ΠΡΟΣΚΥΝΗΤΑΙ Ή ΔΙΩΚΤΑΙ; -- Του αειμνήστου Στεργίου Σάκκου Ομ. Καθηγητού Α.Π.Θ.

Στην ταπεινή φάτνη της Βηθλεέμ είδε ο κόσμος το πιο παράδοξο απ΄ όσα συνέβησαν ποτέ· Να κείτεται ως «παιδίον νέον», μικρό κι αδύναμο βρέφος, «ο προ αιώνων Θεός»! «Ο Θεός ήλθε στη γη, όχι όπως Εκείνος μπορούσε, αλλά όπως εμείς μπορούσαμε νε τον δούμε. Εξαιτίας της νηπιότητος του ανθρώπου έγινε κι εκείνος νήπιον», θεολογεί ο άγιος Ειρηναίος. Και η αιτία αυτής της άφατης συγκαταβάσεως; «Αμαρτωλούς σώσαι, ων πρώτος ειμι εγώ» (Α΄ Τιμ. 1: 15), ομολογεί ευγνώμονα ο απόστολος Παύλος. Το είχε ήδη αποκαλύψει ο άγγελος στον Ιωσήφ, όταν τον πληροφόρησε ότι το «παιδίον» θα ονομασθεί Ιησούς, «Αυτός γαρ σώσει τον λαόν αυτού από των αμαρτιών αυτών» (Ματθ. 1: 21).  

π. Θεόδωρος Ζήσης - Ο Άγιος Γρηγόριος ο Παλαμάς και αντιπαλαμικές διεργασίες

ΕΟΡΤΟΔΡΟΜΙΟΝ

Ωδή  θ΄.  Ο  Ειρμός.

 

Στέργειν μεν ημάς, ως ακίνδυνον φόβω, Ράον σιωπήν· τω πόθω δε Παρθένε, Ύμνους υφαίνειν, συντόνως τεθηγμένους, Εργώδές εστιν· αλλά και Μήτηρ σθένος, Όση πέφυκεν η προαίρεσις, δίδου.

 

 

Ερμηνεία.

 


Προς την Αειπάρθενον και λοχεύτριαν του Θεού Λόγου την μουσουργόν της εννάτης Ωδής προσφωνεί τον παρόντα Ειρμόν ο χαριτώνυμος Μελωδός, ούτω λέγων· ω Παρθένε και Μήτηρ ενταυτώ (εις εσέ γαρ μόνην ηνώθησαν Παρθενία ομού και Γέννησις τα κατά φύσιν μαχόμενα), ημείς οι δικοί σου υμνωδοί ερχόμενοι εις την ιδικήν σου υμνωδίαν και έπαινον, και θέλοντες να σε εγκωμιάσωμεν, πάσχομεν από δύο εναντία πάθη, φόβον και πόθον· και ο μεν φόβος προξενεί εις ημάς σιωπήν, ίνα μη αθέμιτον και ανόσιον έργον ποιήσωμεν, τολμώντες με ακάθαρτα χείλη να υμνήσωμεν Εσέ την καθαρωτάτην και παναμώμητον· είρηκε γαρ ο Θεολόγος Γρηγόριος εκ του Πλάτωνος ερανισάμενος: «Μη καθαρώ καθαρού εφάπτεσθαι ουχί θεμιτόν»· και πάλιν «Καθαρτέον πρώτον εαυτόν, είτα τω καθαρώ προσομιλητέον» (Λόγος α΄ περί Θεολογίας)· ο δε πόθος εκ του εναντίου παρακινεί ημάς έσωθεν δια να Σε εγκωμιάσωμεν, αν και ακάθαρτοι είμεθα. Ευκολώτερον δε είναι να πεισθώμεν εις τον φόβον, και να αγαπήσωμεν την σιωπήν, ως μηδένα κίνδυνον έχουσαν· διότι κανέν πράγμα δεν είναι πλέον ακίνδυνον από την σιωπήν· όθεν πολλοί από τους Έλληνες ταύτην εγκωμίασαν· ο μεν γαρ Σιμωνίδης είπεν: «Λαλήσας μεν, πολλάκις μετεμελήθην, σιωπήσας δε, ουδέποτε»· ο δε Πλάτων άδιψον ωνόμασε την σιωπήν· καθότι οι πολλά λαλούντες εις δίψος εκκαίονται· και ο Ιπποκράτης ου μόνον άδιψον είπε το σιωπάν, αλλά και άλυτον και ανώδυνον. Κανέν, λέγω, πράγμα δεν είναι ακινδυνότερον της σιωπής· όθεν και ημείς υπό του φόβου της Θεομητορικής Σου μεγαλειότητος νικώμενοι, ευκολώτερον είναι να αγαπήσωμεν την σιωπήν ως ακίνδυνον· το δε να πλέκωμεν εις Εσέ, Παρθένε, ύμνους και εγκώμια τεθηγμένα: ήτοι ισχυρά, λαμπρά και ακονημένα με συντονίαν και προθυμίαν ψυχής, υπό του πόθου νικώμενοι, τούτο είναι πράγμα δύσκολον και κινδυνώδες εις ημάς· διότι τα μεγαλεία Σου υπερβαίνουν κάθε ύμνον και εγκώμιον. Επειδή όμως υπερνικά τον φόβον ο προς Σε πόθος ημών, και η προαίρεσις έχει μεν τα νικητήρια κατά του φόβου, πλην δύναμιν δεν έχει, δια τούτο Εσύ, Θεοτόκε, όση είναι η ιδική μας προαίρεσις, τόσην αναλόγως δίδου εις ημάς την ιδικήν Σου δύναμιν· ίνα με τα δύο όντες αρματωμένοι υμνήσωμεν καν ολίγον τι Εσέ την αξιϋμνητον και υπερύμνητον.

O Συναξαριστής της ημέρας.

Παρασκευή, 27 Μαρτίου 2015

Ο Ακάθιστος Ύμνος. Ματρώνης οσίας, της εν Θεσσαλονίκη, Φιλητού και Λυδίας των μαρτύρων, Παύλου επισκόπου Κορίνθου και Ευτυχίου των οσίων.

 Ἀκάθιστος Ὕμνος εἶναι «Κοντάκιον». «Κοντάκια» παλαιότεραἐλέγοντο ὁλόκληροι ὕμνοι, ἀνάλογοι πρὸς τοὺς «Κανόνες». Ἡὀνομασία ὀφείλεται μᾶλλον στὸ κοντὸ ξύλο ἐπὶ τοῦ ὁποίουἐτυλίσσετο  μεμβράνη ποὺ περιεῖχε τὸν ὕμνο. Τὸ πρῶτο τροπάριοἐλέγετο «προοίμιο»  «κουκούλιο» καὶ τὰ ἀκολουθοῦντα ἐλέγοντο «οἶκοι», ἴσως διότι ὁλόκληρος  ὕμνος θεωρεῖτο ὡς σύνολο οἰκοδομημάτων ἀφιερωμένων στὴ μνήμη κάποιου ἁγίου. Κοντάκιο λέγεται συνήθως σήμερα τὸ πρῶτο τροπάριο ἑνὸς τέτοιου ὕμνου.
 Ἀκάθιστος Ὕμνος περιέχει προοίμιο καὶ 24 «οἴκους». Τὸ προοίμιό του σήμερα εἶναι τό: «Τὴ Ὑπερμάχω Στρατηγῶ».

ΠΟΙΟΙ ΕΙΝΑΙ «ΕΝΤΟΣ ΕΚΚΛΗΣΙΑΣ»

(Περιοδικό ¨Ο ΑΓΙΟΡΕΙΤΗΣ¨ Σεπτέμβριος-Οκτώβριος 1994)

Προ μηνών ο γνωστός πνευματικός της Σιναϊτικής ερήμου π. Ανδριανός απεκήρυξε τον οικουμενισμόν του νέου ημερολογίου και προσεχώρησε εις την Εκκλησίαν του παλαιού, αφού διεπίστωσε και εμπράκτως τις κακοδοξίες των σημερινών επισκόπων της «Ορθοδοξίας». Αυτό, ως ήτο φυσικόν, δεν άρεσε σε πολλούς του νέου ημερολογίου, κληρικούς και λαϊκούς θεολόγους, καθότι ελέγχει την πορεία τους και τους αφήνει ακάλυπτους ενώπιον των πνευματικών τους τέκνων, τα οποία δικαίως θα διερωτώνται τι συμβαίνει.                                               
Δια τούτο το περιοδικόν «ο Σταυρός» έγραψε εκτενές σχόλιο (Αύγ. 94, σελ. 134) παρατηρών δια τον π. Ανδριανόν ότι «δεν εξήντλησε τα μέσα». Κατά την γνώμην του συντάκτου έπρεπε προτού διακόψει κοινωνίαν με την Εκκλησίαν του νέου «να έστελνε εγκυκλίους επιστολάς προς τους απανταχού γης ευρισκομένους χριστιανούς, στις οποίες θα στηλίτευε την απόκλισι προς τον οικουμενισμόν των προσώπων εκείνων που θα έπρεπε να είναι φρουροί της ορθοδόξου πίστεως». Η πρότασις του συντάκτου περί γραπτής διαμαρτυρίας εφηρμόσθη κατά κόρον από τους αγωνισθέντας προ ικανών ετών κατά της κακοδοξίας, και ουδέν αποτέλεσμα έφερε· μόνο η διακοπή κοινωνίας τους ενοχλεί και τους αποκαλύπτει. Έτσι ο π. Ανδριανός προτίμησε την οδόν της πράξεως. Προς τούτο επεσκέφθη Αυστραλίαν και Καναδά όπου ανθεί ο απόδημος Ελληνισμός, προκειμένου να στηλιτεύση την αίρεσιν. Το αποτέλεσμα; Τον εξεδίωξαν αμέσως οι «ορθόδοξοι» αρχιεπίσκοποι και επίσκοποι των περιοχών!                                                                                                     
Γι΄ αυτό, επειδή διεπίστωσε ότι έχουν πια πορωθή, κατά τον λόγον του θείου Παύλου, απεφάσισε να ασφαλισθή δια της αποτειχίσεως και προσχωρήσεως εις τας τάξεις των Παλαιοημερολογιτών.                                                                                         
Ο άγιος Θεόδωρος ο Στουδίτης, τον οποίον αναφέρει «ο Σταυρός» ως αγωνιστήν «εντός της Εκκλησίας», μόνο δια το θέμα του παρανόμου γάμου του αυτοκράτορος εφήρμοσε οικονομίαν αρκούντως αυστηράν, διακόψας κοινωνίαν με όλους τους πρωταιτίους της μοιχοζευξίας και τους κοινωνούντας αυτοίς. Στην περίοδον όμως της εικονομαχικής αιρέσεως η διακοπή της κοινωνίας ήτο καθολική· ουδείς εικονόφιλος εκοινώνει με τους εικονομάχους, καθόσον τα μέτωπα ήσαν χωρισμένα και πας ομολογών πίστιν και σεβασμόν προς τας αγίας εικόνας εδιώκετο απηνώς. Και ταύτα μεν εις την εκκλησίαν του Βυζαντίου. Υπήρχον όμως άλλαι τοπικαί εκκλησίαι και πατριαρχεία που δεν μετείχαν της αιρέσεως και τα οποία εκοινώνουν με τους εικονοφίλους.                                                                        
Σήμερα όμως τα πράγματα είναι πολύ χειρότερα της εικονομαχικής περιόδου. Η πενταρχία των πατριαρχείων και όλαι αι αυτοκέφαλοι Εκκλησίαι κοινωνούν και συνεργάζονται μεταξύ των διώκουσαι τους ενισταμένους κατά της αιρέσεως του Οικουμενισμού. Συνεπώς η μόνη οδός που απομένει, δι΄ όποιον θέλει να μείνει αμέτοχος της αιρέσεως και κατακρίτου κοινωνίας, είναι η οδός της αποτειχίσεως και η κοινωνία του με τας εκκλησίας του παλαιού ημερολογίου. Την ανωτέρω στάσιν επικροτεί η πολιά της Ορθοδοξίας παράδοσις και οι ιεροί Κανόνες, οι οποίοι θεωρούν «αξίους τιμής» τους ούτως ενεργούντας!                                                      
Δυστυχώς οι συντάκται του «Σταυρού», παρά τα γραφέντα επί μίαν τριακονταετίαν, επιμένουν ότι μπορεί να είναι ορθόδοξοι, ως οι ομολογηταί του παρελθόντος, και συγχρόνως να κοινωνούν με όλας τας εκκλησίας που κακοδοξούν ή κοινωνούν με την κακοδοξίαν! Αυτό το αποκαλούν αγώνα «εντός των τειχών της Εκκλησίας», ενώ σημαίνει ακριβώς το αντίθετον· ευρίσκονται εντός της κακοδοξίας και εκτός αληθείας! Και κάποιοι ηγούμενοι επί αγίου Θεοδώρου, έχοντες τα μοναστήρια τους και μνημονεύοντες των αιρετικών, ενόμιζον ότι πράττουν έργον θεάρεστον και διακριτικόν, ὀπως οι συντάκται του «Σταυρού», προς τους οποίους έγραψε ο Όσιος Πατήρ: «Και τώρα δέξαι με, τιμιώτατε πάτερ, ομιλούντα πιο ελεύθερα. Δεν τυγχάνεις εκτός ευθύνης, το να συλληφθής δηλαδή από ανθρώπους του βασιλέως και να παραμείνης παρά ταύτα ελεύθερος… Εάν η οσιότης σου ουδέν έπαθε εκ των ανωτέρω (των βασάνων δηλαδή που υπεβάλοντο οι πιστοί), μετά την σύλληψιν, συγχώρα με, αλλά επλανήθης αδελφέ. Και μη μου δικαιολογήσαι πως διατηρείς ασφαλείς τας εκκλησίας και τας αγιογραφίας των ναών, ως και το μνημόσυνον του πατριάρχου. Τα παρόμοια και άλλοι πεπτωκότες φλυαρούσιν. Τα ανωτέρω δεν δύνανται να διατηρηθούν, εκτός εάν εγένετο προδοσία της ορθοδόξου ομολογίας. Διότι σε παρακαλώ ποία η ωφέλεια, όταν εμείς που λεγόμεθα και είμεθα ναός Θεού έχουμε καταστραφή (δια της μη ομολογίας) με το να περιποιούμεθα αψύχους ναούς;…  Αλλοίμονον, άλλοι να αποθνήσκουν, άλλοι να εξωρίζονται, άλλοι να μαστιγώνονται, άλλοι να φυλακίζωνται, άλλους να φιλοξενούν τα όρη, αι ερημίαι, οι βράχοι και τα σπήλαια, και εμείς διαμένοντες στα σπίτια μας να νομίζωμεν ότι θα παραμείνωμεν αβλαβείς. Ουδόλως…                                                                                   
Ταύτα είπα από αγάπη προς σε και ως υπενθύμισιν, ότι οι τα τοιαύτα πράττοντες είναι άξιοι τιμωρίας… (P.G. 99,  1365 AC).                                                                             
Και προς τον ηγούμενον Θεόφιλον: «… Και συ, ω τρισάθλιε, εαλωκώς τη ψυχοφθόρω κοινωνία, και μένων εις το ολετήριον, επ΄ αν ούτως, αλλ΄ ου μοναστήριον, λέγεις ευ έχειν… Τίνας δε και αδελφούς εφυλάξω, διεφθορότας τη ολεθρία σου κοινωνία, καν εν βρώμασι; Σκάνδαλον του κόσμου, υπόδειγμα αρνήσεως, προτροπή απωλείας, σάρξ  αλλ ΄ου πνεύμα, σκοτήρ αλλ΄ ου φωστήρ…»(Αυτ.1337 C).                                       
Ιδού πως εσκέπτοντο και ενεργούσαν οι αληθινοί πατέρες του παρελθόντος και μάλιστα ο μέγας Θεόδωρος, τον οποίον ο π. Ιουστίνος Πόποβιτς θεωρεί ως τον «ατρόμητον ομολογητήν των θεανθρωπίνων αληθειών». Μακάριοι οι ταπεινώς μιμούμενοι την πορείαν του· δυστυχείς δε αληθώς οι διαστρέφοντες τους λόγους του, προκειμένου να δικαιολογήσουν την παραμονήν τους εις την αίρεσιν…

***

«Ποίοι είναι «εντός της Εκκλησίας»;
(Περιοδικό ¨Ο ΣΤΑΥΡΟΣ¨ αριθ. τεύχ. 391 Νοέμ. Δεκέμβριος 1994).

Ο ακολουθών το παλαιό ημερολόγιο ιερομόναχος π. Θεοδώρητος Μαύρος ήσκησε κριτική στο σχόλιό μας υπό τον τίτλο «Δεν εξήντλησε τα μέσα» (τεύχ. Αυγούστου 1994 σελ. 134). Το σχόλιο αυτό αναφερόταν στο πρόσωπο του γνωστού πνευματικού της Σιναϊτικής ερήμου π. Ανδριανού, ο οποίος εγκατέλειψε την πνευματική εκείνη έπαλξι και προσεχώρησε στην συμπαθή παλαιοημερολογιτική ομάδα του Φυλής και Ωρωπού π. Κυπριανού. Ηκριτική του δημοσιεύθηκε στο περιοδικό «Αγιορείτης» (τεύχ. 8), που ο ίδιος εκδίδει υπό τον τίτλο «Ποιοί είναι ¨εντός Εκκλησίας¨».                                                                                                                                     
Στο κείμενό του αυτό ο π. Θεοδώρητος χρησιμοποιώντας αποσπάσματα από επιστολές του αγίου Θεοδώρου του Στουδίτου προσπαθεί να αποδείξη «ποιοί ευρίσκονται εντός της κακοδοξίας και εκτός της αληθείας». Και αυτοί κατά την γνώμη του είμεθα οι ακολουθούντες το νέο ημερολόγιο.                                                                                                                                                       
Kατ΄ αρχάς σκεφθήκαμε να ανταπαντήσουμε επί του θεωρητικού πεδίου. Επειδή όμως ο λόγος έχει αντίλογον, γι΄ αυτό αποφύγαμε αυτόν τον πειρασμό. Εξ άλλου ο ίδιος ο π. Θεοδώρητος προς το τέλος του ανωτέρω κειμένου του αναιρεί τα γραφόμενά του, αφού εις επίρρωσιν των λεγομένων του χρησιμοποιεί γνώμην του μεγάλου Σέρβου θεολόγου του αιώνος μας, του μακαριστού π. Ιουστίνου Πόποβιτς, γράφων τα εξής. «Ιδού πως εσκέπτοντο και ενεργούσαν οι αληθινοί πατέρες του παρελθόντος και μάλιστα ο μέγας Θεόδωρος, τον οποίον ο π. Ιουστίνος Πόποβιτς θεωρεί ως τον ¨ατρόμητον ομολογητήν των θεανθρωπίνων αληθειών¨».
Αυτοαπάντησις                                                                                                                                                                 
Θα ήτο ίσως αρκετό να σταματήσουμε εδώ και να μη συνεχίσουμε την ανάπτυξι των σκέψεών μας, αφού η παρατεθείσα περικοπή αποτελεί, για όσους ξέρουν πρόσωπα και πράγματα, αυτοαπάντησιν στον π. Θεοδώρητο. Για εκείνους όμως, που αγνοούν το πρόσωπο του π. Ιουστίνου Πόποβιτς, σημειώνουμε τα ακόλουθα. Ο π. Ιουστίνος Πόποβιτς είχε μελετήσει όσον πολύ λίγοι τους πατέρες της Ορθοδόξου Ανατολικής Εκκλησίας και μάλιστα τον άγιο Θεόδωρο τον Στουδίτη. Θα περιμέναμε δε, επειδή ο αοίδιμος συνεδύαζε στη ζωή του θεωρία και πράξι, να είχε αποτειχισθή, και να μην είχε κοινωνία ούτε με το πατριαρχείο της Σερβικής Εκκλησίας, ούτε κατ΄ ακολουθίαν με τα άλλα πατριαρχεία. Εν τούτοις δεν