Η ΟΡΘΟΔΟΞΗ ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΕΚΚΛΗΣΙΑ ΚΑΙ ΟΙ ΣΥΓΧΡΟΝΟΙ ΓΕΡΟΝΤΑΔΕΣ -- του αδελφού μας Αθανασίου Σακαρέλλου

μέρος Β' 

1. Ο π. Θεόκλητος Διονυσιάτης
 

α. Περισσότερο υποψιασμένος τα χρόνια αυτά, τέλη της δεκαετίας 1950 και αρχές της δεκαετίας 1960, για τα γεγονότα αυτά ήταν ο π. Θεόκλητος Διονυσιάτης. Είχε άλλωστε κάποια εμπειρία από τις αντιδράσεις του συντηρητικού θεολογικού κατεστημένου από όσα εκτυλίχτηκαν κατά την έγκριση της διδακτορικής διατριβής του π. Ιωάννη Ρωμανίδη, που εκθέσαμε πιό πάνω.
 
Ο π. Θεόκλητος υπήρξε ίσως την εποχή αυτή η σημαντικώτερη μορφή του αγιορείτικου μοναχισμού. Τα βιβλία του είναι πράγματι αξιόλογα, μοναδικά για την εποχή τους. Ειδικά, η α΄ έκδοση του βιβλίου «Μεταξύ Ουρανού και γης» έγινε αιτία πολλοί νέοι να εγκαταλείψουν τον κόσμο και να στραφούν προς τη μοναχική ζωή.
 

β. Τον π. Θεόκλητο γνώρισα, όπως και τον γέροντά του π. Γαβριήλ Διονυσιάτη, το 1959 στο Άγιο Όρος. Έκτοτε, είχα πολλές συναντήσεις και συζητήσεις μαζί του, τόσο στο ΄Άγιο ΄Όρος, όσο και στην Αθήνα. Άλλος όμως ήταν ο π. Θεόκλητος τα πρώτα χρόνια της γνωριμίας μας και άλλος, δυστυχώς, ο μετέπειτα.
 
Τα πρώτα χρόνια της γνωριμίας μας ο π. Θεόκλητος εξέφραζε αρκετά την πατερική Παράδοση. Ήταν ένας αντιπαπικός και ανθενωτικός μοναχός.
 


Τα πρώτα αυτά χρόνια της γνωριμίας μας ο π. Θεόκλητος ασκούσε οξύτατη κριτική στον Αθηναγόρα. Τον θεωρούσε αιρετικό. Τον αποκαλούσε «στόμα του Άδη»! Δεν ήταν ευχαριστημένος από τους (παλαιούς) αγιορείτες μοναχούς, οι οποίοι αδυνατούσαν να συλλάβουν τα απόψεις του. Ακόμα, ούτε με τον γέροντά του, τον π. Γαβριήλ, ένα πολύ αξιόλογο γέροντα, ήταν ευχαριστημένος ο π. Θεόκλητος.
 
Αυτόν που εκτιμούσε βαθύτατα ήταν ο π. Αθανάσιος Ιβηρίτης, περί του οποίου μου αποκάλυψε ότι ήταν προηγουμένως ιερέας στο Πατριαρχείο Αλεξάνδρειας. Εκεί, οι ιερείς του Πατριαρχείου πωλούσαν τη «θεία Κοινωνία» σε άτομα, για να τη χρησιμοποιήσουν στις διάφορες «μαγείες» τους! Ο π. Αθανάσιος, μου είχε πει ο π. Θεόκλητος, εγκατέλειψε το Πατριαρχείο, παραιτήθηκε από την ιερωσύνη και ήρθε το Άγιο Όρος, όπου ζούσε ασκητικά. Ο π. Αθανάσιος αγαπούσε πολύ τον άγιο Νικόδημο Αγιορείτη, και πολύ βοήθησε την «αγιοποίησή» του από το Πατριαρχείο. Σημειωτέον, ότι το Πατριαρχείο προέβη στην «αγιοποίηση» του ως Ορθοδόξου διδασκάλου, ενώ μέχρι τότε όλες οι «αγιοποιήσεις» επικαλούνταν, κι’ όπως είναι το σωστό, ως δικαιολογητική βάση, είτε το μαρτύριο, είτε την οσιακή ζωή τους.
 

γ. Εν τω μεταξύ άρχισε η επάνδρωση πολλών Μοναστηριών του Αγίου Όρους με οργανωσιακούς μοναχούς. Στις διάφορες συζητήσεις μας διαπίστωσα ότι δεν είχε ιδιαίτερη εμπιστοσύνη και εκτίμηση στους νέους Ηγουμένους, οι οποίοι με την δική του κυρίως βοήθεια εγκαταστάθηκαν στο Άγιο ΄Όρος. Πίστευε όμως ότι «τα παιδιά» τους είναι καλά, και ότι ήταν εύκολο εγκαταλείψουν το πνεύμα των Οργανώσεων, με το οποίο ανατράφηκαν και να «μπολιαστούν» στην αγιορείτικη πραγματικότητα.
 

δ. Εν τω μεταξύ ο π. Θεόκλητος άρχισε ο ίδιος να μεταλλάσσεται. Άρχισε να συμφιλιώνεται με το Πατριαρχείο. Έφτασε στο σημείο να γίνει ο έμπιστός του στο άγιο Όρος. Το Πατριαρχείο, στα πλαίσια της φαναριώτικης πολιτικής του, προφανώς για να τον κολακεύσει για τη μεταλλαγή του αυτή, άρχισε να δέχεται τις υποδείξεις του στ’ αγιορείτικα ζητήματα. Ο ίδιος δε αποκήρυξε τα πρώτα άρθρα του, με τα οποία στρέφονταν εναντίον του Αθηναγόρα. Τα θεωρούσε πλέον ως προϊόντα νεανικού ενθουσιασμού, που έπαυσαν πλέον να τον εκφράζουν. Ακόμα και τις κακόδοξες δηλώσεις του Αθηναγόρα, τις θεωρούσε ως απλές εκφράσεις, που ειπώθηκαν από τον Πατριάρχη στα πλαίσια των κοινωνικών του σχέσεων! Έπαυσε πλέον να οσφραίνεται κανένα κίνδυνο για την Ορθοδοξία.
 


ε. Ο π. Θεόκλητος δεν είχε εκτίμηση και σ’ ωρισμένους καταξιωμένους αγιορείτες «γεροντάδες», τους οποίους άκουσα ν’ αποκαλεί «ψευτοαγίους». Μεταξύ αυτών συγκατέλεγε και τον π. Παΐσιο. Σχημάτισα τη γνώμη ότι αυτά τα έλεγε μάλλον από κάποια ζηλοτυπία.
 
Καλύτερη γνώμη είχε αρχικά για τους «ζηλωτές» του Αγίου Όρους, δηλ. τους Παλαιοημερολογίτες. Γρήγορα όμως άρχισε να καταφέρεται και κατ’ αυτών, όταν θύμωσε, επειδή ο μέχρι τότε φίλος του «ζηλωτής» μοναχός Αρσένιος Κοτέας, δεν του έδωσε ωρισμένα στοιχεία που ζήτησε να τα δημοσιεύσει, προπαντός δε όταν έγινε φιλοπατριαρχικός.
 

στ. Μετά τη διάσπαση της «Ζωής» το 1960 και τη στροφή μερικών οπαδών της προς το μοναχισμό ο π. Θεόκλητος άρχισε να προσανατολίζεται προς αυτούς, για ν’ αναλάβουν την επάνδρωση του αγίου Όρους. Αυτό και έγινε. Οι μοναχοί αυτοί απόκτησαν με τη βοήθειά του αρκετά μοναστήρια. Κινούνται έκτοτε στο ίδιο μήκος κύματος, που κινήθηκε και ο π. Θεόκλητος στην τελευταία φάση της ζωής του, ακολουθώντας την ίδια φιλοπατριαρχική γραμμή!
 




2. Ο παπα- Χαράλαμπος Βασιλόπουλος
 

Μεταξύ των προσώπων, που άρχισαν ν’ ανησυχούν για τα τεκταινόμενα σε βάρος της Ορθοδοξίας, σύμφωνα με τα όσα έβλεπαν το φως της δημοσιότητας, ήμουνα κι’ εγώ. Τότε σπούδαζα στο Πανεπιστήμιο της Αθήνας. Είχα διαβάσει με πολύ ενδιαφέρον το βιβλίο του π. Ιωάννη Ρωμανίδη για το»Προπατορικό αμάρτημα» και παρακολουθούσα την αρθρογραφία του π. Θεοκλήτου Διονυσιάτη. Τις ανησυχίες μου αυτές τότε τις εμπιστεύθηκα στον μακαριστό π. Χαράλαμπο Βασιλόπουλο, γνωστό μου από τότε που ήταν ακόμα λαϊκός.
 
Τον επισκέφτηκα και του εξέθεσα όσα ανησυχητικά στοιχεία είχα υπ’ όψη μου. Ο παπα- Χαράλαμπος συμφώνησε απόλυτα μαζί μου, ότι οι παπικοί ενεργούν σε βάρος της Ορθοδοξίας και οι διάφορες δηλώσεις και ενέργειες του Αθηναγόρα ήταν απαράδεκτες. Τον ρώτησα, τι έπρεπε να γίνει. Μου απάντησε:
 
- «Ένα βήμα» να κάνουν ακόμα, και θα δεις τι έχει να γίνει!
 
Εγώ, το πίστεψα και ηρέμησα. Περίμενα «ένα βήμα» να κάνει ακόμα ο Αθηναγόρας. Ήμουνα βέβαιος ότι θα χάλαγε ο κόσμος από τις αντιδράσεις μας. Σε λίγο, γινότανε το επόμενο «ένα βήμα», χωρίς παραδόξως να γίνει τίποτε! Έτρεχα πάλι στον παπα- Χαράλαμπο και του έλεγα τα νέα κατορθώματα του Αθηναγόρα. Ο παπα -Χαράλαμπος μου έδινε πάλι την ίδια απάντηση. Εγώ ηρεμούσα και περίμενα το επόμενο «βήμα»! Και πάλι η ίδια ιστορία, η ίδια απάντηση! Ώσπου, απελπίστηκα και έπαψα να περιμένω. Επαναλήφθηκε ο μύθος του Χταποδιού και της μάνας του Χταπόδας, που έλεγε ο μακαρίτης ο Κόντογλου. Το 1990 επειδή δεν έβλεπα να γίνεται κανένα βήμα, απ’ όσα υπόσχονταν τότε όλοι γεροντάδες, αναγκάστηκα να το κάνω εγώ. Αποτειχίστηκα απ’ την «εκκλησία των πονηρευομένων» Αποτειχισμένος έμεινα οκτώ χρόνια, οπότε απέκτησα «κοινωνία» με την Εκκλησία του Παλαιού ημερολογίου.
 

Σε κάποια συζήτηση, που είχα με τον μακαριστό παπα-Χαράλαμπο, τον ρώτησα για τους Παλαιοημερολογίτες. Μου είπε:
 
- Καλοί είναι! Αυτοί έχουν δίκηο. Όχι εμείς!
 
Τον ξαναρώτησα:
 
- Τότε, πάτερ μου, γιατί δεν είσαι με τους Παλαιοημερολογίτες;
 
Μου απάντησε, αμήχανα:
 
- Δεν μπορώ, δεν μπορώ!.....
 

Ανέφερα τα παραπάνω για τις απόψεις του παπά – Χαράλαμπου, όχι μόνο γιατί την εποχή αυτή σκέπτονταν κατά τον ίδιο τρόπο περίπου και άλλοι «γεροντάδες», αλλά και για το γεγονός ότι από τότε άρχισε να εκδίδει την αγωνιστική εφημερίδα «Ορθόδοξος Τύπος». Η εφημερίδα αυτή, μολονότι μέχρι σήμερα δεν μπόρεσε να απεμπλακεί πλήρως απ’ τα οργανωσιακά πλοκάμια, έχει συμβάλλει σημαντικά με την αρθρογραφία της στην αφύπνιση της Ορθόδοξης συνείδησης πολλών πιστών.
 


3. Ο π. Επιφάνιος Θεοδωρόπουλος
 

α. Ήμουνα μάλλον δευτεροετής φοιτητής Θεολογίας, όταν γνώρισα τον π.
 
Επιφάνιο. Ομολογώ ότι εντυπωσιάστηκα από τη γνωριμία αυτή. Την εποχή εκείνη, που «όλα τάσκιαζε η φοβέρα των οργανώσεων και τα πλάκωνε η σκλαβιά του ευσεβισμού» ήταν το κάτι άλλο. Ανυπόκριτος! Σοφός και ενάρετος! Πολυτάλαντος! Άνθρωπος μεγάλης αγάπης, ακόμα και προς τους εχθρούς του, τους οποίους, όπως έλεγε, προσπαθούσε να «εκδικηθεί» ευεργετώντας τους!
 
Όταν τον γνώρισα ήταν ακόμα διάκονος. Δεν είχε θέση σε ναό. Έμενε στο ίδρυμα των «Τριών Ιεραρχών», επί της οδού Μενάνδρου 4. Για να εξοικονομεί τα έξοδά του έκανε διορθώσεις στα βιβλία, που εξέδιδε ο εκδοτικός οίκος Παπαδημητρίου. Τότε, τον είχαν πλησιάσει άλλοι δύο φοιτητές. Αργότερα απέκτησε πολλά πνευματικά παιδιά, μεταξύ των οποίων είναι οι σημερινοί Μητροπολίτες Νέας Σμύρνης Συμεών Κούτσας, Έδεσσας Ιωήλ Φραγκάκος, ο πρωτοσύγκελος της Αρχιεπισκοπής Αθηνών πρωτοπρεσβύτερος Θωμάς Συνοδινός, κ.ά.
 
΄Οταν χειροτονήθηκε ιερεύς, τον έκανα και εγώ για ένα διάστημα πνευματικό μου.
 

β. Για το θέμα του παπισμού, που εγώ τότε ενδιαφερόμουνα ιδιαίτερα, ο π. Επιφάνιος δεν ανησυχούσε, όπως όλοι οι πνευματικοί την εποχή εκείνη. Πίστευε, ότι ήταν «νεφύδριο», όπως έλεγε ο Μέγας Αθανάσιος για τον «αρειανισμό». Νόμιζε ότι τα πράγματα θα άλλαζαν γρήγορα, όταν θα πέθαινε ο Αθηναγόρας! Αδυνατούσε να συλλάβει το μέγεθος του προβλήματος. ΄Ηταν άλλωστε άγνωστα τα τόσα στοιχεία, που είναι σήμερα γνωστά σε μας. Παρά ταύτα, και με τα ελάχιστα αυτά στοιχεία, που είχε τότε υπόψη του, έγραφε εναντίον του παπισμού, του οικουμενισμού, του Αθηναγόρα και όλων των φιλενωτικών! Και σ’ αυτό διέφερε από τους άλλους πνευματικούς της εποχής εκείνης.
 
Αργότερα άρχισε να πιστεύει, ότι ο Αθηναγόρας και ωρισμένοι επίσκοποι του Φαναρίου υπερέβησαν τα όρια ασφαλείας από ένα Ορθόδοξο. Γι’ αυτό, το 1970, υποστήριξε τη διακοπή του μνημοσύνου του ονόματος του Αθηναγόρα. Δεν συμφωνούσε όμως και με τη παύση της «κοινωνίας», με όσους μνημόνευαν τον Αθηναγόρα, γιατί νόμιζε ότι έτσι θα αποκόπτονταν κάποιος από την Εκκλησία.
 
Ο π. Επιφάνιος είναι εκείνος που εξώθησε τον Μητροπολίτη Ελευθερουπόλεως Αμβρόσιο, με τον οποίο συνδεόταν στενά, να σταματήσει το μνημόσυνο του ονόματος του Αθηναγόρα. Ο Μητροπολίτης Αμβρόσιος πράγματι έπαυσε το μνημόσυνο του Αθηναγόρα το 1970. Το παράδειγμα του Αμβροσίου ακολούθησε τότε και ο Φλωρίνης Αυγουστίνος Καντιώτης. Ύστερα, και ο Παραμυθίας Παύλος Καρβέλης. Διατήρησαν όμως «κοινωνία» με όσους εξακολουθούσαν να μνημονεύουν τον Αθηναγόρα. ΄Ετσι, η διακοπή αυτή του μνημόσυνου ήταν «κολοβή» και φαιδρή, γιατί σε μιά γιορτή που μπορεί να συλλειτουργούσε ένας απ’ τους τρεις αυτούς Μητροπολίτες, με κάποιον άλλο Μητροπολίτη των Νέων χωρών, ο μεν ένας δεν μνημόνευε τον Αθηναγόρα, τον μνημόνευε όμως ο άλλος στην ίδια λειτουργία! Οπότε μιά τέτοια διακοπή του μνημοσύνου, που την εισηγήθηκε π. Επιφάνιος, δεν ήταν ιδαίτερα οδυνηρή για τον Αθηναγόρα. Μάλλον, οι πονηροί φαναριώτες θα γελούσαν σε βάρος μας!
 
Όλα τα βαρυσήμαντα κείμενα του αείμνηστου Μητροπολίτη Ελευθερουπόλεως Αμβροσίου, σχετικά με την διακοπή του μνημόσυνου του Αθηναγόρα, είναι γραμμένα από τον π. Επιφάνιο. Τα κείμενα αυτά, όπως και πολλά άλλα που έγραφε, συνήθως προηγουμένως, προτού τα κυκλοφορήσει, μου τα διάβαζε στο τηλέφωνο, ή μου τα έστελνε σε αντίγραφο, να εκφράσω τη γνώμη μου, ή υποδείξω τυχόν διορθώσεις, που νόμιζα χρήσιμες. Πολλές φορές σε πολλά σημεία διαφωνούσα μαζί του. Τις διαφωνίες μου αυτές, άλλοτε τις αποδεχόταν, άλλοτε όχι!
 

γ. Το πρόβλημα με τον π. Επιφάνιο ήταν, αφενός μεν, η θεολογία την οποία εξέφραζε, και κυρίως η «εκκλησιολογία» του, και αφετέρου, ο λεγόμενος «αντι-παλαιοημερολογιτισμός» του.
 

Στην Ελλάδα διαμορφώθηκαν τρία θεολογικά ρεύματα. Ένα «συντηρητικό», ένα «φιλελεύθερο» και ένα άλλο, από τα μέσα του 20ου αιώνα, το «Παραδοσιακό».
 

Ο π. Επιφάνιος μολονότι είχε διαβάσει τους Πατέρες ,ως φοιτητής ακόμα, όπως έλεγε, ήταν περισσότερο συντηρητικός θεολόγος. Το καυχιόταν άλλωστε ο ίδιος γι’ αυτό. Εξάλλου ήταν και εγκεφαλικός τύπος. Η θεολογία του και η «εκκλησιολογία» του ήταν επηρεασμένη περισσότερο από το συντηρητικό πνεύμα, το οποίο στην Ελλάδα εξέφραζαν καθηγητές, όπως ο Ανδρούτσος, τον οποίο θεωρούσε «αυθεντία» κ.ά. Η περίφημη Δογματική του Ανδρούτσου, όπως είχε εμπιστευθεί ο Ιω. Καρμίρης στον π. Ιω. Ρωμανίδη, είναι μετάφραση παπικού συγγράμματος!
 
Ως εκ τούτου, ο π. Επιφάνιος, είχε μεγάλη εκτίμηση στους συντηρητικούς καθηγητές των Θεολογικών Σχολών, όπως τον Παν. Τρεμπέλα, τον Παν. Μπρατσιώτη, τον Χρ. Ανδρούτσο, τον Κων. Μουρατίδη κ. ά. Δεν συμφωνούσε όμως, με το π. Ιω. Ρωμανίδη, η θεολογία του οποίου ήταν καθαρά Πατερική.
 
Ήταν αντίθετος σε κάποιες θεολογικές θέσεις και του νυν Μητροπολίτη Ναυπάκτου Ιεροθέου Βλάχου, ο οποίος τότε ήταν ακόμα αρχιμανδρίτης και είχε ιδιαίτερες σχέσεις μαζί του.
 
Το πόσο συντηρητικός υπήρξε στη θεολογία του ο π. Επιφάνιος φαίνεται και από κάτι που μου είπε κάποτε, με αφορμή τις παρ’ ηλικία χειροτονίες ωρισμένων κληρικών. Ας υποτεθεί, μου είπε, ότι ήταν κάποτε επίσκοπος και κατέβαινε απ’ τον ουρανό ο Απ. Παύλος, ζητώντας του να τον χειροτονήσει ιερέα. Θα του έβαζε μετάνοια. Στη συνέχεια θα τον ρωτούσε, πόσο χρονών είναι. Αν του έλεγε ότι είναι 29 ετών και έξη μηνών, θα τον συμβούλευε να ξαναπάει στον ουρανό και να επιστρέψει μετά από έξη μήνες, μέχρι να συμπληρώσει το όριο των 30 ετών της ηλικίας του, που ορίζουν οι Ιεροί Κανόνες. Τότε θα τον χειροτονούσε!....
 

δ. Σε μιά συνάντηση, που έγινε στο Χαλάνδρι, στο σπίτι του νυν Παλαιοημερολογίτη Μητροπολίτη Αμερικής Παύλου, ο οποίος τότε ήταν φοιτητής στο Πανεπιστήμιο της Αθήνας, προκλήθηκε σφοδρή σύγκρουση μεταξύ π. Ιω. Ρωμανίδη και π. Επιφανίου. Στη συνάντηση αυτή συζητήθηκε το θέμα του Παλαιού Ημερολογίου. Ο π. Επιφάνιος υποστήριζε, όπως πάντα, ότι οι Παλαιοημερολογίτες είναι σχισματικοί και εκτός Εκκλησίας! Αντίθετη γνώμη είχε ο π. Ιω. Ρωμανίδης. Την τεκμηρίωνε με αδιάσειστα πατερικά θεολογικά επιχειρήματα. Ο π. Ιω. Ρωμανίδης υποστήριξε, όπως πάντα, τους Παλαιοημερολογίτες. Πίστευε ότι είχαν κι’ έχουν δίκηο. Το «Ημερολογιακό» έλεγε είναι «Κανονικοδογματικό ζήτημα»! Δεν είχα την ευκαιρία να παρευρεθώ στη συζήτηση αυτή. Μου τη μετέφερε όμως, τόσο ο Μητροπολίτης Παύλος, όσο και ο ίδιος ο π. Ιω. Ρωμανίδης.
 
Ο τελευταίος, «έξω φρενών» μου είπε την επομένη μέρα για τον π. Επιφάνιο:
 
- Τι είναι αυτά που λέει αυτός ο άνθρωπος! Αυτός είναι ο Επιφάνιος, που μου επαινείς;
 
Και μου εξιστόρησε όλη τη συζήτησή τους, εκφράζοντας την απόλυτη
 
αντίθεσή του με τις θεολογικές απόψεις του.
 

ε. Σημειωτέον, ότι ο π. Επιφάνιος είχε συγκρουσθεί για θεολογικά θέματα και με τον π. Θεόκλητο Διονυσιάτη, ο οποίος ήταν περισσότερο εμποτισμένος από την πατερική θεολογία, παρά από την ακαδημαϊκή, που ήταν ο μακαριστός γέροντας.
 
Με αυτά τα δεδομένα, είναι ευεξήγητη η στάση του π. Επιφανίου απέναντι στους Παλαιοημερολογίτες, τους οποίους θεωρούσε σχισματικούς, ακόμα και αιρετικούς! Θεωρούσε την παύση της «κοινωνίας» με τους κακοδόξους επισκόπους, μόνο ως δικαίωμα των πιστών, και όχι ως υποχρέωσή τους. Δεν ήθελε να ακούσει για παύση «κοινωνίας» με όσους «κοινωνούν» με αιρετικούς!
 
Φαίνεται ότι τον αντι- παλαιοημερολογιτισμό τον μετέδωσε σ’ αυτόν ο συμπατριώτης του π. Ιωήλ Γιαννακόπουλος, τον οποίο εκτιμούσε βαθύτατα. Ο π. Ιωήλ έγραψε ένα μικρό βιβλίο για το Παληό Ημερολόγιο. Σ’ αυτό εξέτασε το Παλαιό Ημερολόγιο κυρίως ως αστρονομικό ζήτημα!
 
Ο π. Επιφάνιος κατέστη ο περισσότερο γνωστός αντι- παλαιοημερολογίτης. Σ’ αυτό τον βοήθησαν όχι μόνο οι πολλές γνώσεις του, αλλά και οι πολλές του ικανότητες, ώστε με λογικά επιχειρήματα να μπορεί να επιβάλει τη γνώμη του και εκεί ακόμα που τυχόν δεν είχε δίκηο. Από την άλλη μεριά η επίσημη εκπροσώπηση της Εκκλησίας του Παλαιού Ημερολογίου δεν ενδιαφέρθηκε ποτέ μέχρι σήμερα να αντικρουστούν συστηματικά οι απόψεις αυτές του π. Επιφανίου.
 

στ. Είναι χαρακτηριστική μιά επιστολή, που έστειλε ο π. Επιφάνιος σε κάποιο αγιορείτη μοναχό, ονόματι Νικόδημο, παληό πνευματικό του τέκνο. Ο μοναχός αυτός ζήτησε τη γνώμη του για το αν θα πρέπει να παύσει η συνοδεία του το μνημόσυνο του Αθηναγόρα.
 
Ο π. Επιφάνιος στην απάντησή του αυτή δέχεται μεν την παύση του μνημοσύνου του Αθηναγόρα, αρνείται όμως την προσχώρηση στους «Ζηλωτές» (δηλ. τους Παλαιοημερολογίτες). Την επιστολή αυτή ξαναδημοσιεύει σε συνέχειες η εφημερίδα «Ορθόδοξος Τύπος». ΄Εχει δε διαφημιστεί τόσο πολύ η επιστολή αυτή, ώστε έγινε το εντρύφημα κάθε Νεοημερολογίτη.
 
Μεταγενέστερα όμως, όταν εξ αιτίας του π. Ιωάννη Ρωμανίδη γνώρισα κάπως την Πατερική Θεολογία, διαπίστωσα πόσο ανερμάτιστη είναι η επιστολή αυτή. Μπορώ να πω, ότι σχεδόν όλα τα στοιχεία και οι ισχυρισμοί της είναι ανιστόρητοι και αθεολόγητοι. Σκέφτηκα πολλές φορές να την αντικρούσω με τα νεώτερα δεδομένα. Δεν το απεφάσισα όμως για συναισθηματικούς, και άλλους λόγους.
 
Πάντως οι απαράδεκτες από πλευράς Πατερικής Παραδόσεως αυτές απόψεις του π. Επιφανίου, επηρέασαν και επηρεάζουν αρνητικά μέχρι σήμερα πολύ κόσμο, θεολόγους, κληρικούς και μοναχούς, «γεροντάδες», όπως και τον π. Παΐσιο, όπως έλεγε ο ίδιος σε γνωστό μου μοναχό.
 

ζ. Είναι χαρακτηριστικά δύο περιστατικά, που μου ανέφερε ο ίδιος ο π. Επιφάνιος:
 

Το πρώτο αφορά τον τότε αρχιμανδρίτη και νυν πρώην Μητροπολίτη Φλωρίνης Αυγουστίνο Καντιώτη, ο οποίος είχε αποφασίσει κάποτε να γυρίσει με το Παληό Ημερολόγιο. ΄Οταν το έμαθε ο π. Επιφάνιος τον μετέπεισε με την διαλεκτική ικανότητα.
 
Πρέπει να σημειωθεί ότι παληότερα ο π. Επιφάνιος με τον τότε αρχιμ. Αυγουστίνο Καντιώτη είχε πάει στην Κερατέα, όπου διέμενε ο παλαιοημερολογίτης επίσκοπος Βρεσθένης Ματθαίος Καρπαθάκης, για να τον συμφιλιώσει με τον ηγέτη της Εκκλησίας του Παλαιού Ημερολογίου Μητροπολίτη πρώην Φλωρίνης Χρυσόστομο Καβουρίδη, για τη διένεξή τους του 1937, περί του αν οι Νεοημερολογίτες κατέστησαν από το 1924 σχισματικοί. ΄Οταν τον ρώτησα πως το έκανε αυτό, αφού θεωρεί τους Παλαιοημερολογίτες σχισματικούς και «εκτός Εκκλησίας», μου απάντησε ότι πήγε μόνο ως συνοδός του π. Αυγουστίνου. Περί τούτου γράφει σχετικά ο θεολόγος Σταύρος Καραμήτσος στο βιβλίο του « Η αγωνία στον κήπο της Γεσθημανή».
 

η. Το δεύτερο περιστατικό αφορά τον μακαριστό π. Φιλόθεο Ζερβάκο, που είναι μιά σπουδαία μορφή του μοναχισμού.
 
Ο π. Φιλόθεος Ζερβάκος πάντα συμπαθούσε το Παληό Ημερολόγιο. Ήδη, από το 1924 συμβούλευε τα μοναστήρια ν’ ακολουθούν το Παληό. Και υποσχόταν ότι και ο ίδιος θα το ακολουθούσε. Πράγματι, κάποτε προτού το αποφασίσει, ανέβηκε στην κορυφή ενός βουνού και εκεί κάθησε προσευχόμενος όλη τη νύκτα. Ζητούσε να τον φωτίσει ο Θεός, αν θα πρέπει να προσχωρήσει στην Εκκλησία του Παληού Ημερολογίου, ή όχι. Και πράγματι τη νύκτα εκείνη, όπως έγραψε ο ίδιος, άκουσε μέσα του μια φωνή, που του είπε:
 
- Το Παληό είναι το ορθό!
 
Τη φωνή αυτή θεώρησε φωνή του Θεού. Αμέσως γύρισε αυτός και το
 
μοναστήρι του με το Παληό. Ο π. Επιφάνιος στενοχωρήθηκε πολύ με την απόφαση αυτή του π. Φιλόθεου Ζερβάκου. Φρόντισε, όσο μπορούσε μαζί με άλλους και τον μετέστρεψαν πάλι στο Νέο!
 
Και τη «φωνή του Θεού», που άκουσε ο μακαριστός γέροντας, κανένας δεν την αναφέρει σήμερα. Αν η φωνή αυτή του έλεγε, να πάει με το Νέο Ημερολόγιο, δεν θα υπήρχε αντι –παλαιοημερολογίτης, που να μην την έχει κάνει φλάμπουρο και ... ταμπούρλο!
 

θ. Ο π. Επιφάνιος για τη στάση του αυτή απέναντι στους Παλαιοημερολογίτες επικαλούνταν ως επιχείρημα το ότι δημιούργησαν σχίσμα στην Εκκλησία, το οποίο δεν ξεπλένει, όπως τόνιζε, ούτε αίμα μαρτυρίου, κατά τον άγιο Ιωάννη Χρυσόστομο.
 

Όταν σε κάποια συζήτησή μας έκρουσα τον κώδωνα του κινδύνου της Ορθοδοξίας από τους Λατινόφρονες Πατριάρχες, μου είπε:
 
- Αχ, να μην υπήρχαν αυτοί οι Παλαιοημερολογίτες και θα έβλεπες, τι θα έκανα!
 
Έκπληκτος, του απάντησα:
 
- Πάτερ μου, υπόθεσε, πως δεν υπάρχουν οι Παλαιοημερολογίτες. Γιατί δεν κάνεις αυτό που προστάζουν οι Κανόνες κι’ οι Πατέρες; Και όχι μόνο αυτό, αλλά πολεμάς όσους έκαμαν αυτό, που λένε οι Πατέρες;
 
Μετά από αυτά, δεν δόθηκε άλλη συνέχεια στη συζήτησή μας.
 

ι. Μιά άλλη δε φορά, ο «Ορθόδοξος Τύπος» είχε δημοσιεύσει ένα άρθρο με φοβερά στοιχεία για τη διάβρωση της Ορθοδοξίας από τον Οικουμενισμό. Ο π. Επιφάνιος έτυχε να λάβει γνώση του φύλλου της εφημερίδας αυτής μιά μέρα προ της κυκλοφορίας της. Ανησύχησε πολύ από το δημοσίευμα αυτό. Φοβήθηκε, μήπως το εκμεταλλευτούν οι Παλαιοημερολογίτες. Έπεισε τους υπευθύνους της εφημερίδας αυτής να πολτοποιήσουν το τεύχος αυτό και ανέλαβε τα έξοδα για την εκτύπωση νέου, χωρίς το επίμαχο δημοσίευμα!
 

ια. Από την άλλη μεριά, ο π. Επιφάνιος εκμεταλλεύονταν ορισμένες άστοχες ενέργειες Παλαιοημερολογιτών για να πλήξει την Εκκλησία τους. Είχαν όμως και κάποια δικαιολογία οι άνθρωποι αυτοί, γιατί βρίσκονταν σε διωγμό από τους επισκόπους της κρατικής Εκκλησίας. Ακόμα, πρέπει να ληφθεί υπόψη ότι οι Παλαιοημερολογίτες, πολλές φορές, δεν είχαν και την καλύτερη εκπροσώπηση. Αυτό έδωσε πολλές φορές ευκαιρίες στον π. Επιφάνιο για οξεία κριτική σε βάρος τους. Εγώ, όμως αν και δεν ήμουνα την εποχή εκείνη Παλαιοημερολογίτης, τους βοηθούσα, όσο μπορούσα. Αυτό ενοχλούσε τον π. Επιφάνιο. Γι’ αυτό σε μια συζήτηση μου είπε:
 
- Θα πας στη κόλαση, γιατί γίνεσαι αιτία, η μισή Ελλάδα να είναι με το
 
Παληό!
 
Του απάντησα:
 
- Ευτυχώς, πάτερ μου, γιατί η άλλη μισή Ελλάδα, εξ αιτίας σου, είναι με
 
τον...πάπα!
 

ιβ. Πατά ταύτα, παρά τις διαφωνίες μας, τον αγαπούσα και με αγαπούσε
 
ιδιαίτερα. Δεν υπήρχε μέρα, που να μην επικοινωνήσουμε τουλάχιστο τηλεφωνικά, και μάλιστα όχι μιά φορά, άλλα και δυό και τρεις φορές.
 
Αυτό που μου έκανε ιδιαίτερη εντύπωση με τον π. Επιφάνιο ήταν ότι πολλές φορές, μολονότι ήταν όντως σοφός άνθρωπος, ζητούσε τη γνώμη μου, και ενίοτε, άλλαζε τη δική του. Νομίζω ότι τον αδίκησαν οι περιστάσεις της εποχής του, μέσα στις οποίες έζησε. ΄Ηταν κι’ αυτός «τέκνο της εποχής» του.
 
Είμαι βέβαιος, πως αν ζούσε σήμερα ο π. Επιφάνιος, θα άλλαζε στάση σε πολλά πράγματα. Ήταν τίμιος άνθρωπος. Αν ζούσε τώρα, θα λάμβανε υπόψη του τα σημερινά δεδομένα της προδοσίας της Ορθοδοξίας από τους ανάξιους ποιμένες της. Πιστεύω πως θα συμφωνούσαμε στις αντιδράσεις μας, απέναντι σ’ αυτή την κατάσταση.
 
Τότε, πίστευε, ότι όλοι οι επίσκοποι της Εκκλησίας της Ελλάδος, ίσως πλην ενός, του τότε Μητροπολίτη Περιστερίου Αλέξανδρου, ήταν αντιπαπικοί και αντιαθηναγορικοί!
 
Σήμερα όμως, που θα έβλεπε πως με τη γραμμή, που αυτός χάραξε και υιοθέτησαν οι Νεοημερολογίτες επίσκοποι, πνευματικοί, γεροντάδες, μοναχοί, θεολόγοι και λαϊκοί, όλοι οι επίσκοποι της Εκκλησίας της Ελλάδος, πλην ενός ίσως, είναι φιλοπαπικοί και φιλοπατριαρχικοί, αλλά και Λατινόφρονες, θα αντιμετώπιζε διαφορετικά αυτά τα θέματα.. Όταν θα διαπίστωνε ότι ήδη έγινε η Ένωση των Εκκλησιών, θα είχε αλλάξει γνώμη και τακτική!
 
Είμαι μάλλον βέβαιος, πως θα είμασταν σήμερα σ’ ένα κοινό μέτωπο!
Κρίμα, που δεν ζει σήμερα αυτός άνθρωπος! Κρίμα!


Συνεχίζεται

1 σχόλιο:

Κυπριανός Χριστοδουλίδης είπε...

Γενικά και, κατά κάποιο τρόπο, αφοριστικά, θα ήθελα να σημειώσω το εξής, που αφορά στη στροφή προς τα πατερικά κείμενα, αφορμής γενομένης, από τον π. Ιωάννη Ρωμανίδη.

Χρειάζεται προσοχή, διότι, αν η Αγία Γραφή και ειδικότερα η Καινή Διαθήκη, έδωσε την αφορμή, ώστε να αναδυθούν οι διάφοροι αιρετικοί, που ερμήνευαν κακώς τα νοήματα σε επιλεκτικώς αποσπώμενα εδάφια, το ίδιο εύκολα, μάλιστα δε κατά συρροή, μπορούν να προκύψουν και εκείνοι, οι οποίοι κατά την ιδίαν γνώμη θα ερμηνεύουν πλείστα όσα εδάφια των εκκλησιαστικών πατέρων.

Ένα χαρακτηριστικό παράδειγμα είναι ο μετανεωτερικός ψυχοθεολόγος π. Βασίλειος Θερμός, όπου, γράφοντας ειδικό κεφάλαιο στο πρόσφατα εκδοθέν συλλογικό βιβλίο "Χριστιανική ζωή και σεξουαλικές σχέσεις", μεταξύ άλλων, μας λέει :

"[…] Δεδομένο εἶναι ὅτι τὸ νὰ ἀνακαλύψει κάποιος νέος τὴν ὁμοφυλόφιλη ἕλξη μέσα του συνιστᾶ ἀσθένεια τῆς φύσεως καὶ ὄχι τοῦ προσώπου. Ἀσθένεια τοῦ προσώπου, δηλαδὴ τῆς ὑποστάσεως, σχετίζεται μὲ τὸ γνωμικὸ θέλημα, δηλαδὴ μὲ τὴν ἐλεύθερη χρήση τῶν ἰδιωμάτων τῆς φύσεως. Στὴν περίπτωση τῆς ὁμοφυλοφιλίας ὅμως ἔχουμε ἀλλοίωση πρὶν κἂν τὸ ζήτημα φθάσει στὸ ἐπίπεδο τῆς ἐλευθερίας τοῦ προσώπου. […]".

Μετά από μια τόσο αυθάδη στρέβλωση των θεολογικών Γραφών και ιερών γραμμάτων της Εκκλησίας, όπου σαφώς δηλώνεται η προτεραιότητα του προσώπου έναντι της φύσεως, αντιλαμβάνεται κανείς τι άλλο θα προκύψει. Το πρόσωπο, μας λέει ο ψυχοθεολόγος, είναι άσπιλο και αμόλυντο, δεν προσβλήθηκε από την πτώση των Πρωτοπλάστων. Αντίθετα, χάλασε, αμαυρώθηκε η φύση !

Τι, λοιπόν, χρείαν έχομε των αγίων πατέρων και των Γραφών και "36 τί γὰρ ὠφελήσει ἄνθρωπον ἐὰν κερδήσῃ τὸν κόσμον ὅλον, καὶ ζημιωθῇ τὴν ψυχὴν αὐτοῦ; 37 ἢ τί δώσει ἄνθρωπος ἀντάλλαγμα τῆς ψυχῆς αὐτοῦ;" (Μκ. η΄). Οι εκσυγχρονισμένοι θεολόγοι αυτά δεν τα προσέχουν. Προτιμούν τις ψυχοδυναμικές απαντήσεις της Ψυχοθεολογίας και δια της γραφίδος π. Βασιλείου αποφαίνονται :

«Ὅμως ὁ σημερινὸς ἐκκλησιαστικὸς λόγος περὶ ὁμοφυλοφιλίας πρέπει νὰ ἀντιληφθεῖ ὅτι αὐτὴ δὲν ἀποτελεῖ πάθος ἀλλὰ κατάσταση· ὅτι δὲν χωρᾶ στὶς παραδοσιακὲς φόρμες ποὺ διαθέτουμε μέχρι τώρα γιὰ νὰ περιγράψουμε τὰ πνευματικὰ προβλήματα· ὅτι πρόκειται γιὰ μία μοναδικὴ πραγματικότητα ἀσύμμετρη, γιὰ τὴν ὁποία ὀφείλει νὰ γίνει θεωρητικὴ ἐργασία μὲ στόχο νὰ τὴν κατανοήσουμε. » […] (Σημ. Βλέπε σελ. 176 του μνημονευθέντος βιβλίου).