Μητρ. Πειραιώς κ. Σεραφείμ: Ἡ ἔναντι τῶν Ρωμαιοκαθολικῶν ἐκκλησιολογία



Δυστυχῶς, καί εἰς τό πεδίον τῶν σχέσεων καί τοῦ θεολογικοῦ διαλόγου μέ τόν Παπισμόν, αἱ ἐκφραζόμεναι θεολογικαί πλάναι δέν εἶναι ἥσσονος σημασίας. Ἑορτάζονται τά πενήντα χρόνια ἀπό τῆς Β΄ Βατικανῆς ψευδοοικουμενικῆς «Συνόδου» παρ’ ὅτι ἡ αἱρετική Σύνοδος ἐκείνη, παγιώσασα τό δαιμονικόν δόγμα τοῦ παπικοῦ «ἀλαθήτου» τῆς Α΄ Βατικανῆς Συνόδου τοῦ 1870, ἐπισύρει καί ἐφ΄ ἑαυτήν τό ὄνειδος τῆς διαπράξεως τῆς τρίτης μεγίστης πτώσεως ἐν τῇ ἱστορίᾳ μετά τήν πτῶσιν τοῦ Ἀδάμ καί τοῦ Ἰούδα, κατά τόν ὅσιον Ἰουστῖνον Πόποβιτς. Αἱ καινοτομίαι τῆς αἱρετικῆς Β΄ Βατικανῆς Συνόδου τήν ἀπεμάκρυναν πορρωτέρω ἀπό πάσης ἐλπίδος ἐπιστροφῆς εἰς τήν Ὀρθοδοξίαν καί προὐκάλεσαν νέα σχίσματα ἐν τῷ Παπισμῷ λόγῳ τῆς νέας οἰκουμενιστικῆς ἐκκλησιολογίας της (σχίσμα Λεφέβρ)· αἱρετική Παπωσύνη εἰς τήν Β΄ Βατικανήν ἀφῆκε χῶρον συγκαταβάσεως ἔναντι τῆς ὀρθοδόξου «ἐκκλησιαστικότητος», ἀλλὅμως ὄχι καί περιθώρια ἰδικῆς της μετανοίας. Οὕτως, εἰς τό κείμενον τῆς Β΄ Βατικανοῦ Nostra Aetate  σύγχρονος Παπισμός ἀναγνωρίζει τόν Θεόν εἰς τόν Μουσουλμανισμόν καί τόν Ἰουδαϊσμόν, παρά τήν θεόπνευστον τῶν Μαθητῶν τοῦ Θεανθρώπου πίστιν, ὅτι «πᾶς ἀρνούμενος τόν Υἱόν οὐδέ τόν Πατέρα ἔχει» (Α΄ Ἰω. 2, 23) καί ὅτι τῶν Ἰουδαίων «ἐπωρώθη τά νοήματα», οἱ ὁποῖοι «τῇ ἀπιστίᾳ ἐξεκλάσθησαν», καθώς « Θεός τῶν κατά φύσιν κλάδων οὐκ ἐφείσατο» (Ρωμ. 11, 20.21).
Παπισμός εἶναι αἵρεσις κατά τήν σαφῆ καί θεόγνωμον πεποίθησιν τῶν Ἁγίων Πατέρων καί τῶν Διορθοδόξων καί Πατριαρχικῶν Συνόδων τῆς β΄ μετά Χριστόν χιλιετίας, ἀρχῆς γενομένης ἀπό τοῦ Μεγάλου Φωτίου, τοῦ ἰδιαιτέρως καί συνοδικῶς τιμωμένου ὑπό τῆς Ἁγιωτάτης Ἐκκλησίας τῆς Ἑλλάδος ὡς Ἰσαποστόλου. πράγματι - καί ὄχι ὀνόματι - Ἅγιος Ὀρθόδοξος ἐκεῖνος Πατριάρχης Κωνσταντινουπόλεως, χαρακτηρίζει τό βατικάνειον Filioque «φρύαγμα τῆς αἱρέσεως» καί «νεανιευόμενον αἱρετίζοντα λόγον», κατά τόν ὁποῖον «τάξει καί σχέσει καί αἰτίᾳ τήν τοῦ Πνεύματος ἑτερότητα καί παραλλαγήν αἵρεσις δραματουργεῖ», καί προσκαλεῖ μετά θάρρους καί ἀγάπης τούς ἀποστάντας Δυτικούς, τούς«νέους Πνευματομάχους»«Ἐμβλέψατε, οἱ τυφλοί, καί ἀκούσατε, οἱ κωφοί, οὕς τό σκότος κατέχει τῆς αἱρετικῆς ἐγκαθημένους Δύσεως».

Protopresbyter George E. Metallinos : Jesus Christ the Light and Hope of the World

With the year 2000, Christianity completes two millennia of historical presence and witness.Christianity, however, means Jesus Christ, since the God-man is He who entered redemptively into the world at some historical moment, altering the process and meaning of History. The completion of the second Christian millennium calls not only for a celebration, but also for offering an account of the pilgrimage of the Christian world, and of the relation of contemporary Christians to the Founder of the Church.It is primarily, we Orthodox, the authentic-original Christians who, in spite of our sins, remain faithful to the tradition of our Saints, that are called to witness to the world what Christ means for us, and with what mindset we enter into the third Christian millennium. l reasons, reject the Godhead of Christ, but one may not reject the historicity of His Person.

O Συναξαριστής της ημέρας.

Κυριακή, 23 Μαρτίου 2014

ΣΤΑΥΡΟΠΡΟΣΚΥΝΗΣΕΩΣ. Νίκωνος οσιομάρτυρος και των 199 μαθητών αυτού.

Ὁ Ἅγιος Ἱερομάρτυρας Νίκων ἔζησε κατὰ τοὺς χρόνους τοῦ ἡγεμόνος Κουϊντιανοῦ καὶ καταγόταν ἀπὸ τὴ Νεάπολη τῆς Ἰταλίας. Ἡ μητέρα του ἦταν Χριστιανὴ καὶ τὸν γαλούχησε μὲ τὰ νάματα τῆς εὐσεβείας καὶ ὁ πατέρας του εἰδωλολάτρης.
Σὲ νεαρὴ ἡλικία ἔγινε στρατιωτικὸς καὶ πολὺ γρήγορα διακρίθηκε γιὰ τὴν ἀνδρεία καὶ τὴν πειθαρχία του. Ἡ ψυχή του ὅμως ποθοῦσε τὸν βίο τῆς ἀσκήσεως καὶ τῆς κατὰ Θεοῦ βιοτῆς. Ἔτσι ξεκίνησε τὸ ταξίδι γιὰ τὴν Κωνσταντινούπολη. Ἔκανε ὅμως μία πρώτη στάση στὴν Χίο, ὅπου πέρασε ἑπτὰ ἡμέρες προσευχόμενος. Στὴν συνέχεια, μετὰ ἀπὸ ἐμφάνιση Ἀγγέλου, κατέβηκε στὴν παραλία καὶ ἔφθασε στὸ ὄρος Γάνου. Ἐκεῖ βαπτίσθηκε μέσα σὲ ἕνα σπήλαιο ἀπὸ κάποιον Ἐπίσκοπο καὶ ζοῦσε μὲ προσευχὴ καὶ νηστεία. Μετὰ ἀπὸ τρία χρόνια χειροτονήθηκε πρεσβύτερος καὶ ἔγινε ἡγούμενος τῶν μοναχῶν ποὺ κατέφευγαν πρὸς αὐτόν.
Ἐκεῖ πληροφορήθηκε διὰ θείας ἀποκαλύψεως ὅτι πρόκειται τὸ ὄρος νὰ καταστραφεῖ ἀπὸ τὰ ἔθνη. Ἔτσι ἀναχώρησε γιὰ τὴν Μυτιλήνη καὶ ἀπὸ ἐκεῖ γιὰ τὴ Νεάπολη, ὅπου εἶδε γιὰ τελευταία φορὰ καὶ κήδευσε τὴ μητέρα του. Στὴν συνέχεια ἦλθε στὴ νῆσο τῆς Σικελίας καὶ ἀσκήτευε μὲ τοὺς μοναχοὺς τῆς συνοδείας του στὸ ὄρος τοῦ Ταυρομενίου. Ἐκεῖ δέχθηκε τὴν ἐπίθεση τοῦ ἡγεμόνα, ὁ ὁποῖος τοὺς μὲν μαθητὲς τοῦ Ἁγίου τοὺς συνέλαβε καὶ τοὺς καρατόμησε, τὸν δὲ Ἱερομάρτυρα Νίκωνα, ἀφοῦ τὸν βασάνισε, τοῦ ἀπέκοψε τὴν κεφαλή.

Ἔτσι ὁ Ἅγιος Ἱερομάρτυς Νίκων καὶ οἱ ἑκατὸν ἐνενήντα ἐννέα μαθητὲς αὐτοῦ εἰσῆλθαν, τὸ ἔτος 250 μ.Χ., στὴ μακαρία ζωὴ τοῦ Θεοῦ, ὅπου δὲν ὑπάρχει θλίψη ἢ στεναχώρια ἢ στεναγμός, ἀλλὰ ζωὴ ἀτελεύτητος. 

Άρνησις τῆς Ὀρθοδόξου Ἐκκλησίας ὡς πληρώματος τῆς ἐν Χριστῷ Ἀληθείας καὶ Σωτηρίας:

Ἡ συμμετοχὴ τῶν ἐξ ὀρθοδόξων Οἰκουμενιστῶν εἰς τὸ λεγόμενον «Παγκόσμιον Συμβούλιον τῶν Ἐκκλησιῶν» (1948 κ.ἑ.), ὡς καὶ εἰς ἑτέρους Οἰκουμενιστικοὺς Ὀργανισμούς, ἀποτελεῖ μίαν ἐν τῇ πράξει ἄρνησιν τῆς Ὀρθοδόξου Ἐκκλησίας ὡς πληρώματος τῆς ἐν Χριστῷ Ἀληθείας καὶ Σωτηρίας, ἐφ’ ὅσον βασικὴ προϋπόθεσις ὀργανικῆς συμμετοχῆς εἰς τοιαῦτα Διομολογιακὰ Σώματα εἶναι κατ’ οὐσίαν ἡ ἔστω καὶ σιωπηλὴ ἄρνησις τῆς ὑπάρξεως αὐθεντικῆς Ἐκκλησιαστικῆς Καθολικότητος σήμερον, ὡς καὶ ἡ αἴσθησις τῆς ἀνάγκης ἀνα-συγκροτήσεως μιᾶς δῆθεν αὐθεντικῆς Καθολικότητος, τοῦτ’ ἔστι τῆς ἀνάγκης μιᾶς δῆθεν ἐπανιδρύσεως τῆς Ἐκκλησίας.

Φώτης Κόντογλου - Ὕδωρ Ἀθανασίας. Οἱ Πατέρες τῆς Ὀρθοδοξίας

Πολλοὶ ἀπὸ κείνους ποὺ δὲ θέλανε νὰ ἀκούσουνε γιὰ θρησκεία, σήμερα ἀλλάξανε, καὶ ζητᾶνε νὰ διαβάσουνε θρησκευτικὰ βιβλία κι᾿ ἄλλα γραψίματα ποὺ ἔχουνε σχέση μὲ τὴ θρησκεία, κ᾿ ἐδῶ καὶ σ᾿ ἄλλες χῶρες.
Σὲ κάμποσους ἀπ᾿ αὐτοὺς ἄνοιξε τὸ δρόμο ποὺ τοὺς πῆγε κοντὰ στὴ θρησκεία, κ᾿ ἰδιαίτερα στὴν Ὀρθοδοξία, ἡ βυζαντινὴ τέχνη τῆς ἁγιογραφίας. Ἀφοῦ εἴδανε πόσο βαθειὰ κι᾿ ἀποκαλυπτικὴ εἶναι αὐτὴ ἡ τέχνη, νοιώσανε καὶ τὴν ἐπιθυμία νὰ γνωρίσουνε καὶ τὴν Ὀρθοδοξία ποὺ βρῆκε ἔκφραση μ᾿ αὐτὴν τὴν τέχνη. Κι᾿ ἀπὸ τὸ πνευματικὸ ὕψος ποὺ ἀνακαλύψανε στὴν ἐκκλησιαστικὴ ζωγραφική της Ἀνατολικῆς Ἐκκλησίας, συμπεράνανε καὶ τὸ μεγάλο πνευματικὸ ὕψος τῆς Ὀρθοδοξίας: «Τὸ δένδρον ἐκ τοῦ καρποῦ αὐτοῦ γνωρίζεται».
Στὸν τόπο μας, ἀλλοίμονο! πολὺ λίγοι ἀπὸ τοὺς ἀνθρώπους ποὺ καταγίνουνται μὲ τὰ λεγόμενα πνευματικὰ ζητήματα καὶ ποὺ γράφουνε βιβλία, ἔχουνε κάποια σχέση μὲ τὴ θρησκεία, κι᾿ ἀκόμα πιὸ λίγοι μὲ τὴν Ὀρθοδοξία. Οἱ περισσότεροι ἀπ᾿ αὐτοὺς δὲν καταδέχουνται μηδὲ νὰ κοιτάξουνε κατὰ κεῖ. Τὴ χριστιανικὴ θρησκεία κι᾿ ὅ,τι ἔχει σχέση μ᾿ αὐτή, τὴ θεωροῦνε ἀνάξια γιὰ νὰ ἀπασχολήση τὰ σοφὰ κεφάλια τους. Γι᾿ αὐτούς, ὅποιος πιστεύει στὸν Χριστὸ εἶναι θρησκόληπτος, στενόμυαλος κι᾿ ἀνεξέλικτος. Τὸ νἆναι κανένας ἄπιστος, καὶ μάλιστα νὰ κομπάζη γι᾿ αὐτό, εἶναι μεγάλος κ᾿ ὑψηλὸς τίτλος πνευματικῆς σοβαρότητας, ποὺ τὸν ἔχουνε οἱ βαθυστόχαστες διάνοιες. Φόβος καὶ τρόμος τοὺς πιάνει μὴν τύχη καὶ τοὺς πάρουνε γιὰ ἀνθρώπους ποὺ δίνουνε καὶ τὴν παραμικρὴ σημασία στὴ θρησκεία, δηλαδὴ σὲ ἕνα πρᾶγμα ποὺ εἶναι γιὰ τὶς γρηὲς καὶ γιὰ τοὺς φτωχοὺς τῷ πνεύματι. Ἕνας τέτοιος μου εἶπε πὼς μὲ θαυμάζει γιὰ τὸ θάρρος ποὺ ἔχω νὰ λέγω καὶ νὰ γράφω πὼς εἶμαι χριστιανός.

O Καταστατικὸς Χάρτης τοῦ Οἰκουμενισμοῦ»:

Ὁ Οἰκουμενισμὸς ἤρχισε νὰ προσβάλλῃ τὴν Ὀρθόδοξον Καθολικὴν Ἐκκλησίαν φθίνοντος τοῦ ΙΘ’ αἰῶνος, διὰ δὲ τοῦ Συνοδικοῦ Διαγγέλματος «Πρὸς τὰς ἁπανταχοῦ Ἐκκλησίας τοῦ Χριστοῦ» τοῦ Πατριαρχείου Κωνσταντινουπόλεως ἐν ἔτει 1920, ἀποτελοῦντος ὁμολογουμένως τὸν «Καταστατικὸν Χάρτην τοῦ Οἰκουμενισμοῦ», ἐκηρύχθη οὗτος «γυμνῇ τῇ κεφαλῇ», ἐφ’ ὅσον χαρακτηρίζει τὰς αἱρέσεις τῆς Δύσεως καὶ ἁπανταχοῦ ὡς δῆθεν «σεβασμίας Χριστιανικὰς Ἐκκλησίας», οὐχὶ πλέον «ὡς ξένας καὶ ἀλλοτρίας», ἀλλ’ ὡς «συγγενεῖς καὶ οἰκείας ἐν Χριστῷ καὶ ”συγκληρονόμους καὶ συσσώμους τῆς ἐπαγγελίας τοῦ Θεοῦ ἐν Χριστῷ“», προτείνων μάλιστα ὡς πρῶτον μέτρον ἐφαρμογῆς αὐτοῦ τὴν χρῆσιν κοινοῦ ἡμερολογίου, πρὸς ταυτόχρονον συνεορτασμὸν ὀρθοδόξων καὶ ἑτεροδόξων.

Ο ΣΤΑΥΡΟΣ ΤΟΥ ΧΡΙΣΤΟΥ


Η Εκκλησία είναι «και» παιδαγωγός. «Παιδαγωγός εις Χριστόν». Χρησιμοποιεί όλα τα μέσα δια την κατά Χριστόν «μόρφωσιν» των τέκνων της. Κορυφαίον μέσον παιδαγωγίας είναι ο Τίμιος Σταυρός του Χριστού. Είναι το εν σχήματι σταυρού ξύλον, επί του οποίου εκαρφώθη, εμαρτύρησε και απέθανεν ο Χριστός. Αυτό το Σχήμα – Σύμβολον – Πάθος προβάλλει η αγία Εκκλησία δύο φοράς την εβδομάδα εις τα τέκνα της, προς φρονηματισμόν. Την Τετάρτην και την Παρασκευήν. Εξαιρέτως δε, κατά την 14ην Σεπτεμβρίου, ως ανάμνησιν της Παγκοσμίου Υψώσεώς Του. Ούτως η Εκκλησία, εκτός από την τιμήν, που αποτίει εις το όργανον της σωτηρίας του ανθρώπου, και την λατρείαν, που προσφέρει εις τον εξ αγάπης επί του Σταυρού καθηλωθέντα Χριστόν, υπενθυμίζει εις τους πιστούς τον Σταυρόν, ως σύμβολον ζωής.

ΚΥΡΙΑΚΗ 23 ΜΑΡΤΙΟΥ 2014 – Γ΄ ΝΗΣΤΕΙΩΝ (Σταυροπροσκυνήσεως)

Ζωηφόρος Δύναμη
 
 “Όστις θέλει οπίσω μου ακολουθείν, απαρνησάσθω εαυτόν
και αράτω τον σταυρόν αυτού, και ακολουθείτω μοι”.
Η φωτοχυσία της Ανάστασης στην οποία προσανατολίζεται κάθε πιστός που διάγει την περίοδο αυτή το Στάδιο των Αρετών, προϋποθέτει τον Σταυρό του Κυρίου μας μέσα από ένα Σταυροαναστάσιμο οδοιπορικό. Ο Σταυρός που ήταν σύμβολο του θανάτου έγινε εγγύηση της ζωής. Έδωσε την ευκαιρία στην αγάπη να σταυρωθεί και να γίνει έτσι αθάνατη. Ο σημερινός άνθρωπος ζώντας σ’ ένα κλίμα άκρατου ανταγωνισμού και υλιστικής θεώρησης των πραγμάτων, αναζητά εναγωνίως διεξόδους τις οποίες μπορεί να ανακαλύψει και να ιχνηλατήσει στην προοπτική της δύναμης του Σταυρού.