Επιστολή 6η
Εν Αθήναις τη 14 Μαρτίου 1905
Τέκνα εν Κυρίω αγαπητά χαίρετε εν Κυρίω!
Έλαβον τας δύο επιστολάς της Φιλιώς, την από 8 και την από 12 Μαρτίου και έρχομαι να σας απαντήσω. Προς την κόρην ταύτην περί ης μοι γράφετε, επεθύμουν να την ίδω πρώτον και να την ερωτήσω μερικά πράγματα και προ πάντων εάν διαφλέγηται υπό του θείου έρωτος, εάν φιλή από καρδίας την προσευχήν και προς αυτήν έχη έρωτα πολύν και σφοδρόν, εάν έχη αυταπάρνησιν, εάν δύναται να αρνηθή το θέλημά της, εάν δύναται να υποταγή εις το θέλημα άλλου, εάν δύναται να πράττη ό,τι είναι εναντίον εις το θέλημά της, εάν δύναται να μη αντιλέγη και να δέχηται τας εντολάς αγογγύστως, εάν δύναται να είπη προς τον Κύριον, «ουχ ως εγώ θέλω Κύριε, αλλά ως Συ», εάν δύναται να υπομείνη πειρασμόν, εάν πέποιθε ακραδάντως επί την θείαν αντίληψιν και προστασίαν, και τέλος ίνα μη προτείνω πλείονα, εάν δύναται να συγχωρή τα πάντα ταις αδελφαίς, προ της δύσεως του ηλίου, χάριν της εντολής της αγάπης. Εάν αυτά δέχηται, να το ομολογήση επί παρουσία υμών ενώπιον της Εικόνος του Κυρίου εν τω ναώ και να ψάλητε μίαν δοξολογίαν προς τον Κύριον, διότι την εκάλεσε και αφού προσευχηθήτε υπέρ αυτής, να την ενισχύση ο Κύριος και να την αναδείξη, να την ασπασθήτε όλαι, και να την κρατήσητε ως αδελφήν. Ως γερόντισσαν προς την οποίαν θα υποτάσσεται τυφλώς θα έχη την Χρυσάνθην. Ταύτα περί αυτής και ο Θεός να την σκέπη και να την διαφυλάττη εις τον αιώνα και να την αναδείξη αξίαν της κλήσεώς της και να την συναριθμήση μετά των φρονήμων παρθένων, όπερ εύχομαι και δι΄ όλους υμάς. Αμήν.
Μανθάνω ότι σας εύρε πειρασμός τις και εθροήθητε ως νεοσσοί. Αλλοίμονον, εάν ούτω ταχέως θροήσθε και απελπίζεσθε. Εάν δεν υπομείνητε πειρασμόν δεν θα φθάσητε εις μέτρον τελειώσεως. Θα υπομείνητε και εάν σας δέρωσιν. Ο Κύριος είναι μεθ΄ υμών. Καθ΄ εκάστην ψάλλετε «μεθ΄ ημών ο Θεός» και όμως φαίνεται, ότι δεν το καλοκατανοείτε. Επιθυμώ να το διαβάσητε άπαξ προς τελείαν κατανόησιν αυτού και σας διαβεβαιώ, ότι θα ειρηνεύση η καρδία σας. Μάθετε, ότι θα εξεγερθώσι καθ΄ υμών αι του αντιπάλου δυνάμεις, αλλά σεις ψάλλετε «μεθ΄ ημών ο Θεός, τον δε φόβον αυτού ου μη φοβηθώμεν, ουδ΄ ου μη ταραχθώμεν, ότι μεθ΄ ημών ο Θεός και τα λοιπά, ισχύετε και κραταιούσθε, διότι ο Θεός είναι μεθ΄ υμών. Εάν υπομείνητε έως τέλους, τα ονόματα υμών θα γραφώσιν εις τας βίβλους της ζωής. Θέλω να μάθω, ότι η θεία χάρις σας επεσκέφθη και ειρηνεύσατε. Η νέα κόρη, εάν ο Θεός την εκάλεσε και μείνη φρονώ, ότι θα ήτο καλόν, να μάθη μηχανήν, ίνα ανακουφίζη την Αγγελικήν, η οποία να βοηθή την Φιλιώ, την οποίαν θέλω να ονομάζω Φιλοθέην, εάν προς τούτο είναι και αυτή σύμφωνος. Αναμένω απάντησίν σας εις όσα γράφω περί της κόρης και περί όσων σας έγραφον εις την επιστολήν μου την προτέραν της παρούσης μου. Περαίνων σας εύχομαι και διατελώ προς Θεόν ευχέτης.
Ο Πνευματικός Πατήρ
+ Ο Πενταπόλεως Νεκτάριος.