TΩ ΑΓΙΩ ΚΑΙ ΜΕΓΑΛΩ ΣΑΒΒΑΤΩ

Τω αγίω και Μεγάλω Σαββάτω, την Θεόσωμον Ταφήν και την εις Άδου Κάθοδον του Κυρίου και Σωτήρος ημών Ιησού Χριστού εορτάζομεν, δι’ ων της φθοράς το ημέτερον γένος ανακληθέν, προς αιωνίαν ζωήν μεταβέβηκε.                                                                                             

Πασών των ημερών του έτους, αι άγιαι Τεσσαρακοσταί είναι ανώτεραι κατά το σέβας· και πάλιν από τας άλλας Τεσσαρακοστάς, ανωτέρα είναι η αγία και μεγάλη Τεσσαρακοστή· από ταύτην δε πάλιν, ανωτέρα και μεγαλυτέρα είναι η Μεγάλη Εβδομάς· και πάλιν από την Μεγάλην Εβδομάδα, μεγαλύτερον και θειότερον είναι τούτο το μέγα και άγιον Σάββατον.
Λέγεται δε Μεγάλη Εβδομάς και Μέγα Σάββατον, όχι διότι αι ημέραι ή αι ώραι αύται είναι τυχόν μεγαλύτεραι, αλλ’ επειδή τα μεγάλα και υπερφυή τεράστια και εξαίσια έργα του Σωτήρος ημών, κατά ταύτην την εβδομάδα επράχθησαν, δια τούτο λέγεται μεγάλη. Κατά την εβδομάδα λοιπόν ταύτην παθών ο Κύριος δια την ημετέραν σωτηρίαν τα ζωηφόρα Αυτού Πάθη, κατά την σήμερον ούτε έπραξεν, ούτε έπαθε τίποτε επάνω εις την γην, αλλά σωματικώς έκειτο εις τον Τάφον, από το εσπέρας της Παρασκευής, η δε Παναγία Αυτού ψυχή είχε καταβή εις τον Άδην, δια να εγείρη εκείθεν ομού με τον εαυτόν Του και τους Προπάτορας. Καθώς όμως εις την πρώτην κοσμογενεσίαν όλα τα άλλα ο Θεός εις τας εξ ημέρας εποίησε, κατά δε την υστέραν ημέραν, ήτοι την έκτην, έπλασε και τον άνθρωπον, έσχατον και εντελώς τελευταίον δημιούργημα, ακολούθως δε την εβδόμην κατέπαυσεν από όλα τα έργα Του και ηγίασε την ημέραν αυτήν ονομάσας Σάββατον, όπερ θέλει να είπη κατάπαυσις, τοιουτοτρόπως και εδώ εις την εργασίαν του νοητού κόσμου, αφ’ ου άριστα και καθώς έπρεπεν έπραξεν όλα και κατά την έκτην ημέραν πάλιν ανέπλασε τον φθαρέντα άνθρωπον, δια δε του ζωηφόρου Αυτού Σταυρού και του εκουσίου θανάτου τον ανενέωσε, κατά την εβδόμην ταύτην ημέραν κατέπαυσε την τελείαν των έργων Του κατάπαυσιν, ύπνον (ήτοι θάνατον) υπνώσας τον ζωοποιόν και σωτήριον της ημετέρας φύσεως. Κατήλθε λοιπόν ο του Θεού Λόγος μετά της σαρκός εις τον Τάφον· κατέβη δε και εις τον Άδην, μετά της ακηράτου και θείας Αυτού ψυχής, χωρισθείσης από το Σώμα μετά τον θάνατον, την οποίαν Ψυχήν εις τας χείρας του Πατρός παρέδωκε, με φωνήν μεγάλην ειπών, κατά τον Ευαγγελιστήν Λουκάν· «Πάτερ, εις χείρας Σου παρατίθεμαι το πνεύμα μου» (Λουκ. κγ: 46), εις τον οποίον άναρχον Πατέρα Του προσέφερε και το ίδιον Αίμα Του, χωρίς να το ζητήση, δια να λυτρώση τους κατακρίτους ημάς. Δεν εκρατήθη δε εις τον Άδην και η του Κυρίου Ψυχή, καθώς αι των άλλων Αγίων ψυχαί, καθόσον δεν είχε ποτέ καμμίαν μετοχήν, καθώς αι άλλαι, από την κατάραν των Προπατόρων του γένους ημών, η δε Θεότης ήτο άκρως ηνωμένη με αυτήν και με το Σώμα εν τω Σταυρώ και εν τω Τάφω, χωρίς να πάσχη τίποτε από τα ανθρώπινα. Και φθοράν μεν έπαθε το Κυριακόν Σώμα, όπερ είναι ο χωρισμός της Ψυχής από του Σώματος, διαφθοράν δε, ήτοι διάλυσιν της Σαρκός και των μελών αφανισμόν, ουδαμώς. Αφού δε, ως είπομεν ο Ιωσήφ έθαψε το θείον Σώμα του Κυρίου, οι Ιουδαίοι επήγαν εις τον Πιλάτον και του είπον· «Αυθέντα, ενεθυμήθημεν, ότι εκείνος ο πλάνος, όταν έζη ακόμη, είπεν ότι ύστερον από τρεις ημέρας θέλω αναστηθή. Παρακαλούμεν λοιπόν την εξοχότητά σου, όπως προστάξης τους στρατιώτας σου να ασφαλίσουν, όσον είναι δυνατόν καλύτερον, τον Τάφον Αυτού, μήπως υπάγουν οι Μαθηταί Του την νύκτα και τον κλέψωσιν, έπειτα δε κηρύξωσιν εις τον κόσμον, ότι ανέστη από των νεκρών και τότε θέλει ακολουθήσει η εσχάτη πλάνη, ήτις θέλει είναι χείρων της πρώτης» (Ματθ. κζ: 63 – 64). Καθώς λοιπόν εζήτησαν, τους εδόθη άδεια και ούτως έκαμαν. Αλλ’ ω κακοί συκοφάνται, αν ήτο πλάνος ο Χριστός, τι φοβείσθε από τα λόγια του πλάνου, αφού τον εθανατώσατε, όταν έζη; Λοιπόν ομολογουμένως απέθανε και εξ ανάγκης τούτο πρέπει να ομολογηθή. Πότε δε, και που φαίνεται να είπεν εις τους Ιουδαίους κοινώς ότι· «Μετά τρεις ημέρας εγείρομαι»; Ίσως τούτο συνεπέραναν εκείνοι από το παράδειγμα του Ιωνά. Προσέξατε δε, Χριστιανοί, και εννοήσατε, ότι όσα εκείνοι οι αγνώμονες έπραττον ήσαν όλα εναντία της επιθυμίας των. Διότι οι ίδιοι εκείνοι φύλακες τους οποίους έβαλον να φυλάττουν τον Τάφον, εκείνοι υπήρξαν ύστερον και μάρτυρες της Αναστάσεως του Χριστού. Αλλ’ ο Άδης από του νυν κάτω συστρέφεται και ιλιγγιά, αισθανόμενος ότι πάσχει προσβληθείς υπό δυνάμεως κραταιοτάτης και αηττήτου. Όθεν δια της του Χριστού αδίκου καταπόσεως του στερροτάτου και ακρογωνιαίου Λίθου, μέλλει μετ’ ολίγον να εκβάλη και όλους εκείνους, τους οποίους εξ αρχής κατέφαγε και την παμφάγον του γαστέρα εγέμισε.

Δεν υπάρχουν σχόλια: