(σ.σ. τόσα χρόνια το γράφει αυτό ο θεολόγος Αθανάσιος Σακαρέλλος, τώρα το ανακάλυψαν; Νομίζω οι "αντι-οικουμενιστές" είναι υποκριτές.... ).
"Ορθόδοξος Τύπος" : Μήπως ἔχουν κάμνει τὴν ἕνωσιν μὲ τοὺς παπικοὺς καὶ δὲν τὸ γνωρίζομεν;
Αγιος Ιωάννης ο Χρυσόστομος : Δεν πρέπει να λυπόμαστε όταν παθαίνουμε κάτι κακό, μα όταν κάνουμε κάτι κακό
http://agiooros.org/index.php
Τη λύπη την έβαλε μέσα μας ο Θεός. Όχι, όμως, για να τη μεταχειριζόμαστε άσκοπα ή και βλαπτικά, σε ακατάλληλο χρόνο και σε αντίθετες συνθήκες στη φύση μας περιστάσεις, κλονίζοντας έτσι την υγεία της ψυχής και του σώματος, αλλά για ν’ αποκομίζουμε απ’ αυτήν όσο γίνεται μεγαλύτερο πνευματικό κέρδος.
Γι’ αυτό, δεν πρέπει να λυπόμαστε όταν παθαίνουμε κάτι κακό, μα όταν κάνουμε κάτι κακό. Εμείς, ωστόσο, έχουμε αντιστρέψει τα πράγματα. Έτσι, και αμέτρητα κακά να διαπράξουμε, ούτε λυπόμαστε ούτε ντρεπόμαστε. Αν, όμως, πάθουμε και το παραμικρό κακό από κάποιον, τότε τα χάνουμε, βαριοθυμούμε, γινόμαστε συντρίμμια και δεν συλλογιζόμαστε πως οι θλίψεις και οι πειρασμοί φανερώνουν τη φροντίδα του Θεού για μας περισσότερο από τα ευχάριστα περιστατικά.
Αλλά γιατί αναφέρω τις θλίψεις αυτής της ζωής; Μήπως και η απειλή του αιωνίου κολασμού δεν αποτελεί τη φιλανθρωπία του Θεού καλύτερα από την υπόσχεσή Του για την ουράνια βασιλεία; Γιατί, αν δεν υπήρχε η απειλή του αιωνίου κολασμού, λίγοι θα ήταν εκείνοι που θα κέρδιζαν τη σωτηρία. Δεν είναι, βλέπεις, αρκετή για μας, τους ράθυμους, η υπόσχεση των ουράνιων αγαθών. Ο φόβος της κολάσεως πιο πολύ μας παρακινεί στην αρετή.
Γι’ αυτό, λοιπόν, υπάρχουν η λύπη και η αθυμία, όχι για να μας κυριεύουν όταν πεθαίνει ένα αγαπημένο μας πρόσωπο ή όταν χάνουμε χρήματα ή όταν δοκιμάζουμε κάποια αποτυχία, αλλά για να μας βοηθούν στον πνευματικό μας αγώνα. Ας λυπόμαστε όχι για τη θλίψη ή τη βλάβη που μας προξενεί κάποιος, αλλά για τις αμαρτίες μας, με τις οποίες λυπούμε το Θεό. Γιατί οι αμαρτίες διώχνουν μακριά μας το Θεό, ενώ οι θλίψεις, που δοκιμάζουμε από άλλους ανθρώπους, Τον κάνουν να μένει κοντά μας ως προστάτης.
Τη λύπη την έβαλε μέσα μας ο Θεός. Όχι, όμως, για να τη μεταχειριζόμαστε άσκοπα ή και βλαπτικά, σε ακατάλληλο χρόνο και σε αντίθετες συνθήκες στη φύση μας περιστάσεις, κλονίζοντας έτσι την υγεία της ψυχής και του σώματος, αλλά για ν’ αποκομίζουμε απ’ αυτήν όσο γίνεται μεγαλύτερο πνευματικό κέρδος.
Γι’ αυτό, δεν πρέπει να λυπόμαστε όταν παθαίνουμε κάτι κακό, μα όταν κάνουμε κάτι κακό. Εμείς, ωστόσο, έχουμε αντιστρέψει τα πράγματα. Έτσι, και αμέτρητα κακά να διαπράξουμε, ούτε λυπόμαστε ούτε ντρεπόμαστε. Αν, όμως, πάθουμε και το παραμικρό κακό από κάποιον, τότε τα χάνουμε, βαριοθυμούμε, γινόμαστε συντρίμμια και δεν συλλογιζόμαστε πως οι θλίψεις και οι πειρασμοί φανερώνουν τη φροντίδα του Θεού για μας περισσότερο από τα ευχάριστα περιστατικά.
Αλλά γιατί αναφέρω τις θλίψεις αυτής της ζωής; Μήπως και η απειλή του αιωνίου κολασμού δεν αποτελεί τη φιλανθρωπία του Θεού καλύτερα από την υπόσχεσή Του για την ουράνια βασιλεία; Γιατί, αν δεν υπήρχε η απειλή του αιωνίου κολασμού, λίγοι θα ήταν εκείνοι που θα κέρδιζαν τη σωτηρία. Δεν είναι, βλέπεις, αρκετή για μας, τους ράθυμους, η υπόσχεση των ουράνιων αγαθών. Ο φόβος της κολάσεως πιο πολύ μας παρακινεί στην αρετή.
Γι’ αυτό, λοιπόν, υπάρχουν η λύπη και η αθυμία, όχι για να μας κυριεύουν όταν πεθαίνει ένα αγαπημένο μας πρόσωπο ή όταν χάνουμε χρήματα ή όταν δοκιμάζουμε κάποια αποτυχία, αλλά για να μας βοηθούν στον πνευματικό μας αγώνα. Ας λυπόμαστε όχι για τη θλίψη ή τη βλάβη που μας προξενεί κάποιος, αλλά για τις αμαρτίες μας, με τις οποίες λυπούμε το Θεό. Γιατί οι αμαρτίες διώχνουν μακριά μας το Θεό, ενώ οι θλίψεις, που δοκιμάζουμε από άλλους ανθρώπους, Τον κάνουν να μένει κοντά μας ως προστάτης.
ΕΟΡΤΟΔΡΟΜΙΟΝ
Τροπάριον.
Λαμπρυνόμενος
τω φέγγει, του Θεού Παντοκράτορος, αληθείας κήρυξ, λέγε, Γαβριήλ, αληθέστατα·
πως, ακηράτου μενούσης της αγνείας μου; Λόγον τέξομαι, μετά σαρκός τον
ασώματον;
Ερμηνεία.
Και με
τούτο το Τροπάριον ζητεί η Παρθένος από τον Άγγελον να τη φανερώση με ποίον
τρόπον έχει να γεννήση τον Υιόν και Λόγον του Θεού· όθεν λέγει προς αυτόν· ω
Αρχάγγελε Γαβριήλ, εσύ όπου λαμπρύνεσαι με το φέγγος και τας ελλάμψεις του Θεού
του Παντοκράτορος, και δια τούτο είσαι κήρυξ της αληθείας, και δεν δύνασαι να
πλανηθής από την αλήθειαν· έφη γαρ ο Χρυσορρήμων· «Καλός ο Ουρανός, αλλ΄ ουχ΄
ούτω καλός, ως Άγγελος· φαιδρός ο Ήλιος, αλλ΄ ουχ΄ ούτω φαιδρός, ως ο
Αρχάγγελος» (Λόγ. εις το «Εν αρχή εποίησεν ο Θεός», τόμω ε΄ της εν Ετόνη
εκδόσει)· συ, Αρχάγγελε Γαβριήλ, ειπέ σαφέστατα με ποίον τρόπον εγώ θέλω
γεννήσει τον Υιόν και Λόγον του Θεού, μενούσης αδιαφθόρου της παρθενίας μου; Ή
πως θέλω γεννήσει τον ασώματον Λόγον του Θεού με σώμα υλικόν και ανθρώπινον;
Ταύτα γαρ και τα δύο είναι άπορα εις εμέ και ακατάληπτα. Διονύσιος δε ο
Αρεοπαγίτης ερμηνεύων την λέξιν «Παντοκράτορ», λέγει· «Δια το πάντων αυτόν
είναι παντοκρατορικήν έδραν, συνέχουσαν και περιέχουσαν τα όλα και ενιδρύουσαν
και θεμελιούσαν, και αρραγές εν εαυτή το παν αποτελούσαν. Λέγεται δε
Παντοκράτωρ η Θεαρχία, και ως πάντων κρατούσα, και αμιγώς των διοικουμένων
επάρχουσα, και ως πάσιν εφετή γους, και τας γλυκείας ωδίνας του θείου και
παντοκρατορικού και αλύτου της αγαθότητος αυτού έρωτος» (Κεφ. ι΄ Περί θείων
ονομάτων). Και το μεν να εισέλθη εις την κοιλίαν μου ο Υιός του Θεού, και να
συλληφθή ασπόρως εν αυτή, τούτο ναι είναι μέγα ως αληθώς και παράδοξον· το δε
να γεννηθή σαρκοφόρος εξ εμού και βρέφος εννεάμηνον με τον φυσικόν όγκον όλων
των μελών και μερών του σώματος, χωρίς να φθείρη την παρθενίαν μου, τούτο
αληθώς είναι πολύ του προτέρου παραδοξότερον και υπερφυέστερον. Τούτο θαυμάζει
και Ιωάννης ο Γεωμέτρης πανηγυρίζων εις την εορτήν· «Το δε μη μόνον συλλαβείν
Παρθένον και συλλαβούσαν διατελείν, αλλά και τεκούσαν την παρθενίαν διατηρείν,
πως ου διπλούν μεν ημίν το κατά την Παρθένον αναδείκνυσι θαύμα του Μυστηρίου; Μείζον
δε, είπέρ τι ημίν έξεστι, και του προλαβόντος φαίνεται; Το μεν γαρ μήπω
παχυνθέντα τον Λόγον αφράστως μεν, ασείστως δε τα νυμφικά εισελθείν κλείθρα,
και σάρκα λαβείν, θαυμαστόν μεν και ου καταληπτόν· πως γαρ ου; Ούπω δε
τοσούτον, όσον μετά του πάχους όλου και του προσλήμματος εξελθόντα, την πύλην
εσφραγισμένην απολιπείν, ώσπερ αν, ει μηδέ την αρχήν διελθών ην».
O Συναξαριστής της ημέρας.
Παρασκευή, 14 Νοεμβρίου 2014
Φιλίππου αποστόλου, Κωνσταντίνου Ύδραίου.
Ὑπῆρξε ἕνας ἀπὸ τοὺς δώδεκα. Καὶ μάλιστα ἐπίλεκτο μέλος τῆς ἁγίας αὐτῆς ὁμάδος.
Τὴν πρώτη
γνωριμία του μὲ τὸν Χριστό μᾶς τὴν παρουσιάζει ὁ Εὐαγγελιστὴς Ἰωάννης μὲ τοῦτα
τὰ λόγια: «Τῇ ἐπαύριον ἠθέλησεν ὁἸησοῦς ἐξελθεῖν εἰς τὴν Γαλιλαίαν· καὶ εὑρίσκει Φίλιππον καὶ λέγει αὐτῷ· ἀκολούθει μοι» (Ἰωαν. α’ 44).
Βρισκόταν στὴν
Ἰουδαία ὁ Κύριος.
Ὕστερα ἀπὸ τὸ
βάπτισμά Του καὶ τὴν τεσσαρακονθήμερη νηστεία Του στὴν ἔρημο καὶ τοὺς
πειρασμούς Του ἀπὸ τὸν διάβολο, νικητὴς ἀποφασίζει νὰ ἀναχωρήσει ἀπὸ τὴν
Ἰουδαία στὴν Γαλιλαία γιὰ τὴν ἔναρξη τοῦ ἔργου του.
Ἐκεῖ, σὰν ἔφθασε,
βρῆκε μεταξὺ τῶν πρώτων τὸν Φίλιππο, ποὺ ἦταν ἀπὸ τὴ Βηθσαϊδά, τὴν ἴδια πόλη
ἀπὸ τὴν ὁποία καταγόντουσαν καὶ οἱ ἄλλοι δύο Ἀπόστολοι καὶ ἀδελφοί, Ἀνδρέας καὶ
Πέτρος.
Ἡ μικρὴ αὐτὴ πόλη
βρισκόταν στὶς ἀνατολικὲς ὄχθες τῆς λίμνης Τιβεριάδος καὶ ἀξιώθηκε νὰ προσφέρει
στὸν Κύριο ἕνα σημαντικὸ ἀριθμὸ ἀπὸ τοὺς Ἀποστόλους Του. Πτωχοὶ καὶ ἁπλοϊκοὶ
ἄνθρωποι ἤσαν ὅλοι αὐτοί.
Ὅμως ὁ Κύριος
τέτοιους ἐργάτες κατὰ κανόνα διαλέγει γιὰ τὴ διακονία Του. Ἀνθρώπους ταπεινοὺς
καὶ καλοδιάθετους.
Καὶ αὐτούς, «τὰ
μωρά του κόσμου... καὶ ἐξουθενωμένα» κατὰ τὸν θεῖο Ἀπόστολο Παῦλο, δηλαδὴ τοὺς
ἀνθρώπους αὐτοὺς ποὺ ὁ κόσμος θεωρεῖ μωροὺς καὶ περιφρονημένους, μ’ αὐτοὺς ὁ
Κύριος καταντροπιάζει ἐκεῖ νοῦς, πού, ὁ κόσμος πάλι, θεωρεῖ σοφοὺς καὶ μεγάλους
καὶ δυνατούς.
Τὴν ἁγνὴ καὶ
πρόθυμη διάθεση εἶδε ὁ Κύριος στὰ βάθη τῆς ψυχῆς τοῦ Φιλίππου καὶ
π. Θεόδωρος Ζήσης : «Ἔγγαμος ἱερεύς, πολύτεκνος, τῆς Ἱερᾶς Μητροπόλεως Δημητριάδος, ἀποφασισμένος νὰ διακόψῃ τὸ μνημόσυνο τοῦ συμφωνοῦντος μὲ ὅλα αὐτὰ ἐπισκόπου του, ὅταν διακριτικὰ τοῦ ὑπενθύμισα τὶς πιθανὲς διώξεις καὶ ποινὲς μοῦ εἶπε:
“Προτιμῶ νὰ καλλιεργῶ τὰ χωράφια μου, ὡς ἁπλὸς ἀγρότης, καὶ νὰ κρατήσω τὴν πίστη μου, παρὰ νὰ συνεργήσω στὴν κατεδάφισή της καὶ νὰ πάω στὴν κόλαση μαζὶ μὲ τὸν πατριάρχη καὶ τοὺς ἐπισκόπους”...
Αὐτὰ ποὺ εἶπε ὁ ὀλιγογράμματος ἱερεὺς ...ἐκφράζουν τὴν διαχρονικὴ συνείδηση τῆς Ἐκκλησίας γιὰ τὴν στάση ὅλων τῶν πιστῶν καὶ τῶν λαϊκῶν ἀπέναντι τῶν ἐπισκόπων καὶ τῶν πρεσβυτέρων σὲ περίπτωση ποὺ δὲν ὀρθοτομοῦν τὸν λόγο τῆς ἀληθείας, ἀλλὰ ἐνισχύουν τὴν αἵρεση καὶ τὴν πλάνη. Τὸ πλῆθος τῶν σχετικῶν πατερικῶν μαρτυριῶν ὑπάρχει τώρα στὸ βιβλίο μας “Κακὴ Ὑπακοὴ καὶ Ἁγία Ἀνυπακοή”»
(περιοδ. Θεοδρομία, καὶ www.theodromia.gr/87D26F7F.print.el.aspx).
Δημήτριος Τσελεγγίδης Καθηγητής τῆς Θεολογικῆς Σχολῆς τοῦ Ἀριστοτελείου Πανεπιστημίου Θεσσαλονίκης :
…εὔλογα διερωτᾶται κάθε ἐκκλησιαστικά εὐαισθητοποιημένος
πιστός, μήπως μέ τήν ἀκολουθούμενη τά τελευταῖα χρόνια μεθοδολογία
-ἡ ὁποία συρρικνώνει συστηματικά τήν ἁγιοπνευματική λειτουργία
τῆς Συνοδικότητας- κάποιος ἐπιδιώκει νά τεθεῖ ἐπάνω ἀπό ὅλους
τούς Ἐπισκόπους καί τελικά ἐπάνω ἀπ’ ὅλη τήν Ἐκκλησία. Μήπως, ὅμως,
μέ τόν τρόπο αὐτό «κυοφορεῖται» καί μιά κάποια μορφή Παπισμοῦ στό χῶρο
τῆς Ὀρθόδοξης Ἐκκλησίας ἤ μήπως διολισθαίνουμε κι’ ὅλας -πρακτικῶς-
πάνω στίς ράγες τοῦ Παπισμοῦ; Καί τό λέγω αὐτό, γιατί ἡ ὑποβάθμιση τῆς
ἁγιοπνευματικῆς λειτουργίας τῆς Συνοδικότητας τό λιγότερο πού
κάνει εἶναι νά «κυοφορεῖ» τίς προϋποθέσεις τῆς «γεννήσεως» τῆς ἀρρώστιας
τοῦ Παπισμοῦ στήν Ἐκκλησία μας.
ΚΥΡΙΑΚΗ 16 ΝΟΕΜΒΡΙΟΥ 2014 ΜΑΤΘΑΙΟΥ ΑΠΟΣΤΟΛΟΥ ΚΑΙ ΕΥΑΓΓΕΛΙΣΤΟΥ --- Στα «τελώνια» της σωτηρίας
«Είδεν άνθρωπον καθήμενον επί το τελώνιον, Ματθαίον
λεγόμενον»
Η Εκκλησία
τιμά σήμερα μια άλλη μεγάλη μορφή που λάμπει στο στερέωμά της. Πρόκειται για
τον απόστολο και ευαγγελιστή Ματθαίο, ο οποίος υπήρξε ένας από τους δώδεκα
μαθητές του Χριστού και ένας από τους τέσσερις ευαγγελιστές.
Πριν ακολουθήσει
τον Χριστό ως ένας από τους στενούς συνεργάτες του, ασκούσε το επάγγελμα του
τελώνη, δηλαδή του φοροεισπράκτορα. Τότε μάλιστα όσοι ασκούσαν το συγκεκριμένο
επάγγελμα ήταν μισητοί στο λαό γιατί ασκούσαν μεγάλες πιέσεις για την είσπραξη
των φόρων και επίσης θεωρούνταν ότι ήταν αμαρτωλοί αφού διέπρατταν και πολλές
αδικίες κατά τη διάρκεια της άσκησης του επαγγέλματός τους στην προσπάθεια τους
να αναπτύσσουν και κερδοσκοπικές τάσεις.
Η κλήση του
Τα γεγονότα που
εκτυλίχθηκαν στην κλήση του παρουσιάζουν το δικό τους ξεχωριστό ενδιαφέρον σε
συνδυασμό με τα μηνύματα που μπορεί κάποιος να αντλήσει από τη σχετική διήγηση.
Μια μέρα, λοιπόν, πέρασε από κοντά του ο Χριστός και τον βρήκε να κάθεται «επί
το τελώνιον», δηλαδή στο ταμείο της είσπραξης των φόρων.