Χαιρετισμὸς εἰς τὰ Ἑλληνόπουλα --- Τοῦ κ. ∆ηµ. Κ. Κουτσουλέλου, Ἐπιτίµου Ἐπόπτου ∆ηµοτικῆς Ἐκπαιδεύσεως

«...Νέοι τῆς γῆς, τοῦ Γένους, µπορεῖ καὶ τοῦ σύµπαντος, ἴσως, οἱ σηµαῖες, ποὺ σήµερα λείπουνε πάνω ἀπ᾽ τὴ γῆ, ὑπάρχουν µέσα σας...». Νικηφόρος Βρεττάκος


Κάθε ἐπικοινωνία µας µαζί σας φέρνει πολλὴ χαρὰ καὶ ὁλόθερµες ἐκφράζονται οἱ εὐχές µας γιὰ τὴν ἄριστη πρόοδο καὶ προκοπή σας. Ἡ ὡραία καὶ χαρούµενη περίοδος τῆς ζωῆς σας, γεµάτη πεδινὰ χελιδόνια, ἄσπρα καὶ λαµπερὰ σύννεφα, σὰν ἐκείνη τὴ φωτεινὴ καὶ θεϊκὴ νεφέλη, ποὺ τύλιξε τὸν Κύριο στὴν κορυφὴ τοῦ βουνοῦ, εἶµαι γεµάτη συγκινητικὲς στιγµές, ποὺ θὰ µένουν βαθειὰ χαραγµένες στὰ βάθη τῆς ψυχῆς σας, γιὰ νὰ ξαναγυρίσουν, µὲ τὰ αἰώνια φτερά τους, στὸ νοῦ σας ὅταν ἡ φαντασία θὰ πετάει σ᾽ ἕνα µακρινὸ ὡραῖο παρελθόν. Στὴν αὐλή, στὶς αἴθουσες, στοὺς διαδρόµους τῶν Σχολείων, παντοῦ, ἀντιλαλοῦν οἱ ἁγνὲς φωνές σας, ποὺ ἑνωµένες ὅλες µαζί, ἀποτελοῦν ὕµνο, τραγούδι καὶ προσευχή. Στὰ µάτια σας λάµπει ἡ χαρά. Κι ὅλοι µαζί σᾶς καµαρώνουµε, γιατί εἶστε τῶν κόπων καὶ τῶν ἐλπίδων µας οἱ καρποί. Μὲ τὴν ψυχή µας ὁλόκληρη, γυρίζουµε, µὲ πολλὴ συγκίνηση, στὰ παιδικά µας χρόνια, ποὺ ζήσαµε στὰ χωριά µας. Θυµοῦµαι, µὲ πολλὴ συγκίνηση, τὰ πρῶτα µαθητικά µου χρόνια, ποὺ ἔζησα σ᾽ ἕνα µικρὸ καὶ ὀρεινὸ ρουµελιώτικο χωριό.
Τότε, οἱ συνθῆκες γιὰ τὰ γράµµατα ἦταν δυσκολότατες. Χωρὶς τετράδια καὶ βιβλία, χωρὶς σάκκες καὶ γραφικὴ ὕλη, χωρὶς διδακτήρια καὶ ἄλλα ἀπαραίτητα µέσα, φοιτοῦσαν τὰ παιδιὰ στὰ Σχολεῖα. Σήµερα, τὰ ἔχετε ὅλα. Ἀπέραντη εἶναι γιὰ σᾶς ἡ στοργὴ τῆς Πολιτείας, ποὺ σᾶς καµαρώνει καὶ περιµένει νὰ δηµιουργήσετε τὴν αὐριανὴ εὐτυχισµένη Πατρίδα µας. Πολύτιµο καὶ ἱερό, µεγάλο καὶ ὑψηλὸ εἶναι τὸ ἔργο σας στὸ σχο- λεῖο. Ὅπως τὰ λουλούδια, µόνο κάτω ἀπ᾽ τὴ φωτοβόλο καὶ θερµογόνο ἐπίδραση τοῦ ἥλιου, ἀνοίγουν τὰ πέταλά τους, δυναµώνουν καὶ ἀναπτύσσονται, ἔτσι καὶ σεῖς, µόνο κάτω ἀπ᾽ τὴ στορικὴ καὶ πολυποίκιλη φροντίδα τῶν ∆ασκάλων σας γεµίζετε ζωή καὶ ἑτοιµάζεσθε γιὰ τὸ ὡραῖο µέλλον σας. Σκεφθεῖτε τοὺς κόπους καὶ τοὺς µόχθους τους, γιὰ νὰ σᾶς παραδώσουν στὴν Κοινωνία ἄξια Ἑλληνόπουλα. Ἀφοσιωθεῖτε στὸ σχολικὸ ἔργο σας. Ἀνάψτε στὴν ψυχή σας τὸν ἱερὸ ζῆλο τῆς µάθησης, τῆς ἀγάπης καὶ τῆς προόδου, µὲ τὴ βεβαιότητα, ὅτι βαδίζετε τὸν ὀρθὸ καὶ ἀληθινὸ δρόµο τῆς ζωῆς σας. Ὁ Θεὸς κατευθύνει τὶς σκέψεις καὶ εὐλογεῖ τὰ βήµατά σας. Μὴ πίνετε ἀπὸ πηγές, µὲ θολωµένο νερό. Τὸ καθαρὸ καὶ ἀµόλυντο, σὰν κρύσταλλο, νερό, τρέχει ἀπὸ γάργαρες καὶ ἐρηµικὲς πηγές, ποὺ µένουν περιφρονηµένες ἀπ᾽ τὰ κοπάδια. Αὐτὲς πρέπει, µὲ πόθο, ν᾽ ἀναζητεῖτε καὶ νὰ µιλοῦν µέσα σας, δυνατὰ καὶ ἐπίσηµα, οἱ αἰώνιες φωνὲς τῆς ἀγάπης καὶ τῆς ἐλπίδας, τῆς πίστης καὶ τὴν ἐγκαρτέρησης, τῆς ἀλήθειας καὶ τὴν εὐγνωµοσύνης. Ὅλοι µας στεκόµαστε κοντά σας, θερµοὶ συµπαραστάτες καὶ στοργικοὶ χειραγωγοί σας, γιὰ νὰ γίνετε ἡ νέα γενιὰ τῆς ζωῆς καὶ οἱ ἀληθινοὶ οἰκοδόµοι της. Σεῖς εἶστε ὁλόκληρη ἡ Ἑλλάδα καὶ ζωνταντεύετε τὴν πορεία τοῦ Ἔθνους µας στὴν πολύχρονη ἀκτινοβολία του σ᾽ ὁλόκληρο τὸν κόσµο. Εἶστε φύτρα µιᾶς φυλῆς, περήφανης καὶ µεγάλης, µὲ µοναδικὴ στὴν ἀνθρωπότητα ἱστορία καὶ λαµπρὸ πολιτισµό. Εἶσθε ἡ ἐλπίδα καὶ ἡ χαρά, ἡ ἀφετηρία καὶ ὁ σκοπός, τὸ σύµβολο καὶ τὸ ἰδανικό µας. ∆ῶστε µας τὸ χέρι σας καὶ πάρτε τὴν καρδιά µας. Μὲ ὑψωµένα πάντοτε τὰ φτερὰ τῆς ψυχῆς σας, χτίστε νέους Παρθενῶνες. Μιὰ καινούρια σχολικὴ ζωή γεννιέται, µία νέα Ἑλλάδα δηµιουργεῖται. Ἀκοῦστε τὶς σοφὲς συµβουλὲς τοῦ Γέρου τοῦ Μοριᾶ, ἀνάµεσα στὶς πολλὲς ἄλλες, στὰ παιδιὰ τοῦ Ἑλληνικοῦ Γυµνασίου, ἐπάνω στὴν Πνύκα, στὶς 7 Ὀκτωβρίου 1838: Ἡ προκοπή σας καὶ ἡ µάθησίς σας νὰ µὴ γίνη µόνον διὰ τὸ ἄτοµόν σας, ἀλλὰ νὰ κοιτάζη τὸ καλὸν τῆς Κοινότητος καὶ µέσα εἰς τὸ καλὸν αὐτὸ εὑρίσκεται καὶ τὸ δικό σας... Εἰς σᾶς µένει νὰ ἰσάσετε καὶ νὰ στολίσετε τὸν τόπον, ὁποὺ ἡµεῖς ἐλευθερώσαµε...». Ἐγκάρδιοι καὶ συγκινητικοὶ εἶναι οἱ στίχοι τοῦ ποιητῆ µας: «Ὅταν, µικρὸ παιδόπουλο, σὲ βλέω νὰ προβάλης στὴν πόρτα, στὸ σχολεῖο | µὲ τὰ ψυχρὰ χιονόνερα, µὲ τὰ βαριὰ ἀγριοκαίρια  ξυπόλυτο, γυµνὸ | καὶ κρύβης τὸ βιβλίο σου στὴν κρύα σου µασχάλη σὰν κάποιο θησαυρό, | πῶς µοιάζεις τοῦ πατέρα σου! Σὰν ἥρωα, παιδί µου, µπροστά µου σὲ θωρῶ. Ξενοδουλεύτρα ἡ µάνα σου σ᾽ ἔχει κρυφὸ καµάρι, παιδί µου ὀρφανὸ | ἡ δόλια, σὰν ὀρφάνεψες, σ᾽ ἔχει ἀκριβὸ προστάτη στὸ δρόµο τὸ στενό. | Κι εἶναι τρανὸ τὸ χρέος µας, µικρούλη µου, γιὰ σένα τρανὴ κληρονοµιά, | σὰν ἔπεσ᾽ ὁ πατέρας σου ἐκεῖ στὸ Τεπελένι γιὰ τὴν Ἐλευθεριά! | Τὸ δόλιο τὸ σπι- τάκι σου τὄκαψε ἡ µπόρα κάποιου κατακτητῆ! | Θὰ σ᾽ ἑτοιµάσω γρήγορα γιὰ τοὺς κακοὺς ἐχτρούς µας τρανὸν ἐκδικητή! | Καὶ στὸ σχολεῖο, παιδάκι µου, ἐγὼ θὰ σὲ διδάξω ψυχή, µυαλό, καρδιὰ | νὰ λαχταροῦν, νὰ σκέπτωνται, νἄχης τρανὸ σκοπό σου ∆ίκιο καὶ Λευτεριά!».

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου