Θεία Χάρις και Πρόνοια. --- Του αγίου Ισαάκ του Σύρου (λόγος ιθ΄).

Όταν ο άνθρωπος απορρίψει κάθε ορατή βοήθεια και την ανθρώπινη ελπίδα και ακολουθήσει τον Θεό με πίστη και καθαρή καρδιά, αμέσως τον ακολουθεί η Χάρις του Θεού. Και του αποκαλύπτει την δύναμή Της με πολυποίκιλες βοήθειες. Πρώτα-πρώτα με φανερές βοήθειες και σε όσα έχουν σχέση με την ζωή και τη συντήρηση του σώματος. Του δείχνει την ενίσχυσή Της με την Πρόνοια που έχει για τον άνθρωπο αυτόν. Μ΄ ένα σκοπό: Να μπορέσει με αυτές τις θείες βοήθειες να συναισθανθεί περισσότερο τη δύναμη της Προνοίας του Θεού, που τον περιφρουρεί. Και με την σύνεση των φανερών, βεβαιώνεται και για τα κρυφά, όπως αρμόζει στη νηπιότητα του φρονήματός του και στη διαγωγή του, για το πώς δηλαδή τακτοποιούνται οι ανάγκες του όλες, χωρίς ο ίδιος να εργασθή και να φροντίση. Ακόμα η Θεία Χάρις κάνει να φεύγουν από κοντά του πολλές περιστάσεις, συχνά γεμάτες από κινδύνους. Κι΄ ενώ αυτός δεν τους κατάλαβε, η Χάρις τους αποδιώκει με πολύ θαυμαστό τρόπο και τον φρουρεί όπως η τροφός, η οποία απλώνει τα φτερά της πάνω στα παιδιά της για να μην τα πλησιάσει καμμιά βλάβη. Και του δείχνει η Θεία Χάρις μπροστά στα μάτια του πως ήρθε κοντά του η απώλεια, και όμως έμεινε αβλαβής. Και όταν η Θεία Χάρις τον βεβαιώσει για όλα αυτά, δηλαδή να έχει την πεποίθησή του στον Θεό, τότε αρχίζει σιγά-σιγά να προσβάλλεται από τους πειρασμούς. Και επιτρέπει να σταλούν σ΄ αυτόν αρκετοί πειρασμοί ανάλογα με τα μέτρα του, ώστε να βαστάξη την δύναμή τους. Τότε μέσα σ΄ αυτούς τους πειρασμούς τον πλησιάζει η θεία βοήθεια, που την αισθάνεται με πνευματική αίσθηση, με σκοπό να πάρει θάρρος. Έως ότου σιγά-σιγά γυμνασθή και αποκτήση σοφία και περιφρονήση τους εχθρούς του με όλη την πεποίθησή του ακουμπισμένη στον Θεόν.

Η Γέννησίς Σου Θεοτόκε... Απολυτίκιο


O Συναξαριστής της ημέρας.

Δευτέρα, 8 Σεπτεμβρίου 2014

Το Γενέσιον της Υπεραγίας Θεοτόκου.
 
«Ἀποκάλυψαν πρὸς Κύριον τὴν ὁδόν σου καὶ ἔλπισον ἐπ’ αὐτόν, καὶ τῆς ποιήσει».

Φανέρωσε στὸν Κύριο μὲ ἐμπιστοσύνη τὸν δρόμο καὶ τὶς ἐπιδιώξεις καὶ τὶς ἀνάγκες τῆς ζωῆς σου καὶ ἔλπισε σ’ Αὐτὸν καὶ θὰ κάνει ἐκεῖνα ποὺ ζητᾶς καὶ χρειάζεσαι.
Μ’ αὐτὴ τὴν ἐμπιστοσύνη καὶ ἐλπίδα, ὁ Ἰωακεὶμ καὶ ἡ Ἄννα ἱκέτευαν προσευχόμενοι τὸν Θεὸ νὰ τοὺς χαρίσει παιδί, νὰ τὸ ἔχουν γλυκειὰ παρηγοριὰ στὰ γεράματά τους. Καὶ τὴν ἐλπίδα τους, ὁ Θεὸς, τὴν ἔκανε πραγματικότητα. Τοὺς χάρισε τὴν Παρθένο Μαριάμ, ποὺ ἦταν ὁρισμένη νὰ γεννήσει τὸν Σωτῆρα τοῦ κόσμου καὶ νὰ λάμψει σὰν ἡ πιὸ εὐλογημένη μεταξὺ τῶν γυναικών. Ἦταν ἐκείνη, ἀπὸ τὴν ὁποία ἔμελλε νὰ προέλθει Αὐτὸς ποὺ θὰ συνέτριβε τὴν κεφαλὴ τοῦ νοητοῦ ὄφεως.
Στὴν Παλαιὰ Διαθήκη δόθηκαν οἱ προτυπώσεις τῆς Ὑπεραγίας Θεοτόκου. Μία εἶναι καὶ ἡ βάτος στὸ Σινᾶ, τὴν ὁποία ἐνῷ εἶχαν περιζώσει φλόγες φωτιᾶς, αὐτὴ δὲν καιγόταν. Ἦταν ἀπεικόνιση τῆς Παρθένου, ποὺ θὰ γεννοῦσε τὸν Σωτῆρα Χριστὸ καὶ συγχρόνως θὰ διατηροῦσε τὴν παρθενία της.
Ἔτσι, ἡ Ἄννα καὶ ὁ Ἰωακείμ, ποὺ ἦταν ἀπὸ τὸ γένος τοῦ Δαβίδ, μὲ τὴν κραταιὰ ἐλπίδα ποὺ εἶχαν στὸν Θεὸ ἀπέκτησαν ἀπ’ Αὐτὸν τὸ ἐπιθυμητὸ δῶρο, ποὺ θὰ συντροφεύει τὸν κόσμο μέχρι συντέλειας αἰώνων.


Του Αγ. Ιωάννου του Δαμασκηνού εις το Γενέσιον της Θεοτόκου:

«Ὦ ζεῦγος λογικῶν τρυγόνων Ἰωακεὶμ καὶ Ἄννα τὸ σωφρονέστατον. Ὑμεῖς τὸν τῆς φύσεως νόμον, τὴν σωφροσύνην, τηρήσαντες τῶν ὑπὲρ φύσιν κατηξιώθητε· τετόκατε γὰρ τῷ κόσμῳ Θεοῦ μητέρα ἀπείρανδρον. Ὑμεῖς εὐσεβῶς καὶ ὁσίως ἐν ἀνθρωπίνῃ φύσει πολιτευσάμενοι, ὑπὲρ ἀγγέλους καὶ τῶν ἀγγέλων δεσπόζουσαν νῦν θυγατέρα τετόκατε. Ὦ θυγάτριον ὡραιότατον καὶ γλυκύτατον· ὦ κρίνον ἀναμέσον τῶν ἀκανθῶν ἐκφυὲν ἐξ εὐγενεστάτης καὶ βασιλικωτάτης ρίζης δαβιτικῆς… Ὦ ρόδον ἐξ ἀκανθῶν τῶν Ἰουδαίων φυὲν καὶ εὐωδίας θείας πληρῶσαν τὰ σύμπαντα. Ὦ θύγατερ Ἀδὰμ καὶ μήτηρ Θεοῦ. Μακαρία ἡ ὀσφὺς καὶ ἡ γαστὴρ ἐξ ὧν ἀνεβλάστησας· μακάριαι αἱ ἀγκάλαι αἵ σε ἐβάστασαν καὶ χείλη τὰ τῶν ἁγνῶν φιλημάτων σου ἀπολαύσαντα, μόνα τὰ γονικά, ἵνα ᾖς ἐν πᾶσιν ἀειπαρθενεύουσα».

Η Θεοτόκος και η Ορθοδοξία

Όλως ιδιάζουσαν θέσιν εις το Μυστήριον της ενσάρκου Οικονομίας κατέχει το πρόσωπον της Κυρίας Θεοτόκου. Είναι η «Κεχαριτωμένη» επί την οποίαν κατήλθε το Πανάγιον Πνεύμα και επεσκίασε «Δύναμις Υψίστου», ώστε τω «Παντεχνήμονι Λόγω σάρκα» να δανείση. Το «μέγα Μυστήριον του τόκου» προεικονίσθη πολυτρόπως εν τη Παλαιά Διαθήκη και διησφαλίσθη δογματικώς από πάσαν αυθαίρετον ερμηνείαν και ασεβή ανερεύνησιν. Η Ορθόδοξος Εκκλησία, δια των εν Εφέσω και Χαλκηδόνι αγίων Συνόδων, ανεκήρυξεν Αυτήν επισήμως Θεοτόκον. «Ομολογούμεν την αγίαν Παρθένον Θεοτόκον δια το τον Θεόν Λόγον σαρκωθήναι και ενανθρωπήσαι, και εξ αυτής της συλλήψεως ενώσαι εαυτώ τον εξ Αυτής ληφθέντα ναόν». Ενωρίτατα δε διεμορφώθη και η σχετική παράδοσις, η οποία κατεπλούτισε την υμνολογίαν της Ορθοδόξου Εκκλησίας, ενέπνευσε λόγους υπερόχους εις τους Πατέρας της Εκκλησίας, διεμόρφωσε τους τύπους της εικονογραφήσεως της Θεοτόκου· προ παντός κατέκτησε τον νουν και τα αισθήματα, την ψυχήν ολόκληρον του Ορθοδόξου λαού. Ο Ορθόδοξος λαός γνωρίζει πλέον εξ αλανθάστου διαισθήσεως, εξ υπαγορεύσεως της ορθοδόξου συνειδήσεώς του, ότι η τον Χριστόν γεννήσασα άνευ σποράς, είναι η Αειπάρθενος Κόρη, η Θεομήτωρ, η Παρθενομήτωρ, η Θεοτόκος, η Παντάνασσα, η Μήτηρ της ζωής. Η συνείδησις όμως περί της υπεροχής αυτής, η μέχρι των βαθμίδων του ηλιομόρφου θρόνου της Τρισυποστάτου Θεότητος προσέγγισις της Θεοτόκου, ως «τα δευτερεία της Τριάδος κατέχουσα», δεν απεξένωσε, συναισθηματικώς, την Θεοτόκον από την ψυχήν του Ορθοδόξου λαού. Διο και εθεώρησε την υπέρ φύσιν και έννοιαν Μητέρα του Θεού, ως κατά Χάριν Μητέρα ιδικήν του. Αυτή δε ακριβώς η προέκτασις του Μυστηρίου της ενσάρκου Οικονομίας εις την ψυχήν των Ορθοδόξων, η σχέσις, δηλαδή, Μητρός – τέκνων αποτελεί μίαν δωρεάν ανυπολογίστου αξίας. Εθεμελιώθη, εν τη Ορθοδοξία η ιερωτέρα συγγένεια Θεού – Θεοτόκου – πιστών η οποία αποβαίνει πηγή τρυφερωτάτης αγάπης δια τον άνθρωπον. Καρπός και πανεύοσμον άνθος της αγάπης αυτής προς την κοινήν Μητέρα Θεού και Ορθοδόξων είναι και η περίοδος του Δεκαπενταυγούστου, Νηστεία, παρακλήσεις, δονούμεναι από τον αγνώτερον θρησκευτικόν λυρισμόν, πίστις και ελπίς εις την ακαταίσχυντον προστασίαν της Θεοτόκου συμπλέκουν μίαν μοναδικήν πραγματικότητα ευσεβείας προς την Θεοτόκον, την οποίαν καταυγάζει, αλλά και πλαισιώνει η πίστις των Ορθοδόξων. Και την μοναδικήν αυτήν πραγματικότητα, με τας τόσον ευεργετικάς συνεπείας δια την ανθρωπίνην ψυχήν· την μοναδικήν αυτήν πραγματικότητα, που ανακουφίζει, οδηγεί, ενισχύει, θεραπεύει τον ταλαίπωρον άνθρωπον από τας πληγάς του πόνου και του προσφέρει την γλυκυτάτην παραμυθίαν της φιλοστόργου συμπαραστάσεως της Μητρός του Θεού, δεν θα την εύρη κανείς πουθενά αλλού εκτός της Ορθοδοξίας. Ούτε η ασεβής υπερβολή του παπισμού, ούτε η βλάσφημος άρνησις του Προτεσταντισμού, περί το πρόσωπον της Κυρίας Θεοτόκου, παρέχουν έδαφος δια την διαμόρφωσιν της ιδιαζούσης αυτής ασεβείας προς την Θεοτόκον. Και αυτό, ακριβώς, το σημείο αποτελεί ένα ανυπέρβλητον σύνορον της Ορθοδοξίας προς την πλάνην και την αίρεσιν· αι περί της Θεοτόκου πεπλανημέναι και αιρετικαί αντιλήψεις των εκτός της Ορθοδοξίας πορευομένων. Εχθρούς του Υιού Της εχαρακτήρισεν η Θεοτόκος τους αιρετικούς· εχθρούς δε της Παναγίας Αυτού Μητρός χαρακτηρίζομεν και ημείς τους περιπλανωμένους εις τα σκότη αρνητάς και υβριστάς του υπερκοσμίου μεγαλείου της Θεοτόκου. Και με τους εχθρούς αυτούς του Υιού και της Παναγίας Μητρός Αυτού ουδεμία σχέσις και επικοινωνία επιτρέπεται.


Διον. Μ. Μπατιστάτος.

Που είναι οι ποιμένες της Εκκλησίας, δια να σημάνουν έγερσιν, εγρήγορσιν, να καταδείξουν τον κίνδυνον;

Εις τον διάλογον, που διεξάγει ο Παναγιώτατος Πατριάρχης μας από ετών με τον κόσμον, υπεχώρησεν, ηστόχησεν, ηττήθη. Εθυσίασε τας μονίμους θείας αληθείας εις τας απαιτήσεις του «εν τω πονηρώ κειμένου κόσμου», συνεβιβάσθη, εταυτίσθη με τον κόσμον. Ισοπέδωσε την διαφοράν μεταξύ αληθείας και ψεύδους. Ό,τι ελέγομεν αίρεσιν, κακοδοξίαν, απηλείφθη από το λεξιλόγιόν του. Η Ορθοδοξία δεν είναι διάφορος από τον παπισμόν και δέκα ολοκλήρους αιώνας επλανάτο η Εκκλησία μας. Τα δόγματα δεν είναι υπερφυσικαί αλήθειαι και κατά καιρούς δυνάμεθα να τα μεταβάλλωμεν. Ό,τι εγράφη κατά των Λατινικών κακοδοξιών υπό των αγίων Πατέρων, σήμερον δεν έχει ισχύν….   Και τώρα; Τώρα που ο πολύς κόσμος ακολουθεί αυτήν την διεστραμμένην λογικήν, που το φως σκοτίζεται, το άλας μωραίνεται, που ένας Οικουμενικός Πατριάρχης απαρνείται την Ορθόδοξον Παράδοσιν και συντάσσεται με τον αιρεσιώτην παπισμόν, τι να είπωμεν; Και ποίος μας ακούει; Τα πλήθη θέλουν αγάπην, θέλουν ένωσιν. Τι αξίζει η αλήθεια του Θεού ενώπιον της αγάπης; Ομολογουμένως ζώμεν εις ατμόσφαιραν συγχύσεως. Φοβούμεθα μήπως, η τόσον εξαπλωθείσα αδιαφορία δια την ορθόδοξον πίστιν, αποβή καταστρεπτική δια την αγίαν Εκκλησίαν μας. Ουδαμού ακούεται φωνή διαμαρτυρίας. Που είναι οι ποιμένες της Εκκλησίας, δια να σημάνουν έγερσιν, εγρήγορσιν, να καταδείξουν τον κίνδυνον; Να είπομεν τον Πατερικόν λόγον; «Ο πλους εν νυκτί, πυρσός ουδαμού, Χριστός καθεύδει;» Αλλ΄ ο Χριστός δεν καθεύδει. Καθεύδομεν ημείς βαθέως, καθεύδουν οι Ποιμένες μας…

Λόγος εις το Γενέσιον της Θεοτόκου --- Τις αύτη η εκκύπτουσα ωσεί όρθρος; (Άσμα Ασμάτων 6, 10)

Και ποίος νους πλέον δύναται να εννοήση το μεγαλείον της χαράς της σημερινής εορτής; Ποία γλώσσα ημπορεί να διηγηθή το ύψος της Παρθένου, οπόταν το Πνεύμα το Άγιον δια να φανερώση το μέγεθος, την τιμήν, την καθαρότητα της σήμερον τικτομένης Μαριάμ, προβάλλει ωσάν με απορίαν ερωτηματικώς: «Τις αύτη η εκκύπτουσα ωσεί όρθρος;» Ποίος νους, λέγω, δύναται να εννοήση τους προσήκοντας ύμνους της Παρθένου, οπόταν ιλιγγιά εις το να υμνή την Θεοτόκον και ο υπερκόσμιος και Αγγελικός νους;  Ποία γλώσσα ημπορεί να είπη τους πρέποντας της Παρθένου επαίνους, οπόταν ορώμεν ως ιχθύας αφώνους εις το ύψος της Θεοτόκου και τους πολυφθόγγους ρήτορας; Φθάνει η γραφική αυτή απορία, οπού φανερά ερμηνεύει, ότι τούτο είναι υπέρ δύναμιν, διότι τούτο είναι το έθος της Γραφής εις τα δυσνόητα και υψηλά. Όθεν και δια τον Χριστόν έλεγεν ο Δαβίδ: «Τις ούτος ο Βασιλεύς της δόξης;» Και ο Ησαϊας: «Τις ούτος ο παραγενόμενος εξ Εδώμ, και ίνα τι ερυθρά αυτού τα ιμάτια;» Και δια την Μετάστασιν της Θεοτόκου λέγεται εις το Άσμα: «Τις αύτη η αναβαίνουσα εκ της ερήμου;» Και εις το Ευαγγέλιον: «Πως έσταί μοι τούτο επεί άνδρα ου γινώσκω;» και όσα τοιαύτα υπάρχουν εις την Γραφήν. Αρκεί, λέγω, η ερώτησις αύτη να σε χειραγωγήση, ότι το Πνεύμα το Άγιον εις το Άσμα με την Σολομώντειον γλώσσαν διδάσκει δια του ερωτηματικού αυτού, ότι ουδείς ισχύει κατ΄ αξίαν να επαινέση την Θεοτόκον ως Μητέρα Θεού γενομένην.                                                                                       
Αρκετός ο έπαινος και υπέρ άπαντα νουν Αγγελικόν και ουράνιον είναι, να λέγης την Μαριάμ πως είναι Μητέρα Θεού, όνομα είναι αληθώς το υπέρ παν όνομα, δια να είπω ούτω, να ειπής την Μαριάμ, ότι εχρημάτισε Θεοτόκος. Διότι με τούτο μόνον έπλεξες τον μεγαλύτερον έπαινον, τίτλον τε και στέφανον των επαίνων, με τούτο έδειξες την Παρθένον υπερτέραν, με το να εστάθη Θεοτόκος και Μήτηρ Θεού, όχι μόνον των ανθρώπων, αλλά και όλων των Αγγελικών ταγμάτων. Ας καταισχυνθώσι λοιπόν οι Λούθηροι, οίτινες με απύλωτον στόμα δεν μεγαλύνουσι την Θεοτόκον. Ας αισχυνθώσιν οι Καλβίνοι, ότι με αυθάδειαν κινούσι βλάσφημον γλώσσαν κατά της Μητρός του Θεού. Ας κατακριθώσιν μετά του βλασφήμου και αιρετικού Νεστορίου, και των ομοίων εκείνου τε και αυτών. Ημείς δε μετά χαράς πνευματικής επιτελούντες τας εορτάς της Μητρός του Θεού, και Μητρός μας πάντοτε, είπωμεν και σήμερον με την Αγίαν μας Εκκλησίαν, ευφραινόμενοι εις το ιερόν της Παρθένου Γενέσιον: «Η Γέννησίς Σου Θεοτόκε χαράν εμήνυσε πάση τη οικουμένη», διότι χαράς πρόξενος είναι η υπόθεσις, ότι Μήτηρ Θεού χρηματίσασα, υπερέχει ουράνια και επίγεια, διότι η Μήτηρ του Θεού, Αγγέλων τε και ανθρώπων υπέρκειται. Όθεν και με ευλαβητικήν καρδίαν ας την ασπασθώμεν, όχι με λόγια ιδικά μας, αλλά με την Αρχαγγελικήν εκείνην λέγοντες φωνήν: «Θεοτόκε Παρθένε, χαίρε Κεχαριτωμένη Μαρία, ο Κύριος μετά Σου» και τα επόμενα.

Προς τον αδελφό μας Κυπριανό, χάριν της αληθείας

http://kyprianoscy.blogspot.ca/

Αναδημοσίευση από  http://orthodox-voice.blogspot.gr/2014/09/blog-post_89.html

Γράφει ο αδελφός μας Κυπριανός:

Ο κοιμηθείς Μοναχός Θεόκλητος ήταν σφοδρός πολέμιος των παλαιοημερολογιτών,
 
(
http://kyprianoscy.blogspot.ca/2014/09/blog-post_19.html )

Από κείμενο του κοιμηθέντος Μοναχού Θεοκλήτου:

... Όσοι διδάσκουν θεολογίαν και με την μεν δεξιάν κρατούν την Αγίαν Γραφήν, εις δε την ευώνυμον την ερμηνείαν των Πατέρων, ούτοι ευρίσκονται εντός της πνευματικότητος της Ορθοδόξου Εκκλησίας. Όσοι υπευθύνως ενεργούν βάσει των Πατερικών Παραδόσεων, ούτοι δοξάζουν αληθώς τον Θεόν. Όσοι αποδέχονται την Παράδοσιν της Εκκλησίας ως ισόκυρον με τας Αγίας Γραφάς και αγωνίζονται δι΄ αυτήν, είναι μάρτυρες τη προαιρέσει. Δια τούτο φρονούμεν, ότι οι καλούμενοι παλαιοημερολογίται πρσέφερον ανυπολόγιστον υπηρεσίαν εις την Εκκλησίαν δια της εμμονής αυτών εις το παλαιόν εορτολόγιον. Επαναλαμβάνομεν ότι το ημερολόγιον δεν είναι παράδοσις, ειμή μόνον εφ΄ όσον συνδέεται με την δημοσίαν λατρείαν ολοκλήρου της Ορθοδοξίας. Είναι συνεκτικός κρίκος της ιστορίας της, μέσον προς ομοιόμορφον εκδήλωσιν της λειτουργικής της ζωής, στοιχείον ενότητος με τας επί μέρους Ορθοδόξους Εκκλησίας. Το ισχυρότερον επιχείρημα των παλαιοημερολογιτών, είναι αυτή η αντικανονική εισαγωγή του ημερολογίου εις την Εκκλησίαν, ήτις διέσπασε την εξωτερικήν ενότητα, πράξις υποκειμένη κατά τους Ι. Κανόνας εις ποινήν, μήπω εισέτι λαβούσαν χώραν.

Σεπτεμβριανά 1955 : Μια Τουρκική θηριωδία που θέλουν να μας κάνουν να ξεχάσουμε.

του Σπύρου Βάιλα

Η Οθωμανική Αυτοκρατορία που ιδρύθηκε στα εδάφη της Βυζαντινής Αυτοκρατορίας γνωρίζοντας την ανωτερότητα του ελληνικού στοιχείου στην οικονομία, στον πολιτισμό, στην παιδεία, αλλά και την πληθυσμιακή υπεροχή, από την αρχή εφάρμοσε σχέδια αφελληνισμού. Οι διωγμοί, οι μαζικοί εξισλαμισμοί, το παιδομάζωμα, οι σφαγές ήταν τα μέτρα που υιοθέτησαν για την συρρίκνωση του ελληνισμού, ώστε να εδραιωθούν αφού γνώριζαν ότι τα εδάφη που κατέκτησαν δεν τους ανήκαν ποτέ στο παρελθόν. Η Τουρκία σαν διάδοχος της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας συνέχισε και συνεχίζει μέχρι σήμερα την ίδια τακτική.
Τα γεγονότα στις 6 και 7 Σεπτεμβρίου 1955 στην Κωνσταντινούπολη και στην Σμύρνη αποτελούν ένα ακόμη μέρος του συνεχούς διωγμού των Ελλήνων.

«Ώρα ημάς ήδη εξ ύπνου εγερθήναι»

Πολλά ελέχθησαν δια την πονηρίαν και το μίσος της Παπωσύνης κατά της Ορθοδόξου Χριστιανωσύνης και ιδία κατά της Ελλαδικής, βάσει ιστορικών αδιαψεύστων γεγονότων. Εκείνο που προκαλεί οργήν και αγανάκτησιν είναι το ότι υπάρχουν Έλληνες Γενίτσαροι, κατά τεκμήριον Ορθόδοξοι οι οποίοι συνδεόμενοι φιλικώς με πρόσωπα του φοβερού θρησκευτικοπολιτικο—οικονομικού Οργανισμού της Παπωσύνης δεν αρκούνται εις τας κοσμικάς των αβρότητας και «χαϊδολογήματα» του πρωτοκόλλου της διεθνούς υποκρισίας, αλλά και προσπαθούν με μια σατανική τέχνη να πείσουν τους συνομιλητάς των Ορθοδόξους ότι δεν μας χωρίζει τίποτε με τους αιρετικούς της Δύσεως και ότι τα λεγόμενα «δόγματα» είναι αποφάσεις φανατικών, που για πολιτικούς λόγους ήγειραν αυτό το φράγμα μεταξύ Ορθοδοξίας και αιρέσεων! Αλλ΄ επ΄ αυτού τον λόγον έχει η Ιστορία και μάλιστα αι αποφάνσεις των εν Πνεύματι Αγίω συνελθουσών επτά Οικουμενικών Συνόδων, και ξεχωρίζεται η ήρα από τον σίτον, ώστε να αποφεύγεται κάθε είδους πλάνης ως προς τα πιστευτέα και πρακτέα. Η Ιστορία γενικώτερον εμφανίζει την Παπωσύνη αιρετική με θύμα την Ορθοδοξίαν η οποία αμυνομένη, εφήρμοσε την χριστιανικήν αρετήν της ανεξικακίας χωρίς πνεύμα μισαλλοδοξίας, όπως θέλουν οι γενίτσαροι να μας κατηγορήσουν. Και το θλιβερόν τούτο γεγονός της επιβουλής εναντίον της Ορθοδοξίας έχει τονισθή, είπομεν, από την αδέκαστον Ιστορίαν και τονίζεται, ώστε να μη μπερδεύωνται οι Ορθόδοξοι από τα χαμαιλεόντεια τερτίπια των εχθρών της Ορθοδοξίας και μάλιστα των παπικών, που δρουν δια μέσου της Ουνίας με πεισμοσύνην και μεθοδικότητα σατανά, που ούτε ο προτεσταντικός αναρχισμός δεν συνέλαβε τέτοιο σχέδιον στρατηγικής και τακτικής προς άλωσιν της Ορθοδοξίας και διαφθοράς των συνειδήσεων. Μπορεί οι Προτεστάνται να εξεμεταλλεύθησαν τας δοκιμασίας της Πατρίδος μας με το μέσον μιας διαβλητής φιλανθρωπίας, όμως δεν εχρησιμοποίησαν την ατιμίαν του «καμουφλαρίσματος», όπως οι Παπικοί με την Ουνίαν, η οποία είναι μία τρομερά παγίς προς σύλληψιν της αθώας ορθοδόξου περιστεράς, που αγνοεί ότι η Ουνία είναι μία απάτη δια λογαριασμόν της Παπωσύνης. Οι Παπικοί διαπράττουν την ατιμίαν αυτήν της απάτης, δια να εξοντώσουν ανάνδρως τους αντιπάλους των, όπως ένας στρατός, φορώντας την στρατιωτικήν στολήν του αντιπάλου του εν ώρα μάχης προκαλεί σύγχυσιν και τους σφάζει εκ του ασφαλούς αλλ΄ ατίμως και ανάνδρως, είπομεν. Είναι ή δεν είναι έτσι; Ο σκοπός της υπάρξεως της Ουνίας είναι φονικός. Η μεταμφίεσις ανέντιμος. Το φοβερόν ρεύμα του συγκρητισμού, που επάγωσε και τας καρδίας των Ορθοδόξων ευνοεί την προπαγάνδαν των Παπικών εις βάρος μας. Από πού να προφυλαχθή ο Ελληνικός λαός; Από την «δελφικήν ιδέαν» του νεοειδωλολατρισμού; Από το τέρας του Μασωνισμού; Από την χολέρα του Χιλιασμού; Από τον σατανικόν Πνευματισμόν; Από τους «γιόγκι» της αρρωστημένης Ανατολής; Από την νόσον του Οικουμενισμού που εν συνδυασμώ με την μωρίαν ή προδοσίαν Πατριαρχών, Αρχιεπισκόπων, Επισκόπων, και Μοναχών τείνει να γίνη πίστις πολλών με χαλαρωμένην την ορθόδοξον συνείδησιν; Από τους υλοφρονούντας Κληρικούς μας; Από τους εν χλιδή και προκλητικότητι ζώντας ωρισμένους Ιεράρχας μας; Προ μιας τοιαύτης καταστάσεως τελείως απαραδέκτου δια την Πίστιν, οι ολίγοι Κληρικοί και λαϊκοί, ως Σώμα συμπαγές τεταγμένον να φυλάττη την Ιεράν Παρακαταθήκην αλώβητον και απαραχάρακτον, να αναλάβη και να ενεργοποιήση τας ευθύνας του και με την μάχαιραν της Αληθείας να δράση. Να καθαιρεθούν οι προδόται. Να σχηματισθή μέτωπον πολέμου με επικεφαλής τιμίους και εκλεκτούς αντιοικουμενιστάς Ιεράρχας με ανδρείον φρόνημα. Να πυρακτωθή ο ευσεβής Κλήρος και Λαός με την Πίστιν των Πατέρων μας και να δοθή η μάχη κατά των εχθρών της Ορθοδοξίας, μάχη προς συντριβήν των αντιθέων δυνάμεων του σκότους, που μας εκύκλωσαν φονικώς. Επιβάλλεται η επιστράτευσις προς περίσωσιν των θρησκευτικών, ηθικών και πνευματικών μας αξιών, με τας οποίας η Φυλή μας ακτινοβόλησε και εθριάμβευσε εν μέσω τόσον δοκιμασιών και αντιξοοτήτων. Ώρα ημάς εξ ύπνου εγερθήναι! (Ρωμ. ιγ: 11).

Οι τρεις γίγαντες του Διαβόλου. --- Του Οσίου Μάρκου του ασκητού.

Η υπόθεση του λόγου μας βλέπει τους τρεις δυνατούς και ισχυρούς των αλλοφύλων γίγαντες, πάνω στους οποίους έχει στηριχθεί ολόκληρη η εχθρική δύναμη του νοητού Ολοφέρνους. Όταν λοιπόν κατατροπωθούν και νεκρωθούν αυτοί, τότε με ευχέρεια πέφτει και αδυνατίζει όλη η δύναμη των πονηρών πνευμάτων. Αυτοί που θεωρούνται οι τρεις ισχυροί γίγαντες του πονηρού είναι η άγνοια, η μητέρα όλων των κακών, η λήθη (λησμοσύνη), η αδελφή της, που συνεργάζεται και συναγωνίζεται μαζί της και η ραθυμία που υφαίνει το σκοτεινό του μελανού νέφους ρούχο και κάλυμμα της ψυχής. Αυτή, που στηρίζει και δυναμώνει και συνιστά και τις δυο και κατεργάζεται μέσα στην αμελέστατη ψυχή το έμφυτο και επίμονο κακό. Από τη ραθυμία, τη λήθη και την άγνοια δυναμώνονται και μεγαλώνουν τα υποστηρίγματα όλων των υπολοίπων παθών. Πράγματι, είναι βοηθοί μεταξύ τους και χωρίς τη συνεργασία τους δεν μπορούν να υπάρχουν. Ισχυρές δυνάμεις του εχθρού έχουν αποδειχθεί και δυνατοί άρχοντες του πονηρού. Με αυτές επανέρχεται και υποστηρίζεται μέσα στην καρδιά όλη η στρατιά των πνευμάτων της πονηρίας και παίρνουν ισχύ τα πονηρά διανοήματα. Αν θέλεις να νικήσης τα προλεχθέντα πάθη και τη φάλαγγα των νοητών αλλοφύλων να κατατροπώσης με ευχέρεια, με προσευχή και με τη βοήθεια του Θεού, αφού συγκεντρωθής στον εαυτό σου και βυθισθής στα βάθη της καρδιάς σου, ανίχνευσε τους τρεις αυτούς δυνατούς γίγαντες του διαβόλου, δηλ. τη λήθη, τη ραθυμία και την άγνοια, που είναι το υποστήριγμα των νοητών αλλοφύλων.

Λόγος εις το Γενέσιον της υπεραγίας Θεοτόκου και Αειπαρθένου ΜΑΡΙΑΣ.

Του Οσίου και θεοφόρου πατρός ημών Ιωάννου Μοναχού και Πρεσβυτέρου του Δαμασκηνού.

Δεύτε πάντα τα έθνη, παν γένος ανθρώπων και γλώσσα και ηλικία πάσα και άπαν αξίωμα, μετ΄ ευφροσύνης το της παγκοσμίου ευφροσύνης Γενέθλιον εορτάσωμεν· ει γαρ Ελλήνων παίδες, δαιμόνων ψεύδη, μύθω κλεπτόντων τον νουν και συσκιαζόντων την αλήθειαν, και βασιλέων γενέσια δια πάσης ήγον τιμής, δώρον έκαστος προσφέρων το κατά δύναμιν, και ταύτα λυμαινομένων τον βίον, πόσω μάλλον ημάς εχρήν της Θεοτόκου τιμάν το Γενέθλιον, δι΄ ης άπαν το βρότειον επανώρθωται γένος, δι΄ ης της προμήτορος Εύας η λύπη εις χαράν μεταβέβληται; Εκείνη μεν γαρ, «Εν λύπαις τέξη τέκνα» δι΄ αποφάσεως θείας ακήκοεν· αύτη: «Χαίρε, κεχαριτωμένη»· εκείνη: «Προς τον άνδρα η αποστροφή σου»· αύτη: «Ο Κύριος μετά σου». Τι ουν τη Μητρί του Λόγου, αλλ΄ ή λόγον προσοίσωμεν; Πάσα η κτίσις συνευωχείσθω και υμνείτω της ιεράς Άννης την ιερωτάτην λοχείαν· ήνεγκε γαρ τω κόσμω θησαυρόν αγαθών αναφαίρετον· δι΄ αυτής γαρ ο Κτίστης πάσαν φύσιν προς το κρείττον μετεστοιχείωσε δια μέσης της ανθρωπότητος· ει γαρ άνθρωπος, μέσος νου και ύλης ιστάμενος, σύνδεσμός εστι πάσης ορατής και αοράτου κτίσεως, ενωθείς ο Δημιουργός Λόγος του Θεού τη φύσει της ανθρωπότητος, δια ταύτης απάση τη κτίσει ήνωται. Εορτάσωμεν (τοίνυν) την λύσιν της ανθρωπίνης στειρώσεως, ότι λέλυται ημίν των αγαθών η στείρωσις. Αλλά τίνος ένεκεν εκ στείρας η Παρθένος Μήτηρ γεγένηται; Έδει γαρ το μόνον καινόν υπό τον ήλιον, το των θαυμάτων κεφάλαιον, προοδοποιηθήναι τοις θαύμασι, και κατά μικρόν από των ταπεινοτέρων επαναβήναι τα μείζονα. Έχω και έτερον λόγον υψηλότερον και θειότερον· η γαρ φύσις ηττάται τη χάριτι, και έστηκεν υπότρομος προβαίνειν μη φέρουσα. Επεί ουν έμελλεν η Θεοτόκος Παρθένος εκ της Άννης τίκτεσθαι, ουκ ετόλμησεν η φύσις προβαλείν το της χάριτος βλάστημα, αλλ΄ έμεινεν άκαρπος, έως η Χάρις τον καρπόν εβλάστησεν· έδει γαρ πρωτότοκον τεχθήναι, την τεξομένην τον ποιητήν της κτίσεως, εν ω τα πάντα συνέστηκεν.