Θείες παρηγορίες


Η ασκητική ζωή του γέροντος Ιωσήφ του ησυχαστού ( +1959 ) , του μοναχού που αγωνίσθηκε στην πρώτη γραμμή των βιαστών του Αγίου Όρους, φάνηκε ξεχωριστή από το ξεκίνημά της. Τη χαρακτήριζε η σκληρή αγωνιστικότητα, που είχε σαν συνέπεια τους σφοδρούς πειρασμούς των δαιμόνων, αλλά και τις έντονες παρηγορίες της θείας χάριτος. Αυτό καταφαίνεται στα ακόλουθα περιστατικά: 
« Τον καιρό που ασκήτευα στη Βίγλα, διηγείται ο ίδιος, δοκίμασα ένα δυνατό πειρασμό. Κατέφυγα τότε με δάκρυα στην προσευχή, με κάποιο παράπονο προς τον Θεό για την έλλειψη της βοήθειάς Του. Απευθυνόμουν επίσης και στην Υπεραγία Θεοτόκο και την ικέτευα. Ξάφνου, καθώς ήμουν στραμμένος προς τον Άθωνα, βλέπω να βγαίνει από το εκκλησάκι της Παναγίας μία φωτεινή ακτίνα, να σχηματίζει κάτι σαν ουράνιο τόξο και να ακουμπά επάνω μου. Αμέσως ένιωσα αλλοίωση σωματική και πνευματική, και άρχισα να λέω την ευχή ρυθμικά και εντελώς αβίαστα. Ήμουν πλημμυρισμένος από φως, πνευματική ευωδία και χαρά. Κι αφού παρηγορήθηκα αρκετά, αποσύρθηκε το κατάλευκο φως στην πρώτη του θέση.
 
Άλλη φορά, ενώ δοκίμαζα τη βία ενός σφοδρού πειρασμού, ένοιωσα ξαφνικά την καρδιά μου να πλημμυρίζει από θεϊκή αγάπη. Σαν να βρέθηκα τότε σε μια πεδιάδα και περπατούσα ανάλαφρα. Περπατώντας άκουσα ομιλίες. Γυρίζω και βλέπω ένα στρατηγό να μου μιλά με πολύ οικειότητα και να μου λέει:
 
- Καλώς ήρθες, πάτερ Ιωσήφ. Σε περίμενα. Πέρασε να προσκυνήσεις. Αμέσως με έπιασε από το χέρι, κατεβήκαμε μια πολυτελή σκάλα και βρεθήκαμε σε ένα μεγαλόπρεπο ναό. Ο ναός είχε ωραιότατα στασίδια γεμάτα από φωτόμορφους νέους, που έψαλλαν μελωδικούς ύμνους. Οι νέοι αυτοί με προσκαλούσαν να πλησιάσω και μου φέρνονταν με πολλή οικειότητα.
 
- Έλα, πάτερ Ιωσήφ, πάμε να προσκυνήσεις, είπε ο οδηγός μου. Κι αφού με οδήγησε μπροστά στην εικόνα της Παναγίας, πήρε ύφος παρακλητικό και μου είπε:
 
- Δέσποινα, δείξε μου τη δόξα σου στον δούλο σου ,για να μην καταποντιστεί από τη λύπη. Βλέπω τότε την Παναγία όχι πια σαν εικόνα, αλλά ζωντανή και ολόσωμη, να βαστά στην αγκαλιά της τον Σωτήρα. Δεν μπόρεσα να αντέξω τη θεϊκή της δόξα κι έπεσα στο έδαφος.
 
- Δέσποινα, Δέσποινα, ψιθύρισα κλαίγοντας, μη με εγκαταλείπεις. Κι εκείνη , με τη μελιστάλακτη και παρήγορη φωνή της, είπε στον οδηγό μου :
 
- Πάρε τον τώρα στον τόπο του να αγωνίζεται και να έχει την ελπίδα του σε μένα. Από τότε η φράση αυτή ήταν για μένα η μόνιμή μου παρηγορία.
 
Για ένα διάστημα ησύχαζα στην έρημο της Μικράς Αγίας Άννης. Όταν κάποτε πλήθυναν οι πειρασμοί και οι θλίψεις, μπήκα στο εκκλησάκι της καλύβης, προχώρησα στην εικόνα της Παναγίας και την παρακαλούσα κλαίγοντας. Βλέπω τότε να αστράφτει η εικόνα και να παίρνει η Θεοτόκος διαστάσεις κανονικές. Την έβλεπα μπροστά μου ζωντανή, ολόσωμη, υπέρφωτη και ηλιόμορφη. Έσκυψα μπροστά, μη μπορώντας άλλο να την ατενίζω , και την άκουσα να μου λέει:
 
- Δεν σου είπα να έχεις την ελπίδα σου σε μένα; Γιατί αποθαρρύνεσαι;
 
Ύστερα έγειρε λίγο προς το μέρος μου, οπότε το θείο Βρέφος άπλωσε το χεράκι του και με χάιδεψε στο κεφάλι και στο μέτωπο τρεις φορές.
 
Αμέσως η ψυχή μου πλημμύρισε από αγάπη, παρηγοριά και φως. Έπεσα στο έδαφος και με πόθο φιλούσα το σημείο που είχε σταθεί η Παντάνασσα, γιατί εκείνη είχε ήδη επιστρέψει στην εικόνα της. Το σημείο αυτό ευωδίαζε για καιρό , υπενθυμίζοντάς μου συνεχώς τη μακαρία της υπόσχεση» .


Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου