ΕΟΡΤΟΔΡΟΜΙΟΝ

Ωδή  θ΄.  Ο Ειρμός.
Μυστήριον ξένον, ορώ και παράδοξον! Ουρανόν το σπήλαιον· θρόνον χερουβικόν την Παρθένον· την φάτνην χωρίον· εν ω ανεκλίθη ο αχώρητος, Χριστός ο Θεός· ον ανυμνούντες μεγαλύνωμεν.

Ερμηνεία.

Το προοίμιον του παρόντος Ειρμού αυτολεξεί ερανίσθη ο Μελωδός από τον λόγον του θείου Χρυσοστόμου τον εις την Γέννησιν του Κυρίου· όπου ούτω προοιμιάζει η ρητορική εκείνη και εύλαλος γλώσσα: «Μυστήριον ξένον και παράδοξον βλέπω»· εμιμήθη δε ο Μελωδός ενταύθα και τον διορατικόν εκείνον Προφήτην Αββακούμ λέγοντα: «Επί της φυλακής μου στήσομαι, και επιβήσομαι επί πέτραν, και αποσκοπεύσω του ιδείν» (Αβ. β: 1)· διότι σταθείς και ούτος επόι της ιδικής του φυλακής: ήτοι επί της προσοχής του νοός, και επιβάς εις την καρδίαν, ως επάνω εις πέτραν δια νοεράς επιστροφής και συνεύσεως, από εκεί εθεώρησε δια της ενεργείας του Πνεύματος την εκ Παρθένου απόρρητον Γέννησιν του Σωτήρος.
Όθεν καταπλαγείς το ακατάληπτον Μυστήριον, την θαυμαστικήν ταύτην φωνήν ανεβόησεν ειπών: «Μυστήριον ξένον ορώ και παράδοξον». Είτα εξηγών, ποίον είναι αυτό το Μυστήριον, λέγει: βλέπω, ότι το γήϊνον και ζοφερόν σπήλαιον έγινεν υψηλός και λαμπρός Ουρανός· διότι ο υπερούσιος Λόγος του Πατρός, όστις κατοικεί εις τους Ουρανούς, και δοξολογείται απαύστως από χιλιάδας Αγγέλων, και μυριάδας Αρχαγγέλων, εκαταδέχθη να γεννηθή και να κατοικήση μέσα εις αυτό· βλέπω, ότι η Παρθένος και Θεοτόκος Μαρία η υλικόν σώμα έχουσα, έγινε θρόνος Χερουβικός· διότι εκείνος όπου αναπαύεται επάνω εις τον ένδοξον θρόνον, και εις τα νώτα των πολυομμάτων και αϋλων Χερουβίμ, εθρονίσθη μέσα εις την άχραντον κοιλίαν και επάνω εις τας αγκάλας της Παρθένου, και ανεπαύθη· βλέπω, ότι η ευτελεστάτη και μικροτάτη φάτνη, έγινε τόπος ενδοξότατος και πολυχωρότατος· διότι ο Θεός ο αχώρητος υπάρχων πανταχού κατά την Θεότητα, ανεκλίθη (επλαγίασεν) επάνω εις αυτήν κατά την ανθρωπότητα. Όθεν και ο Θεσσαλονίκης Γρηγόριος πανηγυρίζων εις την εορτήν της Χριστού Γεννήσεως είπεν: «Ει γαρ τις εστιν Ουρανός των Ουρανών, και ει τινά εστιν ύδατος υπερώα στεγάζοντα τα ουράνια, και ει τις τόπος, ή στάσις, ή τάξις εστίν υπερκόσμιος, σπηλαίου και φάτνης και περιρραντηρίων βρεφικών και σπαργάνων ουδέν έχει θαυμασιώτερον ουδέ θειότερον». Ο δε μέγας Αθανάσιος είπε τα γλαφυρά ταύτα: «Ο οικίσκος, ένθα η Παρθένος απεκύησε, της Εκκλησίας τον τύπον εδέξατο· όπου θυσιαστήριον μεν, η φάτνη· Εφημερευτής δε, Ιωσήφ· Κληρικοί, οι Μάγοι· Διάκονοι, οι Ποιμένες· Ιερείς, οι Άγγελοι· Αρχιερεύς, ο Κύριος· θρόνος, η Παρθένος· κρατήρες, οι μαζοί· αναβόλαιον, η ενανθρώπησις· ριπιστήρες, τα χερουβίμ· δίσκος, το Πνεύμα το Άγιον· δισκοκάλυμμα, ο Πατήρ, επισκιάζων πάντα τη οικεία δυνάμει» (εν τω πρώτω λόγω του Ευαγγελισμού παρά Ιωσήφ τω Βρυεννίω). Αλλ΄ ω θεσπέσιε Κοσμά, ήθελεν ειπή τινάς απορών προς αυτόν, δια μεν το σπήλαιον δικαίως κατεπλάγης· διότι αυτό γήϊνον ον έγινεν Ουρανός· ομοίως και δια την φάτνην, διότι αυτή μικρά ούσα έγινεν χωρίον ευρύχωρον του αχωρήτου· και ακολούθως η ομοίωσις τούτων έγινεν από τα κατώτερα εις τα ανώτερα· δια δε την Παρθένον δεν εξεπλάγης δικαίως, θρόνον Χερουβικόν αυτήν ονομάσας· επειδή η ομοίωσις αυτής έγινεν από τα ανώτερα εις τα κατώτερα· Αυτή γαρ ασυγκρίτως είναι τιμιωτέρα των Χερουβίμ· όθεν ο Μονογενής Υιός του Θεού καταβάς από τον άγιον θρόνον των Χερουβίμ, ενεθρονίσθη εις αγιώτερον και τιμιώτερον θρόνον, την Παρθένον. Η λύσις λοιπόν της απορίας είναι αύτη: ότι ίσως κατά τούτο είπεν ο Ιερός Μελωδός, θρόνον Χερουβικόν την Παρθένον, την ούσαν τιμιωτέραν των Χερουβίμ, επειδή υλικόν και παχύ σώμα έχουσα, τοις αϋλοις πολυομμάτοις Χερουβίμ εξισούτο κατά την άκραν καθαρότητα, και κατά την υψηλοτάτην σοφίαν και γνώσιν του Θεού· Χερουβίμ γαρ πλήθος γνώσεως και χύσις σοφίας ερμηνεύεται, κατά τον Αρεοπαγίτην Διονύσιον.

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου