10
Αυτός είναι ο θρίαμβος της ελληνιστικής σκέψης στό χριστιανισμό. Ο Ωριγένης, σαν ελληνιστής, είχε φτάσει στα ίδια συμπεράσματα. Ο Θεός ήταν δίκαιος από ανάγκη. Αναγκάστηκε να τιμωρήσει, να εκδικηθεί, να στείλει ανθρώπους στην κόλαση. Η κόλαση ήταν δημιούργημα του Θεού. Ήταν μια τιμωρία που απαιτούσε η δικαοσύνη. Αυτή η απαίτηση γιά δικαιοσύνη ήταν μια ανάγκη. Ο Θεός ήταν υποχρεωμένος να υποταχθεί. Δεν του επιτρεπόταν να συγχωρήσει. Υπήρχε μια ανώτερη δύναμη, μια Ανάγκη, που δεν Του επέτρεπε να αγαπά χωρίς όρους.
Ο Ωριγένης όμως ήταν και χριστιανός και γνώριζε ότι ο Θεός ήταν γεμάτος από αγάπη. Πώς είναι δυνατό να ομολογείς ένα Θεό γεμάτο αγάπη, όταν βασανίζει τους ανθρώπους αιώνια; Αν ο Θεός είναι η αιτία της κόλασης, τότε από ανάγκη πρέπει η κόλαση αυτή να σταματήσει κάποτε, διαφορετικά δεν μπορούμε να παραδεχτούμε ότι ο Θεός είναι καλός και αγαθός. Αυτή η νομικίστικη αντίληψη γιά το Θεό, σαν όργανο μιας ανώτερης, απρόσωπης δύναμης ή θεότητας που ονομάζεται Ανάγκη, οδηγεί λογικά “στην αποκατάσταση των πάντων και την καταστροφή της κόλασης”, διαφορετικά πρέπει να παραδεχτούμε ότι ο Θεός είναι μοχθηρός.
Η ειδωλολατρική ελληνική σκέψη δεν μπορούσε να αντιληφθεί ότι αιτία της κόλασης δεν είναι ο Θεός αλλά τα λογικά πλάσματά Του. Αν ο Θεός δεν ήταν ελεύθερος, αφού εξουσιαζόταν από την Ανάγκη, πώς θά μπορούσαν να ήταν ελεύθερα τα πλάσματά Του; Ο Θεός δε θά μπορούσε να δώσει κάτι που δεν κατείχε ο ίδιος. Η ειδωλολατρική ελληνική σκέψη δεν μπορούσε ακόμα να αντιληφθεί την αφιλοκερδή αγάπη. Η ελευθερία όμως είναι το ύψιστο δώρο που ο Θεός μπορούσε να δώσει σʼ ένα πλάσμα, γιατί η ελευθερία εξομοιώνει τα λογικά πλάσματα με το Θεό. Αυτό ήταν ένα δώρο ακατανόητο γιά τους έλληνες ειδωλολάτρες. Δεν μπορούσαν να φανταστούν ένα πλάσμα που θά μπορούσε να πεί “όχι” σʼ ένα παντοδύναμο Θεό. Αν ο Θεός ήταν παντοδύναμος δε θά μπορούσαν να του πούν “όχι” τα πλάσματα. Έτσι αν ο Θεός έδινε στους ανθρώπους τη χάρη Του, οι άνθρωποι δε θά μπορούσαν να την απορρίψουν. Διαφορετικά ο Θεός δε θά ήταν παντοδύναμος. Αν δεχτούμε ότι ο Θεός είναι παντοδύναμος, τότε η χάρη Του πρέπει να είναι ακαταμάχητη. Οι άνθρωποι δεν μπορούν να την αποφύγουν. Αυτό σημαίνει ότι οι άνθρωποι εκείνοι που στερούνται τη χάρη του Θεού, τη στερούνται επειδή ο Θεός δεν τους την έδωσε. Έτσι η απώλεια της Χάρης του Θεού, που είναι αιώνιος πνευματικός θάνατος, με άλλα λόγια κόλαση, είναι στην ουσία μια πράξη που εξαρτάται καθʼ ολοκληρία από το Θεό. Ο Θεός είναι Εκείνος που τιμωρεί τους ανθρώπους αυτούς με τη στέρηση της χάρης Του, με το να μήν της επιτρέπει να τους φωτίζει. Έτσι ο Θεός είναι η αιτία του αιώνιου πνευματικού θανάτου εκείνων που είναι κολασμένοι. Η κόλαση είναι μια ενέργεια του Θεού, μια ενέργεια της δικαιοσύνης του Θεού, μια ενέργεια ανάγκης ή σκληρότητας. Σάν αποτέλεσμα, ο Ωριγένης σκέφτηκε ότι αν θέλουμε να παραμείνουμε χριστιανοί, αν θέλουμε να συνεχίσουμε να πιστεύουμε ότι ο Θεός είναι πραγματικά καλός, πρέπει να πιστέψουμε ότι η κόλαση δεν είναι αιώνια αλλά θά έχει ένα τέλος, παρά τα όσα γράφονται στην Αγία Γραφή και ό,τι πιστεύει η Εκκλησία. Αυτό είναι το μοιραίο, απόλυτα λογικό, συμπέρασμα. Αν ο Θεός είναι ο αίτιος της κόλασης, η κόλαση πρέπει να έχει τέλος, διαφορετικά ο Θεός είναι κακός.