Καθολική εκκλησία Οικουμενισμός.


Κάθε Σάββατο ο Παρακλητικὸς Κανὼν εἰς τὸν Ἰησοῦν Χριστόν.


O Συναξαριστής της ημέρας.

Σάββατο, 2 Αυγούστου 2014

Ανακομηδή λειψάνων Στεφάνου πρωτομάτρυρος.

Τὸ γεγονὸς αὐτὸ συνέβη στὰ χρόνια ποὺ οἱ μεγάλοι διωγμοὶ τῶν πρώτων χριστιανῶν εἶχαν κοπάσει καὶ αὐτοκράτωρ ἦταν ὁ Μέγας Κωνσταντῖνος.
Τότε,  Ἅγιος Στέφανος φανερώθηκε τρεῖς φορὲς σὲ κάποιον εὐσεβῆγέροντα ἱερέα, τὸ Λουκιανό, καὶ τοῦ ἀποκάλυψε τὸν τόπο, ὅπου ἦτανκρυμμένο τὸ λείψανό του. Αὐτὸς ἀμέσως τὸ ἀνέφερε στὸν Πατριάρχη Ἱεροσολύμων Ἰωάννη, ποὺ μὲ τὴ σειρὰ του πῆγε στὸν ὑποδεικνυόμενο τόπο καὶ πράγματι βρῆκε τὸ Ἱερὸ λείψανο τοῦ Ἁγίου Στεφάνου. Κατὰ τὴν εὕρεση ἔγινε μεγάλος σεισμός, καὶ τὸ λείψανο τοῦ Ἁγίου πλημμύρισε εὐωδία τοὺς παρευρισκόμενους στὸν τόπο ἐκεῖνο.
Λέγεται ὅτι ἀπὸ τὸν οὐρανὸ ἀκούστηκαν ἀγγελικὲς φωνές, ποὺἔλεγαν «Δόξα ἐν ὑψίστοις Θεῶ καὶ ἐπὶ γῆς εἰρήνη, ἐν ἀνθρώποιςεὐδοκία». Δηλαδή, δόξα ἂς εἶναι στὸ Θεό, στὰ ὕψιστα μέρη τοῦοὐρανοῦ καὶ στὴν ταραγμένη ἀπὸ τὴν ἁμαρτία γῆ ἂς βασιλεύσει ἡθεία εἰρήνη, διότι  Θεὸς φανέρωσε τὴν εὐαρέσκειά Του στοὺςἀνθρώπους, μὲ τὴν ἐνανθρώπιση τοῦ Υἱοῦ Του.
Φανέρωναν, ἔτσι, οἱ ἄγγελοι περίτρανα ὅτι  πρωτομάρτυραςΣτέφανος μαρτύρησε γιὰ τὴν ἀγάπη καὶ τὴ δόξα τοῦ Θεοῦ.
Ἀργότερα, τὰ λείψανα τοῦ Ἁγίου μεταφέρθηκαν ἀπὸ τὴν Ἱερουσαλὴμστὴν Κωνσταντινούπολη καὶ ἐναποτέθησαν στὸν  ἐπ’ ὀνόματι αὐτοῦ– ἀνεγερθέντα Ναὸ ὑπὸ τοῦ Μ. Κωνσταντίνου.


Ο Μητροπολίτης Πειραιώς κ. Σεραφείμ, ερωτά τον Οικ. Πατριάρχη κ. Βαρθολομαίο :



Ἀναγνωρίζετε, Παναγιώτατε Δέσποτα, τόν Παπισμό ὡς «Ἐκκλησία»; Εἶναι, ὅμως, «ἐκκλησία» ἤ αἵρεσις; Πλῆθος Ὀρθοδόξων Συνόδων ἔχουν καταδικάσει τόν Παπισμό ὡς αἵρεση. Ἀναφέρουμε ἐνδεικτικά ὁρισμένες: Τήν Σύνοδο τοῦ 879-880 στήν Κωνσταντινούπολη, ἐπί τοῦ Πανσέπτου Προκατόχου Ὑμῶν Οἰκουμενικοῦ Πατρός καί Ἰσαποστόλου Μεγάλου Φωτίου. Ἡ Σύνοδος αὐτή, πού στή συνείδηση τῆς Ἐκκλησίας θεωρεῖται ὡς ἡ Η΄ Οἰκουμενική, ἐπειδή σέ αὐτή συμμετεῖχαν ἐκπρόσωποι ὅλων τῶν Πατριαρχείων καί τοῦ τότε Ὀρθοδόξου Πάπα τῆς Ρώμης Ἰωάννου τοῦ Η΄ καί οἱ ἀποφάσεις της ἔγιναν ὁμόφωνα ἀποδεκτές, καταδίκασε ὡς αἱρετική τή διδασκαλία τοῦ Filioque. Ἡ διδασκαλία αὐτή ἐπεκράτησε δυστυχῶς ὡς ἐπίσημη διδασκαλία τοῦ Παπισμοῦ, ἀπό τίς ἀρχές τοῦ 11ου αἰῶνος (1014) μέχρι σήμερα. Ἡ καταδίκη αὐτή ἰσχύει κατ’  ἐπέκτασιν καί διά τήν αἵρεση τῶν Προτεσταντῶν, ἐπειδή καί αὐτοί ἀποδέχονται τήν αἱρετική αὐτή διδασκαλία. Ὁ Παπισμός, ἀποδεχόμενος ἐκ τῶν ὑστέρων, μετά ἀπό ἕνα αἰῶνα καί πλέον, μία αἱρετική διδασκαλία, πού εἶχε ἤδη καταδικάσει μαζί μέ τά ἄλλα Ὀρθόδοξα Πατριαρχεῖα, αὐτοαναιρεῖται καί αὐτοκαταδικάζεται ὡς αἵρεση. Πέραν τούτου, ὅλες οἱ ἑπόμενες Ὀρθόδοξοι Σύνοδοι, ὅπως οἱ ἐν Κωνσταντινουπόλει Σύνοδοι τοῦ 1170, 1341, 1450, 1722, 1838, 1895, ἀπεριφράστως καταδικάζουν τόν Παπισμό ὡς αἵρεση. Ἐπίσης, ἐκτός ἀπό τόν Μέγα Φώτιο, ὅλοι οἱ μετά τό σχίσμα τοῦ 1054 ἅγιοι, ὅπως ὁ ἅγιος Γερμανός Πατριάρχης Κωνσταντινουπόλεως, ὁ ἅγιος Γρηγόριος ὁ Παλαμᾶς, ὁ ἅγιος Μᾶρκος ὁ Εὐγενικός, ὁ ἅγιος Συμεών Θεσσαλονίκης, ὁ ἅγιος Νικόδημος ὁ Ἁγιορείτης, ὁ ἅγιος Κοσμᾶς ὁ Αἰτωλός, ὁ ἅγιος Νεκτάριος Πενταπόλεως, ὁ ἅγιος Ἰουστίνος Πόποβιτς κ.ἄ., ὁμοφώνως καταδικάζουν τόν Παπισμό ὡς αἵρεση. Ὁ Παπισμός δέν εἶναι «Ἐκκλησία», ἀλλά κράτος, τό Βατικανό. Οὔτε εἶναι «Ρωμαιοκαθολική Ἐκκλησία». Δέν εἶναι οὔτε Ρωμαίϊκη, οὔτε Καθολική, οὔτε Ἐκκλησία. Δέν ἔχει σχέση μέ τήν Ρωμηοσύνη, οὔτε μέ τή Ρωμανία. Δέν εἶναι Καθολική, ἀφοῦ χωρίσθηκε μόνη της ἀπό τήν Ὀρθόδοξη Ἐκκλησία τό 1054 μ.Χ. Δέν εἶναι Ἐκκλησία, ἀφοῦ ἔγινε κράτος, ὑποκύπτοντας στόν τρίτο πειρασμό τοῦ Χριστοῦ. Δέχθηκε ὁ Παπισμός τήν πρόταση τοῦ διαβόλου νά τόν προσκυνήσει καί νά τόν κάνει κοσμικό παντοκράτορα τῆς γῆς. Ἐμεῖς οἱ Ὀρθόδοξοι εἴμαστε ἡ ὀρθή Ρωμαιοκαθολική Ἐκκλησία. Ἐμεῖς οἱ Ὀρθόδοξοι εἴμαστε Ρωμηοί, σέ μᾶς ἀνήκει ἡ Ρωμανία, ἡ Ρωμηοσύνη. Ἡ Ὀρθοδοξία εἶναι ἡ Μία, Ἁγία, ΚΑΘΟΛΙΚΗ καί Ἀποστολική Ἐκκλησία, ἡ ἀληθής Ρωμαιοκαθολική Ἐκκλησία.

Τα πάντα διαλαλούν τον κίνδυνον, που διατρέχομεν συνδιαλεγόμενοι με επιμόνους αιρετικούς και τα πάντα επιβάλλουν εις όλους μας επαγρύπνησιν.

Κατόπιν όλων των ενεργειών των ταγών της Ορθοδοξίας ο κίνδυνος να απαμβλυνθή εις την ψυχήν μας η συνείδησις, ότι οι Παπικοί είναι αιρετικοί καθίσταται μεγαλύτερος. Όταν ονομάζουν την Εκκλησίαν  “πλοίον του Πέτρου”,  όταν αναγορεύουν ένα άνθρωπον αλάθητον, όταν παρεισάγουν εις το Σύμβολον της Πίστεως επινοίας ανθρώπων, όταν δημιουργούν νέα δόγματα άγνωστα εις την Μίαν, Αγίαν και Αποστολικὴν Εκκλησίαν των πρώτων εννέα αιώνων, όταν στερούν τον λαὸν του Θεού απὸ το Αίμα του Κυρίου, ο Οποίος καλεί τους πάντας να το πίουν, όταν τόσα άλλα
παρόμοια διδάσκουν και πράττουν, δεν είναι αιρετικοί;
Είναι αιρετικοὶ οι Παπικοὶ και εμμένουν εις τας αιρετικὰς καινοτομίας των και τολμούν μάλιστα να τας θεωρούν, συμφώνως προς το  μήνυμα του Πάπα, “ως κληρονομίαν Χριστού”. Είναι αιρετικοὶ και δι᾿ αυτὸ ως αιρετικοὺς βλέπουν ημάς τους Ορθοδόξους και ζητούν να εγκαταλείψωμεν την Ορθοδοξίαν μας, ζητούν με την υπόσχεσιν να μας μεταχειρισθούν “μετ᾿ ευσπλαγχνίας” !
Τα πάντα, λοιπόν, διαλαλούν τον κίνδυνον, που διατρέχομεν συνδιαλεγόμενοι με επιμόνους αιρετικούς και τα πάντα επιβάλλουν εις όλους μας επαγρύπνησιν. 

ΚΥΡΙΑΚΗ 3 ΑΥΓΟΥΣΤΟΥ 2014 – Η΄ ΜΑΤΘΑΙΟΥ -- Αδιάψευστοι δείκτες ζωής

 «Έφαγαν πάντες και εχορτάσθησαν»

Η σημερινή ευαγγελική περικοπή ξεδιπλώνει μπροστά μας ένα άλλο θαυμαστό γεγονός που επιτέλεσε ο Κύριός μας, το οποίο έχει τη δική του ξεχωριστή σημασία ως προς τα βαθύτερα μηνύματα που μπορούμε να αντλήσουμε από το περιεχόμενό του. Το θαύμα τού πολλαπλασιασμού των πέντε άρτων είναι από τα πιο γνωστά απ’ εκείνα που τόσο γλαφυρά αποτυπώνει η γραφίδα των ευαγγελιστών. Αυτό δεν είναι τυχαίο, αφού προσφέρεται ως απόδειξη ότι ο Χριστός ενδιαφέρεται για τα υλικά προβλήματα των ανθρώπων, για την πείνα τους, αλλά και γιατί παραπέμπει σαφώς στο μυστήριο της θείας Ευχαριστίας, σύμφωνα με την ερμηνευτική προσέγγιση της πατερικής σκέψης. Το ότι ο Χριστός επιτελούσε θαύματα με τη δική τους ξεχωριστή σημασία το καθένα, φαίνεται από πλειάδα περιγραφών στο ευαγγέλιο. Μια ενδιαφέρουσα οπωσδήποτε πτυχή που μπορεί να εξετάσει κάποιος από τη συγκεκριμένη περικοπή του πολλαπλασιασμού των πέντε άρτων είναι η στάση των ανθρώπων τότε και σήμερα.

ΠΟΙΜΑΝΤΟΡΙΚΗ ΕΓΚΥΚΛΙΟΣ ΕΠΙ ΤΗι ΕΟΡΤΗ ΤΗΣ ΚΟΙΜΗΣΕΩΣ ΤΗΣ ΘΕΟΤΟΚΟΥ 2014 του σεβΑΣΜΙΩΤΑΤΟΥ μητροπολιτου ΠΕΙΡΑΙΩΣ ΦΑΛΗΡΟΥ ΔΡΑΠΕΤΣΩΝΑΣ ΚΑΙ ΑΓΙΟΥ ΙΩΑΝΝΟΥ ΡΕΝΤΗ Κκ Σ Ε Ρ Α Φ Ε Ι Μ

ΠΡΟΣ ΤΟΝ ΙΕΡΟΝ ΚΛΗΡΟΝ ΚΑΙ ΤΟν  φιλοχριστον  λαον
ΤΗΣ ΜΗΤΡΟΠΟΛΙΤΙΚΗΣ ΠΕΡΙΦΕΡΙΑΣ ΑΥΤΟΥ
* * * * * *


Τέκνα μου ἐν Κυρίῳ ἀγαπητά καί περιπόθητα,

Ἀτενίζοντας τὴν εἰκόνα τῆς Κοιμήσεως τῆς Θεοτόκου, ἔτσι ὅπως ἡ ἐκκλησιαστικὴ παράδοση ἐξιστορεῖ καὶ φιλοτεχνεῖ, αἰσθανόμαστε πὼς εἴμαστε παρόντες, ὄχι ἁπλὰ σὲ μία ἐξόδιο ἀκολουθία, ἀλλὰ σὲ μία μεγάλη Ἑορτὴ καὶ Πανήγυρη. Δυνάμεις ἀγγελικές, ὁ χορὸς τῶν ἐνδόξων Ἀποστόλων, Πατέρες ἀποστολικοί, Ὑμνογράφοι ἐκκλησιαστικοί, πιστοί, μὰ καὶ δύσπιστοι, πλαισιώνουν τὸ σεπτὸ σκήνωμα τῆς Παναγίας Παρθένου. Καὶ στὸ κέντρο τῆς ἱερᾶς εἰκόνος ὁ ἴδιος ὁ Κύριος Ἰησοῦς Χριστός, κρατώντας στὰ χέρια του τὴν ψυχὴ τῆς Μητρός Του. Ναί, βρισκόμαστε ἐνώπιον μίας σπουδαίας Ἑορτῆς, τῆς Ἑορτῆς τῆς «ἑνότητος».

ΠΟΤΕ ΑΠΕΛΠΙΣΙΑ. Ο Άγιος Ιωάννης ο Καρπάθιος γράφει στα «Εκατὸν παρηγορητικὰ κεφάλαιά» του τα εξής:


«Η σελήνη, η οποία μεγαλώνει και πάλι μικραίνει, είναι τύπος του
ανθρώπου, ο οποίος άλλοτε πράττει καλὰ και άλλοτε αμαρτάνει και
κατόπιν με την μετάνοια επανέρχεται στην ενάρετη ζωή. Λοιπὸν δεν
χάθηκε ο νους όποιου αμάρτησε, καθὼς νομίζουν μερικοί, όπως το
σώμα της σελήνης δεν λιγόστεψε, αλλὰ μόνο το φως της. Αποκτά
λοιπὸν ο ανθρωπος πάλιν την λαμπρότητά του με την μετάνοια,
όπως η σελήνη, μετὰ το λιγόστεμά της, ξαναντύνεται πάλι το φως.
Γιατὶ η Αγία Γραφή λέγει: “Εκείνος, που πιστεύει στον Χριστὸν
και αν πεθάνη, θα ζήση” (Ἰωαν. ΙΑ´ 26) και θα γνωρίση ότι εγὼ ο
Κύριος μίλησα» (Ἰεζ. ΙΖ´ 24). Ποτὲ απελπισία λοιπὸν όσον και αν
εχουμε αμαρτήσει. Μόνον μετάνοια και πολλὴ προσευχή.

Αθωνικά άνθη --- ΤΟ ΦΩΣ ΤΗΣ ΘΕΙΑΣ ΜΕΤΑΜΟΡΦΩΣΕΩΣ

Ο Ιησούς είναι κοινή περιουσία, ως Θεός και άνθρωπος, της Ορθοδοξίας, του Καθολικισμού, του Προτεσταντισμού και όλων των αιρετικών ομάδων των δύο τελευταίων. Αλλά το φως Του, το αϊδιον και άκτιστον, είναι κτήμα και θησαυρός αναφαίρετος μόνον της Ορθοδοξίας. Ο Καθολικισμός το ηρνήθη ως θείαν ενέργειαν, παρούσαν εν τη Εκκλησία, ο Προτεσταντισμός το ηγνόησεν, αι άλλαι αιρετικαί μικροομάδες ουδέποτε το είδον. Η Ορθοδοξία ελλάμπεται εξ αυτού, ανεχωνεύθη μετ’ αυτού, ζη με αυτό. Και εντεύθεν η αβυσσαλέα ειδοποιός διαφορά—συν ταις άλλαις—της παμφώτου αγίας Εκκλησίας μας με τας αιρετιζούσας…

Εάν ανατρέξωμεν εις τα μέσα του δεκάτου τετάρτου αιώνος, θα ίδωμεν το χάσμα, όπερ διήνοιξε το σχίσμα, να ευρύνεται, να γίνεται βαθύτερον και να συνειδητοποιήται μία ιστορική και θεολογική τομή μεταξύ Ανατολής και Δύσεως. Και ούτως η μεν Ανατολική Εκκλησία ευρίσκεται εν μυστική συναφεία και μεθέξει με το άγιον φως της Θεότητος του Ιησού, η δε Δυτική, ως αρνούμενη την κατ’ ενέργειαν άμεσον σχέσιν με τον Θεόν, ενεπλάκη «ταις του βίου πραγματείαις» και εγένετο εις εγκόσμιος οργανισμός, μόλις διακρινόμενος από τον «εν τω πονηρώ κείμενον» κόσμον…