Αββά Ισαάκ :

Ο κόσμος αυτός ομοιάζει με μιάν διεφθαρμένην γυναίκα, η οποία με την επιθυμία του κάλλους, σύρει όσους την βλέπουν εις τον πόθον προς αυτήν,  και εκείνος, ο οποίος έστω και ολίγον θα αιχμαλωτισθεί από τον πόθο αυτού του κόσμου και περιπλακή με αυτόν, δεν δύναται να ελευθερωθή από τα χέρια του, μέχρις ότου τελειώση την ζωήν του. Και τότε. όταν τον απογυμνώση από όλα, τον πετά έξω από τον οίκον του κατά την ημέρα του θανάτου του, και τότε μόλις αντιλαμβάνεται ο άνθρωπος, ότι ο κόσμος αυτός ήτο πλάνος και απατεών. Εάν λοιπόν κανείς θέλη να εξέλθη από τον κόσμον αυτόν και να ειδή τας παγίδας του, ας μείνη μακράν αυτού και τότε θα ημπορέση να αντιληφθή την ασχημίαν του. 
(Υπόθεση ΙΓ Τόμος Α΄)

Ο φοβισμένος και ο ανακριβής

Κωνσταντίνος Χολέβας

Ο μεσολαβητής του ΟΗΕ Μάθιου Νίμιτς καλεί τους εκπροσώπους Αθηνών και Σκοπίων σε νέο γύρο συνομιλιών για το θέμα του ονόματος της γειτονικής χώρας. Η εξέλιξη αυτή έρχεται μέσα σε ένα κλίμα προκλήσεων εις βάρος μας από την πλευρά των σκοπιανών Αρχών. Κάτι δεν πάει καλά για τον σκοπιανό εθνικισμό και οι ψευδομακεδόνες δείχνουν νευρικότητα και ανασφάλεια.

H συνέχεια, “κλικ’’ πιο κάτω στο: Read more

Όσω δουλεύομεν εις τα πάθη και τον Διάβολον, ειρήνην και φιλίαν δεν έχομεν με τον Θεόν

Σημειούμεν τον φοβερόν λόγον όπου λέγει ο θείος Μάξιμος· ότι αν και εφιλίωσε και ειρήνευσεν ημάς με τον Πατέρα ο Υιός, εν όσω όμως δουλεύομεν εις τα πάθη και τον Διάβολον, ειρήνην και φιλίαν δεν έχομεν με τον Θεόν· ούτω γαρ λέγει: «Αδύνατόν εστιν ημάς φιλιωθήναι Θεώ δια των παθών προς αυτόν στασιάζοντας, και τω πονηρώ και φονευτή των ψυχών Διαβόλω δια κακίας δασμοφορείν ανεχομένους, μη πρότερον διόλου πολεμωθέντας τω πονηρώ· μέχρι γαρ τότε τούτου (του Θεού) καθεστήκαμεν εχθροί και πολέμιοι, καν πιστών προσηγορίαν ημίν αυτοίς περιπλάττωμεν, μέχρις ου πάθεσιν ατιμίας δουλεύειν βουλόμεθα, και ουδέν όφελος ημίν εκ της κατά Κόσμον ειρήνης λοιπόν περιγενήσεται, της ψυχής κακώς διακειμένης, και προς τον ίδιον Ποιητήν στασιαζούσης, και υπό την αυτού βασιλείαν γενέσθαι ουκ ανεχομένης» (Κεφ. μα΄ Γ΄ εκατοντάδος των Θεολογικών).

Ορθόδοξος Τύπος : Ο νυν πατριάρχης Βαρθολομαίος ειναι σάπιος καρπός του Αθηναγόρα.

«Οι κληροδοτήσαντες εις ημάς την διάσπασιν προπάτορες ημών υπήρξαν ατυχή θύματα του αρχεκάκου όφεως και ευρίσκονται ήδη εις χείρας του δικαιοκρίτου Θεού. Αιτούμεθα υπέρ αυτών το έλεος του Θεού, αλλ’ οφείλομεν ενώπιον Αυτού όπως επανορθώσωμεν τα σφάλματα εκείνων» (!!!), ανέφερε ο Οικουμενικός Πατριάρχης στην θρονική εορτή του 1998.


 π. Θεόδωρος Ζήσης:

Θλίβεται κανείς και σπαράσσει μέχρι βαθέων, αναλογιζόμενος και μόνο την πατριαρχική ρήση, που θεωρεί τους Αγίους Πατέρες, οι οποίοι αγωνίσθηκαν εναντίον του Πάπα ως θύματα του Διαβόλου και αξίους της συγχωρήσεως και του ελέους του Θεού .
Αν όμως, ο Μέγας Φώτιος, ο Άγιος Γρηγόριος Παλαμάς, ο Άγιος Μάρκος Ευγενικός, ο Άγιος Κοσμάς ο Αιτωλός, ο Άγιος Νικόδημος Αγιορείτης και πλείστοι άλλοι πολέμιοι των αιρέσεων του Παπισμού, είναι όργανα και θύματα του Διαβόλου, πρέπει να τους διαγράψουμε από τις δέλτους των Αγίων, να καταργήσουμε τις εορτές και τις ακολουθίες, και αντί να επικαλούμεθα τις πρεσβείες και την βοήθειά τους, να τους κάνουμε μνημόσυνα και τρισάγια, για να τους συγχωρήσει ο Θεός.

Όποιος πέσει στα μικρά, αναμφίβολα θα πέσει και στα μαγάλα.

Σύμφωνα με τους Αγίους Πατέρες, όποιος πέσει στα μικρά, αναμφίβολα θα πέσει και στα μαγάλα. Και ενώ τότε, η ημερολογιακή αλλαγή της Εγκυκλίου του 1920, φαινόταν ως κάτι μικρό και ασήμαντο (δεδομένου ότι η Εγκύκλιος δεν είχε γνωστοποιηθεί ακόμα στον κόσμο), οδήγησε σιγά-σιγά σε ολοένα και μεγαλύτερες προδοσίες, σε σημείο που να μπορούμε να πούμε ότι η Εγκύκλιος (η οποία, κατά τους σύγχρονους Πατέρες, θεωρείται και ως ο καταστατικός χάρτης του Οικουμενισμού) έχει εφαρμοστεί πλήρως από όλα τα Ορθόδοξα Πατριαρχεία. Αυτό σημαίνει ότι ο Οικουμενισμός και η Εγκύκλιός του, έχει επικρατήσει παντού.

Η ακαθαρσία του νου.

 Ο Άγιος Μάξιμος ο Ομολογητής
γράφει στην «Γ´ Εκατοντάδα περί αγάπης» τα εξής: 

«Ακαθαρσία του νου είναι πρώτον η ψευδής γνώσις.                                                                  
Δεύτερον η άγνοια κάποιου από τα γενικά, εννοώ την                                                                     
σχέσιν με τον ανθρώπινον νου, γιατί είναι ιδίωμα αγγέλου
το να μη αγνοή τίποτε από τα μερικά. Τρίτον, το να έχει                                                                εμπαθείς λογισμούς.                                                                                                                            Τέταρτον, το να συγκατατίθεται στην αμαρτία».

Ή πιστεύομεν ή δεν πιστεύομεν.

Εις τα ζητήματα της πίστεως δεν χωρούν ανθρώπινοι συναισθηματισμοί. Αείποτε η Εκκλησία του Χριστού «δια τους λόγους των χειλέων Του εφύλαξεν οδούς σκληράς». Μέσος όρος δεν υπάρχει. Ή πιστεύομεν ή δεν πιστεύομεν. Ή ο από δέκα αιώνων Καθολικισμός περιέπεσεν εις αιρέσεις, οπότε πρέπει να τας αποβάλη και κατόπιν να έλθη προς ένωσιν Δογματικήν και Εκκλησιαστικήν ή δεν έχει αιρέσεις οπότε η Εκκλησία μας πλανάται επί δέκα αιώνας. Και όχι μόνον δέκα αιώνας, αλλά πλανάται μεθ' όλων των Οικουμενικών Συνόδων και των αγίων Πατέρων, και τα πάντα γίνονται άνω κάτω. Και κατά συνέπειαν πρέπει να διορθώσωμεν Ιερούς Κανόνας, να συμπληρώσωμεν το Σύμβολον της Πίστεως, να διασκευάσωμεν τα λειτουργικά μας βιβλία, να χρίσωμεν με ασβέστη τους τοιχογραφημένους αγίους Πατέρας μας και να καύσωμεν τας φορητάς εικόνας των, αφού επλανήθησαν και πλανούν και ημάς τόσους αιώνας. Πρέπει να παύσωμεν του λοιπού να λέγωμεν εις τας προσευχάς  μας «δι' ευχών των αγίων Πατέρων ημών». Πρέπει να κλαύσωμεν δια τα πλήθη των Ομολογητών, που εμαρτύρησαν ματαίως και προ του σχίσματος και μετά το σχίσμα. Και πρέπει να σβήσωμεν πλέον και την ιεράν κανδήλαν, που καίει ακοίμητα εις την είσοδον του Ναού του Πρωτάτου, επάνω εις τα άγια λείψανα των Αγιορειτών Πατέρων, που εμαρτύρησαν από τους Ενωτικούς του 13ου αιώνος, διότι δεν εδέχθησαν το μνημόσυνον του Πάπα. Εάν δεν είναι αιρετική η παπική Εκκλησία, τότε τα θαύματα των αγίων Ομολογητών της Ορθοδοξίας είναι δαιμονικαί απάται. Εάν δεν είναι οι Λατίνοι αιρετικοί, πρέπει να καύσωμεν όλους τους αντιλατινικούς λόγους του Μ. Φωτίου, του Αγίου Γρηγορίου του Παλαμά, Καβάσιλα, Ιωσήφ Βρυεννίου, Αγίου Μάρκου του Ευγενικού, Γενναδίου του Σχολαρίου και τόσων ιερωτάτων θεολόγων μέχρι του Αγίου Νικοδήμου του Αγιορείτου, ως και τας Συνοδικάς αποφάσεις. Τότε τι χρειάζονται το «Πηδάλιον», το «Ωρολόγιον», το «Τριώδιον»; Να τα ρίψωμεν εις το πυρ και να ομολογήσωμεν ότι επλανήθημεν! 

«ΔΟΞΑ ΕΝ ΥΨΙΣΤΟΙΣ ΘΕΩ…ΕΝ ΑΝΘΡΩΠΟΙΣ ΕΥΔΟΚΙΑ»

«Χριστός γεννάται, δοξάσατε, Χριστός εξ ουρανών, απαντήσατε. Χριστός επί γης, υψώθητε. Άσατε τω Κυρίω πάσα η γη, και εν ευφροσύνη, ανυμνήσατε λαοί, ότι δεδόξασται».

Τα μεγάλα πράγματα τιμώνται με την σιωπήν. Η πτωχή ανθρωπίνη φύσις ούτε να τα συλλάβη νοερώς ημπορεί, ούτε να τα ανθέξη συναισθηματικώς, διότι και την νόησιν υπερβαίνουν, και ο συναισθηματικός χώρος της καρδίας είναι μικρός. Τα δεχόμεθα μόνον με θάμβος, με έκπληξιν, με θαυμασμόν, με αγάπην. Και μεγάλα πράγματα είναι όσα αναφέρονται εις τον Θεόν και προέρχονται από τον Θεόν. Τα θεία πράγματα έχουν διαστάσεις απείρους, όπως άπειρος είναι και ο δημιουργών αυτά Θεός. Όσον υψηλότερα ευρισκόμεθα, τόσον περισσότερον βλέπομεν και την απειρίαν των θείων πραγμάτων, τόσον περισσότερον και θαμβούμεθα και θαυμάζομεν και αγαπώμεν και μετουσιώνομεν τα βιώματά μας εις ύμνους και δοξολογίας προς τον Θεόν. Ο ύμνος είναι διέξοδος της κεκορεσμένης από αγάπην και θαυμασμόν ψυχής. Δια τούτο, εις την Ορθόδοξον Εκκλησίαν μας, εκφράζομεν τας υψηλοτέρας εμπειρίας μας, δια συμβόλων και θείων ύμνων. Ο λόγος είναι ανίκανος να εκφράση την παφλάζουσαν φλόγα της εν αγίω Πνεύματι καιομένης καρδίας. Διο και αναζητεί εις τας πνευματικάς ωδάς την παρηγορίαν της δρόσου. Διότι αληθώς, η εν Κυρίω ερωτική καύσις της καρδίας, αποτελεί τυραννίδα γλυκυτάτην, αλλά τυραννίδα πάντως.

Ένα από αυτά τα μεγάλα γεγονότα, που εγνώρισεν η ανθρωπίνη ιστορία, είναι η «Κένωσις του Θεού Λόγου», η ενσάρκωσις του Υιού του Θεού, «γενομένου εκ γυναικός…». «Ω βάθος πλούτου και σοφίας και γνώσεως Θεού!». «Μέγα και παράδοξον θαύμα τετέλεσται σήμερον! Παρθένος τίκτει: και μήτρα ου φθείρεται, ο Λόγος σαρκούται και του Πατρός ου κεχώρισται!...». «Εάν επρόκειτο να εφεύρωμεν ημείς την αποκάλυψιν του Θεού, λέγει απολογητής τις, ουδέποτε θα καταντούσαμεν εις την αποκάλυψιν αυτήν, η οποία άρχεται μετά της γεννήσεως ενός παιδιού εις μίαν Φάτνην…». Εντεύθεν αρχίζει το παράδοξον εν τη ανθρωπίνη ιστορία προ του οποίου η σοφία του κόσμου σκανδαλίζεται, ενώ ημείς οι χάριτι πιστεύσαντες, εκχέομεν τας καρδίας μας εις αγγελικάς δοξολογίας. «Δόξα εν υψίστοις Θεώ και επί γης ειρήνη εν ανθρώποις ευδοκία»!

+Μοναχός Θεόκλητος Διονυσιάτης.