ΕΙΣΑΓΩΓΙΚΟΝ ΣΗΜΕΙΩΜΑ ΕΙΣ ΚΕΦΑΛΑΙΟΝ ΜΑΡΚΟΥ ΤΟΥ ΑΣΚΗΤΟΥ

«Ει η ημών αδικία, Θεού δικαιοσύνην συνίστησι, τι ερούμεν; Μη άδικος ο Θεός ο επιφέρων την οργήν;» Απ. Παύλος.


Ο Όσιος Πατήρ ημών Μάρκος, ο επικαλούμενος Ασκητής, έζησε κατά το πρώτον ήμισυ του 5ου αιώνος, διατελέσας μαθητής του αγίου Ιωάννου του Χρυσοστόμου. Ανήκει εις την χορείαν των θεωρητικών Πατέρων της Ανατολής, συγγραψάμενος πλείστας πνευματικάς πραγματείας, εξ ων σώζονται 200 κεφάλαια «περί πνευματικού νόμου», «περί των εξ έργων οιομένων δικαιούσθαι», η «προς Νικόλαον Μονάζοντα» μακρά επιστολή, και έτεροι λόγοι, εκ των οποίων και ο κατωτέρω, δι’ ου ο όσιος πατήρ αναλύει διεξοδικώς τα αίτια των ποικίλης μορφής πειρασμών, ομαδικών τε και ατομικών. Η αγία του Χριστού Εκκλησία τιμά την μνήμην του Οσίου Μάρκου του Ασκητού την 5ην Μαρτίου, «τους ασκητικούς αυτού αγώνας, το εν λόγοις σοφόν, και την άνωθεν αυτώ δοθείσαν χάριν των θαυμάτων ανακηρύττουσα»--ως σημειοί εις την «Φιλοκαλίαν» ο Όσιος Πατήρ ημών Νικόδημος ο Αγιορείτης. Την πραγματείαν ταύτην αντέγραψεν αδελφός τις ένεκεν της ιδιαιτέρας σημασίας, την οποίαν αποκτά εν τη παρούση εποχή, καθ’ ην υφιστάμεθα αλλεπαλλήλους Εθνικάς συμφοράς κυρίως δια σεισμών, αλλά και προς διαφώτισιν των πλανωμένων εκείνων χριστιανών, οίτινες θεωρούν τας επερχομένας θλίψεις ως τυχαία ή κατά συνθήκην συμβάντα, επί των οποίων τάχα ο Θεός ουδένα ασκεί έλεγχον. Εκτός του κύρους όπερ κέκτηται, δια την αγιότητα του συγγραφέως, η πραγματεία αύτη, καθίσταται επί πλέον και τελείως απρόσβλητος ως θεμελιουμένη επί της Αγίας Γραφής και επί του πνεύματος των αγίων Πατέρων ημών, το οποίον ανακεφαλαιοί η αγιωτάτη Εκκλησία μας εις τας ιεράς δέλτους του Μ. Ευχολογίου. Επί δύο ουσιωδών θέσεων στηρίζεται ο πνευματικός νόμος του Αββά Μάρκου. Επί της «εξ αγάπης αναδοχής», και της «από κακίας αναδοχής». Όταν δηλαδή κάμνωμεν το αγαθόν ακολουθεί, κατά θείαν Δικαιοσύνην, η ανάλογος θλίψις, καθ’ ον τρόπον περιγράφεται εις την πραγματείαν. Ωσαύτως δε όταν κάμνωμεν το κακόν επέρχονται ημίν διάφορα δεινά προς το συμφέρον ημών. Το αγαθόν δε και το κακόν δεν έγκεινται μόνον εις τα έργα και τους λόγους, αλλά και εις αυτούς τους διαλογισμούς, δυνάμει των οποίων ή κολαζόμεθα ή αμοιβόμεθα εν τη μελλούση Κρίσει.
Δύο εκφραστικώτατα, εις την περίπτωσιν της λειτουργίας του πνευματικού νόμου, χωρία ευρίσκουν πλήρη την εφαρμογήν των. Το Αποστολικόν, «ει η ημών αδικία, Θεού δικαιοσύνην συνίστησι, τι ερούμεν; Μη άδικος ο Θεός ο επιφέρων την οργήν;». Και το Προφητικόν, «Υιέ μη ολιγώρει παιδείας Κυρίου, μηδέ εκλύου υπ’ αυτού ελεγχόμενος· ον γαρ αγαπά Κύριος παιδεύει· μαστιγοί δε πάντα υιόν ον παραδέχεται». Ο πνευματικός νόμος, ως αποδεικνύει ο Όσιος πατήρ, λειτουργεί μετά καταπληκτικής ακριβείας, λανθάνων τοις πολλοίς δια την εαυτού λεπτότητα, δια την ην πάσχομεν λήθην την οικείων κακών, δια την άγνοιαν ημών και δια την έλλειψιν προσοχής επί των εκδηλώσεών του. Ο εις ασύλληπτον, δι’ ημάς, βαθμόν αγαπών την ημετέραν φύσιν Πανάγαθος Θεός, δια των θλίψεων τας οποίας στέλλει πραγματεύεται πολυμερώς και πολυτρόπως την σωτηρίαν μας. Δυστυχώς όμως δεν το εννοούμεν αυτό, παρ’ ότι η παρουσία της θείας Προνοίας εξαγγέλλεται ανά πάσαν στιγμήν και αι θεόπνευστοι Γραφαί πιστοποιούν, ότι «όσα προεγράφη, εις την ημετέραν διδασκαλίαν προεγράφη». Διο και απορούμεν…                                                                 
Αλλ’ ας ανοίξωμεν το βιβλίον του δικαίου Ιώβ δια να ακούσωμεν ένα μεγαλοπρεπή ύμνον εις την Πρόνοιαν του Θεού από Αυτόν τον ίδιον. Ακούσωμεν του Κυρίου λέγοντος, ότι «και αι τρίχες της κεφαλής υμών ηριθμημέναι εισίν», και προλέγοντος τα επελθόντα και επερχόμενα δεινά «σεισμούς κατά τόπους, λιμούς και λοιμούς…». Ό,τι προλέγεται ότι αναποφεύκτως θα γίνη, σημαίνει ότι τούτο ευρίσκεται εντός της θείας Προνοίας, ως γεγονός όπερ το οικονομεί η θεία Πρόνοια, ως σημείον, όπερ στέλλεται από τον ουρανόν, ως κάτι, εν πάση περιπτώσει, το οποίον δεν έχει ουδεμίαν αιτιώδη σχέσιν, ούτε με τα ανθρώπινα βουλεύματα, αλλ’ ούτε και με τας αλόγους ιδιοτροπίας της αλόγου φύσεως. Εμφανίζεται δε απ’ ευθείας ως εκπορευτόν, της θείας Βουλής, με επιβολήν κυριαρχικήν, ελεγχόμενον παντοδυνάμως μέχρι λεπτομερείας. Ο Κύριος έθηκεν εις την υπηρεσίαν του ανθρώπου τα πάντα, εγένετο άνθρωπος δι΄ αυτόν, και δια την ψυχήν του «Χριστός κατά καιρόν απέθανε». «Ουκ ερά τόσον μανικός εραστής της εαυτού ερωμένης, όσον ο Θεός μετανοούσης ψυχής». Η θεία Πρόνοια είναι επομένως ανθρωποκεντρική. Ο Θεός έκαμε το παν υπέρ του ανθρώπου, και θα τον εγκαταλείψη έρμαιον εις τας ιδιοτροπίας μιας ανυποτάκτου φύσεως; Τα πάντα δεν «υπακούει τω προστάγματι αυτού;» «Πόσον μακράν ημών ευρίσκεται ο πανταχού παρών Θεός, εφ’ όσον ακούει τους μυχίους στεναγμούς μας και τας ικεσίας μας;». «Ζητείν τον Κύριον, ει άρε γε ψιλαφήσειαν και εύροιεν, και γε ου μακράν ενός εκάστου ημών υπάρχοντα». «Εν αυτώ γαρ ζώμεν, και κινούμεθα, και εσμέν». Πόση λοιπόν λογική ασυνέπεια υπάρχει εις την άπιστον αντίληψιν, ότι οι σεισμοί ουδεμίαν σχέσιν έχουν με τον Θεόν; «Ο δημιουργός Θεός είναι άμα Θεός συντηρών. Μετά το δόγμα της δημιουργίας έπεται το δόγμα της Προνοίας. Ο στέργων το πεπρωμένον και την τύχην, δεν πιστεύει αληθώς τον Θεόν», λέγει απολογητής τις του χριστιανισμού. Καταστρέφει ο «Εγκέλαδος» ολοκλήρους πόλεις, βυθίζει εις πένθος εκατομμύρια πιστών ερήμην του Θεού. Βαθείς γόοι, θερμαί προσευχαί και δεήσεις ανέρχονται εις τον θρόνον του Θεού και Αυτός ουδέν δύναται να προσφέρη! Αι «μετασεισμικαί δονήσεις» συμπληρούν το έργον της καταστροφής, και ο Θεός αδυνατεί να συγκρατήση τας μεταθέσεις γεωδών στρωμάτων εις τα έγκατα της γης! Πόσον μωρά είναι η απιστία!                                                                                                                                                                                                                                                                                 
«Οι ταις της προνοίας ηνίαις απιστούντες, και τον ουρανού και γης κόσμον ηνιόχου δίχα μετά τοσαύτης αρμονίας και τάξεως φέρεσθαι λίαν ανοήτως ισχυριζόμενοι, εοικέναι μοι δοκούσιν, ώσπερ αν τις εν νηϊ καθήμενος, και το πέλαγος διαπεραιούμενος, και τον κυβερνήτην ορών των οιάκων επειλημμένον, και τα πηδάλια προς την χρείαν κινούντα, και νυν μεν το δεξιόν φέροντα, νυν δε το ευώνυμον μεταφέροντα, και το σκάφος προς ους αν εθέλη λιμένας ιθύνοντα, αρνοίτο προφανώς ούτως ψευδόμενος, και άντικρυς τη αληθεία μαχόμενος, και μήτε κυβερνήτην επί πρύμνης εστάναι, μήτε πηδάλια το σκάφος έχειν, μήτε τη κινήσει των οιάκων ιθύνεσθαι, αλλ’ αυτόματον φέρεσθαι, και της των κυμάτων περιγίνεσθαι ρύμης, και τη των πνευμάτων εμβολή διαμάχεσθαι, και μήτε ναυτών επικούρων δείσθαι, μήτε κυβερνήτου, το κοινή συμφέρον τοις ερέταις προστάττοντος· εναργώς γαρ ούτοι, και λίαν προφανώς τον απάντων δεσπότην ορώντες ην εποίησε κτίσιν ιθύνοντα, και πάντα εν ρυθμώ και τάξει άγοντά τε και φέροντα, και την αρμονίαν εκάστω των γινομένων εμπρέπουσαν, κάλλος ομού και χρείαν εν απάση θεωρούντες τη κτίσει, και εν εκάστω δε μορίω ταύτης άμφω ταύτα διαλάμποντα, εκόντες τυφλώττουσι, μάλλον δε ορώντες αναισχυντούσι, και τα δώρα της προνοίας λαμβάνοντες, οις λαμβάνουσι λοιδορούνται, και δι’ ων απολαύουσι, τω κηδεμόνι πολεμούσιν».                                                                                                                                                                                                                                                 
Ταύτα διαζωγραφεί παραστατικώτατα εις τον β΄ περί Προνοίας λόγον του ο σοφώτατος Επίσκοπος Κύρου Θεοδώρητος. Αλλά θα υποτάξωμεν την πτωχήν και επηρμένην γνώσιν μας εις την αυθεντίαν των Αγίων Γραφών, εις το κύρος των Πατέρων, εις μίαν απλήν, αλλ’ ευσεβή λογικήν; Θα δυνηθώμεν να διϊδωμεν όπισθεν των προσωπικών και κοινωνικών πειρασμών, τον δάκτυλον της θείας Προνοίας δια να απαλλαγώμεν από τας πικρίας και την αγανάκτησιν κατ’ ανευθύνων αδελφών, οίτινες τίθενται εις την πορείαν του βίου μας ως ασυνείδητα όργανα της θείας Αγάπης, ως και ημείς οι ίδιοι άλλωστε;                                                                                                                                               
Ιδίως οι υπό των σεισμών δοκιμασθέντες, δι’ ους κυρίως δημοσιεύεται η πραγματεία του θεοφόρου Αββά Μάρκου του Ασκητού, θα αισθανθούν την «εν ράβδω» επίσκεψιν του «επιβλέποντος επί την γην και ποιούντος αυτήν τρέμειν;».                                                                                                                                                                                                       
Το ότι κατεστράφησαν ολόκληροι πόλεις, τι σημασίαν δύναται να έχη προ της ψυχικής ωφελείας, η οποία εξικνείται μέχρις αυτής της αιωνιότητος; Ο άγιος Αυγουστίνος, εις μίαν επιδρομήν βαρβαρικήν εις την Ιππώνα, ης ήτο Επίσκοπος, καθ’ ην προεκλήθησαν μεγάλαι καταστροφαί και δηώσεις, έλεγεν ότι, «είναι ταπεινόν να πιστεύωμεν ότι η κατακρήμνισις ξύλων και λίθων, και ο θάνατος θνητών ανθρώπων αποτελεί μέγιστον κακόν». Απέβλεπεν ο άγιος εις τας ψυχάς. Εάν οι σεισμοπαθείς αδελφοί ωκειούντο το πνεύμα του ι. Αυγουστίνου, έπεται ότι όσα εν τω παρόντι γράφονται είναι περιττά, και χαρά μεγάλη γίνεται εν τω ουρανώ.                                                                  
Αλλ’ είδον εις την «κατακρήμνισιν ξύλων και λίθων» το θείον Έλεος, δια να είπουν με τον ποιητήν, «ευχαριστώ την καταστροφήν που με ύψωσεν ως Εσένα· ευλογημένες να είναι οι αποτυχίες που μ’ έκαναν ν’ ακούω τον εσπερινόν»; Ή θα γογγύσουν γινόμενοι και αχάριστοι προς την ευεργετικήν επίσκεψιν, αυξάνοντες την ευθύνην;                   
Διησθάνθησαν την παρουσίαν του Κυρίου, και μέσα από τα ερείπια θα προσευχήθησαν με τον ευσεβή μουσουργόν, λέγοντες «Πλησιέστερά Σου Θεέ μου…»; Τέλος, «το χάσμα π’ άνοιξ’ ο σεισμός, εγέμισ’ άνθια…»; Τα «άνθια» της Μετανοίας και της Αγάπης;…                                                                                                                                                      
Πόσον το ευχόμεθα!...

Α.α

Δεν υπάρχουν σχόλια: