Ιερομόναχος Ευθύμιος Τρικαμηνάς. ερμηνεία του 15ου Κανόνος από το νέο βιβλίο του, που μόλις κυκλοφόρησε.



Θά ναφέρωμε διά νά κατανοηθ ατό τό οσιδες σημεο να-δύο χωρία το σίου Θεοδώρου: «φιλόσοφον γάρ τό ρξαί σε φωνήν πί το κράτους ν οδας τά τε λοιπά
σου λαλήματά τε καί σπουδάσματα πέρ νακλήσεως τς πεπτωκυίας καθ’ μς κκλησίας. καί ντως δει τόν σοφόν νδρα καί διεγνωσμένον ν εσεβεί τοτο δρν πρός τε τό οκεον συμφέρον καί το λου σώματος Χριστο» (πιστ. Στεφάν δσηκρτι, Φατορος 419, 586,8) · «Πλήν τι ποβάλλοι καιρός καί ξ ετελν παράκλησίν σοι προσάγεσθαι. δέ στιν ρέξαι σε χερα τ καταπεσούσ καθ’ μς  κκλησί πτώματι σεβείας» (πιστ. Δημόχαρι νομοθέτ γενικ, Φατορος 426, 596,12) · καί «ς δη ρθείσης τς ερήνης, φ’ ο Χριστός φη, ερήνην φίημι μν, ερήνην τήν μήν δίδωμι μν μέχρι το δερο, καί ρρυπωμένης οσης τς κκλησίας ατο, ν ερός Παλος βο μή χειν σπίλον ρυτίδα τι τν τοιούτων, λλ’ εναι γίαν καί μωμον» (πιστ. Πατριάρχ εροσολύμων, Φατορος 276, 411,65).
Ο Πατέρες ννόησαν τι φ’ σον πρχε κκλησιαστική κοινωνία μέ μία τοπική κκλησία, ποία εχε ποδεχθ μία αρεσι, πρχε συμμετοχή στήν αρεσι, διά τς κκλησιαστικς πικοινωνίας, καί στήν χουσα γι καί ρθόδοξο πίστι τοπική κκλησία. Κατ’ ατόν λοιπόν τόν τρόπον καί στό πίπεδο τν τοπικν κκλησιν οἱ ποτειχιζόμενες λόγ αρέσεως σαν ξιες παίνου, διότι πεσχίσθησαν πό ψευδοεκκλησίες καί ψευδοπατριάρχες καί δέν προκάλεσαν, σύμφωνα μέ τόν ν λόγ ερό Κανόνα, σχίσμα στήν κκλησία, λλά λύτρωσαν τήν κκλησία πό τό σχίσμα.
Εναι λήθεια τι τίς περισσότερες φορές ξέπιπτε διά τς αρέσεως πό τό πίπεδο καί τόν χρο τς κκλησίας τοπική κκλησία τς Κωνσταντινουπόλεως καί πεκόπτετο πό τίς ρθά φρονοσες πρό συνοδικς κρίσεως. πανήρχετο δέ διά τς ποκαταστάσεως τς ρθοδόξου πίστεως καί τς καταδίκης τς αρέσεως καί συνεδέετο μετά τν λοιπν ρθοδόξων κκλησιν. Δι’ ατό καί πολλές φορές πό τούς γίους ναφέρεται Ρώμη ς σημεο ναφορς πρός τήν ρθόδοξον πίστι, χι βεβαίως ς πρωτοθρόνου κκλησίας, λλά ς κατέχουσα τήν ληθινή πίστι. πί πλέον δέ, διότι πιρροή τν ατοκρατόρων, ο ποοι βοήθουν καί πέθαλπον τήν αρεσι στήν νατολή, δέν φίστατο πλέον ες τήν Δύσι. Τέτοια περιστατικά ες τά ποα ο Πατέρες προσέφευγον στήν Ρώμη, ετε ατοπροσώπως ετε δι’ πιστολν, χομε ες τήν περίπτωσι το ρειανισμο πό τούς γίους θανάσιο καί Παλο τόν μολογητή, πό τόν γ. ωάννη τόν Χρυσόστομο πρός τόν ννοκέντιο τς Ρώμης διά τήν παράνομο καθαίρεσι καί ξορία του, πό τόν γ. Κύριλλο διά τήν αρεσι το Νεστορίου, πό τόν γ. Μάξιμο τόν μολογητή διά τήν αρεσι το Μονοθελητισμο, πό τόν γ. Θεόδωρο τόν Στουδίτη διά τήν μοιχειανική αρεσι καί τήν αρεσι τς Εκονομαχίας κλπ.



Εγκατάστασις προγράμματος που λέγεται "Αγάπη"


Τεχνική Υποστήριξη: Παρακαλώ, πως μπορώ να βοηθήσω;

Πελάτης: Χμ. μετά από πολλή σκέψη, αποφάσισα να εγκαταστήσω το πρόγραμμα που λέγεται "Αγάπη". Μπορείτε να με καθοδηγήσετε πώς να το κάνω;

Τ.Υ. : Φυσικά μπορώ. Είστε έτοιμος να ξεκινήσουμε;

Π: Είμαι λίγο άσχετος από τεχνολογία, αλλά ας προσπαθήσουμε. Τι πρέπει να κάνω;

Τ.Υ.: Το πρώτο βήμα είναι να εντοπίσετε και να ανοίξετε το παράθυρο «Η Καρδιά μου». Μπορείτε να την εντοπίσετε;

Π: Ναι, αλλά υπάρχουν άλλα τόσα προγράμματα που τρέχουν αυτή τη στιγμή. Υπάρχει πρόβλημα να εγκαταστήσω το «Αγάπη» ενώ τρέχουν τα άλλα;

Τ.Υ: Ποια προγράμματα τρέχουν τώρα;

Π: Μισό λεπτό να δω. υπάρχει ένα που λέγεται «Παλιά Τραύματα», «Χαμηλή Αυτοεκτίμηση», ένα άλλο «Μνησικακία» και «Εκδίκηση».

Τ.Υ.: Δεν υπάρχει πρόβλημα. Μόλις εγκαταστήσετε το πρόγραμμα 'Αγάπη', θα διαγράψει βαθμιαία τα προγράμματα αυτά από το λειτουργικό σύστημα. Μπορεί να παραμείνουν στη μνήμη αλλά δεν θα εμποδίζουν τη λειτουργία άλλων προγραμμάτων. Το πρόγραμμα «Αγάπη» θα αντικαταστήσει το «Χαμηλή αυτοεκτίμηση» με μια άλλη ενότητα που λέγεται «Υψηλή αυτοεκτίμηση».Όμως, θα πρέπει να διαγράψετε οριστικά τα υπόλοιπα δύο προγράμματα: «Μνησικακία» και «Εκδίκηση». Αυτά τα δύο εμποδίζουν την εγκατάσταση του προγράμματος 'Αγάπη'.

Π: Πως γίνεται να τα διαγράψω; Μπορείτε να μου πείτε;

Τ.Υ.: Με χαρά. Πηγαίνετε με το ποντίκι στην οθόνη σας κάτω αριστερά, εκεί που λέει 'Εκκίνηση' και επιλέξτε το πρόγραμμα «Συγχώρεση» και κάνετε ένα κλικ. Επαναλάβετε τη διαδικασία όσες φορές χρειαστεί μέχρι να διαγράψετε τελείως τα δύο προγράμματα.

Π: Α, ωραία! Έγινε κιόλας. Ώχ. όμως το πρόγραμμα «Αγάπη» ξεκίνησε μόνο του την εγκατάσταση. Είναι φυσιολογικό αυτό;

Τ.Υ.: Ναι, αλλά να θυμάστε ότι έχετε μόνο τη πρώτη έκδοση του βασικού προγράμματος. Θα χρειαστεί να συνδεθείτε με άλλες «Καρδιές» για να κάνετε αναβάθμιση.

Π: Ωχ! Μου εμφανίζεται ένα μήνυμα λάθους που λέει: 'Error - Το πρόγραμμα δεν μπορεί να λειτουργήσει με εξωτερικές παρεμβάσεις'. τι είναι αυτό;

Τ.Υ.: Μην ανησυχείτε. Αυτό σημαίνει ότι το πρόγραμμα «Αγάπη» έχει φτιαχτεί για να τρέχει με εσωτερικές «Καρδιές» αλλά δεν έχει ακόμα τρέξει στη δική σας «Καρδιά». Σε μη-τεχνική γλώσσα, σημαίνει ότι πρέπει πρώτα να αγαπήσετε τον εαυτό σας πριν είστε έτοιμος να αγαπήσετε τους άλλους.

Π: Δηλαδή; Τι κάνω τώρα;

Τ.Υ.: Κατεβάστε το πρόγραμμα «Αποδοχή εαυτού» και κάντε κλικ στα παρακάτω αρχεία: «Συγχώρεση εαυτού», «Συνειδητοποίηση της αξίας μου», «Αναγνώριση των ορίων μου».

Π: Εντάξει, το έκανα.

Τ.Υ.: Ωραία. Τώρα αντιγράψτε αυτά τα αρχεία στο βασικό σας φάκελο «Η Καρδιά μου». Το σύστημα θα διαγράψει οποιοδήποτε ασύμβατο αρχείο και θα επιδιορθώσει τα όλα τα λανθασμένα αρχεία. Επίσης, χρειάζεται να διαγράψετε τα «Αρνητική Κριτική», «Φλυαρία». Μετά πηγαίνετε στο Κάδο ανακύκλωσης και διαγράψτε τα οριστικά και από εκεί.

Π: Έγινε. Ωπ!! O φάκελος «Η Καρδιά μου» αρχίζει να γεμίζει με νέα αρχεία. Τα «γαλήνη» και «πληρότητα» αντιγράφουν μόνα τους τα αρχεία στο φάκελο «Η Καρδιά μου». Είναι φυσιολογικό αυτό;

T. Y.: Ναι. Αυτό δείχνει ότι το πρόγραμμα «Αγάπη» έχει εγκατασταθεί και ήδη τρέχει. Κάτι τελευταίο πριν κλείσουμε το τηλέφωνο. Το πρόγραμμα «Αγάπη» είναι free, δεν χρειάζεστε κωδικό ενεργοποίησης, γι' αυτό δώστε το σε όσους μπορείτε. Μπορεί να σας ανταποδώσουν μερικά καλά αρχεία για αναβάθμιση.

Π: Σε ευχαριστώ, Θεέ μου..





Πηγή : Από τον εν Γερμανία αδελφό μας Δημήτριο, τον οποίον και ευχαριστούμε!

Λόγος εις την Κυριακή του Θωμά - Αγίου Ιωάννου του Χρυσοστόμου


ρχομαι ν καταβάλλω χωρς λλο τν φειλή μου. Γιατ κι ν εμαι φτωχς μως θέλω ν ποσπάσω βίαια τν εγνωμοσύνη σας. δωσα τν πόσχεση ν σς φανερώσω τν πιστία το Θωμ κα τώρα ρχομαι ν τν κπληρώσω. Τς πρτες φειλς πρτα βιάζομαι ν ξοφλ, γι ν μ μ πνίξουν ο τόκοι πο μαζεύονται. Συνεργασττε κα σες στν καταβολ το χρέους μου κα κετέψετε τ Θωμά, ν βάλ στ χείλη μου τ γιο χέρι του, πο γγιξε τν πλευρ το Κυρίου, ν νευρώσ τ γλσσα μου, γι ν σς ξηγήσ σα ποθτε. Κι γ παίρνοντας θάρρος π τς πρεσβεες το ποστόλου κα μάρτυρα Θωμ διαλαλ τν πρώτη του πιστία κα τν στερη μολογία, πο εναι τς κκλησίας κρηπίδα κα θεμέλιο. ταν μπκε Χριστς στος μαθητάς του, ν ο πόρτες σαν κλεισμένες κα βγκε πάλι μ τν διο τρόπο, Θωμς λειπε μονάχα. ταν κι ατ ργο τς θείας οκονομίας. πομάκρυνση το μαθητο ν προξενήσ περισσότερη σφάλεια κα βεβαιότητα. Γιατ ν ταν μαζ Θωμς, δ θ εχε βέβαια μφιβολία· κι ν δν εχε μφιβολία, δν θ ζητοσε μ᾿ πιμονή· κα ν δν ζητοσε, δ θ ψηλαφοσε· ν μως δν ψηλαφοσε, δ θ μολογοσε τν Κύριο κα Θε κι ν δν μολογοσε Κύριο κα Θεό, τ Χριστό, δ θ εχαμε μες διδαχθ ν τν δοξολογομε μ᾿ ατν τν τρόπο. στε μ τν πιστία του Θωμς μς ποδηγέτησε πρς τν λήθεια κα ταν ρθε στερα σταθεροποίησε τν πίστη μας.
Έλεγαν λοιπν ο μαθητα στ Θωμ ταν ρθε. χομε δε τν Κύριο, χομε δε ατν πο επε· γ εμαι τ φς το κόσμου· χομε δε ατν πο επε γ εμαι νάσταση κα ζω κα λήθεια· κα βρήκαμε τν λήθεια τν λόγων ν λάμπ μέσα στ πράγματα. χομε δε ατν πο επε· σ τρες μέρες σηκώνομαι, κι φο εδαμε μ τ μάτια μας τν νάσταση προσκυνήσαμε ατν πο ναστήθηκε. Τν κούσαμε ν μς λέ «ερήνη σ᾿ σς», κι λλάξαμε τ σκοτισμ τς λύπης σ γαλήνια χαρά. Εδαμε τ χέρια του πο δέχτηκαν τς αχμς τν καρφιν, εδαμε τ χέρια πο κατηγορον τ λύσσα τν θεομάχων σκυλιν, εδαμε τ χέρια πο φαναν τν φθαρσία μας. Εδαμε κα τν πλευρ πο κραυγάζει καθαρώτερα π κάθε κήρυκα τν καλωσύνη το πληγωμένου. Εδαμε τν δια τν πλευρά, πο ο γγελοι μνον κα ο πιστο σέβονται κα ο δαίμονες τρέμουν. Δεχτήκαμε κα τ θεϊκ πνο π τ θεϊκ στόμα του, φύσημα πνευματικό, φύσημα πο σκορπίζει κάθε χάρη. ξουσιαστς δωσε κα σ᾿ μς ξουσία ν συγχωρομε τ σφάλματα. ποκτήσαμε τ δικαίωμα ν κρίνωμε τος μαρτωλούς, φο μς δωσε τέτοια ντολή. ν φήσετε τς μαρτίες μερικν, φήνονται· ν μερικν τς κρατήσετε, κρατονται. Τέτοια βαθει χαρ πήραμε π᾿ τ Σωτρα, τέτοια δρα πολαύσαμε. δύνατο ν μν πλουτίσωμε, φο μας τυχε τέτοιος Κύριος. μεινε φτωχς μόνο ατς πο δ βρέθηκε μαζί μας. Κι Θωμς τί τος επε. χετε δε τν Κύριο; Καλά. Ατν πο εδατε λοιπν ν τν σέβεστε πι πολύ. Ατν πο παρατηρήσατε, ν τν κηρύττετε διάκοπα. γ μως, ν δ δ μέσα στς παλάμες του τ χνη τν καρφιν κα δ βάλω τ δάχτυλό μου στ σημάδι π᾿ τ καρφι κα δ βάλω τ χέρι μου στν πλευρά του, δ θ πιστέψω. Κι σες δ θ πιστεύατε, ν δν βλέπατε πρτα· τσι κι γ ν δν δ δ θ πιστέψω». Μενε, Θωμ, σταθερς στν πόθο σου ατόν, μενε σταθερός με πιμονή, γι ν δς σ κα ν βεβαιωθ ψυχή μου. Μενε σταθερός, ζητώντας ατν πο επε, «Ζηττε κα θ βρτε». Μν προσπεράσης πλς, ρευνώντας, ν δν ερς τ θησαυρ πο ζητς, χτύπα μ᾿ πιμον τν πόρτα τς ναντίρρητης γνώσης, σπου ν σο τν νοίξ ατς πο επε «χτυπτε κα θ σς νοίξω». γαπ τ διχασμ τν λογισμν σου, γιατί κόβει κάθε διχασμό. γαπ τ φιλομάθειά σου, γιατί κόβει σύρριζα κάθε φιλονεικία. Μ χαρ κούω πολλς φορς τ λόγια σου· ν δ δ στ χέρια του τ σημάδι π᾿ τ καρφιά, δ θ πιστέψω. Γιατί σ πιστες κι γ μαθαίνω ν πιστεύω. σ σκάβεις μ τ δικέλλι τς γλώσσας τ θεο σμα, κι γ θερίζω κοπα τν καρπ κα τν μαζεύω γι μένα. ν δν δ μ᾿ ατά μου τ μάτια μέσα στ᾿ για του χέρια, τ᾿ αλάκια πο σν μ λέτρι χάραξαν ο σεβες, μ κανένα τρόπο δ θ συμφωνήσω μ τ λόγιά σας. ν δ βάλω ατό μου τ δάχτυλο στς λακκοβες τν καρφιν, δ θ δεχτ τ καλ μήνυμά σας. ν δν κρατήσω μ᾿ ατό μου τ χέρι τν πλευρ κείνη, πο νύποπτη μαρτυρε τν νάσταση, δν μπορ ν πιστέψω τ γνώμη σας. Γιατί κάθε λόγος εναι σχυρς κα βέβαιος, ν δεχτ τ συνηγορία λων τν πραγμάτων· κα κάθε λόγος πο δν χει τ μαρτυρία τν ργων εναι χωρς σημασία κα π τ στόμα στν έρα χάνεται. Θ κηρύξω στος νθρώπους τ θαύματα το Δασκάλου. Πς λοιπν μ τ λόγια ν π ατ πο δν ντιλήφθηκα μ τ μάτια μου; Πς θ κάνω τος πιστους ν πιστέψουν, ατ πο μήτε γ δν τχω παρακολουθήσει; Ν π στος ουδαίους κα στος λληνες τι χω δε τν Κύριό μου ν τν σταυρώνουν. Δν τν εδα μως ν χει ναστηθ λλ μόνο κουσα. Κα ποις δν θ περιπαίξ τ λόγια μου; Ποις δ θ δείξη περιφρόνηση στ κήρυγμά μου; λλο πργμα εναι ν᾿ κούσς κάτι κα λλο ν τ δς, λλο πργμα εναι φήγηση λόγων κι λλο θέα κα μπειρία τν πραγμάτων. τσι πειδ Θωμς εχε μφίβολη γνώση, σ χτ μέρες Δεσπότης ξαναρθε πάλι στος μαθητάς του πο ταν συγκεντρωμένοι λοι μαζί. φησε πρτα ν κατηχηθ Θωμς π τος συμμαθητάς του στς νδιάμεσες μέρες. Παραχώρησε ν φλογιστ π τ δίψα ν τν ντικρύσ. Κι ταν ψυχή του ναψε π τν σφοδρ πόθο τς θέας του, τότε στν ρα πάνω ποθητς βρκε ατόν, πο τν ποθοσε. μοια, πως κα πρτα, μ κλεισμένες τς πόρτες τ κανε ατ κα ξανά, πως κα πρτα, τος επε· «ερήνη σ᾿ σς», γι ν ταυτιστ τ πργμα μ τ θαμα κα γι ν βεβαιώσ τ λόγο τν ποστόλων κα γι ν παραστήσ τν κρίβεια το δεύτερου ρχομο του. πειτα επε στ Θωμ. Βάλε τ δάχτυλό σου δ κα δς τ χέρια μου. Τί ψος πέραντης φιλανθρωπίας! Τί πέλαγος μέτρητης συγκαταβάσεως! Δν περίμενε τν προσέλευση το μαθητο, δν περίμενε ν πλησιάσ ατς πο εχε νάγκη, ν παρακαλέσ κα ν πιτύχ τι θελε. Μήτε γι λίγο δν τν στέρησε π τν πιθυμία, λλ διος γαπημένος ατν πο τν γαποσε μ τ βία τραβοσε κοντά του, διος συρε στν πληγ τ δάχτυλο κείνου πο εχε τν πόθο, διος με τ δεσποτικ γλσσα του, τράβηξε τ δουλικ χέρι λέγοντας σ᾿ ατόν. Βάλε τ δάχτυλό σου δ κα δς τ χέρια μου.
κουσα, Θωμ, πν σν νθρωπος λλ παρν σν Θεός, ,τι επες στος δελφούς σου. μουν κοντά σας μ τ θεϊκότητά μου κα χώρια σας μ τν νθρωπίνη φύση μου. Θέλεις ν σο πενθυμίσω τ λόγια πο επες προηγουμένως; Δν επες, ν δ δ μέσα στ χέρια το τ σημάδια τν καρφιν κα δ βάλω τ δάχτυλό μου στ σημάδια τν καρφιν κα δ βάλω τ χέρι μου στν πλευρά του, δ θ πιστέψω; Δ βγκαν π τ χείλη σου τ λόγια ατά; Τ λόγια ατ δ νταποκρίνονται στος λογισμούς σου; Γι᾿ ατ ξαναλθα· γι ν μν μφιβάλλς. Γι᾿ ατ εμαι κοντ σας δεύτερη φορά, γι᾿ ατ πο πιθυμες χω φτάσει κα τώρα ρθα γι σένα, τν να, γ πο γι τ χαμένο πρόβατο κατέβηκα π τος ορανος χωρς ν τούτοις ν τος φήσω. Μ διστάσς λοιπν ν μάθς ,τι ποθες, μν ντρέπεσαι ν κοιτάξς καλ ,τι θέλεις. Μν ποφύγς ν βάλς τ δάχτυλό σου στ δια τ χέρια μου. νέχομαι κα τ περίεργα δάχτυλα, πως νέχτηκα τ καρφιά. πομένω τν περιέργεια το φίλου, πως πόμεινα τν κακία τν χθρν. Μ σταύρωσαν ο χθροί μου κα δν γανάκτησα κα δ θ ποφέρω τν δική σου ξέταση; Βάλε τ δάχτυλό σου δ κα δς τ χέρια μου, πο τραυματίστηκαν γι σς, γι ν θεραπεύουν τ χτυπήματα τν δικν σς ψυχν. δς τ χέρια μου κα συλλογίσου ν εμαι κενος πο θεληματικ σταυρώθηκε κάποιος λλος. δς τ χέρια μου, πο φησα ν διατηρον τ σύμβολα τς βραϊκς μανίας κι ταν μ τ συνηθισμένη ναίδειά τούς μο πον ο βραοι κατ τν μέρα τς κρίσεως τι μες Κύριε, δ σ σταυρώσαμε, τότε θ δείξω σ᾿ ατος πο μ πολέμησαν, τ χέρια μου μ᾿ ατ τ μορφ κα θ ντροπιάσω τος βραίους μόλις τ᾿ ντικρύσουν. δς τ χέρια μου, κα τ ληθιν γεγονς τς ναστάσεώς μου μ νομίσς πς εναι μία φαντασία. Κράτησε ατ τ χέρια, σν μήρους γι τν ξαναγεννημό σας. Κράτησε ατ τ χέρια, σν νέχυρα γι τν νάστασή σας μέσα π τν τάφο. Κράτησε ατ τ χέρια, σν γκυρα πο πεσε στ βυθ το δη. Καμμι χειμωνι τς ζως μ φοβηθς, καμμι ζάλη το κόσμου ς μ σ ζαλίσ. Μ φοβηθς τ φύσημα τν ντιθέτων νέμων, ς μ σ νησυχήσουν ο καταιγίδες κι ο σκόπελοι τς θάλασσας τν χθρν. Πέρνα μ θάρρος τ πέλαγος τς ζως, ταξίδευε κρατώντας τν γκυρα το πνεύματος, ταξίδευε χοντας μπροστά σου σν λιμάνι τν ορανό. Ταξίδευε κα ν φοβσαι μόνο τς ρνήσεώς μου τ ναυάγιο. Περιγέλα τ θάνατο σ νεκρό, περίπαιζε τ φθορ σν νίσχυρη. ποδέχου γι χάρη μου τ τέλος τς ζως σν ρχ μις πι σωτερικς ζως κα φέρε τ χέρι σου κα βάλτο στν πλευρά μου. ντλησε μ τ χέρι σου π τ βρύση ατ τς ζως τ νμα πο ποθες, τ δίψα σου νακούφισε. Φέρε τ χέρι σου κα βάλτο στν πλευρά μου. Βάλε τ χέρι στ ατρεο τς πλάσης κα βγάλε τ φάρμακο τς πιθυμίας σου. Δέχομαι γγιγμα χεριο πο μ᾿ γαπ γ πο δέχτηκα τν πληγ τς λόγχης. Φέρε τ χέρι σου κα βάλτο στν πλευρά μου, γι ν μπορες ν᾿ γωνίζεσαι γι᾿ ατήν, γι ν μπορες ν᾿ ποκριθς σ᾿ ατος πο πολεμον τν λήθεια, τι μ εδες μετ τν νάσταση κα μ᾿ ναγνώρισες κα μ ψηλάφησες προσεκτικά. Φέρε τ χέρι σου κα βάλτο στν πλευρά μου. Γι σένα τν φησα τσι γ πο θεράπευσα τ σώματα κα τς ψυχς τν λλων. Πρόβλεψα σν Θες τι θ θελήσς ν τ δς τσι κα βλέποντας τ᾿ χνάρια το πάθους στν σάρκα μου θέλησα ν θεραπεύσς τ πάθος τς ψυχς σου. Φέρε τ χέρι σου, κα βάλτο στν πλευρά μου πο τ φύλαξα τσι μ κάποιο σκοπό. ταν γυρίσω πάλι π τος ορανος κα καθίσω σ θρόνο κριτς ζωντανν κα νεκρν ν δον ο βραοι κατάματα τ ργα τς κακίας τους κα μόνοι τους ν᾿ ατοδικαστον - κα μ φανς πιστος λλ πιστός. Κακ πιστία, κάνει τν νο ν βουλιάξ. πίστη τν ναρπάζει στν ορανό. πιστία τυφλώνει τν ψυχή. πίστη σκορπ τ φς της στος λογισμούς. πίστη κα τ όρατα κατακάθαρα βλέπει, πιστος εναι σ᾿ γνοια λοκληρωτική. Μ γίνς πιστος λλ πιστός. Παραμέρισε τ νέφος τς πιστίας κα κοίταξε τς καθαρς κτνες τς πίστης. Γίνου μέσα σ λους ξιος πόστολος τς θεότητάς μου. Γίνου τέτοιος πως πρέπει ν εναι ατς πο μ συνάντησε κα εδε τέτοια πως σύ. μοια μ τος λλους ποστόλους σ κάλεσα, μοια μ᾿ ατος σ τίμησα, μοια μ᾿ ατος πλίσου. μοια μ᾿ ατος εδες ,τι εδαν, μοια μ᾿ ατος σ μπιστεύθηκα σ φίλο, λο μου τ μυστήριο, μοια μ᾿ ατος κήρυξε τ δύναμή μου. Μν πς πάλι, φο μ εδες μία φορά. ν δ δ πάλι στ χέρια του τ σημάδια τν καρφιν δ θ πιστέψω. σο εμαι μαζί σας φησε λεύθερη, πως θέλεις, τν περιέργειά σου. σο χεις δίπλα σου τ οράνιο κλμα λα τ κλαδι κα τ σταφύλια το ρεύνησε. Θ᾿ νεβ στος ορανούς, π᾿ που ρθα στ γ, θ᾿ νεβ, που εμαι. Θ᾿ νεβ μ τν νθρωπίνη φύση μου κε π᾿ που γι χάρη σς κατέβηκα μ τ θεία μου φύση. Θ᾿ νεβ μ᾿ ατό μου τ σμα, ν κα χωρς ατ ρθα π κε κι μεινα κε πέρα. Θ᾿ νεβ στος κόλπους τος πατρικος μ τ δική σας φύση, ν κα εμαι στος κόλπους το πατέρα. Τελείωσα τ ργο μου γι χάρη το κανα ατ τν πορεία.
φο γγιξε λοιπν Θωμς τ χέρια το Κυρίου κα τ θεία πλευρ γέμισε π δειλία κα π χαρ μαζ βλέποντας ατ πο πιθύμησε κα μέσως ξεσπ σ μνο το Κυρίου κραυγάζοντας. Κύριέ μου κα Θεέ μου. Σ εσαι Κύριος κα Θεός. Σ εσαι νθρωπος κα φιλάνθρωπος. Σ εσαι ξενόφερτος κα παράξενος γιατρς τς πλάσης. Δν κόβεις μ τ νυστέρι τ᾿ ρρωστα μέλ, δν κας μ τ φωτ τς πληγές, δν μαζεύεις π᾿ τ βοτάνια τν δύναμη τν φαρμάκων σου, δ δένεις μ ρατος πιδέσμους τς πληγς πο μς φανίζουν. Διαθέτεις όρατους πιδέσμους γάπης, πο όρατα τονώνουν τ καταπονημένα μέλη. χεις λόγο πο εναι πι κοφτερς π τ μαχαρι. χεις λόγο πι δυνατ π᾿ τ φωτιά. χεις βλέμμα π᾿ τ φάρμακο πι παλό. Σν δημιουργς γιάζεις χωρς κόπο τ δημιούργημά σου, σν πλάστης χωρς ν κουραστς μεταπλάθεις τ πλάσματά σου. Σ κατ τ θέλημά σου τος λεπρος καθάρισες, τος κουτσούς τους κανες ν τρέχουν, τος παράλυτους ν σηκώνουν τ κρεβάτια τους, τος γεννημένους τυφλος τος προστάζεις ν πετάξουν μ νίψιμο τ σκοτάδι. ξώρισες τος δαίμονες π᾿ τ δημιουργήματά σου, μ θέλημά σου πιάστηκες π᾿ τος χθρος κα π᾿ τος βραίους, τ πάντα δέχτηκες γι μένα στ σμα σου. Κύριε κα Θεέ μου.
ναγνώρισα τν Κύριό μου, ναγνώρισα τν λιέα κα φύλακά μου, ναγνώρισα τ βασιλι κα Κύριό μου. Κύριέ μου κα Θεέ μου. Πιστεύω Κύριε στν οκονομία σου, πιστεύω στν συγκατάβασή σου, πιστεύω στν νάληψη π μέρους σου τς φροντίδας μου, πιστεύω στν προσκυνητό σου σταυρό, πιστεύω στ παθήματα τς σάρκας σου, πιστεύω στν τριήμερο θάνατό σου, πιστεύω στν νάστασή σου. Λοιπν δν χω πι περιέργεια. Πιστεύω, δν κάνω πι λεγχο. Πιστεύω, δν στήνω πι τ ζυγαρι το νο. Πιστεύω, δν χω πι περιέργεια. Πιστεύω στ μάτια μου κα στ χέρια μου. Μ δίδαξαν ατ πο εδα ν μν κάνω λεγχο. Ψηλάφησα κι μαθα ν προσκυν χι ν φιλονικ. να Κύριο κα Θε γνωρίζω, τν Κύριό μου Χριστό. ς εναι δεδοξασμένος κα δυνατς στος αἰῶνες.