ΕΟΡΤΟΔΡΟΜΙΟΝ

Τροπάριον.

Κατεμήνυσεν η Βάτος, ακατάφλεκτος μείνασα, δεξαμένη φλόγα, Κεχαριτωμένη ανύμφευτε, του κατά σε Μυστηρίου το απόρρητον· μετά τόκον γαρ, μενείς αγνή αειπάρθενος.

Ερμηνεία.


Αποκριτικόν είναι το Τροπάριον τούτο του Αγγέλου προς την Παρθένον· επειδή γαρ εκείνη επόθησε να μάθη, πως η ανθρωπίνη φύσις έχει να βαστάση την ανάκρασιν της Θεότητος χωρίς να βλαβή· δια τούτο αποκρίνεται προς αυτήν ο Αρχάγγελος, φέρων το παράδειγμα της καιομένης Βάτου και μη κατακαιομένης. Η Βάτος, λέγει, εκείνη η φανείσα εις τον Μωϋσήν εν τω όρει τω Σινά, ήτις εκαίετο μεν, δεν κατεκαίετο δε: ήτοι δεν εχωνεύετο, ουδέ καμμίαν βλάβην ελάμβανε και φθοράν, «Όρα, φησίν, ότι η Βάτος καίεται πυρί, η δε βάτος ου κατεκαίετο» (Έξ. γ: 2), αύτη, λέγω, η Βάτος μείνασα ακατάκαυστος και μ΄ όλον ότι εδέχθη φλόγα, προεμήνυε το παράδοξον και υπέρ φύσιν θαύμα του ιδικού σου Μυστηρίου, Παρθένε, ήγουν της ασπόρου συλλήψεώς σου και της αφθόρου σου γεννήσεως· συ γαρ συλλαβούσα και γεννήσασα τον Θεόν Λόγον, όστις είναι πυρ καταναλίσκον, ως είπεν ο Μωϋσής, «Κύριος ο Θεός σου πυρ καταναλίσκον εστί» (Λευϊ. δ: 24), δεν εδοκίμασες από αυτόν καμμίαν βλάβην και διαφθοράν· επειδή εσύ και μετά την άσπορον σύλληψιν, και μετά την άρρητον γέννησιν έμεινας και θέλεις μένει πάντοτε αγνή και αειπάρθενος· όθεν και η κοινή δόξα της του Χριστού εκκλησίας κηρύττει ομοφώνως ότι η Κυρία Θεοτόκος, καθώς ήτον προ τόκου Παρθένος, ούτως εστάθη και εν τόκω Παρθένος, και μετά τον τόκον Παρθένος. Κεχαριτωμένην δε την Παρθένον ωνόμασε τόσον ο Αρχάγγελος Γαβριήλ, όσον και ο Μελωδός εδώ, διότι αυτή είχε το πλήρωμα της θείας χάριτος· όθεν και ο θείος Ιερώνυμος είπεν· «Εκάστω των εκλεκτών η χάρις κατά μέρος εδόθη, τη δε Μαρία, όλον το της χάριτος πλήρωμα» (όρα εις τον πρώτον λόγον της Γεννήσεως της Θεοτόκου εν τω Μηνιάτη). Διο και ο ίδιος ούτος Ιωάννης εν τω α΄ ήχω της Οκτωήχου χάριτος πηγήν ωνόμασε την Θεοτόκον, ειπών· «Χαίρε η της χάριτος πηγή». Και το μεν πλήρωμα των χαρίτων του Υιού της είναι το μείζον πάντων και υπέρτατον· «Πλήρης, φησί, χάριτος και αληθείας, και εκ του πληρώματος αυτού ημείς πάντες ελάβομεν» (Ιω. α: 16)· το δε πλήρωμα της χάριτος της Μητρός Του ανέβλυζεν εκ του πληρώματος των χαρίτων του Υιού της, και δια τούτο ήτον κατώτερον από το του Υιού Της· όθεν μερικοί διδάσκαλοι επαρωμοίασαν το μεν πλήρωμα της χάριτος του Χριστού με την πηγήν και τον Ωκεανόν, το δε πλήρωμα της χάριτος της Μητρός Του, με τας εκ του Ωκεανού εκπορευομένας θαλάσσας, την δε χάριν των Αποστόλων επαρωμοίασαν με τους ποταμούς τους εκπορευομένους εκ της θαλάσσης, την δε χάριν των Αγίων ωμοίασαν με τα ρυάκια των ποταμών. Πάντοτε είχε το πλήρωμα της χάριτος η Παρθένος, και προ της συλλήψεως, και εν τη συλλήψει, και μετά την σύλληψιν. Είχε το πλήρωμα της χάριτος προ της συλλήψεως· διότι αν ο Πρόδρομος Ιωάννης εχαριτώθη έτι εκ κοιλίας Μητρός του, κατά τον λόγον του Αγγέλου, ον είπε «Και Πνεύματος Αγίου πλησθήσεται (ο Ιωάννης δηλ.) έτι εκ κοιλίας Μητρός αυτού» (Λουκ. α: 15)· πόσω μάλλον ήτον χαριτωμένη η Θεοτόκος η μέλλουσα γεννήσαι Αυτόν τον Υιόν του Θεού; διο και εν τω εις τα Εισόδια Τροπαρίω της Θεοτόκου γέγραπται «Τα ουράνια πάντα εξέστησαν ορώντα το Πνεύμα το Άγιον εν σοι σκηνώσαν». Όθεν και ο Γαβριήλ ευαγγελίσας αυτήν, κεχαριτωμένην ωνόμασεν, ειπών· «Χαίρε κεχαριτωμένη»· τούτον δε τον λόγον είπε προ του να συλλάβη η Παρθένος τον Κύριον. Είχε το πλήρωμα της χάριτος εν τη συλλήψει· διότι, επελθόντος του Αγίου Πνεύματος επ΄ αυτήν, συνέλαβεν αυτή τον Θεόν Λόγον εν τη αχράντω κοιλία της. Είχε δε μετά την σύλληψιν το πλήρωμα της χάριτος· διότι σύσσωμος ανήλθεν εις Ουρανόν ως Μήτηρ του Θεού Λόγου μετά τον θάνατόν της προς τον Μονογενή Υιόν Της. Το μεν προ της συλλήψεως λοιπόν πλήρωμα της χάριτος της Θεοτόκου ήτον τέλειον, το δε εν τη συλλήψει, ήτον τελειότερον, το δε μετά την σύλληψιν, ήτον τελειότατον· όθεν μερικοί Θεολόγοι το μεν πρώτον πλήρωμα της χάριτος της Παρθένου παρομοιάζουν με το ξύλον όπου γένη επιτήδειον κατά διάθεσιν εις το να ανάψη· το δε δεύτερον παρομοιάζουν με το ξύλον όπου καθ΄ έξιν γένη πυρ· το δε τρίτον πλήρωμα της χάριτος αυτής παρομοιάζουν με το ξύλον όπου ήδη άναψε και έγινεν ενεργεία πυρ. Επρόσθεσε δε ο Μελωδός και το, Αγνή, δια να φανερώση ότι η Κυρία Θεοτόκος δεν ήτον μόνον Παρθένος κατά το σώμα, αλλά και αγνή και καθαρωτάτη κατά την ψυχήν και τον λογισμόν· καθότι, ως λέγει ο ανώνυμος, ουδέ με ψιλήν προσβολήν λογισμών εμπαθών εμολύνθη· δια τούτο δικαίως ονομάζεται πάναγνος και υπέραγνος. Όθεν ο Κρήτης Ανδρέας ούτω την ασπάζεται πανηγυρίζων· «Χαίροις μόνη Μήτηρ Θεού, η πάσης ακτίνος φωτεινοτέρα, και πάσης καθαρότητος καθαρωτέρα». Ο δε Νύσσης Γρηγόριος λέγει· «Τι ουν η Παρθένος τω σώματι και τη ψυχή, η ευσεβής και ευλαβής και ευπειθής»; Ο δε Θεολόγος· «Κυηθείς μεν εκ Παρθένου και ψυχήν και σώμα προκαθαρθείσης τω Πνεύματι» (Λόγ. εις την Χριστού Γέννησιν). Θαυμαστά δε περί της παρθενίας της Θεοτόκου λέγει και ο σοφός Ψελλός πανηγυρίζων εις την εορτήν· «Παρθένος δε αληθώς η Παρθένος, ότι και τας εννοίας τας ψυχικάς μεμένηκεν αδιάφθορος, και ώσπερ Ήλιος ταις νοεραίς χάρισι τω σώματι προσωμίλησεν, εκείνο μάλλον λαμπρύνασά τε και καταυγάσασα, ή εκείθέν τι προσαναμαξαμένη της ύλης· όπερ ουδ΄ αν Αγγέλου φύσις ετήρησεν, ει τη ύλη προσήγγισε· συγχωρείσθω γαρ και τούτο τω λόγω, ως προς υπόθεσιν· μόνη γαρ αυτής η θεοειδεστάτη ψυχή, ώσπερ τις ουρανία αίγλη, τω ακηράτω εκείνω επέλαμπε σώματι· και ου συνείληπτο μάλλον, ή συνείχεν εκείνο και συνειλήφει, και προς το τηλαυγέστερον μετεσκεύαζεν· είχετο μεν γαρ ο νους εκείνης Θεού, ουδεμιάς ενούσης μεσότητος· το δε σώμα, του νου. Ώστε όλη συνώκει Θεώ, και Θεός μετά του σώματος εχρημάτιζε· και γην μεν ώκει και το ίχνος κάτω προσήρειδε, της δε απροσίτου Τριάδος, ει δει και τούτο θαρρήσαντα ειπείν, ουκ απελιμπάνετο, υπέρ τα Σεραφείμ και πριν συλλαβείν ορώσα Θεόν». Τι λέγω; Η Παρθένος ήτον τόσον καθαρωτάτη κατά το σώμα, ώστε υπερέβαινε την καθαρότητα και αυτών των ψυχών των Αγίων των κεκαθαρμένων τω Πνεύματι· και μαρτυρεί Ιωάννης ο Γεωμέτρης· πανηγυρίζων γαρ ούτος εις την εορτήν του Ευαγγελισμού λέγει· «το μεν γαρ και ήδη κεχαριτώσθαι ταύτην εκ Πνεύματος, και αξίαν γεγενήσθαι των δε των νυμφευμάτων, της υπέρ φύσιν εκείνης φύσεως, ου ψυχής μόνον, αλλά και σώματος· ότι και πλέον των παρ΄ άλλοις αγίων ψυχών έσπασε του Πνεύματος την ενέργειαν· επ΄ εκείνων μεν γαρ μόλις αι ψυχαί, και αύται λίαν κεκαθαρμέναι τω Πνεύματι, μικρόν όσον περιελάμφθησαν· ταύτης δε και η σαρξ όλου του Πνεύματος οικητήριον και εργαστήριον του Υιού· μάλλον δε και την ύλην αυτήν αυτώ παρεχομένη και συγκιρναμένη δια καθάρσεως».

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου