Λόγος Πανηγυρικός εις την Είσοδον της Παρθένου.

Ας λάμψη πλέον, ω Ιερείς του Θεού, εις υμάς η φαιδρά των προγόνων πανήγυρις· ας ανατείλη η λάμψις της αγαλλιάσεως των δικαίων τούτων επί τους χαρακτήρας του προσώπου σας σήμερον· ας αναχωρήση μακράν η του σκότους κατήφεια, η αμαυρούσα το της διανοίας υμών τιμαλφέστατον φως· δεν ευρίσκεται πλέον καμμία της νομοθεσίας σας πρόφασις, δια το άκαρπον της νηδύος, δια την στείρωσιν των προβεβηκότων· έρχονται, έρχονται σήμερον οι μεγάλοι ούτοι και περιβόητοι γεννήτορες, όχι ως πάλαι κατηφείς και πεφοβισμένοι, όχι προσφέροντες λειτουργίας ή προσφοράς, αλλ’ ως θυσίαν φέρουσι θυγατέρα, φαιδροί τε και ένδοξοι, με πλήθη λαμπαδηφορουσών παρθένων, με στίφη δοξολογούντων Αρχαγγέλων·
αυτοί δεν είναι ποταποί και καταφρονημένοι, ως τους στοχάζεσθε· είναι μάλιστα υψηλότατοι και δεδοξασμένοι από όλους τους περιφήμους των γενεών σας· ιδού υπερυψούσιν την δόξαν των με μίαν τριετίζουσαν Κόρην, την οποίαν δεικνύουν ως περιφανέστατον καύχημα της γονής των· ιδού συνοδούς έχουσι χρυσοπτερύγους τρυγόνας τας παρθένους, αι οποίαι προπορεύονται των δικαίων με ανημμένας λαμπάδας, με αγαλλίασιν και ευφροσύνην, δια να εισέλθωσιν ένδον των Αγίων, δια να προσφέρωσιν άσμενον την Βασίλισσαν των Αγγέλων· «Απενεχθήσονται εν ευφροσύνη και αγαλλιάσει, αχθήσονται εις ναόν βασιλέως» (Ψαλμ. μδ: 16)· ανοίξατε λοιπόν εν χαρά τας σμαραγδοπεποιημένας του Ναού πύλας, δια να έμβη παραδόξως η όντως κεκλεισμένη πύλη, η όντως κεκοσμημένη Παρθένος, η όντως λαμπαδοαυγάζουσα θεία Κόρη. Ω της περιφανεστάτης εισόδου των δικαίων! Ω της μεγάλης δοξολογίας της Παρθένου! Και συ, ω μέγιστε ιεράρχα, Προφήτα και πρεσβύτατε Ζαχαρία, ο μέχρι των Αγίων ως Άγιος διοικών και τας τω Θεώ τω υψίστω θυσίας επιτελών, σχόλασον άρτι το φρικτόν της διακονήσεως έργον, υπούργησον τώρα εις μυστήριον παραδοξότερον, την καθαρωτέραν των Χερουβίμ και ασυγκρίτως υπερενδοξοτέραν των Σεραφίμ, την ουράνιον τράπεζαν του Βασιλέως, το έμψυχον κειμήλιον του Υψίστου, την δακτύλω Θεού ζωγραφηθείσαν θείαν εικόνα, την νέαν της απολυτρώσεως κιβωτόν· κατάβηθι λοιπόν από τας βαθμίδας του ιερωτάτου αυτού θρόνου, δια να ανεβάσης εντίμως την ηλιοστάλακτον ταύτην καθέδραν του μονογενούς Υιού του Θεού· έφθασεν η αμόλυντος αύτη σκηνή, η πανάχραντος Μαριάμ, η όντως Αγία και παγκαλλής περιστερά, δια να προετοιμασθή υπό του Πνεύματος του Αγίου ως άλλη λελαμπρυσμένη φωλεά· ιδού ο καθαρώτατος Ναός του Σωτήρος, ιδού το απαύγασμα του Αγίου Πνεύματος, ιδού ο παράδεισος της ζωής, ιδού η παρθένος και νύμφη, η άσπιλος και Παρθένος Μαρία, ακροαταί μου φιλόχριστοι, η οποία εισάγεται παραδόξως εν τω οίκω Κυρίου. Όθεν ανίσως και με τόσην των νεανίδων λαμπροφορίν, με τόσην των Αρχαγγέλων δοξολογίαν, προσφέρεται σήμερον εν τω Ναώ η πανάφθορος αύτη και ακήρατος Μαριάμ, καταλαμβάνω, ότι εκεί μεταδίδεται ουρανόθεν η Χάρις του Παρακλήτου δια να την ποιήση δοχείον του θείου Λόγου. Πετώ λοιπόν και εγώ, ω Ορθόδοξοι πανηγυρισταί, με τα πτερά της διανοίας, έως εις αυτά των Αγίων τα Άγια δια να λάβω εκείθεν από την Παρθένον καμμίαν ρανίδα φιλοσοφίας, καμμίαν λάμψιν θεολογίας και ούτω να σας παραστήσω της σημερινής εορτής το μυστήριον, δηλαδή, με ποίαν χρυσαυγίζουσαν λάμψιν ελάμπρυνεν αυτήν το Πανάγιον και τελεταρχικόν Πνεύμα. Και όμως η μακαρία Παρθένος, το του Υψίστου κατάσκιον όρος, η των ουρανίων Αγγέλων ενδοξοτέρα και πάσης κτίσεως τιμιωτέρα, εχρυσαυγίσθη και απήστραψεν εις όλον τον κόσμον σχεδόν από την ημέραν όπου εγεννήθη ή και συνελήφθη δια της φωνής του Αρχαγγέλου, αλλά περισσότερον δαδουχεί και αυγάζει την σήμερον που εμφυτεύεται παρά των γεννητόρων εν τω μέσω του Ναού ωσεί ελαία κατάκαρπος, διότι βρίθει πάσαν αρετήν εν τη θεία αυτής ψυχή· δια τούτο και γηθομένη, μελωδεί τον ασματικόν τούτον ψαλμόν· «Εγώ δε ωσεί ελαία κατάκαρπος εν τω οίκω του Θεού· ήλπισα επί το έλεος του Θεού» (Ψαλμ. να: 10). Αλλ’ ανίσως και με τόσας αρετάς, ανίσως και με τόσα προτερήματα εμφυτεύεται σήμερον η Παρθένος εν τω οίκω του Θεού, πλέον ακτινοβολεί από τας χάριτας και ακτίνας του Παναγίου και τελεταρχικού Πνεύματος, αίτινες έρχονται άνωθεν εις αυτήν, διότι μέλλει να βλαστήση το ουράνιον ρόδον, τον Χριστόν. Διότι μέλλει να καρποφορήση την ζωήν, το άδυτον φως του αναιτίου φωτός· ούτως αρχινά να ποτίζεται σήμερον ουρανόθεν από την πηγήν  της σοφίας και της ζωής και του αγιασμού, το Πανάγιον Πνεύμα το πληρούν πάσαν διδασκαλίαν και σύνεσιν, το αγιάζον πάσαν ψυχήν και διάνοιαν· αρχίζει να λαμπρύνεται αύτη η Νύμφη του Βασιλέως με τας ακτίνας του Παρακλήτου καθαριζομένη από πάσαν βιοτικήν μέριμναν, από πάσαν κοσμικήν ομιλίαν και σκότωσιν, αποσπώσα τον νουν εκ του βίου συγχύσεως και απάτης, δια να ετοιμασθή εις κατοικίαν του θείου Λόγου. Σήμερον  η Παρθένος γίνεται το πάσης αρετής καταγώγιον δια το εν αυτή την θείαν του Λόγου υπόστασιν μέλλειν κατοικήσαι, ενθεολογεί ο κορυφαίος των θεολόγων Δαμασκηνός εν τω δεκάτω πέμπτω κεφαλαίω του δ΄ Βιβλίου της δογματικής αυτού Θεολογίας λέγων· «Η εν τω οίκω του Θεού φυτευθείσά τε και πιανθείσα τω Πνεύματι, ωσεί ελαία κατάκαρπος, πάσης αρετής καταγώγιον γέγονε, πάσης βιοτικής και σαρκικής επιθυμίας τον νουν αποστήσασα και ούτω την Παρθένον την ψυχήν συντηρήσασα συν τω σώματι, ως έπρεπε την Θεόν εγκόλπιον υποδέχεσθαι μέλλουσαν». Αυτή λοιπόν είναι η χρυσαυγίζουσα λάμψις που εκχείται την σήμερον πλουσίως από την Χάριν του Παναγίου Πνεύματος επί την νεάνιδα Νύμφην, δηλαδή να προκόπτη εις όλας τας αρετάς, απομακρυνομένη από πάντα γήϊνον περισπασμόν και όλη τω Θεώ αφωσιωμένη να γίνη κατοικητήριον του Παντάνακτος. Όθεν και από κάθε γήϊνην φροντίδα, από κάθε άλλην πρόσκαιρον φαντασίαν ξεμακρύνει την σήμερον η Παναγία Παρθένος την θείαν αυτής ψυχήν, φανερόν δε είναι βέβαια, ότι εκεί όπου κάθεται εις τα Άγια των Αγίων και φωτίζεται από τας λαμπηδόνας του Πνεύματος, νοητώς αναβαίνει επάνω εις τας αιωνίους φροντίδας, εις τους αθανάτους εκείνους συλλογισμούς, δια να γνωρίζη τηλαυγώς, ακόμη τόσον μικρά, το ακατάληπτον και ανερμήνευτον βάθος της Θεότητος. Λαμπρύνεται λοιπόν με τοιαύτην χρυσαυγίζουσαν λάμψιν από την Χάριν του Πνεύματος, τόσον ώστε αστράπτουσα η τοιαύτη αίγλη εις την ψυχήν της, φεγγοβολεί παρευθύς τοιούτον φως εις τους Ορθοδόξους, και λέγει μέσα από τα Άγια των Αγίων: «Οίδα μίαν Ουσίαν και Φύσιν εις τον Θεόν, δύο προόδους, τρεις υποστάσεις και πρόσωπα, τέσσαρας σχέσεις και πέντε διαγνώσεις». Απ’ εδώ αρχίζουν αι ακτίνες του Παρακλήτου, να αστράπτουν εις την μακαρίαν ψυχήν της Παρθένου. Όθεν και δαδουχούσα εις την τοιαύτην χρυσαυγάζουσαν λαμπηδόνα, σκιρτά και αγάλλεται λέγουσα, δια την μακαρίαν ουσίαν και φύσιν του Θεού· «Ιδού μία αδιαίρετος Θεότης, εν τρισί διηρημένη προσώποις, ασυγχύτως ηνωμένη και αδιστάκτως διαιρουμένη, διότι η αυτή Θεότης του Πατρός, η αυτή είναι και του Υιού και του Αγίου Πνεύματος».                 «Ιδού θεωρώ την θείαν αυτού Φύσιν άκτιστον, διότι δεν εποιήθη ποτέ από άλλην καμμίαν ετέραν. Άναρχον, διότι δεν έλαβε ποτέ καμμίαν αρχήν. Αθάνατον, διότι ευρίσκεται όλη η αθανασία εις αυτήν. Απέραντον, διότι ουδέ ποτέ τι των θείων ιδιωμάτων ευρίσκεται πεπερασμένον εν αυτή. Αιώνιον, διότι εν τη θεία ουσία δεν υπάρχει τελείωσις των χρόνων. Άϋλον, διότι δεν ευρίσκεται εις αυτήν καμμία σωματική ύλη. Αγαθήν, διότι εις το πέλαγος της αγαθότητος αυτής δεν ακολουθεί καμμία κακία. Δημιουργικήν, διότι η άπειρος εκείνη σοφία δίχως καμμίαν ύλην εδημιούργησε το παν. Δικαίαν, διότι έχει τον πλούτον της δικαιοσύνης εν εαυτή. Φωτιστικήν, διότι είναι εις αυτήν όλη η πηγή του φωτός. Άτρεπτον, διότι δεν μεταβάλλεται εις άλλην ουσίαν και φύσιν. Απαθή, διότι δεν περιγράφεται η θεία εκείνη Ουσία. Αχώρητον, διότι δεν χωρείται εις όλον το παν. Απεριόριστον, διότι δεν περιορίζεται άνω ή κάτω, δεξιά ή αριστερά. Αόριστον, διότι δεν ευρίσκεται όρος όστις να εξισούται με αυτήν. Ασώματον, διότι δεν έχει τι των τριχή διαστατών, μάκρος, δηλαδή, πλάτος και βάθος. Αόρατον, διότι δεν ημπορεί να ενατενίση εις αυτήν άλλη τις όρασις. Απερινόητον, διότι δεν εννοήται ο ακένωτος θησαυρός των χαρίτων αυτής. Ανενδεή, διότι δεν έχει καμμίαν ανάγκην από άλλην ουσίαν. Αυτοκρατή, διότι εξ εαυτής έχει το κράτος και την ισχύν. Αυτεξούσιον, διότι έχει την Βασιλείαν αυτοδέσποτον. Παντοκρατορικήν, διότι τα πάντα κρατεί και εξουσιάζει. Ζωοδοτικήν, διότι παρέχει την ζωήν εις πάσαν την οικουμένην. Παντοδύναμον, διότι δύναται να βαστάζη τα πάντα. Απειροδύναμον, διότι υπερνικά όλας τας άλλας δυνάμεις. Αγιαστικήν, διότι χαρίζει τον αγιασμόν και ευλογίαν. Μεταδοτικήν, διότι εκχέει τον πλούτον της ευσπλαγχνίας. Περιεκτικήν, διότι είναι ένα περιέχον το οποίον περιέχει όλα τα όντα. Προνοητικήν, διότι τα πάντα περιέπει και διασώζει. Αλάθητον, διότι δεν είναι κανένα απόκρυφον εις την θείαν εκείνην γνώσιν». Ταύτα φωταγωγούσα και λέγουσα η Πανάχραντος Μαρία από την Χάριν του Πνεύματος λαμπρύνεται και αύθις με άλλην χρυσαυγίζουσαν λαμπηδόνα και λέγει· «Ιδού θεωρώ δύο προόδους, δύο αρχόμενα πρόσωπα εκ μιάς μόνης αρχής, μίαν πρόοδον γεννητικήν, με την οποίαν γεννάται ο Λόγος παρά του Πατρός, δια της νοήσεως, ανάρχως και αϊδίως· άλλην πρόοδον, ήτοι εκπόρευσιν ποθεινήν, με την οποίαν το Πνεύμα ως έρως προέρχεται από τον Πατέρα και διαμένει εις τον Υιόν ουσιωδώς και αδιαιρέτως κατά φύσιν». Με τοιαύτας χρυσαυγιζούσας λάμψεις φεγγοβολούσα η Παρθένος και στάσα εν τω μέσω του Ναού, ιδού και άλλη ακτίς του Παρακλήτου επ’ αυτήν, με την οποίαν αυγάζει εις ημάς αυγάς τοιούτου είδους· «Ιδού τας τρεις υποστάσεις Πατέρα, Υιόν και Άγιον Πνεύμα, μίαν μόνην υπερούσιον Ουσίαν, μίαν υπέρθεον Θεότητα, μίαν υπερδύναμον δύναμιν, μίαν οικείαν θέλησιν, μίαν ιδίαν ενέργειαν, μίαν υπεράρχιον αρχήν, μίαν αυτεξούσιον εξουσίαν, μίαν υπερτελεστάτην Βασιλείαν, εν τρισί τελείαις υποστάσεσι πιστευομένην και προσκυνουμένην εν μια προσκυνήσει. Εν Πατρί, μόνη η αρχή, η αιτία, η γέννησις και η αγεννησία. Εν Λόγω, αιτιατώ γεννητώ, η προκαταρκτική δύναμις, η θέλησις, η σοφία, η εικών, το απαύγασμα και ο χαρακτήρ. Εν Πνεύματι, αιτιατώ εκπορευτώ, η τελεσιουργική δύναμις, η της σοφίας και της ζωής και του αγιασμού ακένωτος πηγή, η εκπόρευσις και εν Υιώ διαμονή. Άναρχος ο Πατήρ και αναίτιος, διότι δεν προέρχεται εξ άλλου τινός. Άναρχος και ο Υιός, αλλά όχι μόνον άναρχος, αλλά κάλλιστα και χρονικός· άναρχος μεν, ότι και σύνθρονος και ομοούσιος μετά του Πατρός, ουχί άναρχος δε, διότι εκ του Πατρός γεννητός, χρονικός δε, ότι επ’ εσχάτων των χρόνων γενήσεται άνθρωπος. Συνάναρχον και το Πνεύμα το Άγιον, τω τε Πατρί και τω Υιώ, αλλ’ ου μόνον άναρχον, διότι και εκ του Πατρός μόνου εκπορευτόν». Εις τοιαύτην λάμψιν του Παρακλήτου αυγάζουσα η Παρθένος τον νουν επιφοιτά και ετέρα εξαστράπτουσα Χάρις εις αυτήν και ψάλλει τοιούτοις ρήμασιν· «Ιδού τέσσαρας σχέσεις και αναφοράς των τριών υποστάσεων. Μίαν Πατρότητα, σχέσιν του Πατρός προς τον Υιόν. Μίαν Υιότητα, σχέσιν του Υιού προς τον Πατέρα. Μίαν πνεύσιν ενεργητικήν, του Προβολέως προς το Πνεύμα. Και μίαν παθητικήν, του Πνεύματος προς τον Προβολέα». Αλλά και ούτως κατοπτριζομένη η Κόρη από την λάμψιν του Παναγίου Πνεύματος, ιδού άλλη τις αγλαΐα φωταγωγούσα επ’ αυτήν και λέγουσα δια τας πέντε διαγνώσεις· «Ιδού αι τέσσαρες λαμπρόταται ακτίνες των σχέσεων (εις τέσσαρας διαγνώσεις) και η αγεννησία του Πατρός (πέμπτη διάγνωσις), ώστε τον Πατέρα διαμεμενηκότα τω Υιώ και τω Πνεύματι, τον Υιόν τω Πατρί και τω Πνεύματι, και το Άγιον Πνεύμα τω Πατρί και τω Υιώ». Εις τοιαύτας λάμψεις του Παναγίου Πνεύματος εξαστράπτουσα σήμερον η ψυχή της Παρθένου εν τω Ναώ του Θεού και καταλαμβάνουσα νοητώς το μυστήριον της Αγίας Τριάδος, εκβοά γηθοσύνως τον Αγγελικόν ύμνον αυτή τη μακαρία και αδιαιρέτω Τριάδι· «Άγιος, Άγιος, Άγιος, Κύριος Σαβαώθ· μεγαλύνει η δόξα μου τον Κύριον και ηγαλλίασε το πνεύμα μου επί τω Θεώ τω Σωτήριμου». Ω της χρυσαυγεστάτης λαμπηδόνος του Παρακλήτου επί την ουράνιον ταύτην Βασίλισσαν! Ω της υπερβαλλούσης εκλάμψεως της Τριάδος, ήτις φωταγωγείται ουρανόθεν επί την ψυχήν της Παρθένου! Ω της ασυγκρίτου αγλαΐας, η οποία αστράπτει εις όλα τα πέρατα του κόσμου από τα Άγια των Αγίων, από τον έμψυχον Ναόν του Θεού, από τον ηλιοστάλακτον θρόνον της δόξης του Βασιλέως! Χριστιανοί, δεν είναι αλήθεια, ότι όταν προβάλλη η ανατέλλουσα λάμψις του αισθητού ηλίου, χαρίζει παρευθύς με την λαμπροτάτην παρουσίαν του μίαν άμετρον ευφροσύνην και χαράν εις όλον το περίγειον ενδιαίτημα όπου φωτίζει; Δεν σκεπάζει παρευθύς με αστραπηφόρους ακτίνας το μεμελανωμένον πρόσωπον της νυκτός, απαυγάζων το ζωοπάροχον φως εις τον κόσμον; Δεν αποδίδει την κίνησιν εις τα έμψυχα; Δεν εξυπνά τους ραθύμους και οκνηρούς, εις ύμνον και δοξολογίαν του πλάστου, εις πάσαν προθυμοτάτην υπουργίαν των καμάτων; Δεν εγείρει τα ωδικά των ορνέων εις μουσικόλαλον φωνήν, ούτως ώστε συμψάλλουν με ταύτα τα βουνά, αι κοιλάδες και οι κάμποι; Δεν αποσπογγίζει τα δάκρυα τα οποία έμειναν εις τα όμματα των ανθέων από την παρουσίαν της κρυσταλλώδους αυγής με το γαληνόμορφον τόξον του φωτός του; Δεν στολίζει το ρόδον με πορφυρόχρυσον φύλλον, με πάντερπνον ευωδίαν εις τους λειμώνας; Δεν εξάγει τα ζώα των άντρων εις νομήν των πρασινοχλόων πεδιάδων; Και δεν παρέχει εις πάντα φυτά τε κάρπιμα και άκαρπα την ζωήν; Ναι, βέβαια, ουδείς αρνείται την αλήθειαν. Ω της τοιαύτης υπερμέτρου ευφροσύνης και χαράς! Και λοιπόν, ανίσως και από την ανατολήν φεγγοβολούσα η λάμψις του ηλίου παρέχει τόσην χαράν εις τον κόσμον, πόσην νομίζετε να παρέχη την σήμερον η χρυσαυγίζουσα λάμψις της Παρθένου, ήτις φεγγοβολεί εις όλην την οικουμένην, όχι από τον ήλιον, αλλά από τα Άγια των Αγίων, από το λαμπρότατον φως του Αγίου Πνεύματος; Ω! αυτή είναι ασύγκριτος, διότι όσον διαφέρει ο Ναός του Θεού από την ανατολήν του ηλίου, όσον το Πνεύμα το Άγιον από αυτόν τον ανατέλλοντα ήλιον, τόσο περισσότερον διαφέρει και η λάμψις της Θεοτόκου από την λάμψιν του ηλίου· τόσον περισσότερον λάμπει· τόσον περισσότερον ζωογονεί, τόσον περισσότερον δίδει την αγαλλίασιν εις πάσαν την οικουμένην, όσον ασύγκριτος είναι η δόξα της μακαρίας Τριάδος από την δόξαν του ηλίου. Και πάλιν, καθώς διαφέρει το φως από το σκότος, ο ήλιος από τα άστρα, ο ουρανός από την γην και η ψυχή από το σώμα, τοιουτοτρόπως διαφέρει και το φως και η ζωή και η χαρά της Παρθένου, την οποίαν λαμβάνομεν σήμερον, από εκείνην την οποίαν δεχόμεθα από τον ήλιον· διότι από την λάμψιν αυτήν της Παρθένου, ήτις φεγγοβολεί από τα Άγια των Αγίων, ζωογονείται όλη η κτίσις, φωταγωγείται ο κόσμος, λάμπει η Ορθόδοξος Πίστις, υμνείται η Τρισήλιος Μοναρχία και λαμπροφορεί όλη η φύσις, Αγγελική και ανθρώπινος, την χρυσαυγίζουσαν λαμπηδόνα της Παρθένου· από αυτήν τέλος πάντων την λάμψιν της Κεχαριτωμένης Μαρίας εφωταγωγήθημεν έως εις αυτήν την Αγίαν Τριάδα, γνωρίζοντες μίαν ουσίαν και φύσιν, εις τρεις τελείας τας υποστάσεις, ηνωμένας ατρέπτως και αδιστάκτως διαιρουμένας· από αυτήν ακόμη ελπίζομεν να ίδωμεν και την Βασιλείαν των ουρανών, την άρρητον ηδονήν, την ασύγκριτον χαράν, την απαυγάζουσαν θείαν δόξαν. Ω της τοιαύτης ανεκφράστου αγαλλιάσεως, της οποίας απολαμβάνομεν εκ της Παρθένου! Ω της τοιαύτης λαμπηδόνος, δια της οποίας την σήμερον ελαμπρύνθημεν! Αλλ’, ω Παναγία Παρθένε, χαρά και αγαλλίασις του ανθρωπίνου γένους, η μετά των γεννητόρων των σων εν τω Ναώ του Κυρίου προσελθούσα και μετά των λαμπαδηφόρων Παρθένων ως Παρθένος περιαστράπτουσα, η μέχρι των Αγίων ως Αγία κατοικήσασα και σεαυτήν ωσεί ελαίαν κατάκαρπον επιδείξασα, λάμψον, δεόμεθα, και εις ημάς τους αμαρτωλούς την χρυσαυγίζουσαν λαμπηδόνα, την οποίαν επί σοι το Πανάγιον Πνεύμα απήστραψε σήμερον ουρανόθεν· άστραψον τας ακτίνας του νοητού ηλίου επί την εσκοτισμένην μας καρδίαν, δια να γνωρίσωμεν τηλαυγώς την μίαν μόνην ουσίαν και φύσιν της Θεότητος, λάμπρυνον και ημάς με την ακτινοβολίαν του Παρακλήτου, δια να κηρύττωμεν δύο προόδους από μίαν αρχήν και αιτίαν, άχρονον την γέννησιν εν Υιώ και αΐδιον εν Πνεύματι την εκπόρευσιν. Ναι, ω Κεχαριτωμένη Μαρία· ως έλαμψε σήμερον επί την καθαράν σου ψυχήν το Τρισήλιον Φως και εγνώρισας τας Τρεις Υποστάσεις, ούτω πρέσβευε, δια να επιλάμψη και εις ημάς η Τρισυπόστατος Λάμψις, όπως λατρεύωμεν Πατέρα, Υιόν και Άγιον Πνεύμα, μίαν υπέρθεον Θεότητα, μίαν υπεράρχιον Αρχήν, μίαν Δόξαν και Βασιλείαν εν μια μόνη λατρεία και προσκυνήσει· οδήγησον και ημάς επί την δοθείσαν σοι λάμψιν των της Θεότητος σχέσεων, δια να θεολογώμεν αγνώς τε και καθαρώς αγέννητον και αναίτιον τον Πατέρα, γεννητόν τον Υιόν και το Πνεύμα το Άγιον εκ μόνου του Πατρός εκπορευτόν· φρούρησον τας καρδίας ημών εις την τοιαύτην αγίαν αμώμητον Πίστιν μέχρι συντελείας αιώνων, φωταγωγούσα και  καταυγάζουσα τας ψυχάς ημών με την λάμψιν της δόξης σου, έως εις αυτήν την εσχάτην πνοήν μας, δια να δοξάζωμεν την τρισυπόστατον Θεότητα και να υμνούμεν την Χάριν σου. Αμήν.

Δεν υπάρχουν σχόλια: