ΙΕΡΑ ΜΗΤΡΟΠΟΛΙΣ ΔΡYΪΝΟΥΠΟΛΕΩΣ , ΠΩΓΩΝΙΑΝΗΣ & ΚΟΝΙΤΣΗΣ----ΘΕΜΑ: «Αὔγουστος : Ὁ μήνας τῆς Ὑπεραγίας Θεοτόκου»

 Ἐν Δελβινακίῳ τῇ 4ῃ Αὐγούστου 2014


ΕΓΚΥΚΛΙΟΣ  173η
   Ἀγαπητοί μου Χριστιανοί,
-Α-
            Ὅλοι οἱ μῆνες τοῦ χρόνου ἔχουν τὶς ὀμορφιές τους καὶ τὰ καλά τους. Ὅμως, ὁ Αὔγουστος, ἡ καρδιὰ τοῦ καλοκαιριοῦ, ἔχει μιὰ ἰδιαίτερη χάρη καὶ εὐλογία. Γιατὶ ὁλόκληρο τὸν μῆνα αὐτό, ἰδιαιτέρως δὲ τὶς δέκα πέντε πρῶτες ἡμέρες, τιμᾶται τὸ σεπτὸ πρόσωπο τῆς Παναγίας μας. Μὲ τὴν μεγάλη καὶ τὴν μικρὴ  Παράκληση, ποὺ ψάλλονται ἐναλλάξ τὰ βράδυα τοῦ Δεκαπενταυγούστου, ἡ Ἐκκλησία καλεῖ τοὺς πιστοὺς νὰ προσφύγουν στὴν Ὑπεραγία Θεοτόκο γιὰ ὅλα ὅσα τοὺς ἀπασχολοῦν. Καὶ Ἐκείνη ὅλους τοὺς ἀκούει, γιὰ ὅλους δέεται στὸν Υἱό Της τὸν Κύριο Ἡμῶν Ἰησοῦ Χριστό, καὶ ὅταν κρίνῃ, προσφέρει "τὸ δώρημα πρὸς τὸ συμφέρον τῆς αἰτήσεως". Νὰ σημειώσουμε ἐδῶ, πὼς ἡ Ἱερὰ Παράκληση δὲν ψάλλεται τὴν παραμονὴ τῆς ἑορτῆς τῆς Μεταμορφώσεως τοῦ Σωτῆρος (5 Αὐγούστου), ὅπως ἐπίσης καὶ τὴν παραμονὴ τῆς ἑορτῆς τῆς Κοιμήσεως τῆς Θεοτόκου (14 Αὐγούστου).

O Συναξαριστής της ημέρας.

Σάββατο, 16   /  3  Αυγούστου 2014

Αγ.
Μανδηλίου, Αλκιβιάδου, Τιμοθέου Ευρίπου.

Ὁ Ὅσιος Τιμόθεος γεννήθηκε στὸν Κάλαμο Ἀττικῆς τὸ 1510. Ὁ Πατέρας του ἦταν ἱερέας καὶ ἀπὸ αὐτὸν ἔμαθε τὰ πρῶτα χριστιανικὰ γράμματα.
Στὴν συνέχεια μὲ τὴν βοήθεια τοῦ ἐπισκόπου Ὠρωποῦ, σπούδασε στὴν Ἀθῆνα καὶ ἐν συνεχείᾳ ξαναγύρισε πίσω καὶ χειροτονήθηκε ἱερέας. Μετὰ τὸν θάνατο τοῦ ἐπισκόπου, τὴν θέση ἀνέλαβε ὁ Τιμόθεος ὁ ὁποῖος κάνοντας παρὰ πολὺ μεγάλο, τόσο πνευματικὸ ὅσο καὶ ὑλικὸ ἔργο, ἀγαπήθηκε πολὺ ἀπὸ τὸν λαὸ καὶ ἀργότερα ἐκλέχθηκε καὶ ἀρχιεπίσκοπος Εὐρίπου (Χαλκίδος).

Οἱ δυσκολίες ὅμως τὸν ἐξανάγκασαν νὰ παραιτηθεῖ καὶ νὰ καταφύγει τὸ 1575, στὴν ἰδιαίτερη πατρίδα του τὸν Κάλαμο. Ἐν συνεχείᾳ ἀναχώρησε γιὰ τὸ ὄρος τῆς Πεντέλης ὅπου τὸ 1578 ἔχτισε τὴν Ἱερὰ Μονὴ Κοιμήσεως Θεοτόκου Πεντέλης.
Τὸ 1590 πῆγε στὴν Κέα ὅπου στὶς 16 Αὐγούστου, παρέδωσε εἰρηνικὰ τὸ πνεῦμα του. Ἡ ἁγία κάρα του φυλάσσεται μέχρι σήμερα στὴν Ἱερὰ Μονὴ Πεντέλης.

ΚΥΡΙΑΚΗ Ι΄ Ι7 ΑΥΓΟΥΣΤΟΥ 2014 – Ι΄ ΜΑΤΘΑΙΟΥ ---- Παιδαγωγία Χριστού

«πολλάκις πίπτει εις το πύρ, και πολλάκις εις το ύδωρ»
Τη θεραπεία του παιδιού του ζητούσε εναγωνίως ο  τραγικός πατέρας που το έβλεπε με πόνο ψυχής να υποφέρει από ακάθαρτο πνεύμα. Η περιγραφή που ο ίδιος δίνει, αποκαλύπτει το μέγεθος της τραγωδίας που βίωναν: “πολλάκις πίπτει εις το πύρ, και πολλάκις εις το ύδωρ”. Η σκηνή που ξεδιπλώνει μπροστά μας ο ευαγγελιστής Ματθαίος  δίνει το στίγμα της δουλείας στην οποία περιέρχεται ο άνθρωπος από τις δυνάμεις του κακού, όταν παραλείπει να ακολουθεί το δρόμο που μας υποδεικνύει η Ορθόδοξη Εκκλησία μας. Πραγματικά, ο νέος εκείνος από μικρό παιδί είχε παγιδευτεί στα πλοκάμια του διαβόλου και κάτω από τη σκοτεινή εξουσία του είχε καταντήσει μια καθ’ όλα τραγική ύπαρξη.

Αγίου Ιωάννου του Χρυσοστόμου (εξ ομιλίας του εις τον Ιερόν Πρόδρομον)


«Εγώ χρείαν έχω υπό σου βαπτισθήναι, και συ έρχη προς με;». (Έρχεσαι) ο μονογενής Υιός του Θεού προς τον υιόν του Ζαχαρίου; Ο εκ της Παρθένου (γεννηθείς έρχεσαι) προς εκείνον (που εγεννήθη) εκ της στείρας; Αυτός που δεν κατήργησε την παρθενίαν της Μητρός (Του) (έρχεται) προς αυτόν, που έλυσε την στείρωσιν αυτής που τον έτεκεν; Εκείνος που ενώ ευρίσκετο ακόμη εις την (παρθενικήν) γαστέρα (ως Θεός, έρχεται) προς αυτόν που αντελήφθη την παντοκρατορικήν εξουσίαν Σου από την κοιλίαν (της μητρός του); Ο Θεός που έγινεν άνθρωπος (έρχεται) προς την φωνήν της Ερήμου; Αυτός που είναι πολύ μεγαλοπρεπής (έρχεται) προς αυτόν που είναι τόσον ασήμαντος; Ο Κύριος όλης της κτίσεως (έρχεται) προς τον κατά φύσιν (ως άνθρωπον) πτωχόν και εύπορον μονάχα με την χάριν Σου; Αυτός που είναι μαζί και Ουράνιος και επίγειος (ως Θεάνθρωπος έρχεται) προς αυτόν, που είναι μονάχα επίγειος; Αυτός που έχει από επάνω (εκ του Πατρός) την Θεότητα και από (την γην) κάτω την ανθρωπότητα (εκ της Παρθένου Μητρός, έρχεται) προς αυτόν που μονάχα κάτω εις την γην εβλάστησεν; Ο τόσον (μεγαλοπρεπής) Δεσπότης (έρχεται) προς εμέ τον μικρόν οικιακόν υπηρέτην; Αλλά ο δούλος δεν ημπορεί να ελευθερώση τον Δεσπότην, ο λύχνος δεν φωτίζει τον ήλιον, ο πηλός δεν διορθώνει τον κεραμιδά, το πρόβατον δεν βόσκει τον ποιμένα, ο πρόδρομος δεν τιμά τον Βασιλέα. Ο ποταμός δεν ημπορεί να βαστάζη την Θεότητά Σου· ο ποταμός δεν είναι μέτρον, δι΄ Αυτόν που δεν χωρεί ο Ουρανός· ο Ιορδάνης δεν λούζει τον ποιητήν Του· το νερό γνωρίζει καλά  τον Πλάστην Του. Η ψυχή μου ζαλίζεται, το χέρι μου τρέμει και διστάζει να πλησιάση το Πανάγιον Σώμα Σου. Τι θα κάνω; Τι θα πράξω; Και σε τρέμω, Δέσποτα και Σε ποθώ· και να φύγω δεν ημπορώ, αλλά και να πλησιάσω δεν έχω το θάρρος· και το βάπτισμα να (Σου) δώσω φρικιάζω, μα και να αγιασθώ λαχταρώ. «Εγώ χρείαν έχω υπό Σου βαπτισθήναι». Ναι – απαντά ο Δεσπότης – ω Βαπτιστά, θαυμάζω την ευλάβειάν σου, αλλά ζητώ και την καλήν σου υπακοήν. Έγινες (με όσα είπες) συνήγορος της Βασιλείας μου, πρέπει όμως να γίνης και της (ενσάρκου) οικονομίας μου υπηρέτης. Ήλθα εγώ προς εσένα, επειδή αυτό συμφέρει σε σένα και εις όλους, που ευρίσκονται εις την κατάστασίν σου, δια να έλθουν (έτσι) όλοι οι άνθρωποι προς Εμέ. Κατέβηκα από τους ουρανούς και εξακολουθώ να ευρίσκωμαι ολόκληρος (κατά την Θεότητα) εις τους κόλπους του Πατρός, δια να ενώσω (και πάλιν) τον Πλάστην με το δημιούργημά Του. Ήλθα ο (πάντοτε και πανταχού) παρών, δια να σύρω με το δίκτυ (της σωτηρίας) αυτούς που φεύγουν (από τον Θεόν)· ήλθα σαν άνθρωπος εκεί που ήμουν συνεχώς παρών ως Θεός, δια να κάνω τους ανθρώπους θεούς (κατά χάριν)· επήρα από (το γένος) σας ταπεινήν Μητέρα, δια να ημπορέσετε σεις με θάρρος να επικαλήσθε τον Πατέρα Μου· ετράφην σαν βρέφος με την τροφήν του γάλακτος, δια να προσφέρω εις τους πιστούς τον Εαυτόν μου ως τροφήν· εντύθηκα με σπάργανα παιδικά, δια να σπάσω τα δεσμά της αμαρτίας· εξάπλωσα όχι σε βασιλικό κρεββάτι, αλλά σε μια φτωχική φάτνη, ώστε μετά από την ανάκλισίν μου αυτήν, κανείς πια από τους λογικούς (ανθρώπους) να μη παραμείνη άρρωστος από την αλογία των αλόγων ζώων· δέχθηκα σαρκικήν περιτομήν, που Εγώ ο ίδιος ενομοθέτησα προτήτερα, δια να καθιερώσω την περιτομήν που δεν συντελείται από ανθρώπινο χέρι· προσέφερα, ως πρωτότοκος (εγώ) ο Μονογενής (παρά του Πατρός) την θυσίαν που ορίζει ο Νόμος, δια να προσφέρω τον εαυτόν μου ως υπερκόσμιον θυσίαν. Έφυγα εις την Αίγυπτον, αλλά δεν έπαυσα από του να είμαι καταφυγή εις όλους· έγινα μικρόν βρέφος, τέλειος άνδρας, όπως με βλέπεις, δια να χαρίσω την τελειότητα εις τους ατελείς. Ήλθα (ανατρέξας όλας τας ηλικίας) δια να περιφρουρήσω τους ανθρώπους κάθε ηλικίας με την προκοπήν, που ολίγον κατ΄ ολίγον πραγματοποιείται. Έφθασα και εις τον ποταμόν, δια να δώσω την ικανότητα εις τους ανθρώπους της γης να ανεβαίνουν εις τον ουρανόν· και δέχομαι αυτό το βάπτισμα, δια να προσφέρω εις τους Μαθητάς μου το Βάπτισμα της Παλιγγενεσίας… Γίνε σύντομα υπηρέτης των Μυστηρίων μου. Την παραίτησιν (από το έργον) κάνε την καλήν πράξιν· σταμάτησε να ομιλής, και κίνησε το δεξί σου χέρι δια το έργον· βάλε το χέρι σου επάνω εις την κεφαλήν Μου, που ελήφθη από το δικό σου (ανθρώπινο) φύραμα, δια την σωτηρίαν σου. Κέρδισε από το βάπτισμά Μου και συ με το να ονομάζεσαι Βαπτιστής. «Άφες άρτι…».

Επαίρονται πύλαι ουράνιοι…. επί τη ενδόξω Κοιμήσει…


Του Φώτη Κόντογλου

Μέσα στον δροσερόν αέρα είναι χυμένη μια μελωδία που την ακούνε οι ευλαβικές ψυχές κι όχι τα αυτιά της σαρκός: «Ιδού ημέρα ένδοξος εξέλαμψεν! Επαίρονται πύλαι ουράνιοι… Σήμερον άσατε λαοί Δαϋιτικήν ωδήν επί τη ενδόξω Κοιμήσει…»
Πως λοιπόν να μην σκιρτά από χαρά σήμερα η κτίσις που αναστέναζε όλη και πονούσε μαζί με τους ανθρώπους, ορατά κι αόρατα, έμψυχα κι άψυχα; …Φως γεμίζει την οικουμένη, φως γεμίζει και τις ψυχές, φως κατεβαίνει ως τα βάθη της θάλασσας, φως μπαίνει μέσα στις σκοτεινές σπηλιές, φωτερά γινήκανε όλα τα σκοτεινά, αφού ο θάνατος νικήθηκε από την Πηγή της Ζωής.
Γι’ αυτό, η Κοίμησις που γιορτάζουμε σήμερα δεν είναι ξόδι λυπητερό, αλλά πανήγυρη χαρμόσυνη, γιορτή αθανασίας. Ανίσως δεν ευδοκούσε ο Κύριος να πάρει σάρκα από τούτο το αγιασμένο σκήνωμα που είναι ξαπλωμένο απάνω στο νεκρικό κλινάρι, τι θλίψη απαρηγόρητη θα ‘χαμε όλοι οι άνθρωποι, καταδικασμένοι δίχως ελπίδα στη φθορά και στον θάνατο! Ποια ψυχή θα μπορούσε να δροσιστεί από το γλυκό αγεράκι της αθανασίας χωρίς τη Μητέρα της Ζωής, …ποιος θα ευφραινότανε στον μυστικό παράδεισο, αν δεν τον στόλιζε το Ρόδον το Αμάραντον;
Για τούτη την αιτία δεν ψέλνουμε σήμερα νεκρώσιμα τροπάρια στην Κοίμηση της Θεοτόκου, αλλά ύμνους χαρούμενους και θριαμβευτικούς, τελούντες την θείαν ταύτην και πάντιμον εορτήν της Θεομήτορος, και κροτούμεν τας χείρας, τον εξ Αυτής τεχθέντα Θεόν δοξάζοντες. Ψέλνουμε με αγιασμένο οίστρο και λέμε: «Άπας γηγενής σκιρτάτω τω πνεύματι λαμπαδουχούμενος. Πανηγυριζέτω δε αϋλων νόων φύσις, γεραίρουσα την ιεράν πανήγυριν της θεομήτορος, και βοάτω Χαίροις, Παμμακάριστε, Θεοτόκε, Αγνή, Αειπάρθενε».

«Εγκλημα πολέμου» ο εποικισμός της Κύπρου

Κωνσταντίνος Χολέβας

Ηταν αρχές Αυγούστου του 1964. Ακριβώς πριν από 50 χρόνια. Η εφημερίδα που διάβαζαν οι γονείς μου έγραφε με μεγάλα γράμματα: «Βόμβες ναπάλμ στην Κύπρο. Η τουρκική αεροπορία εφόνευσεν αμάχους». Επρόκειτο για τους βομβαρδισμούς της Τυλληρίας, στα βορειοδυτικά της Κύπρου, οι οποίοι είχαν ως αποτέλεσμα τον θάνατο 50 Ελληνοκυπρίων, τον τραυματισμό εκατοντάδων αμάχων και την καταστροφή πολλών σπιτιών. Η μνήμη της Αγίας Τηλλυρίας, όπως την ύμνησαν Ελληνες ποιητές της Κύπρου, πρέπει να μένει ζωντανή, διότι ήταν η προαναγγελία της τουρκικής εισβολής, που πραγματοποιήθηκε 10 χρόνια αργότερα. Το καλοκαίρι του 1964 η Τουρκία ήταν έτοιμη να εισβάλει στη ελληνική Μεγαλόνησο, αλλά τότε τη σταμάτησε ο πρόεδρος των ΗΠΑ Λίντον Τζόνσον. Το 1974 η κυβέρνηση των ΗΠΑ δεν επέδειξε παρόμοια ευαισθησία...