Ἀποφθέγματα καὶ κατορθώματα Μεγάλου Ἀντωνίου ἐκ τοῦ Γεροντικοῦ

Πρεσβ. Διονύσιος Τάτσης


1. Ἀντιμετώπισις τῆς ἀκηδίας Κανένας πνευματικὸς ἀγωνιστὴς δὲν μπορεῖ νὰ ἰσχυριστεῖ ὅτι ἔχει ἀπαλλαγεῖ ὁριστικὰ ἀπὸ τὴν ἀκηδία καὶ μπορεῖ πιὰ νὰ ζεῖ κατὰ Θεόν, χωρὶς διακυμάνσεις καὶ ὀπισθοχωρήσεις. Ἡ ἀκηδία εἶναι μία ἐσωτερικὴ κατάσταση, ποὺ ἀδρανοποιεῖ τὶς πνευματικὲς δυνάμεις τοῦ ἀνθρώπου. Δὲν περιγράφεται ὅμως εὔκολα. Θὰ ἔλεγα ὅτι εἶναι «ὀκνηρία, ἀδιαφορία, ἀδράνεια, ἀμέλεια, νάρκωση ἀπὸ θλίψη ἢ ἐξάντληση, ἀτονία ψυχῆς». Εὔκολη φυσικὰ δὲν εἶναι καὶ ἡ ἀντιμετώπισή της. Δυσκολεύονται πολὺ οἱ ἀγωνιστὲς ποὺ ζοῦν στὸν κόσμο, ἀλλὰ καὶ οἱ μονάζοντες καὶ οἱ ἐρημίτες. Ἡ ἀκηδία ἔχει ἐσωτερικὲς καὶ ἐξωτερικὲς αἰτίες. Ἡ ἀντιμετώπισή της ὅμως γίνεται πρωτίστως μὲ πρακτικοὺς τρόπους, τοὺς ὁποίους πολλὲς φορὲς ἀγνοοῦν οἱ ἄνθρωποι.
Ὁ ἀββᾶς Ἀντώνιος, ὁ μεγάλος ἅγιος τῆς Ἐκκλησίας, ζώντας στὴν ἔρημο, βρέθηκε κάποτε σὲ ἀκηδία καὶ οἱ λογισμοὶ του ἦταν σκοτεινοί. Δὲν μποροῦσε νὰ ἐκτελέσει τὰ πνευματικά του καθήκοντα καὶ προπαντὸς νὰ προσευχηθεῖ. Δὲν εἶχε ἀκόμα καὶ κάποιον κοντά του, γιὰ νὰ τὸν συμβουλευτεῖ, γι᾽ αὐτὸ ἀνήσυχος ρώτησε τὸ Θεό: «Κύριε, θέλω νὰ σωθῶ, ἀλλὰ δὲν μὲ ἀφήνουν οἱ λογισμοί μου. Τί νὰ κάνω μέσα σ’ αὐτὴ τὴ θλίψη; Πῶς νὰ σωθῶ;». Ἀμέσως μετὰ βγῆκε ἔξω ἀπὸ τὸ κελλί του, γιὰ νὰ ἀλλάξει παραστάσεις καὶ νὰ διαλύσει τὸ σκότος τῶν λογισμῶν του. Σὲ κοντινὴ ἀπόσταση βλέπει κάποιον μοναχό, ὁ ὁποῖος ἄλλοτε καθόταν κι ἔκανε τὸ ἐργόχειρό του καὶ ἄλλοτε σηκωνόταν γιὰ προσευχή. Τὸ ἴδιο ἐπαναλάμβανε πολλὲς φορές. Καθιστὸς ἔπλεκε πλεξοῦδες καὶ ὄρθιος προσευχόταν. Ὁ ἀββᾶς παρακολουθοῦσε μὲ ἐνδιαφέρον καὶ ἀπορία. Κατάλαβε ὅτι εἶχε μπροστά του ἕνα ἄγγελο ἀπεσταλμένο ἀπὸ τὸν Κύριο, γιὰ νὰ τὸν διορθώσει καὶ νὰ τὸν ἀσφαλίσει πνευματικά. Μετὰ ἀπὸ λίγη ὥρα, χωρὶς νὰ προηγηθεῖ κάποια ἄλλη κουβέντα, ὁ ἄγγελος τοῦ εἶπε: «Ἔτσι νὰ κάνεις καὶ θὰ σωθεῖς», τοῦ ἔδειξε δηλαδὴ τὸν τρόπο μὲ τὸν ὁποῖο μποροῦσε νὰ ἀντιμετωπίσει ἀποτελεσματικὰ τὴν ἀκηδία, ποὺ τοῦ προκαλοῦσε μεγάλη θλίψη. Ὁ Ἀντώνιος πῆρε μεγάλη χαρὰ καὶ θάρρος ἀπὸ τὸν ἄγγελο καὶ τηρώντας τὴ συμβουλὴ του σῳζόταν. Ὁ ἄνθρωπος μπορεῖ νὰ διαλύει τὴν ἀκηδία μὲ τὴν ἀπασχόληση καὶ τὴν ἀλλαγὴ παραστάσεων. Χρειάζεται ὅμως προσοχή. Δὲν πρέπει νὰ γίνει πολυάσχολος καὶ πολυμέριμνος, γιατί τότε θὰ ψυχρανθεῖ ὁ ζῆλος του καὶ θὰ πέσει στὴν ἀδιαφορία. Ἀλλοίμονο ἂν τὸ μέσο ἀντιμετώπισης τῆς ἀκηδίας γίνει κύριος σκοπὸς τοῦ κατὰ Θεὸν ἀγωνιζομένου χριστιανοῦ. Καὶ δὲν πρέπει νὰ θεωρεῖται σπάνια αὐτὴ ἡ περίπτωση. Πολλοὶ εἶναι ἐκεῖνοι ποὺ διώχνουν τὴ θλίψη τῆς ἀκηδίας μὲ τὶς πολλὲς ἀπασχολήσεις, ἀλλὰ δὲν προχωροῦν στὴν προσευχή. Ἁπλὰ ἀντικαθιστοῦν τὴ θλίψη μὲ τὴ χαρὰ τῆς δημιουργίας, ποὺ σημαίνει ὅτι γίνονται κοσμικοὶ καὶ περιφρονοῦν τὴ γλυκύτητα τῆς πνευματικῆς ζωῆς. Αὐτὸ τὸ βλέπουμε καὶ σὲ πολλοὺς μοναχούς, οἱ ὁποῖοι ἀναλίσκονται σὲ οἰκοδομικὲς καὶ ἄλλες δραστηριότητες καὶ παραβλέπουν τὶς πνευματικὲς ἐνασχολήσεις. Καταντοῦν κοσμικοὶ καὶ μόνο τὸ ἐξωτερικό τους σχῆμα τοὺς διαφοροποίει.

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου