Ιερομόναχος Ευθύμιος Τρικαμηνάς. ερμηνεία του 15ου Κανόνος από το νέο βιβλίο του, που μόλις κυκλοφόρησε.


 Οἱ σημερινοί βεβαίως ποιμένες καί ἀρχιποιμένες πιστεύουν τά ἐντελῶς ἀντίθετα ἀπό τόν ἅγιο, ἐπειδή θεωροῦν ὅτι μέ τήν χειροτονία των κατεστάθησαν ποιμένες τῆς Ἐκκλησίας καί δύνανται νά τήν ὁδηγοῦν στήν ἱστορική της
πορεία ὅπου βούλονται, ἀπαιτῶντας συγχρόνως ἀπόλυτον ὑπακοή ἀπό ὅλους. Αὐτοί ὅλοι, οἱ σημερινοί ποιμένες καί ἀρχιποιμένες, εἶναι ἀκόλουθοι ὄχι τοῦ ἁγίου Γρηγορίου, ἀλλά τοῦ Πατριάρχου Καλέκα, διότι ἄν ἦταν ἀκόλουθοι τοῦ ἁγίου δέν θά ἀκολουθοῦσαν τόν Καλέκα εἰς τήν δυσσέβεια καί τήν αἵρεσι, ὅπως ὁ ἅγιος δέν τόν ἀκολουθοῦσε καί δι’ αὐτό ὁ Καλέκας τόν εἶχε ἀποκομμένο ἀπό τήν «Ἐκκλησία». Τό ἑωσφορικό πνεῦμα καί τήν ἀποκοπή του ἀπό τόν Καλέκα ἀναφέρει στήν ἴδια πραγματεία ὁ ἅγιος ὡς ἑξῆς: «Ἀλλ’ οἶμαι τόν οὕτως ἀνερυθριάστως τοσαῦτα ψεύδη
γράφοντα καί περιαγγέλλοντα πᾶσιν ἀνέδην, ρᾳδίως καί τοῦτ’ ἄν εἰπεῖν, ὡς μόνος αὐτός ὑπῆρχεν ἡ σύνοδος, ἐπεί καί μόνον ἑαυτόν πολλάκις καί τήν ἐκκλησίαν εἶναί φησι καί ὅ,τι ἄν αὐτῷ δόξῃ καί ὅ,τι ἄν αὐτός εἴπῃ τῇ ἐκκλησίᾳ φησί δοκεῖν καί τήν ἐκκλησίαν ἀποφαίνεσθαι πᾶσαν. Κἄν τις μή ταχύ κατανεύσῃ πρός ὁ,τιοῦν καί τό λίαν ἀλυσιτελές αὐτῷ καί ἀπίθανον, οὗτος εὐθύς ὁ τῇ ἐκκλησίᾳ πάσῃ παντάπασιν ἀπειθής καί ἀνήκοος.
»Οὕτω γάρ καί ἡμᾶς ἀνυποτάκτους καί ἀλλοτρίους τῆς ἐκκλησίας ἀξιοῖ καλεῖν, ὡς ἀπαναινομένους τό δυσσεβεῖν, αὐτοῦ τοῦτο λέγοντος, καί παρεξηγεῖσθαι τόν προβάντα
τόμον ὑπέρ ἡμῶν καί ἡμῖν εἰς δικαίωμα καί γεγενημένον καί δεδομένον, ὅτι τοῦτ’ αὐτό λέγομεν, ὡς ὑπέρ ἡμῶν ἐγεγόνει, ταῦτ’ ἄρα καί ἡμῖν δεδομένος ἐστίν. Ὁ τοιοῦτος τοίνυν, πῶς οὐκ ἄν ρᾳδίως εἴποι μόνον αὐτόν εἶναι καί τήν μεγίστην ἐκείνην σύνοδον, ὡς ἀνεξέλεγκτος εἶναι, ὅ,τι ἄν ὡς ἀπ’ ἐκείνης πλάττηταί τε καί συγγράφηται καθ’ ἡμῶν;» (Ἀναίρεσις Γράμματος Καλέκα, ΕΠΕ 3, 590).
Εἶναι ἄξιον προσοχῆς καί πρέπει νά τό ἀναφέρωμε, ὅτι ἀποτειχισμένοι ἀπό τόν Πατριάρχη Καλέκα καί τούς ὁμόφρονάς του δέν ἦτο μόνο ὁ ἅγ. Γρηγόριος ἀλλά καί
οἱ ἀκολουθοῦντες τόν ἅγιο κληρικοί, μοναχοί καί λαϊκοί. Ὅταν ἐπίσης ὁ ἅγ. Γρηγόριος τό ἔτος 1340 συνέταξε καί προσυπέγραψε πρῶτος τόν λεγόμενον «Ἁγιορειτικόν τόμον ὑπέρ τῶν ἱερῶς ἡσυχαζόντων», ὁ ὁποῖος κατέλαβε δεσπόζουσα θέσι στήν μεταγενεστέρα Σύνοδο τοῦ 1341 καί ἐξέφραζε τήν πίστι ὅλων τῶν ὀρθοδόξων δογμάτων πού ὁ ἴδιος ὑπερασπίζετο εἰς τούς ἀγῶνας του κατά τοῦ Βαρλαάμ, τόν προσυπέγραψαν καί ὅλοι οἱ Ἁγιορεῖτες Πατέρες. Οἱ Ἁγιορεῖτες φαίνεται ὅτι πρό συνοδικῆς διαγνώσεως καί κρίσεως τοῦ αἱρετικοῦ Βαρλαάμ καί τῶν μαθητῶν του
διέκοψαν τήν ἐκκλησιαστική ἐπικοινωνία μέ κάθε ἕνα πού εἶχε ἀντίθετο φρόνημα ἀπό αὐτά πού ἐδίδασκε ὁ ἅγ. Γρηγόριος καί συμφωνοῦσαν κατά πάντα μέ τίς παραδόσεις τῶν ἁγίων «ἀποδεχθέντες ὡς συμφωνοῦντα ἀκριβῶς πρός τάς παραδόσεις τῶν ἁγίων», διέκοψαν δηλαδή τό μνημόσυνο τοῦ Πατριάρχου Κωνσταντινουπόλεως Ἰωάννου Καλέκα, γι’ αὐτό καί ὁ ἅγ. Γρηγόριος θεωροῦσε τόν Τόμον αὐτό ὡς σπουδαιότατο ὅπλο κατά τῆς αἱρέσεως πού παρουσιάσθηκε στήν ἐποχή του.


Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου