«Εγώ χρείαν έχω υπό σου βαπτισθήναι, και συ έρχη προς με;». (Έρχεσαι) ο μονογενής Υιός του Θεού προς τον υιόν του Ζαχαρίου; Ο εκ της Παρθένου (γεννηθείς έρχεσαι) προς εκείνον (που εγεννήθη) εκ της στείρας; Αυτός που δεν κατήργησε την παρθενίαν της Μητρός (Του) (έρχεται) προς αυτόν, που έλυσε την στείρωσιν αυτής που τον έτεκεν; Εκείνος που ενώ ευρίσκετο ακόμη εις την (παρθενικήν) γαστέρα (ως Θεός, έρχεται) προς αυτόν που αντελήφθη την παντοκρατορικήν εξουσίαν Σου από την κοιλίαν (της μητρός του); Ο Θεός που έγινεν άνθρωπος (έρχεται) προς την φωνήν της Ερήμου; Αυτός που είναι πολύ μεγαλοπρεπής (έρχεται) προς αυτόν που είναι τόσον ασήμαντος; Ο Κύριος όλης της κτίσεως (έρχεται) προς τον κατά φύσιν (ως άνθρωπον) πτωχόν και εύπορον μονάχα με την χάριν Σου; Αυτός που είναι μαζί και Ουράνιος και επίγειος (ως Θεάνθρωπος έρχεται) προς αυτόν, που είναι μονάχα επίγειος; Αυτός που έχει από επάνω (εκ του Πατρός) την Θεότητα και από (την γην) κάτω την ανθρωπότητα (εκ της Παρθένου Μητρός, έρχεται) προς αυτόν που μονάχα κάτω εις την γην εβλάστησεν; Ο τόσον (μεγαλοπρεπής) Δεσπότης (έρχεται) προς εμέ τον μικρόν οικιακόν υπηρέτην; Αλλά ο δούλος δεν ημπορεί να ελευθερώση τον Δεσπότην, ο λύχνος δεν φωτίζει τον ήλιον, ο πηλός δεν διορθώνει τον κεραμιδά, το πρόβατον δεν βόσκει τον ποιμένα, ο πρόδρομος δεν τιμά τον Βασιλέα. Ο ποταμός δεν ημπορεί να βαστάζη την Θεότητά Σου· ο ποταμός δεν είναι μέτρον, δι΄ Αυτόν που δεν χωρεί ο Ουρανός· ο Ιορδάνης δεν λούζει τον ποιητήν Του· το νερό γνωρίζει καλά τον Πλάστην Του. Η ψυχή μου ζαλίζεται, το χέρι μου τρέμει και διστάζει να πλησιάση το Πανάγιον Σώμα Σου. Τι θα κάνω; Τι θα πράξω; Και σε τρέμω, Δέσποτα και Σε ποθώ· και να φύγω δεν ημπορώ, αλλά και να πλησιάσω δεν έχω το θάρρος· και το βάπτισμα να (Σου) δώσω φρικιάζω, μα και να αγιασθώ λαχταρώ. «Εγώ χρείαν έχω υπό Σου βαπτισθήναι». Ναι – απαντά ο Δεσπότης – ω Βαπτιστά, θαυμάζω την ευλάβειάν σου, αλλά ζητώ και την καλήν σου υπακοήν. Έγινες (με όσα είπες) συνήγορος της Βασιλείας μου, πρέπει όμως να γίνης και της (ενσάρκου) οικονομίας μου υπηρέτης. Ήλθα εγώ προς εσένα, επειδή αυτό συμφέρει σε σένα και εις όλους, που ευρίσκονται εις την κατάστασίν σου, δια να έλθουν (έτσι) όλοι οι άνθρωποι προς Εμέ. Κατέβηκα από τους ουρανούς και εξακολουθώ να ευρίσκωμαι ολόκληρος (κατά την Θεότητα) εις τους κόλπους του Πατρός, δια να ενώσω (και πάλιν) τον Πλάστην με το δημιούργημά Του. Ήλθα ο (πάντοτε και πανταχού) παρών, δια να σύρω με το δίκτυ (της σωτηρίας) αυτούς που φεύγουν (από τον Θεόν)· ήλθα σαν άνθρωπος εκεί που ήμουν συνεχώς παρών ως Θεός, δια να κάνω τους ανθρώπους θεούς (κατά χάριν)· επήρα από (το γένος) σας ταπεινήν Μητέρα, δια να ημπορέσετε σεις με θάρρος να επικαλήσθε τον Πατέρα Μου· ετράφην σαν βρέφος με την τροφήν του γάλακτος, δια να προσφέρω εις τους πιστούς τον Εαυτόν μου ως τροφήν· εντύθηκα με σπάργανα παιδικά, δια να σπάσω τα δεσμά της αμαρτίας· εξάπλωσα όχι σε βασιλικό κρεββάτι, αλλά σε μια φτωχική φάτνη, ώστε μετά από την ανάκλισίν μου αυτήν, κανείς πια από τους λογικούς (ανθρώπους) να μη παραμείνη άρρωστος από την αλογία των αλόγων ζώων· δέχθηκα σαρκικήν περιτομήν, που Εγώ ο ίδιος ενομοθέτησα προτήτερα, δια να καθιερώσω την περιτομήν που δεν συντελείται από ανθρώπινο χέρι· προσέφερα, ως πρωτότοκος (εγώ) ο Μονογενής (παρά του Πατρός) την θυσίαν που ορίζει ο Νόμος, δια να προσφέρω τον εαυτόν μου ως υπερκόσμιον θυσίαν. Έφυγα εις την Αίγυπτον, αλλά δεν έπαυσα από του να είμαι καταφυγή εις όλους· έγινα μικρόν βρέφος, τέλειος άνδρας, όπως με βλέπεις, δια να χαρίσω την τελειότητα εις τους ατελείς. Ήλθα (ανατρέξας όλας τας ηλικίας) δια να περιφρουρήσω τους ανθρώπους κάθε ηλικίας με την προκοπήν, που ολίγον κατ΄ ολίγον πραγματοποιείται. Έφθασα και εις τον ποταμόν, δια να δώσω την ικανότητα εις τους ανθρώπους της γης να ανεβαίνουν εις τον ουρανόν· και δέχομαι αυτό το βάπτισμα, δια να προσφέρω εις τους Μαθητάς μου το Βάπτισμα της Παλιγγενεσίας… Γίνε σύντομα υπηρέτης των Μυστηρίων μου. Την παραίτησιν (από το έργον) κάνε την καλήν πράξιν· σταμάτησε να ομιλής, και κίνησε το δεξί σου χέρι δια το έργον· βάλε το χέρι σου επάνω εις την κεφαλήν Μου, που ελήφθη από το δικό σου (ανθρώπινο) φύραμα, δια την σωτηρίαν σου. Κέρδισε από το βάπτισμά Μου και συ με το να ονομάζεσαι Βαπτιστής. «Άφες άρτι…».