ΕΟΡΤΟΔΡΟΜΙΟΝ

Ωδή θ΄.  Ο  Ειρμός.

Εν νόμω σκιά και γράμματι, τύπον κατίδωμεν οι πιστοί· παν άρσεν, τον την μήτραν διανοίγον άγιον Θεώ· διο πρωτότοκον Λόγον Πατρός ανάρχου Υιόν, πρωτοτοκούμενον Μητρί, απειράνδρω μεγαλύνωμεν.

Ερμηνεία.


Ελάτε, λέγει, όλοι οι πιστοί Χριστιανοί, ας θεωρήσωμεν πραγματικώς εν τη χάριτι του Ευαγγελίου τον τύπον εκείνον όπου ενεργείτο πρότερον εν τω παλαιώ Νόμω και τη εκείνου σκιά και τω γράμματι· συνώνυμα γαρ είναι και τα τρία ταύτα κατά τους ρήτορας. Ποίος δε είναι ο τύπος αυτός; Ο περί των πρωτοτόκων θεσπίζων και λέγων: «Παν άρσεν διανοίγον μήτραν, άγιον τω Κυρίω κληθήσεται» (Λουκ. β: 23)· ο γαρ τύπος ούτος δεν αρμόζει εις κανέν άλλο παιδίον αρσενικόν και πρωτότοκον, πάρεξ εις μόνον και μόνον τον Δεσπότην Χριστόν, και αυτόν κυρίως επροεικόνιζε· τούτο δε γίνεται φανερόν από τα ακόλουθα· διότι κανέν από τα άλλα πρωτότοκα παιδία τα φυσικώ νόμω γεννώμενα, δεν διανοίγει την μήτραν της τούτο γεννώσης Μητρός· αύτη γαρ πολύ πρότερον διανοίγεται από την συνουσίαν του ανδρός· ο δε πρωτότοκος Εμμανουήλ, ως υπέρ φύσιν και χωρίς σποράν ανδρός γεννηθείς, αυτός μόνος ήνοιξε την παρθενικήν μήτραν της ασπόρου αυτού Μητρός, θεοπρεπώς δηλαδή και υπέρ κατάληψιν· ανοίξας γαρ αυτήν εν τω γεννάσθαι, κεκλεισμένην πάλιν διεφύλαξεν, ώσπερ ην προ του συλληφθήναι και γεννήσαι. Και λοιπόν μόνος ο Δεσπότης Χριστός Άγιος θέλει ονομασθή: ήτοι αφιερωμένος τω Κυρίω, διότι και μόνος την μήτραν της Παρθένου διήνοιξε· διότι, αν και το «Άγιος» όνομα δίδεται και εις τα άλλα αρσενικά πρωτότοκα· ο Λουκάς όμως και ο Μελωδός εδώ προσθέτοντες το «Διανοίγον μήτραν» εις μόνον τον Χριστόν αποδίδουσι και το «άγιος» επειδή κανέν άλλο παιδίον αρσενικόν δεν ήνοιξε την μήτραν της Μητρός του, ει μη ο Εμμανουήλ. Δια τούτο και ένας άγιος είναι εν τοις πρωτοτόκοις ο αυτός Εμμανουήλ. Τούτου χάριν και η του Χριστού εκκλησία εν τω καιρώ του Κοινωνικού της θείας λειτουργίας, «Εις Άγιος Ιησούς Χριστός» αγγελοπρεπώς ανακράζει. Όθεν το ανωτέρω ρητόν του παλαιού Νόμου εις τον Χριστόν μόνον επληρώθη, κατά τον Ιερόν Θεοφύλακτον. Δια τούτο και ημείς βλέποντες πρωτότοκον τον Υιόν του ανάρχου Πατρός κατά την Θεότητα, και πρωτότοκον τον αυτόν κατά την απείρανδρον αυτού Μητέρα: ήτοι κατά την ανθρωπότητα, ας μεγαλύνωμεν αυτόν. Όρα δε ότι δεν έγραψεν άλλην λέξιν ο Μελωδός, αλλά το «μεγαλύνωμεν», δια να φανερώση ότι είναι η εννάτη Ωδή της Θεοτόκου, ήτις αρχίζει από το «Μεγαλύνει η ψυχή μου τον Κύριον». Ήθελε δε απορήση τινάς, διατί ο Μελωδός εδώ επρόσθεσε το «απειράνδρω»; Και αποκρινόμεθα εις λύσιν της απορίας, ότι τούτο επρόσθεσε δια να φανερώση τον άσπορον τόκον της Παρθένου, και ακολούθως να δείξη ότι επληρώθη εις αυτήν αντιστρόφως εκείνο όπου είπεν ο Μωϋσής εις το Λευϊτικόν. Τι δε είπεν; «Γυνή, ήτις εάν σπερματισθή και τέκη άρσεν, ακάθαρτος έσται επτά ημέρας» (Λευϊ. Ιβ: 1). Τούτο δε αληθώς και προφητικώς ελαλήθη εκ πλαγίου περί της απειράνδρως και ασπόρως τεκούσης Παρθένου· μόνη γαρ αύτη μη σπερματισθείσα έτεκεν άρσεν· επειδή περιττόν ήτον να ειπή ο Μωϋσής το «Εάν σπερματισθή και τέκη»· καθότι εις όλους είναι φανερόν, ότι απλώς και καθόλου πάσα γυνή κατά φύσιν σπερματίζεται πρώτον υπό ανδρός, και έπειτα γεννά. Λέγων λοιπόν το «Εάν σπερματισθή», εφανέρωσε κατά πολλά το σιωπώμενον πολλά βαθέως και μυστικώς, ότι θέλει γένη ποτέ Παρθένος, ήτις και χωρίς να σπερματισθή έχει να γεννήση. Όθεν επειδή η Παρθένος, χωρίς να σπερματισθή εγέννησε, δια τούτο δεν ήτον ακάθαρτος, ουδέ υποκειμένη εις τον νόμον των περί καθαρσίων. Ούτως ηρμήνευσε το ανωτέρω ρητόν ο Ωριγένης, ειπών: «Παρέλκειν δόξει το, Εάν σπερματισθή» προτασσόμενον του «και τέκη άρσεν»· αλλ΄ εφίστημι, μήποτε ίνα προφητικώς η Μαρία, ουκ εκ του εσπερματίσθαι τεκούσα άρσεν, μη νομισθή ακάθαρτος είναι γεγεννηκεία τον Σωτήρα, είρηται όλον τούτο· εδύνατο δε και μη προσκειμένου του, Εάν σπερματισθή «νοείσθαι μη ούσα ακάθαρτος η Μαρία· ου γαρ απλώς ην γυνή, αλλά Παρθένος». Κύριλλος δε ο Αλεξανδρείας ούτω φησί: «Γυνή, φησί, και ου πάσαι τυχόν αδιακρίτως, αλλ΄ ει τις εάν σπερματισθή και τέκη άρσεν, ακάθαρτος έστω… Διέδρα δη ουν την εκ του νόμου καταβολήν (την κατηγορίαν δηλαδή, ότι είναι ακάθαρτος) η αγία Παρθένος, σπερματισθείσα μεν ουδαμώς, ενεργεία δε τη δια του Αγίου Πνεύματος το Θείον αποκυήσασα βρέφος». Και Ιωάννης ο Ζωναράς εν τη ερμηνεία του Δ΄ ήχου της οκτωήχου ούτω λέγει: τίνος ένεκεν ο Προφήτης προσέθετο : «Ήτις εάν σπερματισθή;» Ότι μηδέ άλλως ενόν γυναικί τεκείν, ειμή σπέρματος αυτή προβαίη καταβολή. Ήρκει τοίνυν ειπείν, ότι γυνή, ήτις εάν τέκη. Μεμύητο τοίνυν οία Προφήτης το Μυστήριον της σαρκώσεως του Κυρίου, και ήδει Παρθένον υπερφυώς τεκούσαν, και τόκον εσόμενον άσπορον, και φυσικής ακολουθίας ανώτερον. Ως ουν και άνευ σπέρματος τεξομένης ποτέ γυναικός, τα περί καθαρσίων περί των εκ σπέρματος ανδρώου κυουσών τε και τικτουσών έφθη θεσμοθετείν. Διό και προσέθετο: «Ήτις εάν σπερματισθή και τέκη», υπερφαίνων ότι έσεταί ποτε τόκος, αλλ΄ ουκ εκ θελήματος σαρκός, ουδέ εκ θελήματος ανδρός».

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου