«Πήραμε τὴ ζωή μας λάθος»… -- Τοῦ κ. Νεκταρίου Δαπέργολα, Διδάκτορος Ἱστορίας

Δὲν εἶναι εὔκολο φυσικὰ νὰ ἐπιχειρήσει κάποιος νὰ μιλήσει μὲ νηφαλιότητα λίγες μόλις μέρες μετὰ τὸ ἄγος ποὺ ἐπιτελέσθηκε μέσα στὸ ἑλληνικὸ κοινοβούλιο. Δὲν εἶναι εὔκολο νὰ ἀδειάσει τὸ μυαλό του ἀπὸ ἐκεῖνο τὸ πανσθενὲς (καὶ ἀπολύτως δικαιολογημένο) κρᾶμα ὀδύνης καὶ ὀργῆς γιὰ τὴν προδοσία τῆς Μακεδονίας, ποὺ ὁλοκληρώθηκε μὲ τόσο προκλητικὰ συνοπτικὲς διαδικασίες καὶ μέσα σὲ ἕνα κατάμαυρο τοπίο τόσο πρωτοφανοῦς κατάντιας τῆς πολιτικῆς ζωῆς τοῦ τόπου. Πρέπει ὅμως νὰ τὸ πράξουμε, γιατί ὀφείλουμε νὰ δοῦμε καὶ τὴν ἑπόμενη μέρα. Πρέπει νὰ τὸ πράξουμε, γιατί ὅσο θὰ μένουμε ἐγκλωβισμένοι στὸν πόνο, τὴν κατάθλιψη, τὴν ἀγανάκτηση, τὴν τυφλὴ ὀργή, πολὺ δὲ χειρότερα ἀκόμη καὶ σὲ αἰσθήματα μίσους ἀπέναντι σὲ πρόσωπα ποὺ ἐγκαλοῦνται ὡς δωσίλογοι καὶ ξεπουλητάδες τῆς πατρίδας, εἶναι ἀδύνατο νὰ προχωρήσουμε.

Καὶ ἐμεῖς πρέπει νὰ προχωρήσουμε. Ἀρκετὰ πέσαμε στὶς παγίδες τους, ἀρκετὰ παίξαμε τά στημένα τους παιχνίδια. Τὸ ὀφείλουμε στοὺς προγόνους μας, τὸ ὀφείλουμε στὰ παιδιά μας, τὸ ὀφείλουμε καὶ στοὺς ἀκόμη ἀγέννητους αὐτοῦ τοῦ τόπου. Κι ἂν αὐτὸ ὅμως τὸ λέμε συχνά, σήμερα θὰ πῶ καὶ κάτι διαφορετικό: ὅτι πάνω ἀπ’ ὅλα τὸ χρωστᾶμε σὲ μᾶς τοὺς ἴδιους. Στοὺς προδομένους καὶ πληγωμένους ἑαυτούς μας, ποὺ ὡστόσο ἐμεῖς οἱ ἴδιοι πρωτίστως τοὺς προδώσαμε καὶ τοὺς πληγώσαμε. Γιὰ τὰ λάθη μας, τὶς παραλείψεις μας, τὶς τρομακτικές μας εὐθύνες. «Ὁ τρώσας καὶ ἰάσεται» λοιπόν: ἔχοντας ἀπέναντι ὅσα ἐμεῖς ἐπιφυλάξαμε ἐδῶ καὶ τόσα χρόνια στοὺς ἑαυτούς μας, πάλι ἐμεῖς οἱ ἴδιοι ἔχουμε καὶ τὸ καθῆκον νὰ ἐπουλώσουμε τὶς πληγὲς καὶ νὰ βγοῦμε ἀπὸ τὴ σκοτεινὴ φυλακή.
Αὐτὸ ἐδῶ συνεπῶς δὲν εἶναι ἕνα κείμενο ὀργῆς, ποὺ γράφεται γιὰ νὰ σαλπίσει ἀντίδραση καὶ λυσσαλέες μάχες ἀπέναντι σὲ μιάσματα καὶ προδότες. Εἶναι κείμενο ἀποτίμησης λαθῶν. Καὶ θὰ τὸ κατανοήσουν μόνο ὅσοι μποροῦν νὰ ἀντιληφθοῦν ὅτι γιὰ ὅσα βλέπουμε ἐδῶ καὶ πολὺ καιρό, μὲ κορύφωση ἔσχατη (ἀλλὰ ὄχι καὶ στερνή, γιατί ἔχει κι ἄλλο κατήφορο) τὸ στυγνὸ ξεπούλημα τῆς Μακεδονίας, ἐμεῖς εἴμαστε ποὺ φταῖμε. Ἐμεῖς ἀφεθήκαμε τόσα χρόνια νὰ τσαλαβουτᾶμε στὰ βρωμόνερα τοῦ νεοταξικοῦ βούρκου, πετώντας στὰ σκουπίδια τὰ στερνὰ ἀπὸ τὰ «τζοβαϊρικὰ» τοῦ Μακρυγιάννη, τὰ τελευταῖα ποὺ εἶχαν ἀπομείνει ὄρθια σὲ μία μακρὰ πορεία ἀφελληνισμοῦ καὶ ἀποχριστιανισμοῦ τῆς πατρίδας. Ἐμεῖς ἐπιλέξαμε νὰ ἐθιστοῦμε καὶ νὰ ταυτιστοῦμε μὲ τὴν ἀνοησία, τὴ χυδαιότητα, τὴ σαρκολατρεία, τὸν ψευτοπροοδευτισμό, τὰ κάθε λογῆς ἀνθυποσκύβαλα. Ἐμεῖς δώσαμε κι ἐπανειλημμένα πίστη σὲ διεφθαρμένους κι ἀπάτριδες. Καὶ στὸ ἐπιστέγασμα, ἀντὶ νὰ γυρίσουμε σελίδα, ἐμεῖς πάλι ἐπιλέξαμε ὡς λαὸς νὰ βουλιάξουμε ἀκόμη πιὸ βαθιά, ἀφήνοντας τὶς ζωές μας στὰ χέρια ὁρκισμένων ἀντίχριστων ἑλληνομάχων, ποὺ ἦταν μάλιστα τὸ ἔκπαλαι γνωστοὶ γιὰ τὶς ἰδέες τους (γι’ αὐτὸ καὶ δὲν χωρᾶ γιὰ μᾶς ἡ παραμικρὴ ἀπολύτως δικαιολογία). Τὶς ἀφήσαμε στὰ χέρια τους τὶς ζωές μας ἑκουσίως καὶ αὐτοπροαιρέτως, χώνοντας τὰ κεφάλια μας στὴν ἄμμο, γιὰ νὰ μὴ δοῦμε τὸν πνευματικὸ καὶ ἐθνικὸ γκρεμὸ ποὺ νομοτελειακὰ θὰ ἀκολουθοῦσε, ἀρκούμενοι μόνο καὶ μόνο στὸ φτηνὸ ὅραμα τοῦ κομποδέματος καὶ σὲ ψευδαισθήσεις ἀπὸ γελοῖες ὑποσχέσεις φορολογικῶν ἀπαλλαγῶν.
Νὰ γιατί τὸ κείμενο αὐτὸ θὰ τὸ κατανοήσουν μόνο ἐκεῖνοι ποὺ κατάλαβαν πόσο φταῖμε, πόσο τραγικὲς εἶναι οἱ εὐθύνες μας γιὰ ὅσα χάσαμε, γιὰ ὅσα μαργαριτάρια ρίξαμε στοὺς χοίρους, γιὰ ὅσα μείζονα ἐκποιήσαμε ἀντὶ πινακίου φακῆς, γιὰ ὅσα ἀφήσαμε νὰ ἐξαπατηθοῦμε. Μόνο ἐκεῖνοι ποὺ τὴν ἀποφράδα Παρασκευή, μετρώντας μὲ πένθιμη τελετουργικότητα στὰ κορμιὰ μας μία-μία τὶς 153 μαχαιριὲς τῆς ἐπονείδιστης προδοσίας κι ἔχοντας ἤδη ἀδειάσει καὶ στεγνώσει μέσα μας ἀπὸ τὰ αἰσθήματα τῆς ὀργῆς (γιὰ ἕνα ἀποτέλεσμα ἐξάλλου ἤδη ἀπὸ καιρὸ προαποφασισμένο), ἀπομείναμε ἐντέλει ἁπλῶς νὰ κλαῖμε πικρὰ μπροστὰ στὴ φωτογραφία τοῦ Νεκροῦ Παλικαριοῦ, μουρμουρίζοντας τὸ προφανές: «Παῦ­λο, συγγνώμη. Δὲν σοῦ ἀξίζαμε»! Ναί, τὸ προδώσαμε τὸ αἷμα σου, Παῦλο, ὅπως κι ὅλων ἐκείνων τῶν χιλιάδων ἡρῴων, ὁπλαρχηγῶν, δασκάλων, παπάδων, ἁπλῶν ἀνθρώπων τοῦ λαοῦ, τὸ αἷμα ποὺ χύθηκε καὶ πότισε κάποτε τὴ μαρτυρικὴ γῆ τῆς Μακεδονίας. Ἐμεῖς εἴμαστε ἀνάξιοί σας, εἴμαστε λειψοί, ἀνόητοι καὶ ἀμνησιακοί. Ἐμεῖς ἀπομείναμε νὰ κατεσθίουμε σκουπίδια καὶ νὰ ψελλίζουμε σπασμένες λέξεις ἀπὸ ξένες γλῶσσες. Ἐμεῖς σᾶς προδώσαμε, ἐμεῖς βεβηλώσαμε τοὺς τάφους σας κι ἀτιμάσαμε τὴ σεπτή σας μνήμη. Καὶ τώρα, πολὺ ἁπλά, «ἄξια ὧν ἐπράξαμεν ἀπολαμβάνομεν». Καὶ ἐξακολουθοῦμε νὰ μὴ καταλαβαίνουμε τίποτε. Συνεχίζουμε τὴν ἀέναη ἀνακύκληση τοῦ Τίποτε, οὐρλιάζοντας ἁπλῶς γιὰ δήμιους καὶ γιὰ κρεμάλες στοὺς προδότες, δίχως ὡστόσο ἴχνος αὐτοκριτικῆς, δίχως ὑποψία ἐνδοσκόπησης, ἕτοιμοι πάλι νὰ ξαναδώσουμε πίστη σὲ σεσημασμένους ἀπατεῶνες, ἀλλὰ καὶ σὲ νέους ἐκκολαπτόμενους προδότες, σὲ νέους τυχοδιῶκτες, σὲ νέους πατριδοκάπηλους καὶ χριστέμπορους «μακεδονομάχους». Συνεχίζουμε ἐκεῖ στὴν ἴδια ρότα καὶ στὰ ἴδια ἐγκληματικὰ λάθη, ὡς «κύνες ἐπὶ τὸν ἴδιον ἔμετον ἐπιστρέφοντες», ἀνήκεστα τυφλοί, ἐμμονικὰ ἀμετανόητοι. Καὶ ὅσο ἀρνούμαστε νὰ δοῦμε τὰ λάθη μας, νὰ συνειδητοποιήσουμε ὅτι γιὰ ὅλα ὅσα ὑποφέρουμε ἐμεῖς εἴμαστε οἱ κύριοι φταῖχτες, θὰ συνεχίσουμε ἁπλὰ νὰ κάνουμε κύκλους γύρω ἀπὸ τὸ Πουθενά, ἄβουλοι καὶ μοιραῖοι, ρίχνοντας πρὸς κάθε κατεύθυνση ἄσκοπες κατάρες, ξοδεύοντας χρόνο καὶ ἐνέργεια, «μὲς σὲ καπνοὺς καὶ σὲ βρισιές», μετρώντας κι ἄλλες χαμένες εὐκαιρίες.
Πικρὰ καὶ θλιβερὰ ἴσως ὅλα αὐτά, ἀλλὰ ἐπιτακτικὰ ἀναγκαῖα. Καὶ ἡ ἀποτίμησή τους δὲν ἔχει βέβαια σκοπὸ τὴν αὐτομεμψιμοιρία καὶ τὴν κατάθλιψη, ἀλλὰ τὴν αὐτογνωσία καὶ τὴν ἀπόφαση νὰ ξανασηκωθοῦμε ἀπὸ ἐκεῖ ποὺ πέσαμε. Ἀρκετὰ λοιπὸν ἀναλωθήκαμε στὴν ἀνοησία καὶ τὴ ματαιοπονία. Καιρὸς νὰ τελειώνουμε μὲ τὶς βολικὲς ὑπεκφυγὲς καὶ νὰ δοῦμε ἐπιτέλους κατάματα τὴν ἀλήθεια: αὐτὴ ἡ πάλαι ποτὲ ἁγιοτόκος πατρίδα χαροπαλεύει ἐδῶ καὶ πολὺ καιρὸ μέσα στὰ βοθρολύματα τῆς πλάνης, τῆς διαφθορᾶς, τῆς διαστροφῆς. Ὅσα περνᾶμε τώρα καὶ ὅσα θὰ περάσουμε στὸ ἑξῆς (γιατί ἔρχονται πολὺ χειρότερες μέρες), εἶναι τὰ ἐπίχειρα τῶν ἐπιλογῶν μας, τὰ ὀψώνια τῆς ἀποστασίας μας. Ἐμεῖς τὰ προκαλέσαμε καὶ ὁ Θεὸς τὰ ἐπιτρέπει, ἀφήνοντας νὰ ἐνεργοποιηθοῦν οἱ πνευματικοὶ νόμοι, ὡς μέσο δοκιμασίας καὶ παιδαγωγίας. Ἂν τὸ συνειδητοποιήσουμε ἐπιτέλους αὐτό, θὰ ἀντιληφθοῦμε ἀμέσως καὶ ποιὸ εἶναι τὸ πραγματικὸ φάρμακο τῆς θανάσιμης ἀρρώστιας, ἀντὶ νὰ καταναλίσκουμε τζάμπα χρόνο καὶ ἐνέργεια σὲ μάχες γιὰ ἀδιέξοδες συμπτωματικὲς θεραπεῖες μὲ παροδικὰ παυσίπονα. Κανένας κοσμικὸς ἀγώνας δὲν θὰ δώσει ἀπὸ μόνος του τὴ λύση στὸ βαθὺ ὑπαρξιακὸ πρόβλημα τῆς πατρίδας, κανένα νομικὸ (ἢ ἔκνομο) κυνηγητὸ προδοτῶν, καμία νέα πολιτικὴ κίνηση ἢ ὀργάνωση, καμία ἀπόπειρα ποὺ ὀνειρεύεται ἀνατροπές, ἐκδιώξεις, μεταρρυθμίσεις, συντακτικὲς ἐθνοσυνελεύσεις. Πολὺ δὲ περισσότερο τὸ νὰ ἀρχίσουμε πάλι νὰ τρέχουμε πίσω ἀπὸ νέους ψευτοπατριῶτες δημαγωγούς, ἀνίδεοι καὶ γιὰ τὰ δικά τους καὶ (πρωτίστως) γιὰ τὰ δικά μας χάλια. Τὸ ὅτι θὰ χρειαστοῦν καὶ κοσμικὲς προσπάθειες εἶναι βέβαιο, αὐτὲς ὅμως θὰ ἔρθουν μόνο ὡς τὸ ἐποικοδόμημα. Ἡ βάση ὡστόσο τοῦ ὅλου ἐγχειρήματος (ποὺ θὰ μπορούσαμε νὰ τὸ ὀνομάσουμε «ἀλλαγὴ σελίδας καὶ νέα ἀρχὴ γιὰ τὸν λαὸ μας») εἶναι ἐντελῶς διαφορετική. Καὶ γιὰ νὰ ἔχουν καὶ ἐλπίδες κατευόδωσης (ἀντὶ νὰ εἶναι πάλι μία ἀπὸ τὰ ἴδια), οἱ ὅποιες ἀνθρώπινες προσπάθειές μας, ἄλλη εἶναι ἡ ἀναγκαία συνθήκη. «Πήραμε τὴ ζωή μας λάθος», γιὰ νὰ θυμηθῶ καὶ τὸν κλασσικὸ στίχο τοῦ Σεφέρη. Καθὼς βρισκόμαστε λίγο πρὶν ἀπὸ τὸν πάτο τῆς ἀβύσσου καὶ ὁ ἱστορικὸς χρόνος μας δείχνει νὰ τελειώνει, καιρὸς ἐπιτέλους νὰ τὸ σκεφτοῦμε πολὺ σοβαρὰ αὐτό, μήπως καὶ μπορέσουμε νὰ δοῦμε Θεοῦ πρόσωπο. Καιρὸς ν’ ἀλλάξουμε ζωή…
"O.T"

1 σχόλιο:

Ανώνυμος είπε...

Ναι, όντως πήραμε τη ζωή μας λάθος. Έτσι συνηθίζει ο άνθρωπος, αρχικά λόγω άγνοιας και βλακείας να παίρνει τη ζωή του λάθος. Και όταν, κι αν καταλάβει αυτό το λάθος, να επιστρέψει όπως ο άσωτος υιός στην αφετηρία, που δεν είναι άλλη από τη χαμένη του αθωότητα..Δε μπορούμε να ξέρουμε αν φτάνουμε στο τέλος της ιστορικής διαδρομής, έτσι νόμιζαν κατά καιρούς όλοι εκείνοι οι προγενέστεροι που έβλεπαν καταιγίδες στον ορίζοντα. Οι καταιγίδες πλησιάζουν, μα μετά τη μπόρα και τις συνέπειές της, λάμπει, αστράφτει ο ήλιος. λίγο πιο πέρα από τις σκληρές συνέπειες, ένα σκαθάρι ξεμυτίζει πάνω στο βρεγμένο χορτάρι, μια πεταλούδα ατρόμητη αναζητεί το ταίρι της, ένα αρνάκι πηδάει χαρούμενο απολαμβάνοντας του ήλιου τις αχτίνες. Κανένα απ΄αυτά δεν υποψιάζεται ούτε νοιάζεται είτε τις συνέπειες της μπόρας είτε τι συνέβη. Ας βλέπουμε τη ζωή ανέμελα, όλα αυτά τα επιτρέπει ο Θεός, τίποτα δε γίνεται χωρίς τη συγκατάθεσή του, κι όλα προς νουθεσία μας, στον άνθρωπο, τη μεγάλη του αγάπη προς την εικόνα του..