ΟΤΙ ΗΓΑΠΗΣΕ ΠΟΛΥ (Ζ΄)


 - Αλεξανδρεύς 
(Αναδημοσίευση από το http:// anastasiosk.blogspot.com
Ευχαριστούμε π ά ν τ α  θερμά τον Αναστάσιο και τον Αλεξανδρέα) 

Ένα σκονισμένο σανδάλι με έσπρωξε για να με ξυπνήσει. Ο ήλιος είχε ανέβει ψηλά και όσο κι αν είχα μαζευτεί δεν με έκρυβε πια τίποτε. Σήκωσα το βλέμμα και είδα έναν στρατιώτη να με κοιτάζει άγρια. Πιο πέρα ένας άλλος έψαχνε τον τόπο για παρουσίες σαν τη δική μου.
 
Οι υπόλοιποι ήταν απασχολημένοι με το βράχο στο άνοιγμα του τάφου. Του περνούσαν κορδέλες και σφράγιζαν με κερί την ένωσή τους.
 
Τι φοβόντουσαν άραγε;
 

 - Αλεξανδρεύς 
(Αναδημοσίευση από το http:// anastasiosk.blogspot.com
Ευχαριστούμε π ά ν τ α  θερμά τον Αναστάσιο και τον Αλεξανδρέα) 

Ένα σκονισμένο σανδάλι με έσπρωξε για να με ξυπνήσει. Ο ήλιος είχε ανέβει ψηλά και όσο κι αν είχα μαζευτεί δεν με έκρυβε πια τίποτε. Σήκωσα το βλέμμα και είδα έναν στρατιώτη να με κοιτάζει άγρια. Πιο πέρα ένας άλλος έψαχνε τον τόπο για παρουσίες σαν τη δική μου.
 
Οι υπόλοιποι ήταν απασχολημένοι με το βράχο στο άνοιγμα του τάφου. Του περνούσαν κορδέλες και σφράγιζαν με κερί την ένωσή τους.
 
Τι φοβόντουσαν άραγε;
 

H συνέχεια, “κλικ’’ πιο κάτω στο: Read more

Φώτης Κόντογλου - Ἡ Μοναδικότητα τῆς Παραδόσεως τῆς Ὀρθοδοξίας

(Ἀπάντησις σὲ ἀρχιμανδρίτην τῶν Ἀθηνῶν)


Ὑπάρχει φανερὴ ὑπερηφάνεια, ὑπάρχει καὶ κρυφὴ ὑπερηφάνεια.

Τὴν κρυφὴ ὑπερηφάνεια ἐννοεῖ ὁ ἅγιος Ἐφραὶμ ὁ Σῦρος, λέγοντας: «Ἡ ὑπερηφάνεια ἀναγκάζει ἐπινοεῖν καινοτομίας μὴ ἀνεχομένη τὸ ἀρχαῖον».
Αὐτὴ τὴν ὑποχθόνια ὑπερηφάνεια, ποὖναι κρυμμένη κάτω ἀπὸ τὴν ταπεινολογία καὶ τὴν ταπεινοφάνεια, ἔχουνε ὅσοι δὲν σέβουνται τὴν παράδοση τῆς Ἐκκλησίας στὴ λατρεία καὶ στὶς ἐκκλησιαστικὲς τέχνες, καὶ θέλουνε νὰ εἰσάξουνε σ᾿ αὐτὴ κάποιους νέους τρόπους ποὺ εἶναι ὁλότελα ξένοι πρὸς τὴν οὐσία τῆς Ὀρθοδόξου πίστεως. Ὄχι μοναχὰ ξένοι πρὸς τὸν πνευματικὸν χαρακτήρα τῆς Ὀρθοδοξίας, ἀλλὰ ὁλότελα ἀντιορθόδοξοι.


H συνέχεια, “κλικ’’ πιο κάτω στο: Read more

Σταύρωση και ανάσταση των Ελλήνων της Δωδεκανήσου


Κωνσταντίνος Χολέβας

Η Μεγάλη Εβδομάδα φέρνει ακόμη περισσότερο στον νου μας τη σύνδεση του Ελληνισμού με την Ορθόδοξη Εκκλησία και την παράδοση. Η ψυχή του Ελληνα, ο πολιτισμός μας, η γλώσσα μας, η εθνική μας ταυτότητα, όλα είναι ζυμωμένα με την Ορθοδοξία. Αλλά και η ιστορική μας πορεία είναι σταυροαναστάσιμη. Το γένος των ορθόδοξων Ελλήνων σταυρώνεται κατά καιρούς και τελικά κατορθώνει να αναστηθεί, να ορθοποδήσει, να απελευθερωθεί από δεινά, εισβολές και περιπέτειες.


H συνέχεια, “κλικ’’ πιο κάτω στο: Read more

Η ΟΡΘΟΔΟΞΟΣ ΕΚΚΛΗΣΙΑ ΚΑΙ Ο ΟΙΚΟΥΜΕΝΙΣΜΟΣ του Αγίου Ιουστίνου (Πόποβιτς)


Εν τη Εκκλησία είναι το παν καθολικόν αλλά και το παν προσωπικόν.

Όντως «μέγα μυστήριον» ο Χριστός και η Εκκλησία (Εφ. 5, 32), το μεγαλύτερον απ΄ όλα τα υπάρχοντα μυστήρια εις όλους τους κόσμους. Το ανθρώπινον γένος στερείται του απαιτουμένου νου και λόγου δια να εκφράση, έστω και κατά προσέγγισιν, αυτό το πανάγιον και υπέρμετρον μυστήριον. Ο Χριστός είναι ταυτοχρόνως και ο Θεός Λόγος, και ο άνθρωπος, και ο Θεός Λόγος και η Εκκλησία, και ο Θεός Λόγος με το σώμα εις τους ουρανούς και μέσα εις το σώμα του, την Εκκλησίαν, επί της γης. Δεν είναι αυτό «μέγα μυστήριον»; Τα μέλη της Εκκλησίας αποτελούν εν οργανισμόν, εν σώμα και όμως έκαστον παραμένει ξεχωριστόν πρόσωπον. Και αυτό δεν είναι «μέγα μυστήριον»; Τα πάντα εις την Εκκλησίαν είναι καθολικά και πάλιν τα πάντα είναι προσωπικά, έκαστος κατοικεί και ζη μέσα εις όλους, και όλοι μέσα εις ένα έκαστον, και όμως η ζωή εκάστου είναι ιδική του προσωπική ζωή, και το πρόσωπον εκάστου ιδικόν του πρόσωπον. Αυτό δεν είναι «μέγα μυστήριον»; Εις την Εκκλησίαν ζουν τόσοι και τόσοι αμαρτωλοί άνθρωποι και παρά ταύτα αυτή είναι «αγία και άμωμος», χωρίς ουδένα «σπίλον ή ρυτίδα» (Εφ. 5, 27). Δεν είναι και αυτό «μέγα μυστήριον»; Και ούτω καθ΄ εξής, από το μικρότερον έως το μεγαλύτερον τα πάντα εν τη Εκκλησία είναι «μέγα μυστήριον», διότι εις εν έκαστον απ΄ αυτά είναι παρών όλος ο θαυμαστός Κύριος Ιησούς Χριστός με όλα τα άπειρα θεανθρώπινα μυστήριά Του. 

ΟΤΙ ΗΓΑΠΗΣΕ ΠΟΛΥ (ΣΤ΄)


Αλεξανδρεύς 

http://anastasiosk.blogspot.ca/

Εκείνο το βράδυ άρχισα να σου μιλώ. 
Θυμάσαι; Στην πρώτη ως τότε συνάντησή μας -εκείνη που ξέρει όλος ο κόσμος- εγώ παρέμεινα σιωπηλή. Τι κι αν βοούσε το είναι μου; Τα χείλη είχαν μείνει σφραγισμένα.
 
Μόνο η καρδιά μου είχε ανοίξει διάπλατα.
 
Αλλά κι Ε
σύ είχες  μείνει σιωπηλός απέναντί μου. Όσα είπες για μένα, τα είπες σε άλλους. 
Εμείς οι δυο είχαμε συνεννοηθεί αμίλητοι.
 
Έτσι όπως πρέπει να συνεννοούνται οι άνθρωποι όταν έχουν κάτι πολύ σπουδαίο να μοιραστούν.
 
Όμως ετούτο 
το βράδυ, ένιωθα την ανάγκη να Σου μιλήσω. 
Ίσως να ήταν η εκκωφαντική σιωπή που απλώθηκε όταν
 και οι τελευταίοι επισκέπτες Σου έφυγαν. Όταν πήραν κουβαλητή σχεδόν τη Μάνα Σου φεύγοντας για την πόλη. 
Σε είχαν αφήσει μόνο να πας εκ
εί που δεν μπορούσε κανένας να Σε ακολουθήσει. 

Κι εγώ, απέναντι του τάφου, ζαρωμένη κάτω από το λαμπερό φως της σελήν
ης άρχισα δειλά δειλά να Σου μιλώ για μένα. 
Είναι, λένε, ο ασφαλέστερος τρόπος να γνωρίσεις τον άλλο.
 
Να του πεις την ιστορία σου.
 
Να τον αφήσεις να αγγίξει εκείνα που ως τώρα φύλαγες για σένα.
 
Ήθελα να Σ
ε μάθω. 
Και
 δεν είχα άλλο τρόπο από το να Σου πω τη ζωή μου. 
Ήμουν σίγουρη πως με άκουγες.
 
Κι ήμουν σίγουρη πως ήθελες να με ακούσεις.
 
Δεν είναι που δέχτηκες το μύρο στα πόδια σου.
 
Μεγαλύτερη σιγουριά μού
δινε ο φοβερός εκείνος λόγος που ξεστόμισες πριν κάποιες ώρες. 
Λόγος φοβερότερος από την πιο τρομακτική διαταγή του πιο αδίστακτο βασιλιά.
 
Λόγος που έσβηνε μια για πάντα όλες τις εξυπναδίστι
κες κουταμάρες των ανόητων που Σε περικύκλωναν. 
Λόγος που μ αγκάλιαζε τόσο τρυφερά όσο κανείς δε με αγκάλιασε στη ζωή μου:
 

-Πατέρα μη τους μετρήσεις το έγκλημα. Δεν ξέρουνε τι κάνουν
 
Σε αγαπούσα , Σε αγαπώ και νομίζω πως θα Σ
ε αγαπώ για πάντα, όμως για ένα περίεργο λόγο ένιωθα πως ήμουν ανάμεσα σε εκείνους. 
Σε κείνους που σε κάρφωναν στο φοβερό ξύλο.
 
Σε εκείνους που τώρα -ειδικά τώρα- αλλά και πάντα έχουν ανάγκη το λόγο αυτό, γιατί δεν ξέρουν τι κάνουν.
 
Σου είπα, λοιπόν, την ιστορία μου.
 
Πώς ξεκίνησα μικρό κορίτσι στην βόρεια Παλαιστίνη, σε μια από τις ελληνίζουσες πόλεις, πώς μεγάλωσα σε μια οικογένεια μισοδιαλυμένη, πώς πείνασα, πώς διάλεξα τον εύκολο δρόμο για να κερδίζω το ψωμί μου.
 
Πάλευα συνέχεια νά
μαι δίκαιη στην ιστορία που σου λέω. 
Να μη δικαιολογώ τα πάντα, να αφήνω χώρο για τη δική μου προσωπική ευθύνη, για τα λάθη μου και ταυτόχρονα να μην κρύβω όσα με σπρώξανε με τον τρόπο τους στο δρόμο που πήρα.
 
Ήθελα να ξέρεις την αλήθεια.
 
Ήθελα να με αγαπάς γι αυτό πού είμαι όχι για μια καλοζωγραφισμένη, ψεύτικη είκον
α. Ταυτόχρονα δεν άντεχα να μη Σου πω κι όσα δικαιολογούσαν κάποιες από τις αμαρτίες μου. 
Σου είπα πώς έφτασα στα Ιεροσόλυμα, πώς έζησα χρόνια σε μια ηδονή που άλλοτε πέθαινε από την σκληρότητα του άλλου και άλλοτε άφηνε να αναβλύζει μια οδύνη για την κατάντια μου.
 
Είναι -εσύ το ξέρεις καλύτερα από μένα- περίεργο 
 ον τούτος ο άνθρωπος. 

Διψάει για χαρά με τρόπο τόσο βαθύ και άγριο, που είναι ικανός τα πάντα να κάνει γι αυτό.
 
Θέλει τον άλλο, εικόνα του εαυτού του αληθινή -όχι την ψεύτικη που δίνουν τα κάτοπτρα.
 
Έτσι τους ήθελα κι εγώ τους άλλους. Όχι όλους. Μα μερικούς.
 
Τους έβλεπα όπως μπαίναν στο δωμάτιό μου και τους ξεχώριζα. Δεν ήταν ο τρόπος, τα ίδια σταθερά σημάδια που σε έκαναν να τους ξεχωρίσεις. Ήταν .... δεν ξέρω τι ήταν.
 
Μαζί τους ένιωθα ξανά άνθρωπος.
 
Με συγχωρείς 
που στα λέω όλα αυτά. Η εικόνα Σου, η αψεγάδιαστη θα πρεπε νάναι εμπόδιο για να Σου μιλήσω για τις ερωτικές μου συνευρέσεις. Μα Σε νιώθω δικό μου. Σε νιώθω ότι Είσαι εγώ. Στον εαυτό μας πρέπει να είμαστε ειλικρινείς. Κάθομαι τώρα εδώ και σκέφτομαι. 
Έχω μια ε
ρώτηση, μια ερώτηση τρομερή να Σου κάνω. 
Μια ερώτηση που είμαι εγώ η ίδια.
 
Πώς γίνεται δύο τόσο αντίθετα πράγματα να είναι τόσο κοντινά; Τόσο διπλανά;
 
Πώς γίνεται να ακουμπούν η αγάπη, ο έρωτας κι η αμαρτία; Από τη μια εκείνο που σε κάνεις να νιώθεις άνθρωπος, εκείνη η ασυγκράτητη δύναμη που σε κάνει να σβήνεις τα πάντα για χάρη της κι απ' την άλλη η αμαρτία που μας κάνει δακτυλοδεικτούμενους.
 
Ετούτο το μυστήριο είναι η ζωή μου, είμαι εγώ.
 
Λες πως Ε
ίσαι, και το πιστεύω, ο Γιος του Θεού. 
Μα τον φοβάμαι τον Πατέρα Σ
ου. 
Είναι Εκείνος που συχνά πυκνά δίνει εντολή να λιθοβολούν ανθρώπους. Είναι τρομερός ξέρεις ο θάνατος από λιθοβολισμό.
 
Αν είσαι τυχερός και σε βρει καμμιά πέτρα κατακέφαλα έχει καλώς.
 
Αλλιώς υποφέρεις πολύ.
 
Εσένα όμως Σ
ε αγαπώ. 
Και τούτη η αγάπη νικάει το φόβο μου.
 
Όμως δεν καταλαβαίνω πολλά.
 
Μου φαίνεται ούτε οι μαθητές Σου Σ
ε καταλαβαίνουν. 
Νιώθω όμως πως γίνεται να Σ
ε αγαπώ χωρίς να καταλαβαίνω. 
Και πως Ε
σύ μ'αγαπάς και καταλαβαίνεις. 
Ξημερώ
νει! Τι φωτίζει τη γη τώρα που Είσαι στο χώμα; 


Συνεχίζεται.