Μόνο να μη μιανθούμε από την κοινωνία μας με τον Παπισμό και Οικουμενισμό, με τους φιλοπαπικούς και οικουμενιστάς Ορθοδόξους.
Η οργή του Θεού έχει καταλάβει
την Εκκλησία εδώ και πολλές δεκαετίες. Ο Παπισμός και ο Οικουμενισμός
θριαμβεύουν. Τότε ο Μ. Αθανάσιος και οι άλλοι Πατέρες κατενόησαν τον κίνδυνο,
που περιέγραφε το όραμα του Μ. Αντωνίου. Τώρα βλέπουμε να μολύνονται οι ναοί
και τα θυσιαστήρια απο συμπροσευχές και συλλείτουργα με τους «αλόγους»
αιρετικούς και ενισχύουμε την μόλυνση και την επαινούμε, συλλακτίζοντες κι
εμείς μέσα εις τα Άγια των Αγίων. Αν
παρακολουθήσει κανείς οικουμενίστικα συλλείτουργα και συμπροσευχές, σαν αυτό
που έγινε στην Καμπέρα, στην Ζ' Γενική Συνέλευση του Παγκόσμιου Συμβουλίου των
δήθεν Εκκλησιών, και σαν αυτά που γίνονται συχνά με τη συμμετοχή ιερέων ομοφυλοφίλων που τολμούν και κρατούν το Άγιο
Δισκοπότηρο και γυναικών επισκόπων και ιερειών, η εικόνα υπερβαίνει και το όραμα
του Μ. Αντωνίου. Μόνη ελπίδα για να επανεύρει η Εκκλησία την ομορφιά της
είναι η σύσταση και συμβουλή του Μ. Αντωνίου: «Μόνον μη μιάνετε εαυτούς μετά
των Αρειανών». Μόνο να μη μιανθούμε από την κοινωνία
μας με τον Παπισμό και Οικουμενισμό, με τους φιλοπαπικούς και οικουμενιστάς
Ορθοδόξους. Επειδή μέχρι τώρα δεν το επράξαμε δυναμικά και αποφασιστικά,
γι' αυτό παρατείνει ο Θεός επί έτη την οργή του, την αιχμαλωσία των Ορθοδόξων
στην παναίρεση του Οικουμενισμού. Μέχρι πότε επίσκοποι, ιερείς, μοναχοί και
λαϊκοί θα επιτρέπουμε τα άλογα κτήνη, τους αιρετικούς, να λακτίζουν και να
μιαίνουν τα Ιερά και τα Άγια της Ορθοδοξίας; Όσο απρακτούμε και βρίσκουμε
διάφορες προφάσεις πνευματικοφανείς, το βδέλυγμα της ερημώσεως θα ίσταται εν
τόπω αγίω.
Οι δε φιλόσοφοι, ιδόντες τοιούτον σημείον, εξεπλάγησαν.
Ο δε άγιος Αντώνιος ηρώτησεν τους απίστους φιλοσόφους και πάλιν λέγων : Ειπέτε μοι,
ποία είναι προτιμοτέρα, η απόδειξις της αληθούς πίστεως με την πράξιν και την
ενέργειαν ή η απόδειξις με μόνους τους λόγους; Οι δε είπον ότι προτιμοτέρα και
βεβαιοτέρα είναι η απόδειξις με την πράξιν και τα έργα. Τότε ο Όσιος λέγει εις
αυτούς: Καλώς είπατε, ιδού λοιπόν, εδώ είναι τινές δαιμονιζόμενοι και
ιατρεύσατε αυτούς με τους συλλογισμούς σας ή με μαγείαν και άλλην τέχνην, ως
βούλεσθε, επικαλούμενοι τα αναίσθητά σας είδωλα, ει δε και δεν δύνασθε, εγώ θα
τους θεραπεύσω, δια να γνωρίσετε του Εσταυρωμένου Χριστού, τον οποίον
χλευάζετε, την άμαχον δύναμιν. Οι δε είπον ότι δεν ηδύναντο να πράξουν τοιούτον
θαυμάσιον. Επικαλεσάμενος τότε τον Χριστόν ο Άγιος, εσφράγισε τρισώς τους
ασθενείς με το σημείον του Τιμίου Σταυρού και εθεραπεύθησαν, σωφρονισθέντες δε
ηυχαρίστουν τον Κύριον. Οι δε φιλόσοφοι, ιδόντες τοιούτον σημείον, εξεπλάγησαν.
Λέγει τότε προς αυτούς ο Άγιος: τι θαυμάζετε; Δεν είμαι εγώ εκείνος όστις έκαμε
το θαύμα, αλλ’ ο Χριστός, εις τον οποίον, εάν πιστεύετε και σεις, δεν
χρειάζεσθε πλέον με λόγους απόδειξιν, αλλά η προς Χριστόν πίστις και αγάπη θα
ενεργή ομοίως και εις εσάς.
Μέγας Συναξαριστής τόμος Α΄ σελίς 373.
Μέγας Συναξαριστής τόμος Α΄ σελίς 373.
ΤΗ ΚΥΡΙΑΚΗ ΤΩΝ ΑΓΙΩΝ ΠΑΝΤΩΝ
Τη αυτή ημέρα,
Κυριακή μετά την Πεντηκοστήν, την των απανταχού της οικουμένης εν Ασία, Λιβύη
και Ευρώπη, Βορρά τε και Νότω, ΑΓΙΩΝ ΠΑΝΤΩΝ εορτήν εορτάζομεν.
Του Κυρίου μου
πάντας υμνώ τους φίλους·
Ει τις δε μέλλων, εις τους πάντας εισίτω.
Ει τις δε μέλλων, εις τους πάντας εισίτω.
Κατά την Κυριακήν
ταύτην, ήτις ακολουθεί αμέσως μετά την Αγίαν Πεντηκοστήν, εθέσπισαν οι θείοι
Πατέρες να επιτελώμεν την πανσέβαστον μνήμην όλων των Αγίων, οίτινες υπήρξαν
εις όλον τον κόσμον. Και κατ΄ αρχάς μεν οι αρχαιότατοι Πατέρες εποίουν την
εορτήν μόνον των Μαρτύρων, των εν όλω τω κόσμω μαρτυρησάντων, καθώς μαρτυρεί
και ο εγκωμιαστικός Λόγος του θείου Χρυσοστόμου, εις τον οποίον μόνους τους
Μάρτυρας κοινώς όλου του κόσμου επαινεί. Οι μεταγενέστεροι όμως εποίουν την
εορτήν ταύτην γενικωτέραν, ονομάσαντες αυτήν Κυριακήν των Αγίων Πάντων,
συμπεριλαμβάνοντες εν αυτή και Πατριάρχας και Προφήτας και Αποστόλους και
Μάρτυρας και Ιεράρχας και Ασκητάς και όλους ομού τους Δικαίους, κατά πάσαν
ηλικίαν και γένος. Σκοπός της παρούσης εορτής είναι, ότι επειδή ο Κύριος ημών
Ιησούς Χριστός προ του πάθους είπεν, ότι: «Καγώ εάν υψωθώ εκ της γης, πάντας
ελκύσω προς εμαυτόν» (Ιωάν. ιβ: 32), το οποίον ήτο και ο όλος σκοπός και το
τέλος δια το οποίον κατέβη εις την γην και εσαρκώθη και έγινε τέλειος άνθρωπος,
μείνας τέλειος Θεός ο Αυτός, δια να σώση δηλαδή την ανθρώπινον φύσιν και να την
αναβιβάση εις την ουράνιον μακαριότητα. Την προσληφθείσαν λοιπόν φύσιν εις την
θείαν Του υπόστασιν, την ανεβίβασεν εις τους ουρανούς δια της θείας Του
Αναλήψεως και την εποίησε συγκάθεδρον τω Θεώ και Πατρί. Αλλά με τούτο δεν
επληρώθη και η υπόσχεσις την οποίαν έδωσεν, ειπών, ότι «πάντας ελκύσω προς
εμαυτόν». Δια τούτο, λοιπόν, έπεμψε εις τους Αγίους Αυτού Αποστόλους το
Πανάγιον Πνεύμα, δια να υπάγουν να
κηρύξουν, με την δύναμιν Αυτού, εις όλα τα έθνη την μίαν Θεότητα και να
συνάξουν τους εκλεκτούς εις την Βασιλείαν των Ουρανών· το οποίον και έπραξαν οι
καλοί και πιστοί υπηρέται με όλην την προθυμίαν και με όλην αυτών την ψυχήν και
την καρδίαν και μέχρις εκχύσεως του αίματος αυτών. Ούτως επληρώθη ο άνω κόσμος,
εκ του οποίου το αποστατικόν τάγμα εξέπεσε· και τούτο είναι εκείνο το οποίον
εορτάζομεν σήμερον, ήτοι τον καρπόν του Αποστολικού Κηρύγματος. Λέγουσι δε και άλλην αιτίαν της κοινής ταύτης
εορτής, ότι πολλοί μεν και πάμπολλοι και παρ΄ ολίγον άπειροι, κατά διαφόρους
τόπους και κλίματα ηγίασαν, τους οποίους και δια το πλήθος και δια το άγνωστον
των ονομάτων δεν ήτο δυνατόν να τους τιμήσωμεν κατά μέρος ένα έκαστον. Λοιπόν,
δια να τιμήσωμεν και αυτούς πρεπόντως και να έχωμεν και την παρ΄ εκείνων
βοήθειαν και αντίληψιν, διώρισεν η μήτηρ ημών Εκκλησία να επιτελώμεν μίαν
κοινώς των απάντων εορτήν και εν ταυτώ να γίνηται η αυτή εορτή και δι΄ εκείνους
οίτινες μετά ταύτα ή μαρτυρήσουν ή απλώς αγιάσουν. Λέγουσι προσέτι ότι και Λέων
ΣΤ΄ ο ευσεβέστατος βασιλεύς (886-912), ο επονομαζόμενος Σοφός, ηθέλησε να
τιμήση ως αγίαν την πρώτην αυτού σύζυγον την Θεοφανώ, αλλά δεν επένευσε τότε
εις την βουλήν του η Εκκλησία· όθεν έκτισε Ναόν περικαλλέστατον των Αγίων
Πάντων και είπεν: «Αν είναι και η Θεοφανώ Αγία, ας εορτάζεται μετά πάντων των
Αγίων». Είναι δε το περισσότερον και το κυριώτερον αίτιον της εορτής ταύτης,
καθώς και παντός εορταζομένου Αγίου, η παρακίνησις ημών των ζώντων προς μίμησιν
των εορταζομένων. Να βιασθώμεν δηλαδή και ημείς να κατορθώσωμεν την αξιέπαινον
ζωήν εκείνων των μακαρίων και αοιδίμων δούλων του αληθινού Θεού ημών. Εις τούτο
και ο Προφητάναξ Δαβίδ αποβλέπων λέγει: «Εμοί δε λίαν ετιμήθησαν οι φίλοι σου ο
Θεός (Ψαλμ. ρλη΄ 17). Ο δε θείος
Απόστολος, απαριθμών τα κατορθώματα των Αγίων και την μνήμην αυτών προβάλλων
εις ημάς ως παράδειγμα, προς αποστροφήν μεν των γηϊνων πραγμάτων και της
αμαρτίας, μίμησιν δε της υπομονής αυτών και ανδρείας εις τους αγώνας της
αρετής, ούτω λέγει: «Τοιγαρούν και ημείς τοσούτον έχοντες περικείμενον ημίν
νέφος Μαρτύρων, όγκον αποθέμενοι πάντα και την ευπερίστατον αμαρτίαν, δι΄
υπομονής τρέχωμεν τον προκείμενον ημίν αγώνα» (Εβρ. ιβ: 1). Εκ της διδασκαλίας
λοιπόν των θείων Γραφών και της αποστολικής παραδόσεως οδηγηθέντες ημείς οι
ευσεβείς τιμώμεν άπαντας τους φίλους του Θεού, τους Αγίους, ως φύλακας των
εντολών του Θεού, ως αρετής λαμπρά παραδείγματα, ως της ανθρωπίνης φύσεως
ευεργέτας. Και έκαστον μεν των γνωρίμων Αγίων τιμώμεν ειδικώς εις τινα του
ενιαυτού ημέραν, ως φαίνεται εις το Μηνολόγιον· επειδή όμως πολλοί είναι
άγνωστοι, ως ανωτέρω είπομεν, και ο αριθμός αυτών επολλαπλασιάσθη κατά καιρούς
και έτι πολλαπλασιάζεται και δεν θα παύση πληθυνόμενος έως της συντελείας, δια
τούτο η μήτηρ ημών Εκκλησία έταξεν, όπως άπαξ του ενιαυτού επιτελούμεν και
πάντων των Αγίων κοινήν μνήμην, ήτις είναι η παρούσα εορτή. Ταύτην λοιπόν
επιτελούντες σήμερον τιμώμεν ευλαβώς και μακαρίζομεν πάντας, Δικαίους,
Προφήτας, Αποστόλους, Μάρτυρας, Ομολογητάς, Ποιμένας, Διδασκάλους, Οσίους,
άνδρας και γυναίκας ομού, γνωστούς και αγνώστους, τους προστεθέντας και
προστιθεμένους, όσοι από Αδάμ έως του νυν ετελειώθησαν εν ευσεβεία και δια των
καλών έργων εδόξασαν τον Θεόν. Τούτους πάντας και αυτά προσέτι των Αγγέλων τα
τάγματα, προ πάντων δε και μετά πάντων την Υπεραγίαν Δέσποινα και Κυρίαν ημών
Θεοτόκος, Μαρίαν την Αειπάρθενον, τιμώμεν σήμερον δια της παρούσης εορτής,
προτιθέμενοι τον βίον αυτών αρετής παράδειγμα και παρακαλούντες αυτούς, ίνα
πρεσβεύωσιν υπέρ ημών προς τον Θεόν. Ου η Χάρις και το άπειρον έλεος είη μετά
πάντων ημών. Αμήν.
Η ΟΡΘΟΔΟΞΟΣ ΕΚΚΛΗΣΙΑ ΚΑΙ Ο ΟΙΚΟΥΜΕΝΙΣΜΟΣ του Αγίου Ιουστίνου (Πόποβιτς)
Εις τα άπειρα
μυστήρια του Θεανθρωπίνου οργανισμού της Εκκλησίας εισέρχεται κανείς,
ενσωματούται και ζη κατ΄ εξοχήν δια της αδιαλείπτου προσευχής και της
ακαταπαύστου λατρείας. Δια της συμμετοχής μας εις τας προσευχάς και την
λατρείαν της Εκκλησίας γίνεται και επιτελείται το έργον της μεταμορφώσεως και
της χριστοποιήσεώς μας. η συμμετοχή αυτή και το έργον πάντοτε είναι και
προσωπικόν και καθολικόν, δηλαδή εκκλησιαστικόν. Εις την κοινωνίαν των Αγίων ο
άνθρωπος συμμετέχει και ζη κυρίως και πρωτίστως δια της προσευχής. Δια τούτο η
προσευχή είναι η πλέον απαραίτητη και αναγκαία αρετή δι΄ έκαστον χριστιανόν. Η
προσευχή είναι ο χοράρχης εν τη χορωδία των αρετών. Αυτή ορίζει την θέσιν και
χαρίζει την πνοήν εις εκάστην αρετήν, δι΄ αυτής αυξάνουν και αναπτύσσονται όλαι
αι άλλαι αρεταί, εναρμονιζόμεναι υπ΄ αυτής ενθέως δια την πραγμάτωσιν του έργου
της σωτηρίας.
Τα διπλά Μυστήρια και η εκτροπή όλων μας.
Τοῦ π. Διονυσίου Ταμπάκη, Ἱ. Ν. Παναγίας, Ναύπλιον
Ἔγινε τῆς μόδας καὶ ἐπιβεβλημένο πλέον κάθε ζευγάρι ποὺ θέλει νὰ ἑνώσει τὶς ζωές του νὰ ξεκινᾶ τὰ πρῶτα του κοινὰ βήματα καὶ κατὰ προτεραιότητα ἀπὸ τὴν μεγάλη «εὐλογία» τοῦ Δημάρχου ἢ Ἀντιδημάρχου καὶ κατόπιν, τὶς περισσότερες φορὲς μὲ παιδιὰ στὴν ἀγκαλιὰ, ποὺ κλαυθμυρίζουν γοερὰ ἀπὸ τὴν ταλαιπωρία τῶν δύο συναπτομένων Μυστηρίων νὰ προσέρχονται καὶ στὶς Ἐκκλησιὲς, γιὰ νὰ ἐπιτελέσουν κατὰ τὰ παραδοσιακὰ εἰωθότα καὶ τὸν Θρησκευτικὸ Γάμο. Τὸ ἀκόμη χειρότερο εἶναι ἀφοῦ φτάσουν στὴν Ἐκκλησία, κατόπιν ἑορτῆς, νὰ λαμβάνουν καὶ τὸ ἀπαραίτητο ὕφος τοῦ ἐπιτυχημένου καὶ ὄχι τοῦ μετανοοῦντος, ἀφοῦ ὑπὸ αὐτὲς τὶς συνθῆκες, λίγα χρόνια πρίν, θὰ ντρεπόσουν γιὰ τὸν ἑαυτό σου πόσο μᾶλλον νὰ προσέρχεσαι μὲ τυμπανοκρουσίες, πλουσίους στολισμοὺς καὶ ἄλλα ἐφὲ, γιὰ νὰ παρουσιάσεις σὲ ἱερὸ τόπο τὴν ἀναίδειά σου στὸν Θεὸ, ἀφοῦ ἀποδεικνύεις στὴν πράξη πὼς Αὐτὸς ἔχει τὴν τελευταία προτεραιότητα στὴν ζωή σου. Τὸ ἀκόμη λυπηρὸν εἶναι καὶ ἡ δική μας ὡς Ἱερεῖς ἀνοχὴ καὶ οἰκονομία, ποὺ δείχνουμε, σὲ αὐτὲς τὶς ἄνομες καταστάσεις καὶ ἔτσι στὴν οὐσία συνηγοροῦμε καὶ… ἐπιδοκιμάζουμε αὐτὲς τὶς προδοτικὲς γιὰ τὸν Χριστὸ μας πράξεις, ἀφοῦ ἐὰν ἡ ἄρνηση τῶν παλαιῶν Χριστιανῶν νὰ ρίξουνε λίγο λιβανάκι στὰ εἴδωλα ἔφερνε τὴν κατακρεούργηση καὶ τὸ φρικτὸ μαρτύριό τους, ἐμεῖς σήμερα τόσο εὔκολα καὶ ἀβασάνιστα γυρίζουμε τὴν πλάτη μας στὸν Κύριο καὶ ἀφοῦ ρίξουμε τὸ θυμίαμα τῆς ψυχῆς μας ἐπὶ τοῦ θυσιαστηρίου τοῦ Δημαρχείου στρεφόμαστε ἔπειτα καὶ ἐθιμοτυπικὰ στὸν Χριστό, ὅπου Αὐτοῦ θέλημα «ἐστιν ἡ ἔννομος συζυγία» (Ἀκολ. Γάμου). Τὸ ἐπιπλέον εἰρωνικὸ κιόλας εἶναι ὅταν οἱ τὸν πολιτικὸν Γάμον ἐπιτελέσαντες καὶ ἀρνούμενοι τὴν πίστη νὰ θελήσουν κατόπιν νὰ γίνουν καὶ ἐγγυητὲς αὐτῆς τῆς πίστεως (ποὺ λίγο καιρὸ πρὶν ἀμφισβήτησαν) ὡς ἀνάδοχοι στὸ Ἱερὸ Μυστήριο τοῦ Βαπτίσματος. Γιὰ νὰ μὴ ἀναφερθοῦμε καὶ στὰ ὅσα ἀμέτρητα πρακτικὰ προβλήματα, ποὺ δημιουργοῦνται στὸν Ἱ. Ναὸ κατὰ τὴν τέλεση τῶν διπλῶν Μυστηρίων, ἀφοῦ ἔχεις νὰ κάνεις μὲ ἕνα παιδὶ καταταλαιπωρημένο νὰ περιμένει ἐπὶ 3 ὧρες μέσα στὴν πολυκοσμία καὶ ζέστη, γιὰ νὰ βαπτισθεῖ, ἀλλὰ καὶ ἕνα συγγενολόϊ μὲ ἀποῦσα συνήθως Ὀρθόδοξη λειτουργικὴ ἀγωγή, ποὺ καλεῖται ἐπὶ 3 ὧρες νὰ κάνει τὸν κομπάρσο στὸ Ἱ. Μυστήριο μπαινοβγαίνοντας ἀπὸ τὸν Ἱ. Ναὸ καὶ καπνίζοντας ἐνίοτε, γιὰ νὰ πλήξει τὴν πλήξη του ἢ μεταποιώντας τὸν Ἱ. Ναὸ σὲ Συναγωγὴ τῶν Ἰουδαίων μὲ τὴν ἀτελείωτη μεταξὺ των πάρλα καὶ ἀργολογία. Εἶναι ἆραγε αὐτὰ πράγματα τοῦ Θεοῦ; Ἂν ὄχι τότε νὰ μεταποιήσουμε τὴν συνείδησή μας ἀπὸ διπλή σὲ ἁπλή, καθαρὴ καὶ διάφανη! Ἔτσι ὅπως τὴν θέλει ὁ Θεός.
"Ο.Τ"