αποτειχίσθηκε, αλλ΄ έδωσε τη μάχη του εντός των κόλπων της Εκκλησίας πολεμώντας εκ των πρώτων την αίρεσι του οικουμενισμού και χαρακτηρίζοντάς την ως «παναίρεσιν». Να υποθέσουμε, ότι ο π. Ιουστίνος δεν κατενόησε το βαθύτερο νόημα των λόγων και των έργων του αγίου Θεοδώρου του Στουδίτου, του «ατρομήτου αυτού ομολογητού των θεανθρωπίνων αληθειών»; Δεν τολμούμε να ψελλίσουμε τέτοια βλασφημία.                                                                                                                            
Ύστερα ο Κύριος χάρισε στην Εκκλησία μας και «ορώντας», μεταξύ των οποίων ήσαν και οι αείμνηστοι γέροντες Πορφύριος και Παϊσιος. Οι χαριτωμένοι αυτοί γέροντες ποτέ δεν συνεβούλευσαν τους ακολουθούντας το νέο ημερολόγιο να αποτειχισθούν «ασφαλιζόμενοι δια της αποτειχίσεως και προσχωρήσεως εις τας τάξεις των Παλαιοημερολογιτών». Ο λόγος είνε αυτονόητος. Ας έλθουμε όμως και σ΄ εκείνους τους γέροντες, που έχουν το χάρισμα του πνευματικού. Υπάρχουν παλαιοημερολογίτες πνευματικοί, που εξομολογούν πιστούς νεοημερολογίτας χωρίς να τους θεωρούν αιρετικούς και να τους υποχρεώνουν να αποτειχισθούν. Και για να μη δημιουργήσουμε προστριβές στις συμπαθέστατες τάξεις των παλαιοημερολογιτών, αναφερόμεθα σε δύο κεκοιμημένους πνευματικούς, τον π. Νεόφυτο Καλοφούντη και τον π. Νήφωνα Αστυφίδη, οι οποίοι κάτω από το πετραχήλι τους ανέπαυσαν πολλές ψυχές νεοημερολογιτών. Ο π. Νεόφυτος μάλιστα κατά τα πρώτα έτη του σχίσματος ακολουθούσε αυστηρή τακτική έναντι των νεοημερολογιτών και δεν τους εδέχετο στην εξομολόγησι, μέχρις ότου τον επετίμησε ο ίδιος ο Κύριος λέγων· «Γιατί διώχνεις τα παιδιά μου;».                                                                                                                                                     
Περικόπτοντας τις σκέψεις μας αυτό έχουμε εν κατακλείδι να πούμε στον αγαπητό μας π. Θεοδώρητο, ο οποίος ομολογουμένως επί 30 χρόνια αγωνίζεται και με την γραφίδα του υπέρ των ιερών της πίστεώς μας·                                                             
Σεβαστέ μας πάτερ· ο π. Ιουστίνος και οι άλλοι πατέρες δεν θεώρησαν ως ασφάλεια της σωτηρίας των νεοημερολογιτών την αποτείχισί τους από την Εκκλησία και την ένταξί τους σε κάποια από τις τάξεις των παλαιοημερολογιτών, όπως έκανε ο π. Ανδριανός. Δεν γνωρίζουμε αν αυτό σας απησχόλησε ποτέ. Σεις, βέβαια, υποστηρίζετε αυτά που κάθε φορά γράφετε ωπλισμένος με τη μόρφωσι, που αποκτήσατε μελετώντας την σκέψι των πατέρων της Εκκλησίας μας. Μήπως όμως εκτός από αυτό χρειάζεσθε και κάτι άλλο, το οποίο θα εναρμονίση μέσα σας την σκέψι των Πατέρων με την θεοφιλή βιοτήν των προμνημονευθέντων αγίων ανδρών; Ερευνήστε το.

 ***
Σύγχρονοι ορώντες.
Ιερομονάχου Θεοδώρητου Μαύρου, Αγιορείτου.


Αγαπητέ μοι κ. Σωτηρόπουλε, δεν θα επανερχόμουν, εάν δεν είχες σημειώσει στο σχόλιό σου («Ο Σταυρός», Δεκ. 94, σ. 198) μερικά ξένα προς την Παράδοσιν της Ορθοδοξίας μας. Στο ανωτέρω σχόλιον θαυμάζεις τους «ορώντας», όπως τους αποκαλείς, δηλαδή τους προορατικούς, ως λένε οι πολλοί, όπως τον π. Παϊσιον, π. Πορφύριον και άλλους. Και τονίζεις εν συνεχεία, ότι οι ανωτέρω Γέροντες ουδέποτε συνεβούλευσαν τους πιστούς του νέου ν΄ ακολουθήσουν το παλαιόν ημερολόγιον. Γιατί μήπως τους συνεβούλευσαν ποτέ κάτι που να τους προστατεύη από τας αντορθοδόξους ενεργείας του Οικουμενικού πατριάρχου και των δορυφόρων του; Ουδέποτε! Δια θέματα πίστεως ετήρουν σιγήν, σιγήν ένοχον και κατάκριτον κατά τους αγίους Πατέρας. Ωμίλουν όμως κατά κόρον περί προσευχής και ελεημοσύνης, πορευόμενοι χιλιόμετρα δια να βρουν ύδατα ποιότητος υπό την γην και κρυμμένους θησαυρούς (!), αδιαφορούντες δια τον συλούμενον θησαυρόν της Ορθοδοξίας υπό των δήθεν φυλάκων της! Δεν έχαναν δε ευκαιρίαν να προτρέπουν τους πιστούς να υπακούουν στην Εκκλησίαν, τον Οικουμενικόν δηλαδή πατριάρχην, τον Ιάκωβον Αμερικής τον Παρθένιον Αλεξανδρείας, τον Σωτήριον Καναδά και τον Στυλιανόν Αυστραλίας και όλους τους κοινωνούντας με αυτούς. Σύμφωνα με την τακτική τους αυτή, ούτε εσύ έπρεπε να ελέγξης τον Αυστραλίας Στυλιανόν ή τον Σωτήριον Καναδά, όπως δεν το έπραξαν και οι «ορώντες» σου!                                                                             
Λησμονείς ότι ο π. Παϊσιος ερωτηθείς υπό δημοσιογράφου «πως βλέπει την παρουσίαν του Βαρθολομαίου εις τον οικουμενικόν Θρόνον», του Βαρθολομαίου επαναλαμβάνω, του αφορίσαντός σε, απήντησε μετά σοβαρότητος· «Ο Θεός οικονόμησε αυτά τα δύσκολα χρόνια τον καλύτερον πατριάρχην»!!  (Καθημερινή 27.11. ΄93). Ασφαλώς και συ, αγαπητέ Νικόλαε, θα ντρέπεσαι για λογαριασμό του …  «ορώντος»! Σου υπενθυμίζω επίσης ότι οι Αγιορείται πατέρες που στήριξαν τον Στυλιανόν Αυστραλίας, στις κακοδοξίες του, από αυτούς τους «ορώντες» έπαιρναν την ευλογίαν!                                                                                                                                      
Μήπως μέχρι σήμερα την αυτήν τακτικήν δεν ακολουθούν οι επίσκοποι και κληρικοί του Νέου, αιρετικούς αποκαλούντες τους παλαιοημερολογίτας ενώ συγχρόνως αγκαλιάζουν τους πράγματι αιρετικούς παπικούς (και μόνον αυτούς;), θεωρούντες μεγάλη τους τιμή να συλλειτουργήσουν με τον αρχιοικουμενιστήν και λατινόφρονα Βαρθολομαίον, ή μετά του συμπροσευχηθέντος και με πυρολάτρας ακόμη στην Ασσίζη Μεθόδιον Φούγιαν;                                                                                   
Είναι ποτέ δυνατόν αυτοί οι «ορώντες» που αδιαφορούν για τις ανωτέρω κακοδοξίες ν΄ αποτελούν κριτήριον Ορθοδοξίας; Δεν βλέπεις ότι είχον γίνει παίγνιον του Πονηρού, αφού τίποτα από τα λεγόμενά τους δεν εναρμονίζεται προς τον Πατερικόν, αντιαιρετικόν λόγον, γενόμενοι αιτία να παραμένουν τόσαι ψυχαί εις την κοινωνίαν της αιρέσεως; Δεν ενθυμείσαι ότι και εις το παρελθόν μερικοί πράγματι άγιοι ηκολούθησαν εν τη απλότητί τους, την αίρεσιν, χωρίς όμως να τους μιμηθούν στην πορεία τους την ολισθηράν οι τότε φωστήρες της Εκκλησίας ομολογηταί πατέρες;                                                                                             
Αναλογίσου την «ευγένειαν» και «καλωσύνην» των συγχρόνων αιρετικών, Χιλιαστών και Προτεσταντών, Ευαγγελικών, Πεντηκοστιανών κλπ. ιδίως των διδασκάλων των. Γιατί δεν μας συγκινεί καθόλου αυτή τους η «ευγένεια»; Διότι γνωρίζομεν ότι έχουν σαθρά δόγματα και διδασκαλίας. Κάτι παρόμοιον πρέπει να πράξωμεν και με τους λόγους τών «ορώντων». Εφ΄ όσον έρχονται σε κραυγαλέαν αντίθεσιν προς την σεβασμίαν Παράδοσιν της Ορθοδοξίας, δεν θα πρέπει να δώσωμεν καμμία προσοχή στους λόγους τους. Θα πρέπει να τους βλέπουμε ως παγίδες προς απώλειαν απλών ψυχών, υπέρ ων Χριστός απέθανε!                                    
Συνεπώς για θέματα πίστεως και ομολογίας, δεν θα πρέπει να εξετάζωμεν ποίαν οδόν τηρεί ή ετήρησεν ο π. Ιουστίνος ή ο π. Πορφύριος, αλλά ποία πρέπει να τηρηθή σύμφωνα προς τους Ιερούς Κανόνας. Γι΄ αυτό λέγονται και κανόνες, ώστε να κανονίζωμεν εαυτούς προς τα υπ΄ αυτών εντελλόμενα.                                                    
Αναφορικώς δε προς τον παλαιοημερολογίτην π. Νεόφυτον, που όπως γράφεις «ακολουθούσε αυστηρή τακτική έναντι των νεοημερολογιτών και δεν τους εδέχετο εις την εξομολόγησιν, μέχρις ότου τον επιτίμησεν ο ίδιος ο Κύριος λέγων· «Γιατί διώχνεις τα παιδιά μου;», έχω να παρατηρήσω τα εξής. Με τα ανωτέρω επικροτείς και συ ότι ο π. Νεόφυτος ήτο εντός της Εκκλησίας, αφού ο ίδιος ο Κύριος τον προτρέπει να δέχεται τα παιδιά Του, και όχι μόνον ο π. Νεόφυτος, αλλά και όλοι που μιμούνται την εκκλησιαστικήν πορείαν του καλού αυτού πνευματικού!                                                                                                                                    
Για τα ανωτέρω θα μου αντείπεις ασφαλώς: Και που θα πάμε π. Θεοδώρητε; Δεν βλέπεις πόσες παρατάξεις είναι οι Παλαιοημερολογίται; Συμφωνώ ότι αι διαιρέσεις των συνιστούν και την «αχίλλειον πτέρνα» των, αλλ΄ ουδόλως δέχομαι ως λογικόν και θεολογικόν επιχείρημα της εν λόγω ένστασίν σου και ιδού διατί: Υποθέσωμεν ότι δεν υπήρχαν οι παλαιοημερολογίται· τι θα έπρεπε να πράξουν οι νεοημερολογίται; Να κοινωνούν αδιαφόρως και συνεχώς με την κακοδοξίαν, ανεχόμενοι τα πάντα, ως πράττουν σήμερα; Και κάτι άλλο: κατά την γνώμη σου, ΠΟΤΕ θα πρέπει να διακόψουν κοινωνίαν με τους κακοδοξούντας οι νεοημερολογίται κληρικοί και λαϊκοί; ΤΙ ΑΛΛΟ, κατά την κρίσιν σου, πρέπει να πράξουν οι Οικουμενισταί, ώστε οι «συντηρητικοί», ως αποκαλούνται, επίσκοποι και κληρικοί, να τους αποκηρύξουν;                                                                                     
Με προτρέπεις να ερευνήσω και να εύρω κάτι «που θα εναρμονίση μέσα μου την σκέψιν των Πατέρων με την θεοφιλή βιοτήν των «ορώντων». Αδυνατώ να το εύρω! Και τούτο, διότι ο λόγος και η πράξις των αγίων Πατέρων ήσαν της αυτής συχνότητος· εδίδασκον πράττοντες και έπραττον διδάσκοντες. Των «ορώντων» όμως που θαυμάζεις, ο λόγος τους βρίσκεται σε τελείαν αντίθεσιν με την διδασκαλίαν των αγίων Πατέρων! Και τούτο, διότι οι άγιοι ετόνιζον ότι «δεν δυνάμεθα να σωθώμεν, αν έχωμεν βίον ορθόν, αλλ΄ αμελώμεν των ορθών δογμάτων» (Χρυσόστ. ομ. ιγ΄ Γέν.).                                                                                         
Μία άλλη, συνεπώς, εναρμόνισις μάς χρειάζεται· η του βίου μας με την αληθεύουσα διδασκαλίαν των αγίων Πατέρων της Εκκλησίας, εάν θέλωμεν να ανήκωμεν εις Αυτήν, καθόσον «οι της αληθείας, της Εκκλησίας εισίν» κατά τον μέγα Παλαμάν.                                                                                                                         
Οι της αληθείας, λοιπόν, είναι της Εκκλησίας, και όχι οι κοινωνούντες με τα Ρωμέϊκα πατριαρχεία, ως συνεχώς τονίζεται. Πρέπει να το μάθουμε όλοι μας, ότι η Εκκλησία έχει μυστικά και μυστηριακά και όχι διοικητικά θεμέλια, για να μη πάθωμεν αυτό που έπαθαν και οι Δυτικοί, που ακολούθησαν τον πάπα στις πλάνες, για να μη βρεθούν εκτός Εκκλησίας!                                                                         
Σου υπενθυμίζω επί τη ευκαιρία ότι ήδη το πατριαρχείο Αντιοχείας εκοινώνησε με τους αιρετικούς Μονοφυσίτας και το γεγονός πέρασε απαρατήρητο! Εις δε τον Ιερόν Ναόν Ζωοδόχου Πηγής Αθηνών (οδ. Ακαδημίας)  λειτουργεί Μονοφυσίτης ιερεύς! Αυτά δεν ενοχλούν τους επισκόπους του νέου, μόνο σπεύδουν να σφραγίσουν τον ιδιωτικόν Ναόν του π. Ανδριανού στην Ζάκυνθον, διότι ηκολούθησε το πάτριον ημερολόγιον!                                                                                      
Σκέψου τα όλα αυτά, αγαπητέ Νικόλαε, και προσευχήσου να σε ενισχύση ο Θεός ν΄ ακολουθήσης την γραμμήν των αγίων Πατέρων μας, διότι είναι πολύ θλιβερόν, ν΄ αγωνίζεσαι μια ζωή κατά των διαφόρων αιρετικών, και τελικώς να ευρίσκεσαι σε κοινωνία μετά της «παναιρέσεως» του αιώνος μας, τον Οικουμενισμόν!

Πηγή του πρώτου και του τελευταίου κειμένου το ιστολόγιο: 


http://apotixisis.blogspot.ca/