ΕΟΡΤΟΔΡΟΜΙΟΝ

Τροπάριον.

Χαίρε Δέσποινα, Παρθένε, Χαίρε πάναγνε, Χαίρε δοχείον Θεού· Χαίρε λυχνία φωτός· Αδάμ η ανάκλησις· Εύας η λύτρωσις· όρος άγιον, περιφανές αγίασμα, και νυμφών αθανασίας.

Ερμηνεία.


Επειδή εις το ανωτέρω Τροπάριον είπεν η Παρθένος εις τον Άγγελον ότι κραυγάζει προς αυτήν φαιδρόν ευαγγέλιον και θεία κηρύγματα· τούτου χάριν και ο Άγγελος εν τω παρόντι Τροπαρίω αυξάνει το ανωτέρω ευαγγέλιον της χαράς, και λέγει προς την Παρθένον· Χαίρε ω Δέσποινα παντός του Κόσμου. Χαίρε Παρθένε πάναγνε και υπέραγνε, η μη μόνον κατά το σώμα και τας αισθήσεις του σώματος Παρθένος ούσα, αλλά και κατά την ψυχήν και κατά τας δυνάμεις της ψυχής. Χαίρε ω δοχείον και κατοικητήριον λογικόν και νοερόν του Θεού, η τον αχώρητον τω Κόσμω χωτήσασα. Χαίρε λυχνία φωτός, είτε η του Μωϋσέως, είτε η του Ζαχαρίου, από το φως της οποίας εφωτίσθησαν οι εν τω σκότει καθήμενοι Εθνικοί. Χαίρε Θεοτόκε, η ανακάλεσις του Προπάτορος Αδάμ εις την πρώτην κατάστασιν, από την οποίαν εξέπεσε. Χαίρε της Εύας η λύτρωσις από την καταδίκην και αράν, εις την οποίαν ωλίσθησε. Χαίρε το όρος το άγιον του Θεού, περί του οποίου ο Δαβίδ προεφήτευσε. Χαίρε αγίασμα ένδοξον, (αγίασμα δε ωνομάζετο ο εν Ιεροσολύμοις ναός) του οποίου ανωτέρα εφάνης συ Θεοτόκε, όσον ανώτερος είναι ο έμψυχος και λογικός ναός από τον άψυχον και άλογον. Χαίρε ω θάλαμε μυστικέ της αθανασίας, δια μέσου του οποίου οι πρώην θνητοί της αθανασίας κατηξιώθημεν.

O Συναξαριστής της ημέρας.

Δευτέρα, 27 Οκτωβρίου 2014

Νέστορος μάρτυρος, Πρόκλης συζύγου Πιλάτου.

Ὁ Νέστορας ἦταν πολὺ νέος στὴν ἡλικία, ὡραῖος στὴν ὄψη καὶ γνώριμός του Ἁγίου καὶ ἐνδόξου Δημητρίου.
Ὁ Νέστορας, λοιπόν, βλέποντας ὅτι ὁ αὐτοκράτωρ Διοκλητιανὸς χαιρόταν γιὰ τὶς νῖκες κάποιου σωματώδους βαρβάρου, ὀνομαζόμενου Λυαίου, μίσησε τὴν ὑπερηφάνειά του. Βλέποντας ὅμως καὶ τὰ θαύματα τοῦ Ἁγίου Δημητρίου, πῆρε θάρρος. Πῆγε λοιπὸν στὴν φυλακή, ὅπου ἦταν κλεισμένος ὁ Μεγαλομάρτυρας, καὶ ἔπεσε στὰ πόδια του. «Δοῦλε τοῦ Θεοῦ Δημήτριε», εἶπε, «ἐγὼ εἶμαι πρόθυμος νὰ μονομαχήσω μὲ τὸ Λυαῖο, γι’ αὐτὸ προσευχήσου γιὰ μένα στὸ ὄνομα τοῦ Χριστοῦ».
Ὁ Ἅγιος, ἀφοῦ τὸν σφράγισε μὲ τὸ σημεῖο τοῦ τιμίου Σταυροῦ, τοῦ εἶπε ὅτι καὶ τὸν Λυαῖο θὰ νικήσει καὶ γιὰ τὸν Χριστὸ θὰ μαρτυρήσει. Τότε, λοιπόν, ὁ Νέστορας μπῆκε στὸ στάδιο χωρὶς φόβο καὶ ἀνεφώνησε: «Θεὲ τοῦ Δημητρίου, βοήθει μοι».

Καὶ ἀφοῦ πολέμησε μὲ τὸν Λυαῖο, τοῦ κατάφερε δυνατὸ χτύπημα μὲ τὸ μαχαῖρι του στὴν καρδιὰ καὶ τὸν θανάτωσε. Ἐξοργισμένος τότε ὁ Διοκλητιανός, διέταξε καὶ σκότωσαν μὲ λόγχη τὸ Νέστορα, ἀλλὰ καὶ τὸν Δημήτριο.
Ἔτσι, μ’ αὐτή του τὴν ἐνέργεια ὁ Νέστορας δίδαξε ὅτι σὲ κάθε ἀνθρώπινη πρόκληση πρέπει νὰ ἀναφωνοῦμε: «Κύριος ἐμοὶ βοηθός, καὶ οὐ φοβηθήσομαι· τί ποιήσει μοι ἄνθρωπος;». Ὁ Κύριος εἶναι βοηθός μου καὶ δὲ θὰ φοβηθῶ. Τί θὰ μοῦ κάνει ὁποιοσδήποτε ἄνθρωπος;

«O Καταστατικὸς Χάρτης τοῦ Οἰκουμενισμοῦ»:

Ὁ Οἰκουμενισμὸς ἤρχισε νὰ προσβάλλῃ τὴν Ὀρθόδοξον Καθολικὴν Ἐκκλησίαν φθίνοντος τοῦ ΙΘ’ αἰῶνος, διὰ δὲ τοῦ Συνοδικοῦ Διαγγέλματος «Πρὸς τὰς ἁπανταχοῦ Ἐκκλησίας τοῦ Χριστοῦ» τοῦ Πατριαρχείου Κωνσταντινουπόλεως ἐν ἔτει 1920, ἀποτελοῦντος ὁμολογουμένως τὸν «Καταστατικὸν Χάρτην τοῦ Οἰκουμενισμοῦ», ἐκηρύχθη οὗτος «γυμνῇ τῇ κεφαλῇ», ἐφ’ ὅσον χαρακτηρίζει τὰς αἱρέσεις τῆς Δύσεως καὶ ἁπανταχοῦ ὡς δῆθεν «σεβασμίας Χριστιανικὰς Ἐκκλησίας», οὐχὶ πλέον «ὡς ξένας καὶ ἀλλοτρίας», ἀλλ’ ὡς «συγγενεῖς καὶ οἰκείας ἐν Χριστῷ καὶ ”συγκληρονόμους καὶ συσσώμους τῆς ἐπαγγελίας τοῦ Θεοῦ ἐν Χριστῷ“», προτείνων μάλιστα ὡς πρῶτον μέτρον ἐφαρμογῆς αὐτοῦ τὴν χρῆσιν κοινοῦ ἡμερολογίου, πρὸς ταυτόχρονον συνεορτασμὸν ὀρθοδόξων καὶ ἑτεροδόξων.

Ο Μητροπολίτης Πειραιώς κ. Σεραφείμ, ερωτά τον Οικ. Πατριάρχη κ. Βαρθολομαίο :

Εἶναι φανερό πλέον, Παναγιώτατε Δέσποτα, ὅτι διαχέετε τό πνεῦμα τοῦ συγχρόνου διαχριστιανικοῦ Οἰκουμενισμοῦ, γι’ αὐτό καί δέχεσθε, ὀνομάζετε καί ἀναγνωρίζετε τίς αἱρέσεις ὡς «Ἐκκλησίες», ἐρχόμενος σέ πλήρη ἀντίθεση καί ἀντίφαση μέ τήν διαχρονική παράδοση τῆς Ὀρθοδόξου Ἐκκλησίας. Τόν κάθε πιστό, ὅμως, θά πρέπει νά τόν ἐνδιαφέρει τί λέει, τί διδάσκει ἡ Ὀρθόδοξος Ἐκκλησία, ἡ Ἁγία Γραφή, τό ἅγιο Εὐαγγέλιο, οἱ ἅγιες καί Οἰκουμενικές Σύνοδοι, οἱ ἱεροί Κανόνες καί οἱ ἅγιοι Πατέρες.

Ταπεινῶς ἐρωτῶμεν, Παναγιώτατε Δέσποτα : Διατί, ἐνῷ ἀποδίδετε τίτλους ἐκκλησιαστικότητος στούς πρόδηλα κακοδόξους αἱρετικούς, δέν προβαίνετε στήν μαζί τους διαμυστηριακή κοινωνία; Αὐτό δέν ἀποτελεῖ τήν πλέον κραυγαλέα ἀπόδειξη τῆς κακοδοξίας τοῦ Οἰκουμενισμοῦ; Ἄν πράγματι πιστεύετε τίς διακηρύξεις Ὑμῶν, ἡ μυστηριακή διακοινωνία εἶναι μονόδρομος, γιατί ἄλλως ἀποδεικνύετε μέ τήν στάση Ὑμῶν τήν ἀνυπαρξία τῶν τίτλων ἐκκλησιαστικότητος, πού ἀποδίδετε στούς ψευδεπισκόπους τῶν κακοδόξων!!! Καί ἀποδεικνύεται ἀκόμη ὅτι αὐτή ἡ στάση ἀποτελεῖ «εὐφυᾶ διπλωματία» ἀλλά χωρεῖ διπλωματία στά τῆς πίστεως;

Η συνέντευξις του π. Ευθυμίου Τρικαμηνά

Ο π. Ευθύμιος «ξετίναξε» κυριολεκτικώς την παναίρεσιν του Οικουμενισμού και του Παπισμού. Ενώ εξέφρασε την άποψιν ότι επιβάλλεται η διακοπή του μνημοσύνου τόσον του Οικουμενικού Πατριάρχου όσον και όλων εκείνων, οι οποίοι προδίδουν την πίστιν με ανιέρους συμπροσευχάς και συλλείτουργα με τους αιρετικούς. Αποτελεί ύβριν εναντίον των αγώνων και της θυσίας των αγίων μαρτύρων και θεοφόρων Πατέρων της Εκκλησίας μας η μη διακοπή του μνημοσύνου, ως είπε. Διότι οι Αγιοι Πατέρες έδωσαν μάχας εναντίον όλων των αιρέσεων, εις τας οποίας ανήκει και ο Παπισμός. Ο Άγιος Μάρκος ο Ευγενικός δεν τους ήθελε ούτε εις τον θάνατόν του. Εις ερώτησιν, εάν η διακοπή του μνημοσύνου οδηγή εις σχίσμα την Εκκλησίαν, απήντησεν ότι τούτο δεν δύναται να συμβή. Διότι, όταν ο Επίσκοπος έχη αιρετικήν συμπεριφοράν, ο κλήρος και ο λαός δύναται να  συνεχίζη την Εκκλησιαστικήν παράδοσιν και την μυστηριακήν ζωήν άνευ του Επισκόπου. Αυτό συμβαίνει  «εις Πολεμικάς» περιόδους εις την Εκκλησίαν. Και κατά την άποψιν του, έχομεν πόλεμον εναντίον της παναιρέσεως του Οικουμενισμού και της αιρέσεως του Παπισμού και εναντίον όλων των Επισκόπων, οι οποίοι συμπορεύονται με την αίρεσιν. Άλλωστε, είπε, προ τριάκοντα και πλέον ετών Μητροπολίται, ως ο Φλωρίνης Αυγουστίνος Καντιώτης, ο Ελευθερουπόλεως Αμβρόσιος, Παραμυθίας Παύλος και Ιεραί Μοναί εις το Άγιον Όρος είχον διακόψει το μνημόσυνον του Πατριάρχου Αθηναγόρου, χωρίς να προκληθή σχίσμα εις την Εκκλησίαν.