Τοῦ Πρωτοπρεσβυτέρου Διονυσίου Τάτση
Πολλοί ἄνθρωποι
στὴν ἐποχή μας θεωροῦν τὴν πίστη στὸν Θεό ὡς αἰχμαλωσία,
ποὺ τοὺς στερεῖ τὴν ἐλευθερία ἐπιλογῆς καὶ δράσης, γι᾽ αὐτὸ δηλώνουν ὅτι εἶναι
ἄπιστοι
ἢ ὅτι πιστεύουν σὲ μιὰ ἀνωτέρα
δύναμη, ἄγνωστη
καὶ ἀδρανῆ, ποὺ δὲν
ἐπηρεάζει
τὴ ζωή τους οὔτε τὴν περιορίζει. Βρίσκεται κάπου μακριά, πέρα ἀπὸ
τοὺς ἀνθρώπους τῆς γῆς καὶ πάνω ἀπὸ τὶς
σκέψεις τους, τὰ
συναισθήματά τους,
τοὺς πόνους καὶ τὶς δυσκολίες τους, τὰ ὑπαρξιακά τους προβλήματα καὶ τὶς
δραστηριότητές
τους. Στὴν
πραγματικότητα δὲν ὑπάρχουν ἄπιστοι, ἀλλὰ
ὀλιγόπιστοι
ἢ ἀγνοοῦντες καὶ αὐτὸ ἀποδεικνύεται ἀπὸ τὸ γεγονὸς ὅτι
ἀσχολοῦνται μὲ τὸ θέμα, τοὺς ἀπασχολεῖ, ἐνῶ δὲν ὑπάρχει σύμφωνα μὲ τὶς
δηλώσεις τους! Θὰ ἦταν παράλογο νὰ ἀσχολεῖται
κανεὶς μὲ ἕνα ἀνύπαρκτο
θέμα
καὶ πάνω σὲ αὐτὸ νὰ χτίζει τὴν ἰδεολογία του, ἀλλὰ καὶ τὴν προβολή του στὸ λαό.
Ἀντίθετα
μὲ τὸν πιστό, ὁ ὁποῖος δὲν κάνει θόρυβο γύρω ἀπὸ τὴν πίστη,
ὁ ἄπιστος
κάνει θόρυβο καὶ ἐμφανίζεται ὡς γενναῖος, ἐνῶ εἶναι ψοφοδεὴς καὶ
ταλαιπωρεῖται ἀπὸ
διάφορες παιδαριώδεις καὶ ἀφελεῖς σκέψεις. Ἕνας ἐπίσκοπος
γράφει ὅτι «δὲν ὑπάρχουν ἄπιστοι στὸν κόσμο. Ὑπάρχουν ὀλιγόπιστοι —ἄνθρωποι,
ποὺ ταλαντεύονται, ποὺ τοὺς τρώει τὸ σαράκι τῆς ἀμφιβολίας,
ποὺ θέλουν νὰ
πιάσουν τὸν Θεὸ μὲ τὴ γνώση, ποὺ συγχέουν τὰ ὅρια τῶν δύο
κόσμων, τοῦ κόσμου
τῆς γνώσεως καὶ τοῦ κόσμου τῆς πίστεως. Εἶναι ὅμως καὶ κάποιοι, ποὺ θορυβοῦν.
Ἡ
θορυβοῦσα ἀπιστία! Ὅσο περισσότερο ἡ δῆθεν ἀπιστία
θορυβεῖ, τόσο
περισσότερο
δικαιώνει τὴν
πίστη. Ἐδῶ εἶναι βέβαιο πὼς ὁ
θόρυβος γίνεται γιὰ
παραπλάνηση, εἶναι μιὰ διέξοδος γιὰ κεῖνον, ποὺ θορυβεῖ. Ὁ ἴδιος, ποὺ φωνάζει
θέλει νὰ ξεγελάση τὸν ἑαυτό του. Ἠθικὲς ἀκαταστασίες καὶ παρεκτροπὲς στὸ βίο
τονίζουν τὸ τραγούδι τῆς δῆθεν ἀπιστίας.
Ὁ ἔξω θόρυβος γίνεται, γιὰ νὰ σκεπασθῆ
ἡ ἐσωτερικὴ θορύβηση». Ἡ ἀντιμετώπιση αὐτῶν τῶν δυστυχισμένων
εἶναι ἀρκετὰ
δύσκολη. Ἐκεῖνο ποὺ
πρωτίστως χρειάζεται εἶναι ἡ ὑπομονὴ καὶ ἡ δική μας καθαρὴ
καὶ σταθερὴ πίστη. Δὲν χρειάζονται πολλὲς θεωρίες καὶ παραδείγματα. Πρέπει
ἀκόμα νὰ ἀποφεύγονται οἱ ἀντικρούσεις καὶ ἀντεγκλήσεις. Τὴν ἀπιστία τῶν ἄλλων
τὴ χτυποῦμε μὲ τὴ
συνέπεια στὴν πίστη
μας, μὲ τὰ ἔργα μας, τὴν ἀγάπη
μας, τὴν
ἀνοχή
μας καὶ τὴν ταπεινὴ ὁμολογία μας. Αὐτὴ πρέπει νὰ εἶναι ἡ στάση μας
ἀπέναντι
στοὺς ἄπιστους, ποὺ δὲν ἐκδηλώνουν
ἐχθρικὲς διαθέσεις. Τὰ πράγματα
ἀλλάζουν,
ὅταν κάποιος πολεμάει μὲ πολλοὺς τρόπους τὴν πίστη μας καὶ
προσπαθεῖ νὰ μᾶς
διασύρει μὲ
συκοφαντίες καὶ ἀνακρίβειες, γινόμαστε
ὁμολογητὲς καὶ ἀρνούμαστε
τὴν ἐπικοινωνία μαζί του. Εἴμαστε ἀσυμβίβαστοι καὶ
ἀτρόμητοι.
Στὴ σκληρὴ ἐποχή μας οἱ χριστιανοὶ πρέπει νὰ εἶναι
σταθεροί. Ὅσες
ἐπιθέσεις
καὶ ἂν δέχονται. Ὅσα ἀντιχριστιανικὰ σχέδια καὶ ἂν καταστρώνονται.
Ἡ πεῖρα ἔχει ἀποδείξει
ὅτι τὸ ἦθος τοῦ ἀνθρώπου
ἔχει μεγάλη δύναμη.
Περιορίζει
τὴν ἐπιθετικότητα τῶν ἀπίστων καὶ συχνὰ τοὺς ἀφοπλίζει. Δέχονται τὴν
ἀνωτερότητά
του καὶ ἐλέγχονται ἀπὸ τὴν ὑπομονὴ καὶ πραότητά του. Καὶ αὐτὸ
εἶναι μιὰ νίκη κατὰ τῆς ἀπιστίας.