ΕΟΡΤΟΔΡΟΜΙΟΝ

Ωδή  δ΄ .  Ο  Ειρμός.
Ράβδος εκ της ρίζης Ιεσσαί, και άνθος εξ αυτής Χριστέ, εκ της Παρθένου ανεβλάστησας, εξ όρους ο αινετός, κατασκίου δασέος, ήλθες σαρκωθείς εξ απειράνδρου ο άϋλος και Θεός. Δόξα τη δυνάμει σου Κύριε.

Ερμηνεία.

Ο μεν Προφήτης Ησαϊας προφητεύων περί Χριστού είπεν εις χρόνον μέλλοντα: «Εξελεύσεται ράβδος εκ της ρίζης Ιεσσαί, και άνθος εκ της ρίζης αναβήσεται (Ησ. ια: 7)· ο δε Ιερός Κοσμάς βλέπων πληρωθείσαν δια των πραγμάτων την προφητείαν ταύτην, δεν προφέρει αυτήν με ρήματα μέλλοντος χρόνου, αλλά περασμένου· ου γαρ λέγει: «Εξελεύσεται ράβδος, ή αναβήσεται άνθος», αλλά λέγει, ότι από μεν την ρίζαν του Ιεσσαί ράβδος εξήλθε· (τούτο γαρ το ρήμα λείπει και εννοείται έξωθεν) ράβδος δε: ήτοι κλάδος, είναι η αειπάρθενος Θεοτόκος, η οποία εξήλθεν από την ρίζαν: ήγουν από την φυλήν του Ιούδα, από την οποίαν εξήλθε και ο Ιεσσαί ο Πατήρ του Βασιλέως Δαβίδ. Όθεν η Θεοτόκος και από την Βασιλικήν φυλήν του Ιούδα εκατάγετο, και από το Βασιλικόν γένος του Δαβίδ· από εκείνην μεν, πορρώτερα και μακρύτερα, από δε τούτο προσεχέστερα και κοντύτερα. Από την ράβδον δε πάλιν και από τον κλάδον αυτόν: ήγουν από την Παρθένον, συ, Χριστέ, ανεβλάστησας ως εν άνθος ευωδέστατον, αειθαλές και αμάραντον. Καθώς γαρ από την ρίζαν του δένδρου βλαστάνει ο κορμός, και από τον κορμόν βλαστάνει ο κλάδος, και από τον κλάδον βλαστάνει το άνθος, και από το άνθος γίνεται ο καρπός· τοιουτοτρόπως και από την ρίζαν της φυλής του Ιούδα εβλάστησεν ο κορμός: ήγουν το γένος του Δαβίδ, από δε το γένος του Δαβίδ εβλάστησεν η Θεοτόκος ως ράβδος και κλάδος, από δε την Θεοτόκον εβλάστησεν ο Χριστός ως άνθος, από δε τον Χριστόν εβλάστησεν ο γλυκύτατος και χαριέστατος καρπός: ήγουν η σωτηρία όλου του Κόσμου. Μερικοί δε είπον, ότι το «εξ αυτής» νοείται και επί της ρίζης: ήγουν εξ αυτής της ρίζης του Ιεσσαί εβλάστησεν άνθος ο Χριστός, ακολουθούντες το ανωτέρω του Ησαϊου «Και άνθος εκ της ρίζης αναβήσεται». Ώστε ο Δεσπότης Χριστός προσεχώς μεν εβλάστησεν εκ της Παρθένου, πόρρω δε εβλάστησεν εκ της φυλής του Ιούδα, κατά την προφητείαν όπου είπε περί αυτής ο Πατριάρχης Ιακώβ: «Ουκ εκλείψει άρχων εξ Ιούδα, και ηγούμενος εκ των μηρών αυτού, έως αν έλθη ω απόκειται» (Γέν. μθ: 10). Φέρει δε ακολούθως ο θεσπέσιος Μελωδός και το ρητόν του Προφήτου Αββακούμ το λέγον: «Ήξει ο Άγιος εξ όρους κατασκίου δασέος» (γ: 3), και τούτο ευφυώς προσαρμόζει εις την εορτήν της Χριστού Γεννήσεως, και εις την τετάρτην ταύτην Ωδήν, της οποίας ποιητής είναι ο Αββακούμ. Λέγει λοιπόν: «Συ, Χριστέ, ο άϋλος ων Θεός και υπό πάντων αινούμενος ήλθες και εσαρκώθης εκ της μη γνούσης πείραν ανδρός Θεοτόκου (τούτο γαρ δηλοί το, απείρανδρος), ως από βουνόν δασύ και κατάσκιον». Βουνόν δε δασύ και κατάσκιον είναι η Θεοτόκος· βουνόν μεν λέγεται, διότι, καθώς το όρος και το βουνόν ούτε αροτριάται, ούτε γεωργείται, ούτε σπείρεται από ανθρώπους, αλλ΄ αυτοφυώς και αγεωργήτως βλαστάνει τα υψηλά δένδρα και τα χαμόκλαδα και το χορτάρι· ούτω και η Θεοτόκος ασπόρως και αγεωργήτως εβλάστησε τον Κύριον ημών Ιησούν Χριστόν, ως δένδρον μεν υψηλόν, δια το ύψος της Θεότητος, ως χαμόκλαδον δε, δια την ταπεινότητα της ανθρωπίνης φύσεως, και ως χόρτον, διότι τρέφει τους αυτώ πιστεύοντας. Δασύ δε βουνόν λέγεται η Θεοτόκος, διότι, κατά τον Ιερόν Θεοφύλακτον Βουλγαρίας εν τη ερμηνεία του Αββακούμ, σίδηρος (λογισμός πονηρός) δεν ανέβη εις αυτήν ο γεννών σκωρίαν: (μολυσμόν και φθοράν πάθους σαρκικού), ούτε χειρ ανθρωπίνη, ίνα κόψη την παρθενίαν αυτής· καθώς εις το δασύ βουνόν δεν εμβαίνει τσεκούρι, ούτε χέρι ανθρώπου κόπτει τα ξύλα αυτού δια την πολλήν δασύτητα. Σχεδόν τα αυτά λέγει και ο Ζωναράς εν τη ερμηνεία του Γ΄ ήχου της Οκτωήχου. Όθεν και ο Δανιήλ προσφυώς είπε περί του όρους τούτου της Παρθένου: «Εθεώρουν, έως ου ετμήθη λίθος από όρους άνευ χειρός» (Δαν. β: 45). Διότι τόσον η Θεοτόκος ήτον καταπεπυκνωμένη κύκλω κατά την ψυχήν και τω σώμα από τας αρετάς και τας θείας και υπερφυσικάς χάριτας, ώστε δεν ευρήκεν ουδέ την παραμικράν είσοδον ο Διάβολος, δια να εμβάση εις το πανάγιον αυτής υποκείμενον καμμίαν προσβολήν πονηρού λογισμού. Κατάσκιον δε βουνόν είναι η Θεοτόκος, διότι επεσκίασεν εις αυτήν του Υψίστου η δύναμις: (ο Υιός του Θεού). «Πνεύμα γαρ, φησίν, Άγιον επελεύσεται επί σε, και δύναμις υψίστου επισκιάσει σοι» (Λουκ. α: 35)· καθώς και Ανδρέας ο Κρήτης λέγει εις τον Ευαγγελισμόν. Προσθέτει δε τελευταίον ο Μελωδός το «Δόξα τη δυνάμει σου Κύριε», ως χαρακτηριστικόν της τετάρτης Ωδής.

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου