«…Στερέωσον Κύριε
την Εκκλησίαν, ην εκτήσω τω τιμίω Σου αίματι». Εκκλ. Υμνογραφία.
Εις την άστατον
φοράν των εγκοσμίων πραγμάτων, εις την κενότητα του παρόντος τραγικού, των
ανθρώπων βίου, εις την κοιλάδα ταύτην του κλαυθμώνος, προβάλλει, ως υπερκόσμιός
τις θεία αποκάλυψις, η αγία Εκκλησία μας. «Ωραία και καλή ως ευδοκία, ωραία ως
Ιερουσαλήμ, θάμβος ως τεταγμέναι», η Εκκλησία, «οι οφθαλμοί αυτής ως περιστεραί
επί πληρώματα υδάτων», μεταποιεί εις εαυτήν πνευματικώς τας ανθρωποπρεπείς της
ασματιζούσης νύμφης αισθητικάς παρομοιώσεις. «Ως πύργος Δαβίδ», η Εκκλησία,
ωκοδομημένος επί την πέτραν της πίστεως· «χίλιοι θυρεοί κρέμανται επ’ αυτόν,
πάσαι βολίδες των δυνατών». «Κνήμαι αυτής στύλοι μαρμάρινοι, τεθεμελιωμένοι επί
βάσεις χρυσάς», «ως σπαρτίον κόκκινον χείλη της και η λαλιά της ωραία».
«Πλόκιον κεφαλής της ως πορφύρα».