ποὺ λαµβάνονται ἀλλοῦ, ἀντὶ νὰ ζητήσει ἐπ᾽ αὐτοῦ τὴν γνώµη τῆς Ἱεραρχίας, ἔπραξε καὶ ὁ Οἰκουµενικὸς Πατριάρχης Βαρθολοµαῖος ἐνηµερώνοντας ἁπλῶς τὴν Ἱεραρχία τοῦ Θρόνου (29 Αὐγούστου 2015), ἡ ὁποία κατὰ τὸ ἥµισυ ἀνῆκε σὲ ἄλλο σῶµα, στὸ σῶµα τῆς Ἱεραρχίας τῆς Ἐκκλησίας τῆς Ἑλλάδος. Εἶναι καὶ αὐτὸ κάτι πρωτόγνωρο καὶ µοναδικό, ἀνώµαλο πάντως καὶ ἀντικανονικό, καὶ στὴν ἀνθρώπινη φυσιολογία καὶ στὴν συνοδικὴ ἱστορία· τὸ νὰ ἀνήκεις δηλαδὴ συγχρόνως σὲ δύο σώµατα. Ἀναφερόµενος, λοιπόν, ὁ πατριάρχης στὴν Ἁγία καὶ Μεγάλη Σύνοδο ἐπιβεβαίωσε τὰ ὅσα εἶπε ὁ Μεσσηνίας Χρυσόστοµος καὶ τὸν ἐκάλυψε, ἄφησε ὅµως ἀκάλυπτο τὸν ἑαυτό του, ἀφοῦ ἀπορρίπτει τὴν περὶ τῆς Ἁγίας καὶ Μεγάλης Συνόδου γνώµη ποὺ εἶχαν ἐπιφανεῖς ἱεράρχες τοῦ Θρόνου, πρόεδροι τῶν Προσυνοδικῶν Ἐπιτροπῶν καὶ ∆ιασκέψεων, ὅπως ὁ Γέροντάς του µητροπολίτης Χαλκηδόνος Μελίτων Χατζῆς, καὶ ὁ Μύρων, µετέπειτα Ἐφέσου, Χρυσόστοµος Κωνσταντινίδης, καὶ πολλοὶ ἄλλοι. Ἀκυρώνει καὶ ἀνατρέπει τὴν σταθερὴ καὶ ἐπίσηµη γραµµὴ τῆς Ἐκκλησίας Κωνσταντινουπόλεως, ὅπως τὴν καθόρισε ὁ ἴδιος ὁ πατριάρχης Ἀθηναγόρας ποὺ ἐπανέφερε θερµὰ καὶ δραστήρια τὸ θέµα τῆς συγκλήσεως τῆς Ἁγίας καὶ Μεγάλης Συνόδου, κατανοουµένης ὡς Οἰκουµενικῆς, ὅπως σὲ λίγο καὶ πάλι θὰ δείξουµε. Ὡς πατριάρχης µὲ ηὐξηµένο, λόγῳ τοῦ ἀξιώµατος, κῦρος ὁ κ. Βαρθολοµαῖος προχώρησε περισσότερο ἀπὸ τὸν Μεσσηνίας καὶ µᾶς ἔµαθε ἀντιπατερικὰ καὶ µεταπατερικά, ἀλλὰ καὶ ἀντίθετα πρὸς τὴν γραµµὴ τῆς ἰδίας του Ἐκκλησίας, γιατί δὲν µποροῦµε νὰ θεωροῦµε τὴν Ἁγία καὶ Μεγάλη Σύνοδο ὡς οἰκουµενική: Γιατὶ θὰ λείπουν οἱ ἀδελφοί µας Χριστιανοὶ τῆς ∆ύσεως, γιατὶ τώρα ἡ Ἐκκλησία εἶναι διηρηµένη, ἐλλιπής, καὶ δὲν µπορεῖ ἕνα διηρηµένο µέρος νὰ κάνει οἰκουµενικὴ σύνοδο χωρὶς τὸ ἄλλο, ἐπιβεβαιώνοντας ὅσα ἡ «Σύναξη Ὀρθοδόξων Κληρικῶν καὶ Μοναχῶν»τοῦ ὑπέδειξε ὡς αἱρέσεις καὶ πλάνες στὸ κείµενο ποὺ ἐκυκλοφόρησε καὶ ὑπογράφτηκε ἀπὸ πολλούς, ἀρχιερεῖς, ἱερεῖς, ἱεροµονάχους, µοναχοὺς καὶ λαϊκούς, µὲ τίτλο «Ἡ Νέα Ἐκκλησιολογία τοῦ Οἰκουµενικοῦ Πατριάρχου κ. Βαρθολοµαίου»[2].

2. Εἴµαστε ἐλλιπὴς Ἐκκλησία χωρὶς τοὺς ∆υτικούς;
Θὰ παραθέσουµε καὶ θὰ σχολιάσουµε τὰ ὅσα εἶπε πατριάρχης Βαρθολοµαῖος γιὰ τὴν Ἁγία καὶ Μεγάλη Σύνοδο, ἀντίθετα πρὸς τὴν γραµµ τῶν πρὸ αὐτοῦ ὑπευθύνων τῆς προετοιµασίας τῆς Συνόδου, θὰ προσθέσουµε µερικὲς ἀκόµη ἐνδεικτικὲς µαρτυρίες γιὰ τὸν οἰκουµενικὸ χαρακτήρα τῆς Συνόδου, συµπληρώνοντας ὅσες στὸ προηγούµενο ἄρθρο µνηµονεύσαµε, καὶ θὰ προσπαθήσουµε νὰ ἀνιχνεύσουµε τοὺς λόγους γιὰ τοὺς ὁποίους κάποιο ἄγνωστο γνωστό «∆ιευθυντήριο», δὲν θέλει Ἁγία καὶ Μεγάλη Σύνοδος νὰ θεωρηθεῖ ὡς οἰκουµενική. Εἶπε λοιπὸν πατριάρχης πρὸς τοὺς ἱεράρχες τοῦ Θρόνου, πολλοὶ τῶν ὁποίων, οἱ τῶν «Νέων Χωρῶν», εἶναι καὶ ἱεράρχες τῆς Ἐκκλησίας τῆς Ἑλλάδος: «∆ευτέρα παρατήρησις ἐπὶ τοῦ θέµατος τούτου εἶναι διευκρίνησις περὶ τῆς φύσεως τῆς συγκαλουµένης  Ἁγίας καὶ Μεγάλης Συνόδου. Κατὰ τὴν ἐπιλογὴν τῆς ὀνοµασίας τῆς Συνόδου ταύτης ὑπὸ τῆς Α´ Προσυνοδικῆς Πανορθοδόξουιασκέψεως ἀπεφεύχθη συνειδητῶς χαρακτηρισµὸς αὐτῆς ὡς Οἰκουµενικῆς Συνόδου διὰ τὸν λόγον ὅτι δὲν καλοῦνται ὡς µέλη αὐτῆς οἱ ἐκ τῆςύσεως Χριστιανοί, ὡς συνέβαινε πάντοτε ἐν τῇ ἀρχαίᾳ Ἐκκλησίᾳ κατὰ τὴν σύγκλησιν Οἰκουµενικῶν Συνόδων. αὐθεντία τῆς Συνόδου ταύτης ἐκτείνεται συνεπῶς, µόνον εἰς τὸν χῶρον τῆς Ὀρθοδόξου Ἐκκλησίας, χωρὶς τοῦτο νὰ σηµαίνῃ ὅτι δὲν δύναται νὰ λάβῃ αὕτη ἀποφάσεις ἀναφεροµένας εἰς τὰς σχέσεις τῆς Ὀρθοδοξίας πρὸς τὸν λοιπὸν χριστιανικὸν κόσµον». Ὑπάρχει ἐν πρώτοις στὴν διευκρίνηση αὐτὴ µία παραπλάνηση καὶ παραπληροφόρηση τοῦ σώµατος τῆς Ἱεραρχίας, ὁποία στηρίζεται σὲ σαθρό, ψεύτικο ἐπιχείρηµα. Ἀδυνατοῦντες οἱ ἰθύνοντες τὰ τῆς Συνόδου νὰ δικαιολογήσουν τὸ πῶς ῾Αγία καὶ Μεγάλη Σύνοδος, προετοιµαζόµενη καὶ θεωρούµενη ὡς οἰκουµενική, κατέληξε νὰ θεωρεῖται µία συνήθης πανορθόδοξη Σύνοδος, ἐπικαλοῦνται ψευδῶς ἀνύπαρκτη ἀπόφαση τῆς Α´ Προσυνοδικῆς Πανορθοδόξουιασκέψεως, ὁποία δῆθεν συνειδητῶς ἀπέφυγε τὸν χαρακτηρισµ τῆς Συνόδου ὡς Οἰκου- µενικῆς καὶ ἐπέλεξε τὴν ὀνοµασία Ἁγία καὶ Μεγάλη Σύνοδος. Εἶναι σὰ νὰ λένε πρὸς ὅλους µας: Γιατί διαµαρτύρεσθε ποὺ θεωροῦµε ὅτι ἡ Σύνοδος δὲν εἶναι οἰκουµενική; Ὑπάρχει γι᾽ αὐτὸ πανορθόδοξη ἀπόφαση καὶ συναίνεση τὴν ὁποία ἐµεῖς ἀκολουθοῦµε. Πολὺ χειρότερη εἶναι ἡ αἰτιολόγηση ποὺ ἔκανε δῆθεν ἡ Α´ Προσυνοδικὴ Πανορθόδοξη ∆ιάσκεψη γιὰ τὴν ἐπιλογὴ τῆς ὀνοµασίας· καὶ ἡ αἰτιολόγηση αὐτή, ποὺ δὲν εἶναι βέβαια τῆς Πανορθόδοξης ∆ιάσκεψης, ὅπως θὰ δείξουµε, ἀλλὰ τοῦ πατριάρχου Βαρθολοµαίου, συνιστᾶ ἐκκλησιολογικὴ πλάνη καὶ αἵρεση. Λέγει λοιπὸν ὁ πατριάρχης, καὶ ὄχι ἡ Πανορθόδοξη ∆ιάσκεψη, ὅτι συνειδητὰ ἀποφεύγουµε τὴν ὀνοµασία «Οἰκουµενικὴ Σύνοδος», «διὰ τὸν λόγον ὅτι δὲν καλοῦνται ὡς µέλη αὐτῆς οἱ ἐκ τῆς ∆ύσεως Χριστιανοί, ὡς συνέβαινε πάντοτε ἐν τῇ ἀρχαίᾳ Ἐκκλησίᾳ κατὰ τὴν σύγκλησιν Οἰκουµενικῶν Συνόδων». Τί νὰ πεῖ κανεὶς καὶ τί νὰ ὁµολογήσει γι᾽ αὐτὴν τὴν ἀντιαποστολική, ἀντιπατερική, ἀντικανονική, ἀντορθόδοξη, αἱρετικὴ δήλωση ποὺ προδίδει πλήρη ἄγνοια τῆς ἐκκλησιαστικῆς ἱστορίας, τῆς συνοδικῆς παραδόσεως, τῆς κανονικῆς τάξεως, τῆς δογµατικῆς διδασκαλίας καὶ τῆς ὀρθόδοξης ἐκκλησιολογίας; Ποῦ ζεῖ ὁ συντάκτης αὐτοῦ τοῦ κειµένου; Χίλια χρόνια πρίν; ∆ὲν γνωρίζει ὅτι ἐδῶ καὶ περισσότερο ἀπὸ χίλια χρόνια «οἱ ἐκ τῆς ∆ύσεως Χριστιανοί» δὲν εἶναι µέλη τῆς Μιᾶς, Ἁγίας, Καθολικῆς καὶ Ἀποστολικῆς Ἐκκλησίας; Ὅτι µέλη τῆς Ἐκκλησίας,τῆς θριαµβεύουσας καὶ τῆς στρατευοµένης, εἶναι ὅσοι µποροῦν νὰ µνηµονεύονται κατὰ τὴν τέλεση τῆς Προσκοµιδῆς, καὶ ὅτι τὸ δισκάριο τῆς Προσκοµιδῆς, κυκλικὸ καθὼς εἶναι, παριστᾶ τὴν καθολικότητα τῆς Ἐκκλησίας; Ὅσοι δὲν µνηµονεύονται στὸ Ἅγιο ∆ισκάριο καὶ κατ᾽ ἐπέκτασιν δὲν µετέχουν καὶ τοῦ Ἱεροῦ Ποτηρίου, εἶναι ἐκτὸς τῆς Ἐκκλησίας καὶ δὲν δικαιοῦνται, εἴτε εἶναι αἱρετικοὶ εἴτε εἶναι σχισµατικοί, οὔτε νοµιµοποιοῦνται νὰ µετέχουν στὴν συνοδικὴ ζωὴ τῆς Ἐκκλησίας. Στὴν ἐποχὴ τῶν Οἰκουµενικῶν Συνόδων ἀσφαλῶς µετεῖχαν καὶ οἱ ἐκ τῆς ∆ύσεως ἐπίσκοποι, διότι τότε ἡ ∆ύση ἦταν Ὀρθόδοξη καὶ δὲν εἶχε ἀποκοπῆ ἀπὸ τὴν Ἐκκλησία. Εἶναι ἐπι- χείρηµα αὐτό; Οἱ Ὀρθόδοξοι µετέχουν τῶν Οἰκουµενικῶν Συνόδων, οἱ αἱρετικοὶ καὶ σχισµατικοὶ ὄχι· µετέχουν µόνον γιὰ νὰ ἀπολογηθοῦν γιὰ τὶς αἱρέσεις καὶ τὰ σχίσµατα, καί, ἂν δὲν τὰ ἀποκηρύξουν, καταδικάζονται καὶ ἀναθεµατίζονται. Ὁ Παπισµὸς καὶ µόνον γιὰ τὴν αἵρεση τοῦ Filioque ἔχει προδροµικὰ καταδικασθῆἀπὸπολλὲς οἰκουµενικὲςσυνόδουςποὺ ἀπαγορεύουν κάθε προσθήκη στὸ Σύµβολο τῆς Πίστεως, ἀλλὰ καὶ ὁριστικὰ ἀπὸ τὴν θεωρούµενη ὡς Η´ Οἰκουµενικὴ Σύνοδο τοῦ 879-80, ποὺ συνεκάλεσε ὁ Μ. Φώτιος, στὴν ὁποία µάλιστα παρίσταντο καὶ ἐκπρόσωποι τῆς Ὀρθόδοξης τότε ∆ύσης. Ἡ θεωρούµενη ἐπίσης ὡς Θ´ Οἰκουµενικὴ Σύνοδος τοῦ 1351 καταδίκασε στὸ πρόσωπο τοῦ Βαρλαὰµ Καλαβροῦ τὴν δυτικὴ αἵρεση περὶ κτιστῆς Χάριτος, καὶ ὅλες οἱ σύνοδοι κατὰ τὴν περίοδο τῆς Τουρκοκρατίας, Πανορθόδοξες µάλιστα, πρωτοστατούσης τῆς Ἐκκλησίας Κωνσταντινουπόλεως µέχρι τὸ τέλος τοῦ 19ου αἰῶνος, καταδίκασαν µὲ µεγάλη αὐστηρότητα τὸν «ὁρµαθὸν τῶν αἱρέσεων», ὅπως λέγουν, τοῦ Παπισµοῦ καὶ τοῦ Προτεσταντισµοῦ[3]. Σὲ κανενὸς Ὀρθοδόξου τὸ ὑγιὲς κεφάλι δὲν θὰ περνοῦσε ποτὲ ἡ γνώµη ὅτι ἡ ἀπουσία τῶν αἱρέσεων καὶ τῶν σχισµάτων καθιστᾶ ἐλλιπῆ, ἐλλειµµατικὴ τὴν Ἐκκλησία,τῆς ἀφαιρεῖ τὴν ἑνότητα καὶ τὴν καθολικότητα, εἶναι µέρος τῆς Ἐκκλησίας ὄχι τὸ ὅλον. ∆ὲν µᾶς φτάνει ποὺ ὁ πάπας µᾶς θεωρεῖ ἐλλειµµατικούς, µὲ ἐλλατωµένη ἐκκλησιαστικότητα, ἐπειδὴ δὲν ἀναγνωρίζουµε τὸν πάπα, µᾶς προστέθηκε τώρα καὶ ὁ πατριάρχης Βαρθολοµαῖος ὡς συνήγορός του στὰ περὶ ἐλλιποῦς ἐκκλησιαστικότητος, ἀφοῦ µᾶς διδάσκει ὅτι χωρὶς αὐτοὺς δὲν µποροῦµε νὰ συγκαλέσουµε Οἰκουµενικὴ Σύνοδο. Εἶπε ἢ ἔγραψε ποτὲ πρὸς τοὺς φίλους του Παπικοὺς ὅτι ὅλες οἱ σύνοδοι ποὺ συνεκάλεσε ὁ πάπας µετὰ τὴν Ζ´ ὡς οἰκουµενικές, καὶ ἔχουν ξεπεράσει τὶς εἴκοσι, δὲν εἶναι οἰκουµενικές, γιατὶ ἀπουσιάζουν οἱ Ὀρθόδοξοι; Ἀλλὰ καὶ νὰ τὸ ἔλεγε, ποιός θὰ ἄκουγε τὴν γνώµη του; Ὁ πάπας σφετερίζεται, κλέβειτὸ δικαίωµα τῆς Μιᾶς, Ἁγίας, Καθολικῆς καὶ Ἀποστολικῆς Ἐκκλησίας καὶ συγκαλεῖ Οἰκουµενικὲς Συνόδους, καὶ ἡ οἰκοδέσποινα Ἐκκλησία δὲν δεσπόζει εἰς τὰ τοῦ οἴκου της, ἀµφισβητοῦν τὰ δικαιώµατά της οἱ ἀξιωµατοῦχοι της καὶ τὰ παιδιά της; Ἡ ἑνότητα ὅµως καὶ ἡ καθολικότητα τῆς Ἐκκλησίας εἶναι δεδοµένα, δὲν εἶναι ζητούµενα, ἔστω καὶ ἂν ὑπάρχουν αἱρέσεις καὶ σχίσµατα, ποὺ δὲν ἔλειψαν στὴν ἱστορία τῆς Ἐκκλησίας, µὲ µεγάλο ἀριθµὸ ὀπαδῶν καὶ σὲ µεγάλη γεωγραφικὴ ἔκταση. Ἡ ἔκπτωση καὶ ἡ ἀποκοπὴ τµηµάτων ἀπὸ τὴν καθολική, τὴν οἰκουµενικὴ Ἐκκλησία δὲν παραβλάπτει τὴν ἑνότητα καὶ ὁλοκληρία της.  ∆ιαφορετικά, ἂν λάβει κανεὶς ὑπ᾽ ὄψιν πόσες αἱρέσεις καὶ σχίσµατα ἀποκόπηκαν ἀπὸ τὴν Ἐκκλησία, τὸν καιρὸ µάλιστα ποὺ συνεκαλοῦντο οἱ Οἰκουµενικὲς Σύνοδοι, ἔπρεπε νὰ εἶχε ἐκλείψει ὁ θεσµὸς τῶν Οἰκουµενικῶν Συνόδων, διότι χωρὶς τὶς αἱρετικὲς αὐτὲς κοινότητες, δὲν θὰ µποροῦσε ἡ Ἐκκλησία νὰ συγκαλέσει Οἰκουµενικὴ Σύνοδο. Ἔχει γι᾽ αὐτὸ ἀπόλυτο δίκαιο ὁ ἀγρυπνῶν στὶς ἐπάλξεις τῆς Ὀρθοδοξίας µητροπολίτης Πειραιῶς Σεραφείµ, ὁ ὁποῖος σὲ πρόσφατο κείµενό του, σχολιάζοντας πολλὰ σηµεῖα τῆς εἰσηγήσεως τοῦ πατριάρχου Βαρθολοµαίου, ποὺ ἐξεφώνησε πρὸς τοὺς Ἱεράρχες τοῦ Θρόνου στὸ Φανάρι (29.8.2015), γιὰ τὸ θέµα τοῦ ὀνόµατος τῆς Συνόδου µεταξὺ ἄλλων λέγει καὶ τὰ ἑξῆς: «Ἡ θέση τοῦ Παναγιωτάτου ὅτι ἡ Ὀρθόδοξος Ἐκκλησία δὲν δύναται πλέον νὰ συγκαλεῖ Οἰκουµενικὴ Σύνοδο ἐξ αἰτίας τῆς µὴ συµµετοχῆς τῶν ∆υτικῶν, εἶναι παντελῶς ἐσφαλµένη. Οὐσιαστικὰ διακηρύσσει µὲ τὴν θέση του αὐτὴ ὅτι ἡ Ὀρθόδοξη Ἐκκλησία εἶναι ἐλλειµµατική, ἀσθενὴς καὶ ἀτελὴς Ἐκκλησία, καὶ µόνο ὅταν “ἑνωθεῖ” µὲ τὸν Παπισµὸ καὶ τὸν Προτεσταντισµὸ θὰ εἶναι τέλεια Ἐκκλησία, ὁπότε θὰ µπορεῖ τότε µαζὶ µὲ τοὺς ∆υτικοὺς νὰ συγκαλεῖ  Οἰκουµενικὴ Σύνοδο. Ἡ θέση, ὅµως, αὐτὴ ἀπέχει παρασάγκας ἀπὸ τὴν Ὀρθόδοξη Ἐκκλησιολογία»[4]. Φαίνεται µάλιστα ὅτι ἡ ἐσφαλµένη αὐτὴ ἐκκλησιολογικὴ θέση τοῦ πατριάρχου, τοῦτ᾽ αὐτὸ αἱρετική, δὲν εἶναι ἐκ παραδροµῆς καὶ στιγµιαίας παρεκκλίσεως, ἢ θεολογικῆς ἀγραµµατοσύνης κάπoιου συντάκτου, ποὺ τὸν ἐµπιστεύθηκε ὁ πατριάρχης, ἀλλὰ συνεχὴς καὶ σταθερὴ θέση, ὅπως φαίνεται καὶ ἀπὸ τὸ κείµενο ποὺ ἐκυκλοφόρησε ἡ «Σύναξις Ὀρθοδόξων Κληρικῶν καὶ Μοναχῶν» µὲ τίτλο «Ἡ νέα Ἐκκλησιολογία τοῦ Οἰκουµενικοῦ πατριάρχου κ. Βαρθολοµαίου», τὸ ὁποῖο ὑπέγραψαν ὀκτὼ ἀρχιερεῖς, ἑκατοντάδες κληρικῶν καὶ µοναχῶν καὶ χιλιάδες ἁπλῶν ἐνσυνειδήτων Ὀρθοδόξων πιστῶν. 3. ∆ὲν ἀποφάσισε ποτὲ ἡ Α´ Προσυνοδικὴ Πανορθόδοξη ∆ιάσκεψη ὅτι ἡ Σύνοδος δὲν εἶναι Οἰκουµενική Τὸ ἐξοργιστικὸ καὶ ἀποκαρδιωτικὸ πάντως εἶναι ὅτι ἰσχυρίζεται ψευδῶς ὁ συντάκτης τοῦ πατριαρχικοῦ κειµένου ὅτι ἡ Α´ Προσυνοδικὴ Πανορθόδοξη ∆ιάσκεψη, ἐπέλεξε ἀντὶ τοῦ «Οἰκουµενικὴ Σύνοδος», τὸν ὅρο «Ἁγία καὶ Μεγάλη Συνόδος», ἐπειδὴ δὲν µετέχουν, «οἱ ἐκ τῆς ∆ύσεως Χριστιανοί». Κατὰ τὴν µακροχρόνια ἐνασχόλησή µας µὲ τὰ συνοδικὰ θέµατα οὐδέποτε συναντήσαµε ἢ ἀκούσαµε τέτοια γνώµη, ἀποδιδόµενη µάλιστα σὲ ἐπίσηµη πανορθόδοξη ἀπόφαση. Γνωρίζαµε ὅτι εἶχε διατυπώσει παρόµοια γνώµη καθηγητὴς τῆς Θεολογικῆς Σχολῆς Θεσσαλονίκης καὶ κατόπιν τῶν Ἀθηνῶν[5]. Ἀλλὰ ξαφνικὰ αὐτὴ ἡ µεµονωµένη, ἀδιανόητη ἐκκλησιολογικὰ γνώµη, νὰ ἀποδίδεται σὲ πανορθόδοξη ἀπόφαση καὶ νὰ προσλαµβάνει πανορθόδοξο κῦρος, µόνο µαγικὰ θὰ µποροῦσε νὰ γίνει. Ἐπειδὴ ὅµως ἀλάθητος δὲν εἶναι κανείς, ἀλλὰ µόνον ὁ προσφιλὴς σὲ κάποιους «Ὀρθοδόξους» πάπας, ἐλέγξαµε σχολαστικὰ τὰ πρακτικὰ τῆς Α´ Προσυνοδικῆς Πανορθόδοξης ∆ιάσκεψης µήπως καὶ δὲν εἴχαµε προσέξει αὐτὴν τὴν ἀπόφαση. Καὶ ὄχι µόνον δὲν βρήκαµε τίποτε σχετικό, ἑποµένως «ἄνθρακες ὁ θησαυρός», καὶ ὅλα τὰ κρυφά «ὑπὸ τοῦ φωτὸς φανεροῦνται», ἐπὶ πλέον ὑπάρχει καταχωρισµένη στὰ Πρακτικὰ «Ἔκθεσις τοῦ Γραµµατέως ἐπὶ τῆς πορείας τῆς προπαρασκευῆς τῆς Συνόδου» µητροπολίτου Ἑλβετίας κυροῦ ∆αµασκηνοῦ, τοῦ καλύτερου γνώστη ὅλων τῶν σχετικῶν θεµάτων, λόγῳ τῆς ἐνεργοῦ καὶ ἐκτεταµένης συµµετοχῆς του, ἡ ὁποία διαψεύδει τὸν ἰσχυρισµὸ τοῦ πατριάρχου περὶ τῆς ἀπουσίας τῶν ἐκ ∆ύσεως Χριστιανῶν, ὡς λόγου γιὰ τὸν ὁποῖο δὲν καλεῖται ἡ Σύνοδος Οἰκουµενική, καὶ ἐκφράζει τὴν ὀρθὴ ἄποψη ὅτι ἡ οἰκουµενικότητα τῶν Συνόδων ἀναγνωρίζεται ἐκ τῶν ὑστέρων ἀπὸ τὴν συνείδηση τοῦ πληρώµατος τῆς Ἐκκλησίας. Ἡ µαρτυρία µάλιστα αὐτὴ τοῦ Γραµµατέως ἐπιβεβαιώνει προσθε- τικὰ ὅτι ἡ Σύνοδος ἐθεωρεῖτο Οἰκουµενική, ἔστω καὶ ἂν δὲν ὀνο- µαζόταν Οἰκουµενική. Παραθέτουµε ἐπὶ λέξει τὴν γνώµη τοῦ Γραµµατέως τῆς Προπαρασκευῆς τῆς Συνόδου: «Ἂς σηµειωθῇ ἐνταῦθα ὅτι µεταξὺ τῶν ὅρων, οἱ ὁποῖοι ἐκ τῆς παραδόσεως τῆς Ἐκκλησίας προσεφέροντο διὰ τὴν ὀνοµασίαν τῆς Πανορθοδόξου Συνόδου, ἤτοι τοῦ ὅρου Οἰκουµενικὴ Σύνοδος» καὶ τοῦ ὅρου “῾Αγία καὶ Μεγάλη Σύνοδος τῆς Ὀρθοδόξου Ἐκκλησίας”, προετιµήθη τελικῶς ὁ δεύτερος, καὶ τοῦτο διότι, ἂν καὶ ὑπῆρξαν εἰς τὴν ἱστορίαν τῆς Ἐκκλησίας Σύνοδοι συγκληθεῖσαι ὡς «Οἰκουµενικαί», τὸν χαρακτήρα τούτων ὡς Οἰκουµενικῶν προσέδωκεν εἰς αὐτὰς τελικῶς ἡ κοινὴ συνείδησις τοῦ πληρώµατος. Οὕτω συνέβη ὥστε ἔνιαι ἐκ τῶν ὡς Οἰκουµενικῶν συγκαλουµένων νὰ ἀποβαίνουν τοπικαὶ εἰς τὴν συνείδησιν τῆς Ἐκκλησίας καὶ ἀντιστρόφως ἔνιαι τοπικῶν Οἰκουµενικαί. Ἡ ἐν Σαρδικῇ π.χ. συγκληθεῖσα Σύνοδος (343) συνεκλήθη µὲν ὡς Οἰκουµενική, ἐθεωρήθη ὅµως τελικῶς τοπική· ὁµοίως δὲ καὶ ἡ ἐν Ἀριµίνῳ τοῦ 359. Ἀντιθέτως ἡ ἐν Κωνσταντινουπόλει τοῦ 381 συνεκλήθη µὲν ὑπὸ τοῦ Αὐτοκράτορος Θεοδοσίου ὡς Σύνοδος τοῦ Ἀνατολικοῦ Τµήµατος τῆςΑὐτοκρατορίας αὐτοῦ, ἀνεγνωρίσθη ὅµως ὡς Οἰκουµενικὴ 150 ἔτη ἀργότερον, δι᾽ ἀποφάσεων τῆς ∆´ Οἰκουµενικῆς Συνόδου (451). Ὁ οἰκουµενικὸς ἢ µὴ χαρακτήρ µιᾶς Συνόδου, παρατηρεῖ ὁ Ὀρθόδοξος Θεολόγος Ἀθανάσιος Γιέφτιτς, κρίνεται κυρίως ἐκ τῆς σωτηριολογικῆς αὐτῆς σπουδαιότητος διὰ τὸ χριστεπώνυµον πλήρωµα, αὕτη δὲ δὲν δύναται νὰ προεξοφληθῇ ἐκ τῶν προτέρων. ∆ι᾽ ὅλους τούτους τοὺς λόγους ὀρθῶς τελικῶς ἐπελέγη ὁ ὅρος: “Ἁγία καὶ Μεγάλη Σύνοδος τῆς Ὀρθοδόξου Ἐκκλησίας”, ὅρος διὰ τοῦ ὁποίου ἀπεκάλουν ἑαυτὰς καὶ αἱ προηγούµεναι Σύνοδοι»[6]. Πρὸς κατοχύρωση µάλιστα τῶν λεγοµένων του ὁ µητροπολίτης ∆αµασκηνὸς παραπέµπει καὶ σὲ συνέντευξη τοῦ Μητροπολίτου Γέροντος Χαλκηδόνος Μελίτωνος ποὺ δηµιοσιεύθηκε στὸ περιοδικό «Ἐπίσκεψις» (ἀρ. 2/2-3-1970) ποὺ τὴν στιγµὴ ποὺ γράφαµε δὲν εἴχαµε στὴν διάθεσή µας[7]. Περιµένουµε λοιπὸν µετὰ ἀπὸ αὐτὰ τοὺς ὑπευθύνους τοῦ Οἰκουµενικοῦ Πατριαρχείου νὰ ἐξηγήσουν ποῦ καὶ πῶς βρέθηκε αὐτὴ ἡ γνώµη τῆς εἰσηγήσεως τοῦ Οἰκουµενι- κοῦ Πατριάρχου, ὡς δῆθεν γνώµη τῆς Α´ Προσυνοδικῆς Πανορθοδόξου ∆ιασκέψεως, ἢ ἀκόµη καὶ ἀπὸ τοὺς πρόθυµους ἀλλὰ µεροληπτοῦντες, µεγαλόσχηµους εἰς τοὺς τίτλους καὶ εἰς τὰ ἀξιώµατα, ὑποστηρικτὲς τῶν λαθῶν τῆς Μεγάλης τοῦ Χριστοῦ Ἐκκλησίας, τὴν ὁποία καὶ ἐµεῖς πέραν τῶν προσώπων, µεγάλως σεβόµεθα καὶ ἀγαποῦµε. Ὅσοι ἐπὶ σαθρῶν βάσεων οἰκοδοµοῦν τὴν Ἁγία καὶ Μεγάλη Σύνοδο δὲν ἀγαποῦν τὸ Οἰκουµενικὸ Πατριαρχεῖο. Καὶ θὰ φανεῖ αὐτὸ πολὺ σύντοµα.


Σηµειώσεις: [1]. Βλ. Πρωτοπρεσβυτέρου Θεοδώρου Ζήση, «Μεταλλαγμένη καὶ ἀλλοιωμένη ἡ Ἁγία καὶ Μεγάλη Σύνοδος», Θεοδρομία17 (2015) 3-9. [2]. Τὸ κείμενο ἐκυκλοφορήθη σὲ ἰδιαίτερο τευχίδιο Βλ. ἐπίσης εἰς Θεοδρομία 17 (2014) 557-570. Τὸ κείμενο ὑπογράφουν οἱ ἀρχιερεῖς Ἀντινόης Παντελεήμων (πατριαρχεῖο Ἀλεξανδρείας) Δρυϊνουπόλεως Ἀνδρέας, Ζιχνῶν καὶ Νευροκοπίου Ἱερόθεος, Πειραιῶς Σεραφείμ, Γλυφάδας Παῦλος, Κυθήρων Σεραφείμ, Αἰτωλοακαρνανίας Κοσμᾶς καὶ Γόρτυνος Ἰερεμίας. Ἐκ μέρους τῆς «Συνάξεως Ὀρθοδόξων Κληρικῶν καὶ Μοναχῶν» οἱ: Ἀρχιμ. Ἀθανάσιος Ἀναστασίου Προηγούμενος Ἱ. Μ. Μεγ. Μετεώρου, Ἀρχιμ. Σαράντης Σαράντος Ἐφημέριος Ἱ. Ν. Κοιμήσεως Θεοτόκου, Ἀμαρούσιον Ἀττικῆς Ἀρχιμ. Γρηγόριος Χατζηνικολάου Καθηγούμενος Ἱ. Μ. Ἁγίας Τριάδος, Ἄνω Γατζέας Βόλου Γέρων Εὐστράτιος Ἱερομόναχος Ἱ. Μ. Μεγίστης Λαύρας Ἁγ. Ὄρους, Πρωτοπρ. Γεώργιος Μεταλληνός, Ὁμότιμος Καθηγητὴς Θεολογικῆς Σχολῆς Πανεπιστημίου Ἀθηνῶν, Πρωτοπρ. Θεόδωρος Ζήσης, Ὁμό- τιμος Καθηγητὴς Θεολογικῆς Σχολῆς Πανεπιστημίου Θεσσαλονίκης, Δημήτριος Τσελεγγίδης, Καθηγητὴς Θεολογικῆς Σχολῆς Πανεπιστημίου Θεσσαλονίκης καὶ χιλιάδες κληρικῶν καὶ μοναχῶν. [3]. Βλ. σχετικῶς εἰς Πρωτοπρεσβυτέρου Θεοδώρου Ζήση, Τὰ ὅρια τῆς Ἐκκλησίας. Οἰκουμενισμὸς καὶ Παπισμός, Θεσσαλονίκη 2004, σελ. 23-52. [4]. Μητροπολίτης Πειραιῶς Σεραφειμ, «Ἀνακοινωθὲν περὶ τῆς Συνάξεως τῶν Ἱεραρχῶν τοῦ Οἰκουμενικοῦ Θρόνου. Σχόλιο στὴν εἰσήγηση τοῦ Οἰκουμενικοῦ Πατριάρχου», Θεοδρομία 17 (2015) 398-404. Τὸ παράθεμα στὴ σελ. 403. [5]. Πρόκειται γιὰ τὸν καθηγητὴ Γεώργιο Γαλίτη. Βλ. σχετικῶς εἰς: «Ἔκθεσις Γραμματέως, Μητροπολίτου Τρανουπόλεως Δαμασκηνοῦ ἐπὶ τῆς πορείας τῆς Προπαρασκευῆς τῆςΣυνόδου», εἰς Συνοδικὰ ΙΙ, τοῦ Ὀρθοδόξου Κέντρου τοῦ Οἰκουμενικοῦ Πατριαρχείου, Chambésy - Γενεύης 1978, σελ. 162. [6]. Αὐτόθι, σελ. 147-148. [7]. Αὐτόθι, σελ. 148, ὑποσημ. 7.

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου