Ομιλία εις τον σεισμόν. Του αγ. Ιωάννου του Χρυσοστόμου.


Απόδειξις της δυνάμεως και φιλανθρωπίας του Θεού. Τα αίτια του σεισμού.

Είδετε Θεού δύναμιν, είδετε Θεού φιλανθρωπίαν; Δύναμιν, διότι ετίναξε δια σεισμού την οικουμένην· φιλανθρωπίαν, διότι ενώ έπιπτε την εστερέωσε· μάλλον δε και εις το εν και εις το άλλο δύναμιν και φιλανθρωπίαν. Διότι και το ότι την εστερέωσε μαρτυρεί δύναμιν, και το ότι την έσεισε φιλανθρωπίαν· Διότι έσεισε την γην, και (δια φόβου) εστήριξε την οικουμένην, διότι ενώ έμελλε να πίπτη (εκ φιλανθρωπίας), την ανήγειρεν. Αλλ΄ ο μεν σεισμός παρήλθεν, ο δε φόβος ας μένη· ο σάλος εκείνος εξέλιπε ταχέως, η δε ευσέβεια ας μη παρέλθη· τρεις ημέρας εκάμαμεν λιτανείας, αλλ΄ ας μη καταλύσωμεν κατόπιν την ιεράν προθυμίαν μας· ερραθυμήσαμεν, και εκαλέσαμεν εναντίον μας τον σεισμόν· εδείξαμεν δραστηριότητα και ενδιαφέρον και απεκρούσαμεν την οργήν· Ας μη ραθυμήσωμεν πάλιν, δια να μη επισύρωμεν πάλιν την οργήν και την τιμωρίαν. Διότι «δεν θέλει ο Θεός τον θάνατον του αμαρτωλού, όσον το να επιστρέψη αυτός και να ζη» (Ιεζεκ. 33: 11). Είδετε το φθαρτόν του ανθρωπίνου γένους; Όταν έγινεν ο σεισμός διελογιζόμην κατ΄ εμαυτόν λέγων· που είναι αι αρπαγαί; Που αι πλεονεξίαι; Που αι κατατυραννήσεις; Που αι αλαζονείαι; Που αι δυναστείαι; που αι καταπιέσεις, που αι λεηλασίαι των φτωχών; Που αι υπερηφάνειαι των πλουσίων; Που των αρχόντων αι δυναστείαι; Που αι απειλαί; που οι φόβοι; Μία στιγμή χρονική και ευκολώτερον από αράχνης ιστόν διεσπώντο όλα· όλα εκείνα παρελύοντο, και θρήνος πολύς ήτο, και όλοι εις την εκκλησίαν έτρεχον. Αναλογισθήτε, αν απεφάσιζεν ο Θεός, όλα να καταρρίψη, τι ηθέλομεν πάθει. Ταύτα δε λέγω, δια να διατηρήται ακμαίος εντός σας ο φόβος των όσα έγιναν, και την διάνοιαν όλων να στηρίζη. Έκαμε τον σεισμόν, αλλά δεν εκρήμνισε· διότι εάν ήθελε να κρημνίση, δεν θα έκαμε σεισμόν· αλλ΄ επειδή δεν ήθελε, προέλαβεν ως κήρυξ ο σεισμός, προαναγγέλων εις όλους την οργήν του Θεού, ώστε βελτιούμενοι δια του φόβου να αποκρούσωμεν την δια των πραγμάτων τιμωρίαν… Την εσπέραν εκείνην του σεισμού όλοι μεν οι άλλοι δια τον σεισμόν εφοβούντο, εγώ δια την αιτίαν του σεισμού. Εννοήσατε τι είπον; Οι μεν άλλοι εφοβούντο μήπως κρημνισθή η πόλις, και αποθάνωσιν· εγώ δε φοβούμαι, διότι ο Δεσπότης οργίζεται εναντίον ημών· διότι δεν είναι κακόν το να αποθάνη τις, αλλά κακόν είναι το να ερεθίση τον Δεσπότην. Ώστε δεν εφοβούμην δια τον σεισμόν, αλλά δια την αιτίαν του σεισμού, διότι αιτία του σεισμού είναι η οργή του Θεού, της δε οργής αίτιον αι αμαρτίαι ημών. Ποτέ μη φοβήσαι κόλασιν, αλλά την αμαρτίαν, την μητέρα της κολάσεως. Σείεται η πόλις; Και τι σημαίνει τούτο; Αλλ΄ η διάνοιά σου ας μη σαλευθή. Επειδή και εις τα νοσήματα και τα τραύματα δεν θρηνούμεν εκείνους, οι οποίοι δύνανται να θεραπευθώσιν, αλλά τους πάσχοντας ανιάτους νόσους. Ό,τι δε είναι νόσος και τραύμα, το αυτό είναι και αμαρτία· ό,τι είναι τομή και φάρμακον, το αυτό είναι και τιμωρία… 


(Εκ του αγίου Ιωάννου του Χρυσοστόμου «Άπαντα» τομ. β΄ σελ 209, 213 Μιχαήλ και Νικολάου Γαλανού Αθήναι 1900).

Δεν υπάρχουν σχόλια: