ΕΟΡΤΟΔΡΟΜΙΟΝ
Τροπάριον.
Πόθου τετευχώς, και Θεού παρουσίας, Ο Χριστοτερπής, λαός ηξιωμένος, Νυν
ποτνιάται, της παλιγγενεσίας Ως ζωοποιού· την χάριν δε Παρθένε, Νέμοις Άχραντε,
προσκυνήσαι το κλέος.
Ερμηνεία.
Παρομοίως τω ανωτέρω και τούτο το τελευταίον Τροπάριον προσφωνεί εις την
Θεοτόκον ο κατά την γλώτταν εύχαρις Ιωάννης, καθώς ονομάζει αυτόν ο Μεταφραστής
Συμεών. Προτού δε να αρχίσωμεν την εξήγησιν του Τροπαρίου λέγομεν, ότι οι θείοι
και ιεροί Ποιηταί των ασματικών Τροπαρίων της του Χριστού Εκκλησίας έχουν
συνήθειαν, όταν υμνήσουν με τα άσματά των καμμίαν μεγάλην και Δεσποτικήν
εορτήν, να παρακαλούν δια να ιδούν και την μετ΄ εκείνην ερχομένην· ούτω, λόγου
χάριν, όταν υμνούσι τον Θεόν εν ταις νηστίμοις ημέραις της τεσσαρακοστής,
παρακαλούσι να ιδούν και τον Σταυρόν και τα άχραντα πάθη του Κυρίου· όταν δε
πάλιν τα πάθη υμνούσι, παρακαλούν να ιδούν και την Ανάστασιν Αυτού· «Δείξον
ημίν (λέγουσι) και την ένδοξόν Σου Ανάστασιν»· όταν δε αξιωθούν και της
Αναστάσεως, λέγουσιν: «Αξίωσον ημάς και την Ανάληψιν εορτάσαι, και της
παρουσίας τυχείν του Αγίου Πνεύματος».
Κατά την συνήθειαν λοιπόν ταύτην των
Ιερών Μελωδών, ποιεί και ο Θεοφιλής πρεσβύτερος και χαριτώνυμος Ιωάννης εν τω
Τροπαρίω τούτω· διο επιστρέφων προς την Θεοτόκον λέγει: Ω Παρθένε άχραντε
αμόλυντε κατά την ψυχήν και το σώμα· έφη γαρ περί αυτής ο Θεσσαλονίκης θείος
Γρηγόριος: «Δια τούτο ου μόνον Θεός εν ανθρώποις, αλλά και εκ Παρθένου αγνής
και αγίας, μάλλον δε πανυπεράγνου τε και υπεραγίας, ως μη μόνον μολυσμού σαρκός
υπερτέρας, αλλά και μεμολυσμένων λογισμών των εκ της σαρκός ανωτέρας Παρθένου».
Τι λέγω; Και αυτό το υλικόν σώμα της Θεοτόκου ήτον καθαρώτερον από αυτά τα άϋλα
πνεύματα των Αγίων· καθώς και τούτο βεβαιοί ο αυτός Θεσσαλονίκης Γρηγόριος
λέγων: «Η αγία των Αγίων αναφανείσα, η και των δι΄ αρετής κεκαθαρμένων
πνευμάτων το σώμα καθαρώτερον έχουσα και θειότερον» (Λόγω β΄ εις τα Εισόδια) ου
η αρχή: «Ει εκ του καρπού το δένδρον γινώσκεται». Ο λαός λοιπόν, λέγει, των
Χριστιανών, ο τέρπων τον Χριστόν με την ευσέβειαν και τα ενάρετα έργα του, αφ΄
ου ηξιώθη να απολαύση τον πρώτον του πόθον: ήτοι την επί γης ένσαρκον Παρουσίαν
του Θεού Λόγου, και την κατά σάρκα Αυτού Γέννησιν, τώρα παρακαλεί δεινοπαθώς
και μετά δακρύων (τούτο γαρ δηλοί το, ποτνιάται) να προσκυνήση και την δόξαν
της ζωοποιού παλιγγενεσίας: ήτοι την εορτήν των αγίων Θεοφανείων, και του
Βαπτίσματος του Κυρίου, κατά την οποίαν ηξιώθησαν οι πιστοί να αναγεννώνται
δεύτερον δια του Αγίου Πνεύματος· και από την Βηθλεέμ να μεταβή εις τον
Ιορδάνην, και να ιδή νοερώς τα εκείσε Μυστήρια. Συ δε, ω Παρθένε, άμποτε να
χαρίσης εις τον λαόν του Χριστού την χάριν ταύτην την οποίαν ζητεί, και να
φέρης εις έργον την αίτησίν του. Αλλά και ημείς οι ψάλλοντες και αναγινώσκοντες
και ακούοντες τον παρόντα Ιαμβικόν Κανόνα της Χριστού Γεννήσεως, ας
παρακαλέσωμεν τον γεννηθέντα Δεσπότην και την Αυτόν γεννήσασαν Θεοτόκον Μαρίαν,
να μας αξιώσουν να περάσωμεν τας ημέρας ταύτας τας καλουμένας Δωδεκαήμερον με
ευταξίαν και σεμνότητα, με σωφροσύνην και χρηστοήθειαν, με ελεημοσύνην και
φιλοπτωχείαν, και με κάθε άλλην αγαθοεργίαν και αρετήν, καθώς πρέπει εις τους
Χριστιανούς· όχι με τρυφάς και ξεφαντώματα, όχι με τραγούδια και παιγνίδια, όχι
με χορούς και άλλα μιαρά και εθνικά έργα, εις τα οποία χαίρει μεν και σκιρτά ο
Διάβολος, λυπείται δε και θρηνεί ο Δεσπότης Χριστός· όστις ίσως δια τούτο
εκλαυθμήρησεν εν τω σπηλαίω, όταν εγεννήθη, δια να φανερώση τας αταξίας των
Χριστιανών, αι οποίαι γίνονται κατ΄ αυτάς τας ημέρας. Και ο μεν Χριστός
εγεννήθη δια να καταργήση τα έργα του Σατανά, ως λέγει ο ηγαπημένος Ιωάννης:
«Εις τούτο εφανερώθη ο Υιός του Θεού, ίνα λύση τα έργα του Διαβόλου» (α΄ Ιω. γ:
8). Οι δε Χριστιανοί, τα τέκνα του, οι μαθηταί Του, και οι πιστεύοντες τω
ονόματι Αυτού, ανακαινίζουν πάλιν τα έργα του Διαβόλου με τας πονηράς πράξεις
των· και όσον από το ιδικόν των μέρος, ανατρέπουν τον σκοπόν του Υιού του Θεού,
δια τον οποίον σήμερον εγεννήθη· και ημπορεί να ευρεθή μεγαλυτέρα κακίοα από
αυτήν; Οι Χριστιανοί κατά τας ημέρας ταύτας του Δωδεκαημέρου ενταμονόμενοι
λέγουν ένας εις τον άλλον· τώρα είναι Δωδεκαήμερον· όθεν ας φάγωμεν, ας πίωμεν,
ας ευθυμήσωμεν· τώρα είναι απόλυσις εις όλα τα φαγητά, όθεν ας ξεφαντώσωμεν.
Πολλοί δε από αυτούς αντί να ειπούν απόλυσις, λέγουν, τώρα είναι απώλεια. Και
τη αληθεία συμβαίνει το σοφόν εκείνο γνωμικόν: «Η γλώσσα αμαρτάνουσα ταληθή
λέγει»· επειδή απώλεια είναι η τοιαύτη απόλυσις και κατάλυσις· διότι η απόλυσις
των φαγητών προξενεί την τρυφήν, η τρυφή προξενεί την μέθην, και η μέθη
προξενεί κάθε αμαρτίαν· όθεν είναι γεγραμμένον: «Εκάθισεν ο λαός του φαγείν και
πιείν, και ανέστησαν παίζειν» (Έξ. λβ: 6). Το παίζειν δε, κατά μεν τον
Βασίλειον, δηλοί την ειδωλολατρείαν, κατά δε τον Αλεξανδρείας Κύριλλον, δηλοί
την της σαρκός ακαθαρσίαν: «Έψεται γαρ, φησί, πάντως τη αποστάσει τη παρά Θεού
το ενδεσμείσθαι τοις σαρκικοίς, το και τρυφήν ηγείσθαι την ακαθαρσίαν». Ιδού
ποίαν απώλειαν ημπορεί να προξενήση εις τους Χριστιανούς η του Δωδεκαημέρου εις
πάντα κατάλυσις. Ότι δε ου καλώς ποιούσιν οι καταλύοντες εν ταις τετράσι και
παρασκευαίς του Δωδεκαημέρου, χωρίς να συναυλίζωνται μετά Αρμενίων, ας το
αναγνώση όποιος θέλει και εν τω Ωρολογίω και εν τη ερμηνεία του ξθ΄ Αποστολικού
Κανόνος παρά τω ημετέρω Πηδαλίω. Ναι οι Χριστιανοί πρέπει να ευθυμούν και να
χαίρουν εν τω Δωδεκαημέρω· αλλ΄ όχι σαρκικώς, αλλά πνευματικώς, όχι δια φαγητά
και πιοτά, αλλά διότι ηξιώθησαν να ιδούν σήμερον βρέφος νεογέννητον τον
Δεσπότην των απάντων, και διότι μέλλουν μετά δώδεκα ημέρας να ιδούν τον αυτόν
Δεσπότην βαπτιζόμενον εν τω Ιορδάνη. Δια τούτο λοιπόν, όσοι Χριστιανοί αγαπούν
την σωτηρίαν των, πρέπει να παρακαλούν το προαιώνιον βρέφος, και την τούτου
υπέραγνον Μητέρα, ίνα αξιωθούν να περάσουν μεν αναμαρτήτως τας δώδεκα ημέρας
ταύτας, να προσκυνήσουν δε θεαρέστως τα άγια Θεοφάνεια· χάριτι του σήμερον
γεννηθέντος, και μετά ολίγον βαπτισθησομένου Χριστού· ω η δόξα εις τους αιώνας.
Αμήν.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου