ΕΥΘΥΜΙΟΥ ΤΡΙΚΑΜΗΝΑ


"Η διαχρονική συμφωνία των Αγίων Πατέρων

γιά το ΥΠΟΧΡΕΩΤΙΚΟ του ΙΕ΄Κανόνα

της Πρωτοδευτέρας Συνόδου

περί διακοπής Μνημονεύσεως Επισκόπου

κηρύσσοντος επ' Εκκλησίας Αίρεσιν".

ΑΦΙΕΡΩΝΕΤΑΙ ΕΙΣ ΟΣΟΥΣ ΕΞΗΛΘΑΝ ΤΗΣ ΒΑΒΥΛΩΝΑΣ ΤΟΥ ΟΙΚΟΥΜΕΝΙΣΜΟΥ ΚΑΙ ΤΗΣ ΝΕΑΣ ΕΠΟΧΗΣ


ΚΑΙ ΕΙΣ ΕΚΕΙΝΟΥΣ ΠΟΥ ΜΕ ΑΓΝΗ ΠΡΟΑΙΡΕΣΙ ΔΙΣΤΑΖΟΥΝ ΝΑ ΕΞΕΛΘΟΥΝ,

ΦΟΒΟΥΜΕΝΟΙ ΕΙΤΕ ΤΑ ΣΧΙΣΜΑΤΑ ΕΙΤΕ ΤΙΣ ΑΠΕΙΛΕΣ
ΤΩΝ ΕΠΙΣΚΟΠΩΝ ΚΑΙ ΠΝΕΥΜΑΤΙΚΩΝ ΤΑΓΩΝ

ΔΙΑΝΕΜΕΤΑΙ ΔΩΡΕΑΝ

Η ΠΑΡΟΥΣΑ ΕΚΔΟΣΙΣ ΕΧΡΗΜΑΤΟΔΟΤΗΘΗ ΕΥΓΕΝΩΣ
ΥΠΟ ΠΝΕΥΜΑΤΙΚΩΝ ΑΔΕΛΦΩΝ ΩΣ ΜΙΚΡΗ ΠΡΟΣΦΟΡΑ
ΕΙΣ ΤΟΝ ΥΠΕΡ ΠΙΣΤΕΩΣ ΑΓΩΝΑ ΚΑΙ ΔΙΑΝΕΜΕΤΑΙ ΔΩΡΕΑΝ

απο το βιβλιοπωλείο ΟΡΘΟΔΟΞΙΑ 23ης Οκτωβρίου 11κ Λάρισα 41221κ
τηλ. 241028444κ

ΠΟΥ ΘΑ ΒΡΗΣ ΤΟΝ ΧΡΙΣΤΟ.

Το αποκαλύπτει ο Άγιος Μάξιμος ο ομολογητής:

Εκείνοι, που ζητούν τον Κύριο δεν πρέπει να τον ζητούν έξω από τον εαυτόν τους, αλλά μέσα τους, με την έμπρακτη πίστη. Γιατί η Αγία Γραφή λέγει : Είναι κοντά σου ο λόγος, στο στόμα σου και στην καρδιά σου
(Ρωμ. Ι: 8 ), δηλαδή ο λόγος της πίστεως, γιατί ο ζητούμενος λόγος, είναι αυτός ο Χριστός.

ΑΝΑΖΗΤΟΥΝΤΕΣ ΤΟΝ ΑΞΙΟΝ ΕΠΙΣΚΟΠΟΝ


Τοῦ Πρωτοπρεσβυτέρου Διονυσίου Τάτση

ΟΤΑΝ κανεὶς παρακολουθεῖ προσεκτικὰ τὶς ἐκδηλώσεις καὶ τὰ ἔργα μερικῶν μεγαλόσχημων κληρικῶν ἀπογοητεύεται, γιατὶ διαπιστώνει ὅτι δὲν ὑπάρχει σταθερότητα στὶς ἀπόψεις τους
καὶ συνέπεια στὰ ὅσα ὑποστηρίζουν. Αὐτὸ εἶναι πολὺ ἀρνητικό, τὴν ὥρα μάλιστα ποὺ στὴν κοινωνία
 γίνεται πνευματικὸς χαλασμὸς καὶ οἱ ἠθικὲς ἀξίες τοῦ Εὐαγγελίου δὲν τηροῦνται πιὰ
ἀπὸ τοὺς περισσότερους ἀνθρώπους. Ἡ μεγάλη αὐτὴ ἀδυναμία ὀφείλεται στὸ γεγονὸς ὅτι
δὲν ἔχουν τὴν πνευματικὴ ὡριμότητα, ποὺ πρωτίστως πρέπει νὰ διακρίνει τοὺς κληρικούς.
Εἶναι κάλαμοι ὑπὸ ἀνέμων σαλευόμενοι. Προκειμένου νὰ ἀρέσκουν στοὺς ἀνθρώπους,
συνεχῶς μεταβάλλονται. Στοὺς εὐσεβεῖς ἐμφανίζονται ὡς εὐσεβεῖς, στοὺς παραδοσιακοὺς
ὡς παραδοσιακοί, στοὺς προοδευτικοὺς ὡς προοδευτικοί, στοὺς μοναχοὺς ὡς ἐραστὲς τοῦ
μοναχικοῦ ἰδεώδους, στοὺς οἰκουμενιστὲς ὡς οἰκουμενιστὲς καὶ στοὺς ἀγωνιστὲς καὶ
ὁμολογητὲς τῆς Ὀρθοδοξίας ὡς ὑπέρμαχοί της. Ὅλη αὐτὴ ἡ συνεχὴς μεταμόρφωση καὶ
παραπλάνηση ἀποκαλύπτει τὸ φόβο τους μήπως ἀποκαλυφθεῖ τὸ πραγματικό τους ἦθος.
Θέλουν νὰ ἔχουν τὴν ἔξωθεν καλὴ μαρτυρία, γιὰ νὰ συνεχίζουν τὸν ἁμαρτωλὸ τρόπο ζωῆς.
Ἔχουμε ζήσει πρόσφατα τέτοιες ἀπαράδεκτες καταστάσεις, μὲ ἀποκορύφωση τὴ θύελλα
τῶν ἐκκλησιαστικῶν σκανδάλων τοῦ 2005. Εἶναι πολλοὶ οἱ πιστοί, ποὺ ἀνησυχοῦν γιὰ ὅσα
συμβαίνουν ἢ δὲν συμβαίνουν στὴν Ἐκκλησία. Θέλουν νὰ περιοριστοῦν οἱ σκανδαλώδεις
 συμπεριφορὲς τῶν κληρικῶν καὶ νὰ αὐξηθοῦν οἱ ἐνάρετοι κληρικοί, ποὺ θὰ εἶναι ἀληθινοὶ
ποιμένες. Ἀναζητοῦν ἐπίμονα ἐπίσης μερικοὺς ἄξιους ἐπισκόπους, γιὰ νὰ στηριχθοῦν
πνευματικά, νὰ τοὺς ἔχουν ὁδηγοὺς καὶ νὰ ἐλπίζουν ὅτι ἡ Ἐκκλησία μπορεῖ νὰ
αὐτοκαθαίρεται. Γρήγορα ὅμως ἀπογοητεύονται, γιατὶ δὲν μποροῦν νὰ τοὺς βροῦν. Ὄχι
πώς δὲν ὑπάρχουν, ἀλλὰ ἁπλὰ δὲν θορυβοῦν καὶ ἀποφεύγουν νὰ ἐμφανίζονται στὰ μέσα
ἐνημέρωσης καὶ στὶς ἐφημερίδες. Ἐδῶ θὰ ἀναφέρω καὶ κάτι ἄλλο σχετικὸ μὲ τὸ θέμα μας.
Κάποιοι Μητροπολίτες κατὰ καιροὺς ἐμφανίζονται ὡς ὑπέρμαχοι τῆς Ὀρθοδοξίας, ἔντονα
ἀντιπαπικοὶ καὶ ζηλωτὲς τῶν παραδόσεων. Δημοσιεύουν πύρινα κείμενα καὶ ἐξαπολύουν
σχετικὲς ἐγκυκλίους. Καθὼς τοὺς παρακολουθεῖς γιὰ πρώτη φορά, χαίρεσαι καὶ μὲ
ἐνθουσιασμὸ μιλᾶς γι᾽ αὐτοὺς στοὺς γνωστούς σου. Δὲν περνάει πολὺς καιρὸς καὶ
διαπιστώνεις ὅτι τὰ συγκεκριμένα αὐτὰ πρόσωπα διατηροῦν φιλικὲς σχέσεις μὲ
ἀνθρώπους, ποὺ πρωτοστατοῦν στὸν οἰκουμενισμό, εἶναι νεωτεριστὲς καὶ ἀποδεδειγμένα
δὲν ἔχουν ἦθος. Καὶ διερωτᾶσαι ἂν ὑπάρχει κάποιος ἄξιος Μητροπολίτης νὰ στηριχθεῖς.
Ἰδιαίτερα σὲ ἐνοχλεῖ τὸ γεγονός, ὅταν συμμετέχουν σὲ πανηγύρεις καὶ ἀλληλοπροσφωνοῦνται.
Τότε τοὺς βλέπεις ὡς συγκοινωνοῦντα δοχεῖα καὶ ἡ ἀθλιότητα τοῦ κεκραγμένου Μητροπολίτη
νὰ μεταδίδεται καὶ στοὺς ἄλλους καὶ νὰ καταλήγεις στὸ ἄδικο συμπέρασμα ὅτι ὅλοι τὸ ἴδιο εἶναι.
Πρέπει νὰ εἴμαστε προσεκτικοί. Γιὰ τοὺς ὑποκριτικὰ «ὀρθοδόξους» Μητροπολίτες νὰ ἔχουμε
ἕνα ἐρωτηματικὸ καὶ μιὰ ἐπιφύλαξη. Δὲν εἶναι αὐτό, ποὺ φαίνονται, οὔτε αὐτὸ ποὺ ἀναζητοῦμε.
Εἶναι οἱ δεσποτάδες, ποὺ δεσπόζουν, ἀλλὰ δὲν ποιμαίνουν. Γι᾽ αὐτὸ δὲν μποροῦν
νὰ γίνουν τὸ στήριγμά μας καὶ ὁ ὁδηγός μας.

Repentance - What does this Mean?

"The Church Fathers have called repentance a ‘second baptism’ or a renewal of baptism. At our first baptism, we began a journey towards the kingdom of God… Unfortunately not very many of us know what repentance means and what its greater significance is. Most people do not even know of what things we should repent.  Repentance is not, as we think, a legalistic procedure, which exonerates man from certain feelings of guilt. Nor is it the confession practiced by some as a necessary observation before the great feasts of the Church, or when faced with immense psychological pressures…

"The Greek word for repentance, metanoia (change of mind), implies a complete change of life, and the rejection of sin with our whole heart. It is to feel with our whole being that the road we are following leads nowhere and want to return…." 

Δυστυχώς οι οικουμενιστές μας εμπαίζουν...

Ρουμανία – Φωτογραφίες από τον οικουμενιστικό εσπερινό στο Βουκουρέστι για το τέλος της εβδομάδας συμπροσευχών του 2012
Ρουμανία - Η εβδομάδα οικουμενιστικών συμπροσευχών για τη Χριστιανική Ενότητα (= την υποταγή όλων κάτω του αντιχρίστου Πάπα), έληξε στις 25 Ιανουαρίου 2012, με εσπερινό στον Πατριαρχικό Καθεδρικό Ναό του Βουκουρεστίου. Παρόντες, εκπρόσωποι όλων των χριστιανικών ομολογιών, ο Πατριάρχης Ρουμανίας Δανιήλ, ο Βοηθός Επίσκοπος του Πατριάρχη Κυπριανός Campineanul και αρκετοί ιερείς και διάκονοι. Κήρυξαν ο πάστορας των Καλβινιστών και ο Πατριάρχης Δανιήλ.


Αρνήθηκαν τον εαυτό τους!!!


Η επέλαση της παπικής αιρέσεως, τον Νοέμβριο του 2006, στο Οικουμενικό Πατριαρχείο, μετέβαλε το Άγιο Όρος ή μάλλον την πνευματική του ηγεσία, τους ηγουμένους των 19 Ι. Μονών του, σε εγκαταλελειμμένο και έρημο οπωροφυλάκιο Ορθοδοξίας!
Ο λαός του Θεού, το πλήρωμα της Εκκλησίας, ανέμενε την άμεση, δυναμική παρέμβαση του Αγίου Όρους στα διαδραματισθέντα στο Φανάρι, με την επίσκεψη-συλλειτουργία του Πάπα, ως αυτονόητη παρουσία ορθόδοξης αντιδράσεως και μαρτυρίας, όπως ακριβώς συνέβη στο παρελθόν επί Πατριάρχου Αθηναγόρα, με την άρση των αναθεμάτων, όταν σύσσωμο το Άγιο Όρος, η πνευματική του ηγεσία, διέκοψε τη μνημόνευση του ονόματός του!
Αλλά η πνευματική ηγεσία του Αγίου Όρους των ημερών μας, δεν έπραξε το ίδιο!
Δεν διετράνωσε μαχητικά την ορθόδοξη μαρτυρία με το γνωστό κύρος του αγιορείτικου λόγου, ως διορθωτική παρέμβαση στις αυθαίρετες και κραυγαλέες πατριαρχικές παραβιάσεις των ι. Κανόνων της Εκκλησίας.
Αντίθετα επιβράβευσε τις πατριαρχικές αυτές αντορθόδοξες ενέργειες με τη διακήρυξη της ευλαβείας της στο πρόσωπο του κ. Βαρθολομαίου!
Έτσι οι φύλακες της Ορθόδοξης Παράδοσεως, οι πυλωροί της προστασίας και διασφαλίσεως του κύρους των Ι. Κανόνων της Εκκλησίας, εγκατέλειψαν τη θέση τους!

Αρνήθηκαν τον εαυτό τους!!!

Αυτή είναι η Χάρις.

...«Αφού σηκώθηκα από τον ύπνον, πλύθηκα και όρθιος έκανα τα συνηθισμένα κομποσχοίνια, έμπροσθεν του παραθύρου που βλέπει προς την θάλασσαν. Όταν έκανα αρκετά κομποσχοίνια, ξαφνικά βλέπω τρία λαμπερά πρόσωπα να έρχονται κατ΄ επάνω μου, γέμισε φως το δωμάτιόν μου, ευωδία ανέκφραστος. Η πνευματική μου αίσθησις με πληροφορούσε ότι ήταν ο Χριστός συνοδευόμενος από δύο Αγγέλους. Έπεσα κάτω και αγκάλιασε η ψυχή μου τα πόδια του Χριστού. Αισθανόμουν τέτοια χαρά και αγαλλίασιν. Τέτοια ουράνια κατάστασιν είχα, που δεν περιγράφεται». Και διηγούμενος αυτά, ήρχισε να κλαίη ο παπα-… Εις την κατάστασιν αυτήν της μακαριότητος, έμεινα αρκετή ώρα. Που ολίγον κατ΄ ολίγον υποχωρούσε. Ξαφνικά γέμισε το δωμάτιο από δαίμονες και με περικύκλωσαν. Τρομοκρατήθηκα. Παρέλυσα από τον φόβον μου. Τους ένοιωθα πλησίον μου, και γέμισα από ανατριχίλα και φόβον απερίγραπτον. Με την προσευχήν, ολίγον κατ΄ ολίγον έφυγαν. Ενώ έτρεμα ακόμη από τον φόβον μου, σηκώθηκα πήρα το φαναράκι μου και πήγα στον Γέροντα ..... Όταν έφθασα, είπα στον πατέρα Αθανάσιο: --Ειδοποίησε τον Γέροντα ότι θέλω επειγόντως να τον συναντήσω! Με δέχθηκε αμέσως, αν και ήταν ακατάλληλη η ώρα. Μόλις κάθησα με ρωτάει: --Τι έχεις; --Περίμενε Γέροντα λίγο να συνέλθω και θα σου πω. Από τον φόβο δεν ημπορούσα να μιλήσω. Όταν συνήλθα του διηγήθηκα για την παρουσία των τριών Προσώπων και την δαιμονική κατάστασι κατόπιν. Τότε ο Γέροντας..... σηκώθηκε, με αγκάλιασε και καταχαρούμενος μου είπε: --Αυτό, παιδί μου, είναι το πρώτο σκαλί. Αυτή είναι η Χάρις. Θυμάσαι που σου έλεγα ότι με τα δάκρυα, τρόπον τινά σκάβεις για να περάση το όχημά της; Τώρα πέρασε. Από τώρα και εις το εξής θα έχης αποκαλύψεις από τον Θεό, θα σε πληροφορή ο Θεός και θα βλέπης διαφορετικά. Η θεία Χάρις θα μορφοποιήται σε εικόνες και σχήματα και θα σε βοηθή. Άλλη πνευματική αμφίεσις, άλλοι ορίζοντες, άλλη πνευματική τροφή και άλλη προσευχή με θεωρία σε περιμένουν. Και γι΄ αυτό ήλθαν και οι δαίμονες κατόπιν, διότι αντιλήφθηκαν την κατάστασι της Χάριτος που είχες και φθονούσαν....

Δεν περιφρονεί η ορθόδοξος ασκητική νοοτροπία τα εγκόσμια.

Εάν ο χριστιανός «ουκ έχει ώδε μένουσαν πόλιν, αλλά την μέλλουσαν επιζητεί», είναι πρόδηλον ότι βιοί διπλήν ζωή, την επίγειον και την επουράνιον. Εις ποίαν βιοί περισσότερον, τούτο εξαρτάται: από το κατά πόσον «επιζητεί την μέλλουσαν». Η προς τα επάνω όρασις δεν αποτελεί περιφρόνησιν εις ό,τι ο Θεός έκτισεν «λίαν καλά», αλλά λογικωτάτην προτίμησι. Δεν περιφρονεί η ορθόδοξος ασκητική νοοτροπία τα εγκόσμια. Απλώς τα καταλείπει. Και ούτω διασώζει και τον πόθον της αιωνιότητος, προς «των εφετών το ακρότατον» και εις αίρεσι δεν εμπίπτει, ως μη καταφρονούσα την δημιουργία του αγαθού Θεού.

Πως πυρπολεί τόσο τις καρδιές και μένει κρυμμένος και άγνωστος;

....Το τι έγινε εκείνο το βράδυ, το διηγείται ο ίδιος ως εξής: «Δεν θυμάμαι πως ξεκίνησα την αγρυπνία μου, αλλά ξέρω καλά ότι μόλις άρχισα δεν πρόλαβα να προφέρω πολλές φορές το όνομα του Χριστού μας και γέμισε η καρδιά μου αγάπη προς τον Θεό. Έξαφνα πολλαπλασιάσθηκε τόσο πολύ, που δεν προσευχόμουν πλέον, αλλά θαύμαζα με έκπληξιν το ξεχείλισμα αυτό της αγάπης. Ήθελα ν΄ αγκαλιάσω και ν΄ ασπασθώ όλους τους ανθρώπους και όλη την κτίσι και συγχρόνως σκεφτόμουν τόσο ταπεινά, που ένοιωθα πως είμαι κάτω από όλα τα κτίσματα. Το πλήρωμα όμως και η φλόγα της αγάπης μου ήταν προς τον Χριστόν μας, που αισθανόμουν ότι ήταν Παρών, αλλά δεν μπορούσα να Τον ιδώ, για να προσπέσω στους άχραντους πόδας Του και να τον ρωτήσω, πως πυρπολεί τόσο τις καρδιές και μένει κρυμμένος και άγνωστος; Είχα, τότε, μίαν λεπτή πληροφορία ότι αυτή είναι η Χάρις του Αγίου Πνεύματος και αυτή είναι η Βασιλεία των ουρανών, που ο Κύριός μας λέγει ότι ευρίσκεται εντός ημών και έλεγα: «ας μείνω, Κύριέ μου, έτσι και δεν χρειάζομαι άλλο τίποτε». Αυτό κράτησε αρκετήν ώρα και σιγά-σιγά επανήλθα στην πρώτη μου κατάστασι πάλι και περίμενα με αγωνία, ανυπόμονα, να έρθη η κατάλληλη ώρα να πάω στον Γέροντα να τον ρωτήσω τι ήταν αυτό το πράγμα και πως έγινε. Ήταν περίπου 20 Αυγούστου και η σελήνη ολόφωτη, όταν πήγα τρέχοντας και τον ευρήκα έξω απ΄ το κελλί του να περπατάη στο μικρό του προαύλιο. Μόλις με είδε, άρχισε να μειδιά και πριν του βάλω μετάνοια, μου είπε: --Είδες τι γλυκύς που είναι ο Χριστός μας; κατάλαβες πρακτικά τι είναι αυτό που επίμονα ρωτούσες; Τώρα βιάζου να κάμης κτήμα σου αυτή την Χάρι και να μη σου την κλέψη η αμέλεια. Έπεσα αμέσως στα πόδια του και με δάκρυα του είπα: --Είδα, Γέροντα, είδα ο ανάξιος πάσης της κτίσεως την Χάρι και την αγάπη του Χριστού μας και κατάλαβα τώρα την παρρησία των Πατέρων και την δύναμι των ευχών......

Ο προορισμός του ανθρώπου

Μοναχός Θεόκλητος Διονυσιάτης


Ο προορισμός του ανθρώπου, είναι ομολογουμένως ένα πάντοτε επίκαιρον θέμα το οποίον πρέπει να απασχολεί όλους μας. Αν και σαν πιστά τέκνα της Εκκλησίας θα έπρεπε οπωσδήποτε να γνωρίζωμεν εις όλας τας διαστά­σεις, εις όλον το βάθος το θέμα αυτό (αφού η Εκκλησία μας διδάσκει πολυμερώς και πολυτρόπως περί Θεού, περί ανθρώπου, περί αφετηρίας του ανθρώπου και τελικού σκοπού της ζωής του, που είναι ο προορισμός του), εν τού­τοις, πολύ φοβούμαι ότι πολλοί από ημάς είμεθα ακόμη κατηχούμενοι, έχομεν δηλαδή ανάγκην κατηχήσεως διότι, ατυχώς, εμπλεκόμεθα «ταις του βίου πραγματείαις» και, έτσι, το «εν ου εστί χρεία» το παραμελούμεν και διατελούμεν εις κατάστασιν αγνοίας.
Είναι ένα πρόβλημα μεγάλον ο άνθρωπος εις την γην. Προ της σαρκώσεως του δευτέρου προσώπου της Αγίας Τριάδος, προ της θείας Αποκαλύψεως, οι άνθρωποι διηρωτώντο «τί είναι ο άνθρωπος και ποίος είναι ο προορισμός του· από πού έρχεται ο άνθρωπος και πού πηγαίνει», ήταν το αγωνιώδες ερώτημα του προχριστιανικού κόσμου.
Η λογική με τήν οποία είναι προι­κισμένοι οι άνθρωποι ήτο το μοναδικόν όργανον με το οποίον κατέβαλλαν προσπάθειαν να δώσουν μίαν ερμηνείαν εις τον κόσμον (κοσμολογική ερμηνεία), εις τον άνθρωπον (ανθρωπολογική ερμηνεία) ή εις τον υποτιθέμενον Θεόν κατ’ αυτούς (θεολογία). Και, όπως γνωρίζομεν, έχομεν τόσους φιλοσόφους όσας και εκδόσεις, όσον άφορα την γνώσιν περί Θεού. περί ανθρώπου, περί κόσμου και, επομένως, περί προορισμού. Αγωνιώδεις ήσαν αι προσπάθειαι εκείναι, και οι άνθρωποι, με τον σπερματικόν λεγόμενον λόγον, ερευ­νούσαν να εύρουν την λύσιν των προβλημάτων αυτών. Αλλά, όπως λέγει ο Απ. Παύλος, επειδή ο άνθρωπος δεν εύρε τον Θεόν διά της σοφίας, ευδόκησεν ο Θεός διά της μωρίας του κηρύγματος να αποκαλυφθή και να γνωσθή εις τους ανθρώπους.
Ετσι, λοιπόν, αποκαλύπτεται ο Κύριος ο οποίος μας συνδέει με την Ισρα­ηλιτικήν, την Εβραϊκήν παράδοσιν. Διότι ο Θεός, ναι μεν ήτο εις την πληρότητά Του άγνωστος, όμως ενεφανίζετο μερι­κώς εις τον εκλεκτόν Του λαόν, τον Ισ­ραήλ. Η Παλαιά Διαθήκη είναι η ιστορία της αποκαλύψεως του Θεού εις τον λαόν εκείνον.
Βλέπομεν, λοιπόν, εκεί ότι υπάρχει από την αρχήν μία αμεσότης σχέσεως Θεού και ανθρώπων εις το πρόσωπον των πρωτοπλάστων. Από εκεί αρχίζει η ιστορία του ανθρώπου και από εκεί γνωρίζομεν ότι ο άνθρωπος εγένετο διά τον Θεόν. Εκεί βλέπομεν το μεγαλείον του ανθρώπου και το πρωτόκτιστον κάλλος του εις το ζεύγος των πρωτοπλάστων,
Ο Πασκάλ, ένας περίφημος Γάλλος μαθηματικός και φιλόσοφος του 17ουαιώνος, ο οποίος είχε πολλήν σχέσιν με την Ορθόδοξον Θεολογίαν, έχει δύο συγκλονιστικά κείμενα. Ανα­φερόμενος εις την τραγωδίαν της πτώσεως του ανθρώπου διά της παρακοής του και των συνεπειών της, με την λογικήν η οποία τον διακρίνει σαν μαθηματικόν, λέγει χαρακτηριστικά: Εάν ο άνθρωπος εγένετο διά τον Θεόν διατί δεν συμφωνεί με τον Θεόν; Και αν δεν εγέ­νετο διά τον Θεόν, διατί δεν δύναται να εύρη ανάπουσιν ειμή μόνον εις τον Θεόν; Δηλαδή έχομεν μίαν κραυγαλέαν αντινομίαν, μίαν σύγκρουσιν, μίαν αντίφασιν μέσα εις τον ίδιον τον άνθρωπο. Ο άνθρωπος ούτε να συμφωνήση θέ­λει με τον Θεόν, αλλά ούτε και διαφω­νών και απομακρυνόμενος από Αυτόν μπορεί να εύρη ανάπαυσιν. Αυτό το λέ­γει διά να παρουσίαση τας συνεπείας της πτώσεως των πρωτοπλάστων, τας οποίας συνεπείας φέρνομεν μέσα μας ως αναγωγήν κληρονομικής, δηλαδή σαν συνέπειαν αρρώστειας κληρονομι­κής, διά να αποδείξη ότι ο άνθρωπος είναι ένα νοσούν πλάσμα. Ένα πλάσμα αντινομικόν, αντιφατικόν μη δυνάμε­νόν να συμφωνήση με τον εαυτόν του.
Έχει κι ένα άλλο κείμενον το οποίον είναι εκφραστικόν της εμπειρίας των ανθρώπων όταν αυτοί έχουν απαλλαγεί από επιδράσεις υλιστικάς και εμπαθείς και έχουν ανέβει εις επίπεδα πνευματικά. Λέγει: «Ο άνθρωπος είναι άθλιος. Είναι άθλιος διότι είναι άθλιος, αλλά είναι και μέγας. Διότι, ποίος αισθάνεται τον εαυτόν του δυστυχισμένον διότι δεν είναι βασιλεύς, ειμή ο έκπτωτος βα­σιλεύς;» Δηλαδή, αδελφοί μου. εκείνη η κραυγή την οποίαν αφήνει ο Άγιος Αυγουστίνος. «Ω Κύριε, ανήσυχος είναι η ψυχή μας έως ότου εύρει ανάπαυ­σιν εν τοις κόλποις σου», αυτή η κραυγή, λέγω, εκφράζεται με τον τρόπον αυ­τόν. Ο άνθρωπος αισθάνεται τον εαυ­τόν του δυστυχισμένον διότι δεν είναι βασιλεύς, επειδή αισθάνεται ότι είναι έκπωτος βασιλεύς. Αυτό αποτελεί μίαν εμπειρίαν αλλά σε πνευματικά επίπεδα. Όταν ο άνθρωπος είναι πεσμένος, αλ­λοιωμένος από την επαφήν του με την ύλην, συσχηματισμένος μέσα εις τον κόσμον, δουλωμένος εις τα πάθη, σκοτι­σμένος από διακοσμικάς ενεργείας και μη λειτουργών ως θεόπλαστον ον όπως είναι με την χάριν που έχει η καρδία του, δεν μπορεί να έχει τέτοιες υψηλές εμπειρίες, να αισθάνεται ότι είναι δυστυχής ευρισκόμενος εις τον κόσμον αυ­τόν.
Τα είπα αυτά διά να επικαλεσθώ από την ανθρωπίνην σκέψιν επιχειρή­ματα δι’ αυτήν την τραγωδίαν εις την οποίαν ευρίσκεται ο άνθρωπος ύστερα από την πτώσιν του. Ο άνθρωπος με το πρωτόκτιστον κάλλος του ως εικών και ομοίωσις Θεού, έπεσε. Και εχρειάσθη όλος ο κύκλος της θείας Οικονομίας δια την ανόρθωσίν του.
Ένα τροπάριον των Χριστουγέννων λέγει: «Ρεύσαντα εκ παραβάσεως, Θεού τον κατ’ εικόνα γενόμενον, όλον της φθοράς υπάρξαντα, κρείττονος εκπταικότα θείας ζωής, αύθις αναπλάττει, ο σοφός Δημιουργός». Ξεκινάει δηλαδή η Εκκλησία μας από το δεδομένον της πτώσεως του ανθρώπου και της ανορθώσεώς του διά του έργου της θείας Οικονομίας. Κι’ ένα άλλο τροπάριον, πάλι των Χριστουγέννων, λέγει: «Ιδών ο Κτίστης ολλύμενον τον άνθρωπον χερσίν ον έποίησε, κλίνας ου­ρανούς κατέρχεται· τούτον δε εκ Παρθένου Θείας Αγνής, όλον ουσιούται, αληθεία σαρκωθείς».
Δι’ ημάς, λοιπόν, αγαπητοί μου αδελφοί, που ευρισκόμεθα εις την μετά Χριστόν περίοδον, το θέμα της ουσίας του ανθρώπου και του προορισμού του είναι λελυμένον. Δεν υπάρχει πρόβλημα φιλοσοφικόν, Θεολαγικόν, ανθρωπολογικόν, κοσμολογικόν. Δι’ ημάς είναι ευλογία άρρητη, είναι ευεργεσία ασύλληπτη το ότι ευρέθημεν εις μίαν περίοδον όπου δεν αναζητούμεν αγωνιωδώς, αλλά μας προσφέρεται η σωτηρία έτοιμη όπως μας την φέρνει ο Κύ­ριος, «κλίνας ουρανούς».
Έτσι, αναχωρούμεν από το διά πί­στεως αποδεκτόν δεδομένον. είμεθα θεόπλαστοι, προορισθέντες επί θεώσει. Ο άνθρωπος έπεσε διά της παρακοής. Δύο δε αίτια της πτώσεώς του είναι η φιληδονία και η έπαρσις. «Και είδεν η γυνή, ότι καλόν το ξύλον εις βρώσιν και ότι αρεστόν τοις οφθαλμοίς ιδείν και ωραίον έστι του κατανοήσαι»(Γεν. 3,6) ήταν η φιληδονία. Και η έπαρσις: «Τί ότι είπεν ο Θεός ου μη φάγητε από παντός ξύλου του Παραδείσου;… και έσεσθε ως Θεοί» (Γεν. 3, 1 -5). Και επεθύμησαν να γίνουν Θεοί μόνοι των. Και ότι θα εγένοντο Θεοί κατά χάριν οι άνθρωποι, είναι βέβαιο. Όπως λέγει ο Άγιος Γρηγόριος ο Θεολόγος, το ξύλον εκείνο της γνώσεως ήτο διά να μετάσχουν οι πρωτόπλαστοι εις αυτό, αλλά μετέσχον προώρως.
Έτσι, ενώ με την υπακοήν και την προσμονήν θα εγένοντο Θεοί, κατέπεσαν από μίαν διάθεσιν να γίνουν προ καιρού Θεοί. Ήτο, τόσον τρομερή η πτώσις ώστε τίποτα δεν ήτο ικανόν να σταματήση την προς την αμαρτίαν τάσιν. Δι’ αυτό και η σωτηρία που συνί­σταται εις την εποναφοράν του ανθρώπου εις το αρχαίον πρωτόκτιστον κάλ­λος, γίνεται με δύο κυριαρχούντα στοιχεία εν τω προσώπω του Χριστού: Με την εκουσίαν μέχρι σταυρού κακοπάθειαν και με την ακροτάτην ταπείνωσιν πάλιν του σταυρού.
Θα πρέπει να ξέρωμεν ένα στοιχείον από τας συνεπείας της πτώσεως, που είναι ουσιωδέστατον: Μέσα εις τας ψυχάς των πρωτοπλάστων, εις τα μυχιέτατα της καρδίας των. ήτο εγκάθετος η Χάρις του Θεού. Έτσι είχαν μίαν άμεσον σχέσιν. Η ωραία κτίσις, το «λίαν καλά πεποιημένα» που τους περιέβαλλαν, δεν απετέλουν καθόλου εμπόδιον διά μίαν άμεσον ανάτασιν προς το θεί­ον· είχαν αμεσότητα κοινωνίας. Η χά­ρις αυτή η ενοικούσα μέσα εις τας ψυχάς των, με την παράβασιν εξήλθε· τότε ο διάβολος εισήλθε μέσα εις τας καρδί­ας των ανθρώπων.
Αυτό ακριβώς συμβαίνει και τώρα. Γεννώμενος ο άνθρωπος (παρ’ όλον ότι είναι «καταδικασμένος» σε αθανασία, εφ’ όσον η ψυχή του είναι θεάπλαστη και αθάνατη), έρχεται όχι απλώς μεμολυσμένος από το προπατορικόν αμάρτημα, αλλά και με οντολογικήν συνέπειαν την ενέργειαν την δαιμονικήν μέσα εις την καρδίαν του, την οποίαν φέρει εν συνεχεία εφ’ όσον δεν μεσολαβεί το άγιον Βάπτισμα κατά το οποίον αντεισάγεται (εις την δαιμονικήν ενέργειαν η οποία εξέρχεται) η Χάρις του Θεού.
Με το άγιον Βάπτισμα έχομεν μέσα μας ολόκληρον την Χάριν του Θεού· «όσοι εις Χριστόν εβαπτίσθημεν, Χριστόν ενεδύθημεν» (Γαλ. 3. 27). Κι όχι μόνο αυτό αλλά αποκτούμεν και το «πνεύμα της υιοθεσίας» εν ω κράζομεν «αββά ο Πατήρ», ομολογούντες ότι είμεθα παιδιά του Θεού.
Αυτά. λοιπόν, είναι τα πλαίσια μέσα εις τα οποία ευρισκόμαστε, αδελφοί μου. Επέσαμεν, μας εξηγόρασεν ο Χριστός διά να μας επαναφέρει εις το πρωτόκτιστον κάλλος, διά να μας κατασήση και πάλιν κατά χάριν θεούς, όπως ήτο εξ αρχής ο προορισμός μας από τον Θεόν.
Βεβαπτισμένοι μέσα εις τον χώρον της αγίας μας Εκκλησίας, είμεθα ως τα κλήματα, εμμένοντες εις αδιάσπαστον σχέσιν με τον Χριστόν, την άμπελον, ο δε Θεός Πατήρ είναι ο γεωργός ο οποίος γεωργεί καλλιεργεί τας ψυχάς μας, όπως λέγει και στον Ιωάννην, κεφ. 15.
Ποία είναι τώρα τα μέσα με τα οποία καλλιεργούμεθα; Είναι τα Μυστήρια της Εκκλησίας και αι Θείαι Εντολαί. Μετά το Βάπτισμα έχομεν την θείαν Ευχαρι­στίαν, κατά την οποίαν γινόμεθα «σύσ­σωμοι» και «σύναιμοι» με τον Χριστόν, καθιστάμενο Χριστο-φόροι, Θεο-φόροι και Πνευματοφόροι. Κι αν πέσωμεν,»Παράκλητον έχομεν, Ιησούν Χριστόν», ο οποίος διά της Μετανοίας (Εξομολόγησις και άφεσις), θα μας επαναφέρη. Όλοι μας τελούμεν υπό πτώσιν, πίπτοντες και εγειρόμενοι· αυτή είναι η ιστορία μας.
Ο Χριστός μας έδωσε και τας θείας Εντολάς που φθάνουν να μας θεώσουν. Όπως λέγει ο άγιος Διονύσιος ο Αρεοπαγίτης, «η προς Θεόν αφομοίωσις τε και ένωσις, τοις των σεβασμιωτάτων εντολών ιερουργίαις και αγαπήσεσιν επιτελείται». Και ο Χριστός μας έδω­σεν ως τεκμήριον της αγάπης προς Αυτόν, την τήρησιν των εντολών· «Ο έχων τας εντολάς μου και τηρών αυτάς, εκείνος έστιν ο αγαπών με» (Ιω. 14, 21).
Έτσι, διά να ευρίσκη δικαίωσιν ο προορισμός μας θα πρέπει να είμεθα συνεχώς εις την όδόν της θεώσεως (τηρούντες τας Εντολάς και συμμετέχον­τες εις τα Μυστήρια), όπου με σταδια­κάς αναβάσεις, με σταδιακάς μεταμορ­φώσεις, να βλέπωμεν μέσα μας να λάμπη το φως του Θεού. Αξίζει να ενθυ­μηθούμε τον άγιον Συμεών τον Νέον Θεολόγον ο οποίος έβλεπε τον εαυτόν του μέσα εις το θείον φως να Λάμπη και να γίνεται ωραιότερος απ’ όλους τους ωραίους – όπως έλεγε – πλουσιώτερος απ’ όλους τους πλουσίους και δυνατώτερος απ’ όλους τους αυτοκράτορας. Τέτοια είναι ή εμπειρία των άγιων μας.
Έτσι, αδελφοί μου, είμεθα εις μίαν τραγικήν κατάστασιν. όχι ως αγνοούντες τον προορισμόν μας, αλλά επειδή δεν ευρισκόμεθα εις τον δρόμον του προορισμού μας. Ζώντες μέσα εις τον κόσμον, και συσχηματιζόμενοι με τον κόσμον, και εμπλεκόμενοι ταις του βίου πραγματείαις, και χάνοντες την ευαισθησίαν των οργάνων επαφής με το θείον, είμεθα ως πρόβατα μη έχοντα ποιμένα, και δεν ξέρομεν από πού ερχόμαστε και πού πηγαίνομεν. Αυτό είναι το δράμα μας, αυτή είναι η τραγωδία όλων μας. Μορφώνομεν μίαν αντίληψιν ότι είμεθα «εκ του κόσμου» και ζούμεν όπως όλος ο κόσμος. Αλλά ο Κύριος και οι Απόστολοι κάνουν μίαν οξείαν διάκρισιν μεταξύ «κόσμου» και πιστών: «Ο κόσμος εν τω πονηρώ κεί­ται» · «Μη αγαπάτε τον κόσμον μηδέ τα εν τω κόσμω» κλπ.
Αλλά τί είναι «κόσμος»; Δεν είναι φυσικά οι συνάνθρωποί μας. Είναι ο κόσμος της αμαρτίας, οι άνθρωποι οι οποιοι, δεμένοι και αγκιστρωμένοι με τα πράγματα του κόσμου, οδεύουν μίαν ζωήν γηΐνην, εγκοσμίαν, χοϊκήν, χωρίς αίσθησιν πνευματικήν, μη γνωρίζοντες πόθεν έρχονται και πού υπάγουν. Έτσι, λοιπόν, ευρισκόμενοι και ημείς μέσα εις τον χώρον αυτόν, χάνομεν συχνά τον προσανατολισμόν μας. Σε ποιόν βαθμόν τον χάνομεν, είναι βέβαια ένα άλλο θέμα· έκαστος ας εξετάσει τον εαυ­τόν του. Το βέβαιον είναι ότι ο κίνδυνος να υποστώμεν αλλοιώσεις και να συσχηματισθώμεν με τον κόσμον μας παρακολουθεί εις όλην μας τήν ζωήν,
Έχομεν, δυστυχώς, μίαν αδυναμίαν να μιμούμεθα. Είναι αδυναμία που προέρχεται από την πτωχείαν μας την πνευματικήν. Έτσι πέφτομεν και δεν ζούμεν με ενάργειαν, με ζωντάνια την μυστικήν μας σχέσιν με τον Θεόν, όπως ζούσαν οι άγιοι με τας αδιαλείπτους προσευχάς των, με τας αδιαλείπτους αγαπητικάς κινήσεις της ψυχής των προς τον Θεόν που δείχνουν ότι η ψυχή είναι όντως θείον ον και δι’ αυτό πρέπει να κινήται συνεχώς προς τον Θεόν, όπως το ηλιοτρόπιον κινείται προς τον ήλιον!
Λέγει κάπου ό ιερός Αυγουστίνος: «Ω Κύριε, εκείνον τον καιρόν που δεν Σε εγνώριζα. τί δυστυχής πού ήμου
Οψέ Σε ηγάπησα…» Τί ερωτικοί ύμνοι από μέρους των αγίων, τί αγάπη, τί ευγνωμοσύνη, τί δάκρυα, τί στεναγμοί και τί έρευνα περί του τί είναι ο Θεός, πώς είναι ο Θεός. πόσον αγαθός είναι, πώς μας περιμένει, πόσο απερίληπτος και ασύλληπτος είναι, αλλά και τί μεγαλει­ώδη πλάσματα είμαστε εμείς αφού δη­μιουργηθήκαμε κατ’ εικόνα Του!
Πάσχομεν, λοιπόν, αδελφοί μου, από έλλειψιν αυτοσυνειδησίας. Δεν ξεύρομεν τί είμεθα, τί μεγαλειώδης σύνθεσις ανθρωπολογική είμεθα και ποίος είναι ο θειότατος προορισμός μας. Χάριν αυτού του προορισμού εκατομμύρια χριστιανών των πρώτων αιώνων και μετέπειτα υπέστησαν είτε το μαρτύριο του αίματος είτε το αναίμακτο μαρτύριο των πνευματικών αγώνων (την ασκητικήν δηλαδή μεθοδολογίαν της Εκκλησίας μας) αναβαίνοντες συνεχώς προς το θείον, προς το καθ’ ομοίωσιν.
***
Τέτοιος είναι, λοιπόν, θεωρητικώς, ο προορισμός του ανθρώπου, όπως τον καθώρισεν ο Θεός από άπειρη αγάπη, διά να κάμη και ημάς το πλάσματά Του, κατά χάριν θεούς. Τώρα όμως πρέπει και ημείς, ο καθένας από ημάς, να διερωτηθή, πρακτικώς πού ευρισκόμε­θα!….

Λόγος Γέροντος:



Με την συνήθεια, την ασταμάτητη προσοχή και την αδιάλειπτη προσευχή γίνεσαι δύσκολος στόχος του πονηρού. Μαζί με αυτά, η καλλιέργεια της αγάπης, της ευσπλαχνίας, της πίστης, της συμπόνοιας, της κατάνυξης, της αυτοκατηγορίας, της ελπίδας στον Θεό, της τακτικής εξομολόγησης και Θείας Κοινωνίας, αποκτάς ένα γερό οπλοστάσιο και καθιστάς τον εαυτό σου θωρακισμένο με την χάρη του Θεού και σχεδόν απρόσβλητον από τα θανατηφόρα βέλη του διαβόλου. Ο Κύριος είπε: «Άνευ εμού ου δύνασθε ποιείν ουδέν». Γι’ αυτό γνωρίζοντας την ασθένεια σου, ταπεινώσου, και έχε εις τον Θεό την ελπίδα σου ίνα μη καταισχυνθής και δόξαζε κατά πάντα τω Πατρί και τω Υιώ και τω Αγίω Πνεύματι νυν και αεί και εις τους αιώνας. Αμήν.

On Prayer: Prayer Walk

We live in stressful times.  This is both good and bad.  Researchers have shown that a certain level of stress is good for us.  It leads us to high performance.  for example, it is good to feel a bit nervous before giving a speech as this brings the body to top alert status.  Stress involves a physical reaction where the sympathetic nervous system and the hypothalamus, pituitary and adrenal glands pump stress hormones, adrenaline and cortisol into the blood stream.  We feel "pumped."  The blood vessels dilate, increasing the blood flow to the brain, muscles are slightly tensed for action.  This can be useful when we want to perform at our best.  But, when it goes beyond a normal adaptive type of stress, it can be harmful.  When we feel stress in a negative way, such as when we are angry, our logical mind is blocked and we may feel coldness in hands and feet, our heart may beat erratically.  This is unhealthy.  So it's important to know how to deal with the unhealthy kind of stress.

One approach that I have found to be most useful is the prayer walk.  When you feel angry, dejected, upset its time for a walk.  Not a nomad walk, but a walk with God.  The key is to recognize when you are being impacted by this abnormal stress and excuse yourself so you can focus on walking while you recite the Jesus Prayer, "Lord Jesus Christ have mercy on me a sinner." Say the words in cadence with your foot steps.  You will find that grace will be give to you and you will begin to slow down and your body will slowly return to its normal state.  You can then go back with a clear mind and make good Christian choices. Next time you find yourself being pushed beyond your limit and feeling angry or upset, try it.  It does not take long for the prayer to do its work and the walk changes your physical environment.  It's better to walk away than to begin to react in anger or say things you later regret. 

You can do this anywhere. You can walk to the rest room, to the canteen, library or other location in your building.  If you can go outside this is even better because it is easier to avoid interaction with others.  Keep you eyes focused on where you are walking and not on the object or people around you. Do not make eye contact with others.  Keep focused on the words of the prayer. Let God enter your heart and guide you.

Ανακομιδὴ τοῦ Λειψάνου τοῦ Ἁγίου Χρυσοστόμου.

Σήμερα  27 ανουαρίου κκλησία μας τιμ τν νακομιδ
το Λειψάνου το γίου Χρυσοστόμου. Μετ τν κοίμησι
το γ. Χρυσοστόμου, στ Κόμανα το Πόντου, τ τος
434 νέβηκε στ θρόνο τς Κωνσταντινουπόλεως μαθητς
του γ. Πρόκλος, ποος πεισε τν ατοκράτορα
Θεοδόσιο τόν Μικρό, πού τότε βασίλευε ν πιτρέψη τν
νακομιδ τν ερν λειψάνων του. γ. Χρυσόστομος
μως, θέλοντας ν διδάξη κα μετ τν κοίμησί του τν μετάνοια,
δν πέτρεπε τν μετακομιδή. Τ ερ λείψανο παρέμενε
σήκωτο κα γιατ ο πεσταλμένοι το Θεοδοσίου
πέστρεψαν στν βασιλεύουσα πρακτοι. Τότε ατοκράτορας
μεταμελημένος γραψε μία παρακλητική πιστολ πρς τν
γιο Χρυσόστομο, νά πιτρέψη τν μετακομιδ τν λειψάνων
του. Ατ τοποθετήθηκε πάνω στ στθος το γίου κα
μέσως τ κίνητο λείψανο μετακινήθηκε κα μεταφέρθηκε μ
εχέρεια στν Κωνσταντινούπολι. ταν πομπ φθασε στ
Χαλκηδόνα, που βρίσκονταν βασιλις μ τ Σύγκλητο κα
τν Πατριάρχη, λάρνακα τοποθετήθηκε στ ατοκρατορικ
πλοο. Ξαφνικ, μως, ξέσπασε μεγάλη τρικυμία, πο
διεσκόρπισε λα τ πλοα κτς π κενο πο μετέφερε τ
Λείψανο το γίου, τ ποο λθε κα προσάραξε κοντ στν
γρ τς χήρας Καλλιτρόπης, τν ποο ατοκράτειρα
Εδοξία δικα εχε οκειοποιηθε, ταν ζοσε
γ. Χρυσόστομος κα ταν ατία ν ξορισθ. φο γρς
ποδόθηκε στν χήρα, μέσως κόπασε θαλασσοταραχ κα
φθασε τ πλοο στ προορισμό του. Κατόπιν φεραν τ .
Λείψανο στν . Να το γ. Θωμ, που μετ π δέηση το
ατοκράτορα σταμάτησαν ο δονήσεις, πο γι εκοσιπέντε
χρόνια συγκλόνιζαν τν τάφο τς μητέρας του, ατοκράτειρας
Εδοξίας. πειτα φεραν τ ερ Λείψανο στν . Να τς
γ. Ερήνης, που τ βαλαν στ ερ Σύνθρονο κα λας
ναφωνοσε «πόλαβε τν θρόνο σου, γιε». Τέλος δήγησαν
τ ερ Λείψανο στν . Να τν γ. ποστόλων, που τ
τοποθέτησαν πάνω στν ερ καθέδρα κα π κε γ.
Χρυσόστομος ναφώνησε πρς τν λα «Ερήνη πσι».
Κατόπιν τ ναπέθεσαν κάτω π τν γία Τράπεζα που
κα θαυματουργοσε