Οι τρεις γεννήσεις. -- Υπό της Οσίας Συγκλητικής.

Η αγία Συγκλητική, μεγάλη μορφή και υπόδειγμα του γυναικείου μοναχισμού, η οποία κατήγετο από την Μακεδονία και ασκήτευε εις την Αίγυπτο, διδάσκουσα τις μοναχές, έλεγε:

«Όσα πράξωμεν ή κερδίσωμεν εις τούτον τον κόσμον, πρέπει να τα στοχαζώμεθα πως είναι ολίγα, συγκρινόμενα με τον αιώνιον πλούτον της μελλούσης ζωής. Διότι εις τούτον τον κόσμον ευρισκόμεθα, ωσάν μέσα εις άλλην κοιλίαν Μητρός. Και καθώς όταν είμαστε μέσα εις την κοιλίαν της Μητρός μας, δεν είχαμεν τέτοιαν ζωήν, ό,τι λογής έχομεν τώρα, ουδέ ετρώγαμεν εκεί τέτοια στερεά φαγητά, καθώς τρώγομεν τώρα, ουδέ ημπορούσαμεν να κάμωμεν εκείνα, όπου κάμνομεν τώρα, διότι τότε δεν εβλέπαμεν τον ήλιον, ούτε κανένα άλλο φως. Καθώς λοιπόν όταν ευρισκόμεθα εις την κοιλίαν της Μητρός μας, υστερούμεθα από πολλά πράγματα του κόσμου τούτου, έτσι πάλιν και τώρα, οπού ευρισκόμεθα εις τούτον τον κόσμον, υστερούμεθα από πολλά αγαθά της Βασιλείας των Ουρανών. Δια τούτο καθώς απολαύσαμεν τα πράγματα του κόσμου, έτσι ας ορεχθούμεν να απολαύσωμεν και τα ουράνια αγαθά. Καθώς είδαμεν εδώ τούτο το αισθητόν φως, έτσι ας ποθήσωμεν να ιδούμεν και τον νοητόν Ήλιον της Δικαιοσύνης. Την άνω Ιερουσαλήμ ας στοχαζώμεθα πατρίδα και Μητέρα δική μας και τον Θεόν ας ονομάζωμεν Πατέρα μας, ας ζήσωμεν εδώ φρόνημα και με σωφροσύνην, δια να επιτύχωμεν την αιώνιον ζωήν. Ότι καθώς τα βρέφη, οπού είναι μέσα εις την κοιλίαν της Μητρός τους, όταν γένουν τέλεια και γεννηθούν, από την ολιγωτέραν τροφήν και ζωήν, οπού είχαν, φέρονται εις μεγαλυτέραν τροφήν και εις καλλιτέραν ζωήν, έτσι και οι δίκαιοι αναχωρούν από τούτην την ζωήν του κόσμου και πηγαίνουν εις την ουράνιον και καλλιτέραν ζωήν, κατά το γεγραμμένον «εκ δυνάμεως εις δύναμιν». Οι δε αμαρτωλοί παραδίδονται από το σκότος του κόσμου τούτου εις το σκότος του άδου, ωσάν τα βρέφη, οπού πεθαίνουν μέσα εις την κοιλίαν της Μητρός τους. Διότι οι αμαρτωλοί και όταν είναι ακόμη εις την γην, νεκρώνονται από το πλήθος των αμαρτιών και όταν αποθάνουν, καταβαίνουν εις τόπους σκοτεινούς και ταρταρώδεις. Τρεις φορές γεννώμεθα εις την παρούσαν ζωήν. Μίαν φοράν όταν βγαίνωμεν από την κοιλίαν της Μητρός μας και από την γην ερχόμεθα πάλιν εις την γην. Αι δε λοιπαί δύο γεννήσεις μας ανεβάζουν από την γην έως τον ουρανόν, από τας οποίας, η μία είναι εκ της θείας Χάριτος, οπού έρχεται εις ημάς δια του θείου Βαπτίσματος και την ονομάζομεν αληθώς παλιγγενεσίαν και αναγέννησιν και η τρίτη είναι εκείνη, οπού γίνεται εις ημάς δια της μετανοίας και των καλών αγώνων, εις την οποίαν ευρισκόμεθα τώρα και ημείς».


(Από το βιβλίον «Η ΟΣΙΑ ΣΥΓΚΛΗΤΙΚΗ»). 

O Συναξαριστής της ημέρας.

Παρασκευή, 29  /  16    Αυγούστου 2014

Αποτομή Κεφαλής Προδρόμου.

«Οὐκ ἐξεστὶ σοι ἔχειν, τὴν γυναῖκα τοῦ ἀδελφοῦ σου». Δὲν σοῦ ἐπιτρέπεται ἀπὸ τὸ νόμο τοῦ Θεοῦ νὰ ἔχεις τὴν γυναῖκα τοῦ ἀδελφοῦ σου, ὁ ὁποῖος ζεῖ ἀκόμα. Λόγια τοῦ Τιμίου Προδρόμου, ποὺ ἀποτελοῦσαν μαχαιριὲς στὶς διεφθαρμένες συνειδήσεις τοῦ βασιλιὰ Ἡρώδη Ἀντίπα καὶ τῆς παράνομης συζύγου του Ἡρωδιάδος, ποὺ ἦταν, γυναίκα τοῦ ἀδελφοῦ του Φιλίππου.
Ὁ Ἡρώδης, μὴ ἀνεχόμενος τοὺς ἐλέγχους τοῦ Προδρόμου, τὸν φυλάκισε. Σὲ κάποια γιορτὴ ὅμως τῶν γενεθλίων του, ὁ Ἡρώδης ὑποσχέθηκε μὲ ὅρκο νὰ δώσει στὴν κόρη τῆς Ἡρωδιάδος ὅτι ζητήσει, διότι τοῦ ἄρεσε πολὺ ὁ χορός της. Τότε ἡ αἱμοβόρος Ἡρωδιὰς εἶπε στὴν κόρη της νὰ ζητήσει στὸ πιάτο τὸ κεφάλι τοῦ Ἰωάννη. Πράγμα ποὺ τελικὰ ἔγινε.

Ἔτσι, ὁ ἔνδοξος Πρόδρομος τοῦ Σωτῆρος θὰ παραμένει στοὺς αἰῶνες ὑπόδειγμα σὲ ὅλους ὅσους θέλουν νὰ ὑπηρετοῦν τὴν ἀλήθεια καὶ νὰ ἀγωνίζονται κατὰ τῆς διαφθορᾶς, ἀνεξάρτητα ἀπὸ κινδύνους καὶ θυσίες.
Καὶ νὰ τί λένε οἱ 24 πρεσβύτεροι τῆς Ἀποκάλυψης στὸν Θεὸ γιὰ τοὺς διεφθαρμένους: «ἦλθεν... ὁ καιρὸς τῶν ἐθνῶν κριθῆναι... καὶ διαφθεῖραι τοὺς διαφθείροντας τὴν γῆν’. Ἦλθε, δηλαδή, ὁ καιρὸς τῆς ἀνάστασης τῶν νεκρῶν γιὰ νὰ κριθεῖ ὁ κόσμος καὶ νὰ καταστρέψεις (Θεέ μου) ἐκείνους, ποὺ μὲ τὴ διεφθαρμένη ζωὴ τους διαφθείρουν καὶ καταστρέφουν τὴν γῆ.

Tι είναι η Παναγιά για τον κόσμο...

http://agiooros.org/viewtopic.php?f=53&t=9938

Ακούραστος ο γέρο – Κυριακος καθάριζε κρεμμύδια και αγκινάρες μαζί με τους άλλους πατέρες παγκοινια στην πάνυγυρη της Παναγίας για την εσπερινή τράπεζα. Θα έρχονταν πατέρες και ψαλτάδες απο την έρημο και την Κερασιά να στολίσουν την αγρυπνία.

Και πως έκανε ο γέρο -Κυριακός άμα ξεκινούσε τα μέγιστα ανοιξαντάρια του Κουκουζέλη και το Θεοτόκε Παρθένε του Μπερεκέτη!

Και όλο σκούνταγε τον π. Χριστοφόρο τον Εκκλησιαστικό να κουνήσει ακόμα πιο δυνατά τον χορό και τον πολυέλαιο.

ΜΙΑ ΣΥΝΩΜΟΣΙΑ ΤΟΥ ΒΑΤΙΚΑΝΟΥ ΚΑΤΑ ΤΟΥ ΠΑΤΡΙΑΡΧΕΙΟΥ

Ο νεοεκλεγείς τον Αύγουστον του 1671 δια την θέσιν του Βαϋλου εν Κων/πόλει, Τζιάκομος Κουϊρίνι, προτιθέμενος να αναχωρήση εκ Βενετίας δια την έδραν του, εδέχθη την επίσκεψιν του Νουντσίου της Αγίας  Έδρας, όστις τω εξέθηκε το κάτωθι  διαβολικόν σχέδιον, το οποίον ο ρηθείς Κουϊρίνι υπέβαλε δι΄ εκθέσεώς του εις την Γερουσίαν.                                         
iscellanea CodiciArchivio di Stato,  Τόμος 4.) :



«… εις το Πατριαρχείον της Κων/πόλεως υφίσταται τώρα μέγα σχίσμα, διότι οι υποψήφιοι Πατριάρχαι είνε τέσσαρες: Μεθόδιος, Παρθένιος, Παϊσιος και Διονύσιος. Εξ άλλου, οκτώ Έλληνες  μητροπολίται είνε κρυφά καθολικοί και θερμοί θιασώται της ενώσεως των δύο Εκκλησιών. Ούτοι τρέφουν από καιρού τα αισθήματα ταύτα, αλλ΄ εδίσταζον, εκ φόβου μήπως αποκαλυφθούν, να τα εκδηλώσουν. Τώρα όμως νομίζουν ότι επήλθεν η κατάλληλος ώρα, ίνα προβούν εις πραξικόπημα, επιτυγχάνοντες ώστε να καταλάβη τον Πατριαρχικόν θρόνον εις Καθολικός, όστις θα παρεχώρει εις όλους τους «μισσιοναρίους» της Ρωμαϊκής Εκκλησίας να διαδώσουν την Καθολικήν Πίστιν.

Αυτό επιβάλλει η Ορθόδοξος συνείδησις, η ευθύτης και η συνέπεια. Δεν δύναμαι να λέγω: «Παναγιώτατε, είσαι αιρετικός, το οικουμενικόν πνεύμά σου σείει, τον Οίκον, ου εσμέν καθήμενοι, την Ορθόδοξον του Χριστού Εκκλησίαν, αλλά εγώ δεν κόπτω τον Μνημόσυνόν σου άχρι καιρού»!


Αγάπη και αλήθεια

(Παρατηρήσεις επί της επιστολής του π. Επιφανίου Θεοδωροπούλου)

Σεβαστοί Πατέρες,
Εν τω υμετέρω εγκρίτω οργάνω της αγωνιζομένης και αγωνιώσης Ορθοδοξίας,  «Ορθόδοξος Τύπος» (αρ. φύλ.  109/10-10-1969) δημοσιεύεται μακροσκελεστάτη επιστολή του Πανοσιολογιωτάτου Αρχιμανδρίτου κ. Επιφανίου Θεοδωροπούλου προς τον Οικουμενικόν Πατριάρχην. Καίτοι στερούμαι προσόντων, εφαμίλλων προς τον σεβαστόν και εξαίρετον επιστολογράφον, όντα σύμβουλον εξ απορρήτων επισήμων Εκκλησιαστικών ανδρών και πλειστάκις προβληθέντα δια το επισκοπικόν αξίωμα, εν τούτοις αποτολμώ να παρακαλέσω Υμάς, όπως φιλοξενήσητε πενιχράς τινας σκέψεις μου· τούτο δε ουχί προς προβολήν ασήμου και ασημάντου τινός λαϊκού, μη αξιωθέντος παρά του Προκαθημένου της Ελλαδικής Εκκλησίας ουδέ θέσεως διδασκάλου εν εκπαιδευτικοίς Αυτής Ιδρύμασιν, ως αθεραπεύτου συντηρητικού, αναδίδοντος την οσμήν του λιβάνου, και της κανδήλας των παραδόσεων, αλλά χάριν αυτής ταύτης της Ορθοδοξίας, του προσφιλούς εντρυφήματος των καρδιών μας και της αποκλειστικής ελπίδος σωτηρίας. Συνεταί, πράγματι, αι παραινέσεις, συμπλέκουσαι αριστουργηματικόν δοκίμιον επιστολιμαίας ρητορικής διατριβής. Συνεταί, αλλά άσκοποι και … επικίνδυνοι! Άραγε αγνοεί ο προς ον η επιστολή όσα εν τη επιστολή αναφέρονται; Έχει την γνώμην ο συμπαθής συντάκτης, ότι είναι ο πρώτος, όστις ανακαλεί εις την τάξιν τον προ πολλού ατακτήσαντα; Δεν είναι ο εκλεκτός π. Επιφάνιος εκ των αφελών ή των βραδέως πληροφορουμένων! Γνωρίζει επομένως, ότι πλειστάκις εγράφησαν τοιαύται παραινέσεις υπό τε μετριωτέρων, αλλά και ικανωτέρων τω λόγω. Πλην ο Γέρων του Φαναρίου «ουκ ηβουλήθη συνιέναι». Αι τοιαύται λοιπόν παραινέσεις ου μόνον πίπτουσιν εις το κενόν αλλά και βαρύτατα τραυματίζουν την Ορθόδοξον συνείδησιν. Και ιδού πως! Κατέστη πανορθοδόξως γνωστόν, ότι ο κρίμασιν οις οίδεν Κύριος προκαθήμενος του Φαναρίου και ο τούτου ομόφρων, ο Αμερικής Ιάκωβος π ρ ο  π ο λ λ ο ύ  έπαυσαν να θεωρούν, ότι η Ορθόδοξος Εκκλησία είναι η μόνη κιβωτός σωτηρίας. Έργω δε και λόγω ε υ ρ ί σ κ ο ν τ α ι  εκτός εδάφους Ορθοδοξίας, ως τούτο άλλωστε ομολογεί και ο π. Επιφάνιος Θεοδωρόπουλος. Δια των αιρετικών και πεπλανημένων αυτών δοξασιών α σ φ α λ ώ ς  κρημνίζουν συνειδήσεις και βλασφημούν κατά του Παναγίου Πνεύματος, συστήσαντος και συντηρούντος την Ορθόδοξον Εκκλησίαν! Ερωτώμεν λοιπόν τον επαϊοντα π. Επιφάνιον πως οι Πατέρες συμβουλεύουν να συμπεριφερώμεθα κατά των γυμνή πλέον τη κεφαλή διδασκόντων αιρέσεις; Πως θα ωμίλουν οι Βασίλειοι, οι Αθανάσιοι κατά των αιρετικών; Τι συνιστούν οι θείοι και Ιεροί Κανόνες; Ασφαλώς όχι ρητορικάς επιθέσεις, καλολογίας και παραινέσεις! Μία γλώσσα μόνον απομένει· η γλώσσα των επιτιμίων της Εκκλησίας. Τοιαύται συνεταί παραινέσεις, ενώ υπεγείρουν την θυμηδίαν και τον οίκτον του προς ον αι παραινέσεις, συγκλονίζουν τας συνειδήσεις των πιστών τέκνων της Ορθοδοξίας, τα οποία, επί τέλους, δεν κατανοούν διατί υ π ο χ ρ ε ο ύ ν τ α ι  να αναμένουν «άχρι καιρού» και να μη καταδικάσουν, ως πρέπει, τας διαδιδομένας αιρέσεις, τας πασών των αιρέσεων αιρετικωτέρας! Ερωτούν δε τον επιστολογράφον: Μόνον η ανηθικότης αποκόπτει τον οιουδήποτε βαθμού κληρικόν εκ της Εκκλησίας, ουχί δε και η κατεγνωσμένη και γυμνή τη κεφαλή διακηρυσσομένη αίρεσις; Μόνον ο ηθικός καθαρμός του κλήρου πρέπει να αποτελή πόνον και μέλημα των τέκνων της Ορθοδόξου Εκκλησίας ουχί δε και η πλάνη και αίρεσις; Δύναται να ίδη Θεού πρόσωπον ενάρετος τις και των αγγέλων αγνότερος κληρικός, εφ΄ όσον είναι αιρετικός; Οι θείοι και ιεροί κανόνες μόνον το ήθος ελέγχουν, ουχί δε και την πίστιν; Κρημνίζουν λοιπόν αι παραινέσεις του π. Επιφανίου και τας συνειδήσεις και την Ορθοδοξίαν. Τον παταγώδη δε αυτόν κρημνισμόν δεν επανορθώνει η απειλή «Αν τελικώς προχωρήσητε ακόμη, αν προβήτε εις «ενώσεις», τότε θα ίδητε ποίαν στάσιν θα τηρήση έναντι Υμών η Εκκλησία της Ελλάδος», διότι δεν γνωρίζομεν κατά πόσον ομιλεί ο γράφων, κατ΄ εξουσιοδότησιν της Εκκλησίας της Ελλάδος, αλλά και διότι γεννάται η απορία: δικαιολογείται ανεκτικότης να προχωρήση έτι περαιτέρω, όταν ήδη εφήρμοσε και αυτό το κοινόν ποτήριον της Θείας Ευχαριστίας, ώστε να μεταλαμβάνουν, τη συστάσει του, από ορθοδόξους ιερείς αιρετικοί χωρίς προηγουμένην ομολογίαν ορθοδόξου πίστεως; Και έπειτα αμφιβάλλει ο π. Επιφάνιος, θιασώτης αυτός της διοικητικής εννοίας της Εκκλησίας, ότι τα πάντα δύνανται να αποτολμηθώσι και να περιβληθώσι με συνοδικόν κύρος, οπόταν ουδείς θα δύναται να διαμαρτυρηθή, διότι όλοι θα «κήδωνται της ειρήνης της Εκκλησίας» και θα «σκέπτωνται τας εξελίξεις και καταλήξεις των σχισμάτων, ως γράφει, δια να δικαιολογήση τους συμπαθείς «αχρικαιρισμούς» του; Καθ΄ ημάς η Αίρεσις αποκόπτει τον τε κληρικόν και πιστόν εκ της Ορθοδόξου Εκκλησίας. Επιβάλλεται λοιπόν μόνον συνοδικός έλεγχος και καταδίκη των θιασωτών και κηρύκων της Αιρέσεως του Οικουμενισμού Οικουμενικού Πατριάρχου και Αμερικής Ιακώβου, Θυατείρων Αθηναγόρου κλπ. Μέχρι δε της τοιαύτης επισήμου εκκλησιαστικής ενεργείας, οι πιστοί, κληρικοί τε και λαϊκοί, δύνανται να κάμωσιν χρήσιν έναντι του Πατριάρχου και των ομοφρόνων Αυτώ, του δικαιώματος, όπερ αναγνωρίζει αυτοίς ο ΙΕ΄ Κανών της Πρωτοδευτέρας Συνόδου, της αποκοπής δηλονότι του Μνημοσύνου και προ Συνοδικής διαγνώμης. Αυτό επιβάλλει η Ορθόδοξος συνείδησις, η ευθύτης και η συνέπεια. Δεν δύναμαι να λέγω: «Παναγιώτατε, είσαι αιρετικός, το οικουμενικόν πνεύμά σου σείει, τον Οίκον, ου εσμέν καθήμενοι, την Ορθόδοξον του Χριστού Εκκλησίαν, αλλά εγώ δεν κόπτω τον Μνημόσυνόν σου άχρι καιρού»! Εάν προσήρχετο εις τον π. Επιφάνιον λαϊκός τις και του έλεγε, ότι φρονεί όσα ο Πατριάρχης διακηρύσσει περί Οικουμενισμού και πανθρησκευτισμού, θα του επέτρεπε να μεταλάβη, εάν δεν ηρνείτο τας πλάνας αυτάς; Η τοιαύτη δε ενέργειά του δεν θα ήτο επιτίμιον, μικρός αφορισμός, α κ ο ι ν ω ν η σ ί α;  Πρόσχωμεν! Πριν ο λαός της Ορθοδοξίας λιθοβολήση κληρικούς και λαϊκούς δια την χλιαράν στάσιν ή διαρρεύση αλλού, λόγω των περιέργων κοκτεϊλισμών μας, ας είπωμεν γυμνήν την αλήθειαν, χωρίς ρητορισμούς. Και η αλήθεια είναι Μία: Πας όστις ευαγγελίζηται ημάς, παρ΄ ο παρελάβομεν, καν Άγγελος εξ ουρανού η, ανάθεμα έστω. Αυτάς τας σκέψεις γεννά εν εμοί η επιστολή του εκλεκτού Αρχιμανδρίτου. Ίσως να μυρίζουν λάδι κανδήλας και λιβάνι! Ίσως να είναι αναχρονιστικά! Δεν γνωρίζω! Ένα μόνον γνωρίζω, ότι η εν τη Ορθοδόξω Εκκλησία Αλήθεια σταθμίζεται μόνον με την Παράδοσιν και τους Κανόνας και ουχί με ασαφείς ρευστότητας.

Διονύσιος Μπατιστάτος. 
(ήτο νεοημερολογίτης).

Προς φιλοπαπικούς: Η δολιότης των Παπικών.

Του Ευγενίου Βουλγάρεως.


«Όχι ολιγωτέραν προσοχήν και φύλαξιν χρειάζεσθε, Αδελφοί μου, προς αυτούς τους απατεώνας (εννοεί του παπικούς), όταν έρχωνται με το μέλι εις το στόμα και σας ομιλούν, όταν τεχνεύωντας με τον δόλον των ευεργεσιών και χαρίτων να σας αγκιστρώνουν και με τας ελπίδας και υποσχέσεις να σας σαγηνεύσουν. Φοβερώτερος εχθρός δεν είναι από εκείνον, όπου υποκρίνεται φίλος. Επικινδυνωδέστερος και ολεθριώτερος πόλεμος δεν είναι από εκείνον, όπου με την ελπίδα της ελευθερίας φέρει την τυραννίδα. Πιστεύσατέ μοι ότι περισσοτέρους Ορθοδόξους επλάνησαν και έσυραν προς εαυτούς οι Λατίνοι με την δόσιν (παροχές),  πάρεξ με την διάλεξιν (διαλόγους). Περισσοτέρους λέγω έσυραν προς εαυτούς με τας κολακείας, με τας υποσχέσεις, με τας χάριτας, με τας ευεργεσίας, με τας κοσμικάς βοηθείας, με την άδειαν, με την άνεσιν και τρυφήν, με τας ελπίδας, παρά με τους λόγους και με τας κατηχήσεις. Μάρτυρες εις τούτο η Αντιόχεια, η Αλεξάνδρεια, πολλά μέρη της Συρίας και πολλαί Νήσοι του Αιγαίου Πελάγους, οπού με την δαπάνην πολλών χρημάτων ηύξησεν η Ρώμη τον Παπισμόν, συναθροίζουσα τους πιστούς, ωσάν στράτευμα μισθοφόρων. Δεν ήθελαν δυνηθούν να σύρουν και τον Αυτοκράτορα της Κωνσταντινουπόλεως και τον Πατριάρχην και τόσους Αρχιερείς εις την Φλωρεντίαν τότε, να συγκατανεύσουν εις την ψευδή εκείνην και ανυπόστατον ένωσιν, πάρεξ με την ελπίδα της συνδρομής των και βοηθείας εις τον κατά βαρβάρων επικείμενον πόλεμον. Δεν ήθελον ισχύσουν να ελκύσουν εις το μέρος των  και τον μάλλον φιλοχρήματον και φιλόδοξον, πάρεξ φιλόσοφον Αρχιερέα εκείνον Βησσαρίωνα, πάρεξ με την εκκλησιαστικήν παρ΄ αυτών πορφύραν, με τον Καρδιναλικόν Καπάσιον. Αλλ΄ αυτά είναι αι μεθοδείαι και μηχαναί του εχθρού των ψυχών, να απατά τους πιστούς με τα πρόσκαιρα, δια να τους υστερήση τα αιώνια».

Ο άγιος Ιωάννης ο Δαμασκηνός προς τους Αρχιερείς, Ιερείς, Διακόνους, Μοναχούς, και λοιπούς Χριστιανούς της Ελληνικής Εκκλησίας.

«Ει τις πίστει χειραγωγούμενος, αγαθόν και παντοδύναμον και αληθές και σοφόν και δίκαιον το θείον λογίσηται, ευρήσει πάντα λεία και ομαλά και οδόν ευθείαν. Εκτός γαρ πίστεως αδύνατον σωθήναι. Πίστει γαρ πάντα, τα τε ανθρώπινα τα τε πνευματικά, συνίστανται. Ούτε γαρ γεωργός εκτός πίστεως τέμνει γης αύλακα, ούτε έμπορος μικρώ ξύλω την εαυτού ψυχήν τω μαινομένω της θαλάσσης πελάγει παραδίδωσιν, ου γάμοι συνίστανται, ουχ άλλοτι των εν τω βίω. Πίστει νοούμεν εκ του μη όντος εις το είναι τα πάντα τη του Θεού δυνάμει παρήχθαι· πάντα, τα τε θεία ως τα ανθρώπινα, πίστει κατορθούμεν. Πίστις δε έστιν απολυπραγμόνητος συγκατάθεσις. Πάσα μεν ουν πράξις και θαυματουργία του Χριστού μεγίστη και θεία και θαυμαστή, αλλά πάντων εστί θαυμαστότερον ο Τίμιος Σταυρός. Δι΄ ουδενός γαρ ετέρου ο θάνατος κατήργηται, η προπάτορος αμαρτία λέλυται, ο άδης εσκύλευται, η ανάστασις δεδώρηται, δύναμις ημίν του καταφρονείν των παρόντων και αυτού του θανάτου δέδοται, η προς την αρχαίαν μακαριότητα επάνοδος κατώρθωται… Θεού κληρονόμοι γεγόναμεν δια του Σταυρού  του Κυρίου ημών Ιησού Χριστού».


(Έκδοσις Ακριβής της Ορθοδόξου Πίστεως).

Το Π.Σ.Ε. χρηματοδοτεί τους φονείς Μαρξιστάς και τους Μιλιταριστάς. -- Να αποχωρήση εξ αυτού η Εκκλησία της Ελλάδος.

Το Παγκόσμιον Συμβούλιον Εκκλησιών ωμολόγησε προ δεκαημέρου επισήμως δια του διαβοήτου πλέον γενικού γραμματέως του κ. Φίλιπ Πότερ ότι χρηματοδοτεί, εκτός των μαρξιστικών κινημάτων της Αφρικής, και διάφορα άλλα μιλιταριστικά κινήματα και ομάδες, αι οποίαι δρουν εις όλον τον κόσμον. Αι νέαι αυταί δηλώσεις του γεν. γραμματέως του Π.Σ.Ε. μιας καθαρώς σιωνιστικής οργανώσεως, επροκάλεσαν την αγανάκτησιν της Κοινής Γνώμης και εγκύρων κύκλων της Ευρώπης, διότι υπό την εκκλησιαστικήν προσωνυμίαν χρηματοδοτούνται οι δολοφόνοι και υποστηρίζεται η βία και η τρομοκρατία.

ΕΙΝΑΙ Η ΘΕΟΤΟΚΟΣ ΑΝΑΜΑΡΤΗΤΟΣ;

Εις το φύλλον της 1ης Ιανουαρίου ε.ε. εδημοσιεύσαμεν το χριστουγεννιάτικον άρθρον του π. Ιουστίνου Πόποβιτς, εις το τέλος του οποίου υπάρχει και η έκφρασις «Αναμάρτητος-Θεοτόκος». Ο σεβαστός π. Δ. Λαζάρου εκ της Θεσσαλονίκης εις επιστολήν του προς τον «Ο.Τ.» απορεί δια την ως άνω έκφρασιν, θεωρών ότι «τούτο δεν είναι ορθόν», καθ΄ ότι κατά την Αγίαν Γραφήν «πάντες ήμαρτον» και ουδείς αναμάρτητος ει μη μόνον ο Ιησούς Χριστός.
Ακολούθως απαντώμεν εις την παράκλησίν του δια την εν προκειμένω γνώμην της εφημερίδος μας:

Κατ΄ αρχήν, δεν αμφιβάλλομεν δια την ορθότητα της Θεοτοκολογίας του π. Ιουστίνου, ενός μεταξύ των πλέον διακεκριμένων δογματολόγων της συγχρόνου Ορθοδοξίας, όστις τον βίον του κατηνάλωσεν εις την έμπρακτον μελέτην της Αγίας Γραφής και των Πατέρων της Εκκλησίας. Όθεν, ας ερμηνεύση ο ίδιος τον εαυτόν του (Βλ. «Δογματική της Ορθοδόξου Εκκλησίας», τόμος Β΄ σ. 261, σερβιστί): «Είναι σαφές», λέγει ο π. Ιουστίνος, «ότι κατά την Χριστόπνευστον διδασκαλίαν των θεοσόφων Πατέρων, το άσπιλον και αναμάρτητον της Υπεραγίας Θεοτόκου δεν αναφέρεται εις την απουσίαν του προπατορικού αμαρτήματος εν τη ανθρωπίνη φύσει αυτής, αλλ΄ εις την προσωπικήν της σχέσιν προς τον σπίλον και την αμαρτίαν και εις τον αγώνα της και την υπεροχήν επί του σπίλου και της αμαρτίας». Ενταύθα ο π. Ιουστίνος κάμνει διάκρισιν μεταξύ του προπατορικού αμαρτήματος και της προσωπικής αγιότητος της Παναγίας Θεοτόκου. Συμφώνως προς την Πατερικήν διδασκαλίαν, η Παναγία είχε το προπατορικόν αμάρτημα (εξ ου και ο θάνατός της), προσωπικώς δε ήτο όντως πανάμωμος και άσπιλος· μέχρι της συλλήψεως του Κυρίου ένεκα της απείρου αγάπης Της και υπακοής εις το θέλημα του Θεού, μετά δε την σύλληψιν ένεκα της …..(σ.σ. δεν διακρίνεται η γραμμή)… αγίου Πνεύματος και της εν Αυτή παρουσίας του πυρός της Θεότητος. Όπως και των μεγάλων Προφητών του Θεού, των «εν κοιλία μητρός» ηγιασμένων και πεπληρωμένων Πνεύματος Αγίου (Ιερεμ. α΄, 5· Λουκ. α΄, 15), και της Παναγίας η αγιότης αρχίζει «εν κοιλία μητρός». Αύτη αποκορυφούται κατά την στιγμήν της ασπόρου συλλήψεως του Θεού Λόγου και αφθαρτοποιείται εις την Κοίμησιν και Μετάστασίν Της. Η Παναγία υπερέβη την καθαρότητα και την αγιότητα πάντων των προφητών και ανθρώπων, ακόμη και των αγγέλων, και εφάνη ούτω, κατά τον Άγιον Ιωάννην τον Δαμασκηνόν, «αξία του Κτίσαντος». Κατά τον αυτόν Πατέρα, η κληρονομία του προπατορικού αμαρτήματος ήτο ανενέργητος μέσα εις Αυτήν, διότι η θέλησίς Της και όλαι αι δυνάμεις της ψυχής Της και του σώματός Της ήσαν «τω Δεσπότη Θεώ προσαναθέμεναι». Ασφαλώς, ουδείς αναμάρτητος, ει μη μόνον ο Θεός. Το «πανάμωμον» και «αναμάρτητον» της Παναγίας είναι αποτέλεσμα της κοινωνίας Της εις την θείαν αναμαρτησίαν, όπως, εξ άλλου, και η καθαρότης και η «αναμαρτισία» του κάθε ανθρώπου, κατά το μέτρον της αρετής εκάστουθ και του προς Θεόν έρωτος αυτού. Όθεν, λέγει ο άγιος Γρηγόριος ο Παλαμάς, απευθυνόμενος προς την Παναγίαν: «Μόνη γαρ απάντων τας πάντων ετελείωσας θεωρίας, την κοινήν απάντων υπερβαλλομένη φύσιν τη προς Θεόν συναφεία μη κατά τον απόρρητον μόνον τόκον, αλλά και κατά προηγιασμένην εξ άκρας καθαρότητος προς εκείνον κατά παν αγαθόν κοινωνίαν». Κατά τον αυτόν Πατέρα, η Παναγία είναι «πάσης αρετής έμψυχος εικών, θείων τε και ανθρωπίνων χαρίτων εστία και συνδρομή». Δια την Ορθόδοξον Παράδοσιν και εκκλησιαστικήν συνείδησιν η Παναγία Θεοτόκος είναι αδιανόητος άνευ του Χριστού. Η Ορθόδοξος Πατερική θεολογία δεν γνωρίζει «Μαριολογίαν», γνωρίζει μόνον «Θεοτοκολογίαν». Τούτο δεικνύει και η ορθόδοξος εικών της Παναγίας, η οποία ουδέποτε εικονίζεται άνευ του Χριστού. Αύτη εξελέγη δια τον Χριστόν, ητοιμάσθη δια τον Χριστόν, εγέννησε τον Χριστόν, μακαρίζεται υπό πασών των γενεών δια τον Τόκον Της. Η Ορθόδοξος Εκκλησία, μακαρίζουσα την Παναγίαν, ουδέν άλλο πράττει, ει μη σκιρτά και αιωνίως επαναλαμβάνει, με διαφόρους τρόπους, τους λόγους της Ελισάβετ: «ευλογημένη συ εν γυναιξί και ευλογημένος ο καρπός της κοιλίας σου» (Λουκ. α΄, 42). Μόνον εκείνος, ο οποίος ορθώς θα πιστεύση το ακατάληπτον μυστήριον του Καρπού Της, δηλαδή το μυστήριον της Σαρκώσεως του Λόγου, δύναται να προσφέρη άξιον ύμνον εις την Παναγίαν Μητέρα Αυτού και να εννοήση το υπερβάλλον μέγεθος του μυστηρίου Της. Δια να γίνη «καταγώγιον»της Αγίας Τριάδος και να φέρη «όλην εν μέση ψυχή την άκτιστον Τριάδα, ης εν γαστρί τον Ένα συνείληφε ασπόρως» (Άγιος Γρηγόριος Παλαμάς), δηλαδή να αξιωθή της τιμής, ης δεν ηξιώθη ουδέν των κτιστών όντων, εχρειάζετο, ασφαλώς, να γίνη, όπως και εγένετο, «παναμώμητος» και «καθαρωτέρα λαμπηδόνων ηλιακών». Λόγω της προαιρετικής συνεργασίας Της εις την οικονομίαν της σωτηρίας και της εξαιρέτου προσωπικής καθαρότητός Της, ουδέν των κτιστών όντων ανέβη εις τοιούτον ύψος, εις το οποίον ανήλθεν η Θεοτόκος· και προς ουδένα κατέβη ο θεός τόσον εγγύς όσον προς την Θεοτόκον. Ως εκ τούτου, οι Πατέρες την ονομάζουν και «μεθόριον» κτιστής και ακτίστου φύσεως· η εκκλησιαστική υμνολογία την ονομάζει και «μεσίτριαν», ουχί μόνον ως πρεσβεύουσαν υπέρ ημών, αλλά και ως προσφέρουσαν εις ημάς τον Χριστόν ωσάν δώρον και εις τον Χριστόν προσφέρουσαν την ανθρωπίνην φύσιν: «Παντός ανθρωπίνου γένους στάσα μεταξύ, τον μεν Θεόν εποίησεν Υιόν ανθρώπου, υιούς δε Θεού τους ανθρώπους απειργάσατο» (Άγιος Γρηγόριος Παλαμάς). Η λέξις «Θεοτόκος», λοιπόν, συμπεριλαμβάνει εν εαυτή όλον το μυστήριον της Παναγίας και δεικνύει ότι πάσα «η εις Αυτήν τιμή εις τον εξ Αυτής σαρκωθέντα Υιόν ανάγεται» (Άγιος Ιωάννης Δαμασκηνός). Αλλά δηλοί και άλλο τι, ότι δηλαδή η περιφρόνησις Αυτής και η εις Αυτήν πάσα ατιμία και αύτη εις τον εξ Αυτής σαρκωθέντα Υιόν ανάγεται, ως υποκρύπτουσα την άρνησιν της πραγματικότητος της Σαρκώσεως του Λόγου. Ουδόλως τυγχάνει τυχαίον το ότι οι Προτεστάνται δεχόμενοι την Παναγίαν (δήθεν από την αγάπην δια τον Χριστόν), αρνούνται ταυτοχρόνως το Αίμα και το Σώμα του εξ Αυτής τεχθέντος Κυρίου. Μόνον, λοιπόν, υπό το φως της Σαρκώσεως του Κυρίου (η οποία είναι αδιανόητος άνευ της Θεοτόκου, όπως και η Θεοτόκος και η τιμή προς Αυτήν άνευ του εξ Αυτής τεχθέντος Κυρίου), δύναταί τις να κατανοήση ορθώς την δόξαν και την τιμήν την υπό της Ορθοδόξου Εκκλησίας εις την Παναγίαν προσφερομένην. Η Παναγία ούτε έχει ανάγκην από ψευδή δόξαν (η ρωμαϊκή αίρεσις «της ασπίλου συλλήψεως» και της «ενσωμάτου» -- άνευ προηγηθέντος θανάτου – «αναλήψεως»), ούτε πάλιν δέον να υπάρχη φόβος από της «υπερτιμήσεως» της Παρθένου, εκ μέρους των ακολουθούντων πιστώς το φρόνημα της Εκκλησίας και των θεοφόρων Πατέρων Της. 

ΑΝΤΙ ΕΠΙΚΗΔΕΙΟΥ -- του αδελφού μας Ιουστίνου :

ΑΝΤΙ ΕΠΙΚΗΔΕΙΟΥ

Θάνατος δεν υπάρχει για τον Νικόλαον Σωτηρόπουλον. Μακάριες οι ψυχές των πεπελεκισμένων για την μαρτυρίαν Ιησού, λέγει η Αποκάλυψις.
 Ο Νικόλαος Σωτηρόπουλος κατατάσσεται σήμερον πανηγυρικά στη χερουβική χορεία των μεγάλων Ιεραποστόλων της Εκκλησίας μας.
Μαζί με  π. Χαράλαμπον Βασιλόπουλον, π. Επιφάνιον Θεοδωρόπουλον, π. Θεόκλητον Διονυσιάτην, Νεκτάριον Παναγόπουλον και τον ιερόν λέοντα της Λογγοβάρδας.  
Σκιρτώ απο δέος μπροστά στην αναφορά του ονόματός του και μόνον.  Νικόλαος Σωτηρόπουλος. Εκμηδενιστής των αιρετικών, σφαγέας των οικουμενιστών.
Μια μεγάλη πατερική μορφή βοανεργής.
Φωνή λέοντος και σοφία Πνεύματος.
Χαίρεται και αγαλλιάται τώρα η αγία του ψυχή.
Στα χέρια του Παντοκράτορος, μαζί με τον άγιο Αυγουστίνο Φλωρίνης.
Πολύς και άξιος ο μισθός του εν τοις ουρανοίς. Ίσως και μεγαλύτερος απο τους προαναφερθέντας.
Διότι τον αφώρησαν, τον ωνείδησαν, τον κατεδίωξαν οι εχθροί του Υιού της Παναγίας μας.
Αλλά δεν πτοήθηκε, δεν επρόδωσε.
Εφύλαξε την παρακαταθήκην...
Ιδού, έμπροσθέν μας κείται ο στέφανός του χρυσούς.
Ιδού όμως και η λίμνη του πυρός, κόλαση και θειάφι πολύ , για τους διώκτες του.
Λοιπόν,  δεν υπάρχουν πιά  δάκρυα για τους αθανάτους, κρατήστε τα  μόνον για τους κολασμένους...
Τώρα ας κάνουμε όλοι μας  μιάν ευχή, εκείνη που έγραψε ο ποιητής Ανδρέας Κάλβος για τον "Ιερόν Λόχον". 
"Ας μην  βρέξει   το σύννεφον
και ο άνεμος, σκληρός, ας μη σκορπίσει το άγιο χώμα που σε σκεπάζει"
πανάξιε, χριστιανέ ορθόδοξε, αδελφέ μας Νικόλαε Σωτηρόπουλε.

Αιωνία σου η μνήμη!


Η κρίσις και η ανάστασις των νεκρών. -- Του αγίου Ιωάννου του Χρυσοστόμου.

Η ανάστασις των νεκρών συνδέεται με την κρίσιν και αν δεν υπάρχη, ως μερικοί λέγουν, ανάστασις, δεν θα υπάρχη και κρίσις. Εάν όμως δεν υπάρχη κρίσις, ούτε ανταπόδοσις, ούτε δικαστήριον, διατί ετιμήθημεν υπό του Θεού δια του μεγάλου δώρου του λογικού, δια του οποίου είμεθα κυρίαρχοι της κτίσεως; Δια των σκέψεων τούτων ο διάβολος επιδιώκει να μας πείση να αγνοήσωμεν την δωρεάν ταύτην και εξομοιωθώμεν με τα κτίσματα, ο άρχων με τα αρχόμενα. Και φαίνεται μεν, ότι δια τούτων καταργεί την κρίσιν, καταργεί όμως εμμέσως και την ύπαρξιν του Θεού, διότι εάν δεν υπάρχη κρίσις, ο Θεός δεν είναι δίκαιος κατά ανθρωπίνην λογικήν. Εάν όμως ο Θεός δεν είναι δίκαιος, δεν είναι ούτε Θεός. Εάν δε Θεός δεν υπάρχη, τότε απλώς και ως έτυχε τα πάντα φέρονται και δεν υπάρχει πλέον ούτε αρετή ούτε κακία. Βλέπετε που οδηγεί η σκέψις αύτη του διαβόλου; Εις το να μεταβάλη τους ανθρώπους εις άλογα όντα ή μάλλον δαίμονας. Ας μη τον ακούωμεν λοιπόν. Υπάρχει κρίσις άθλιε και ταλαίπωρε! Γνωρίζω πως φθάνεις εις τοιαύτας σκέψεις. Έχεις διαπράξει πολλάς αμαρτίας, πολλά παραπτώματα και ως εκ τούτου δεν έχεις παρρησίαν προς τον Θεόν, και νομίζεις, ότι τα πράγματα είναι κατά τας σκέψεις, που σου βάλλει ο διάβολος. Τουλάχιστον, λέγεις, ας μη υποβάλω την ψυχήν μου εις τον φόβον της γεέννης και αν αύτη υπάρχη, θα την πείσω, ότι δεν υπάρχει. Έτσι εν όσω ζω, θα επιδοθώ αφόβως εις κάθε ακολασίαν!


(Εκ του αγ. Ιωαν. Χρυσοστόμου «Ομιλίαι προς πενθούντας»).

Εκοιμήθη εν Κυρίω ο θεολόγος Νικόλαος Ι. Σωτηρόπουλος



Εκοιμήθη εν Κυρίω χθες 27/8/2014  ο θεολόγος Νικόλαος Ι. Σωτηρόπουλος.